Πέμπτη 5 Απριλίου 2007

Μετανάστες, ιθαγενείς αναχωρητές και θύματα του ψηφιακού κόσμου

«Σήμερα οι επιστήμονες διαιρούν τον κόσμο ανάμεσα σε ψηφιακούς ιθαγενείς και ψηφιακούς μετανάστες. Οποιοσδήποτε, πάνω από τα 25, είναι ψηφιακός μετανάστης. Χρειάστηκε να διδαχθεί την ψηφιακή γλώσσα. Ο ψηφιακός ιθαγενής την έμαθε όπως μαθαίνει κανείς τη μητρική του γλώσσα... Ο ψηφιακός μετανάστης δυσκολεύεται και έχει για πάντα μια βαρειά, περιοριστική προφορά». Μορίς Σάατσι, ιδρυτής και διευθυντής του ομώνυμου διαφημιστικού ομίλου.

Το 1728, ο Βρετανός Αλεξάντερ Πόουπ δημοσίευσε το σατιρικό επικό του ποίημα «The Dunciad», καταγγέλλοντας και σατιρίζοντας, μεταξύ άλλων, τον όγκο των βιβλίων που παρήγε η σχετικά νέα τέχνη της τυπογραφίας καθώς αναπτυσσόταν σε σχεδόν βιομηχανικό επίπεδο από και για την αυξανόμενη μάζα της μέσης τάξης.Οπως πολλοί την εποχή εκείνη, θεωρούσε ότι η πληθώρα των πληροφοριών που καθιστούσε διαθέσιμη στη διευρυνόμενη μέση τάξη η ευκολία των νέων τεχνολογιών οδηγούσε σε ένα φτωχότερο κόσμο, καθώς κανείς δεν μπορούσε να απορροφήσει και να επεξεργαστεί λογικά τέτοιον όγκο πληροφοριών, που συχνά ήταν άχρηστες.Ομως, ο υπόλοιπος 18ος και ολόκληρος ο 19ος αιώνας οδήγησαν σε μια απόλυτη κυριαρχία του γραπτού, τυπωμένου λόγου. Για πρώτη φορά στην ιστορία, το μεγαλύτερο μέρος των συμβολικών ανταλλαγών που διαμορφώνουν τον πολιτισμό έφτασε να γίνεται γραπτά. Η βάση κάθε πολιτισμού, η επικοινωνία, μεταφέρθηκε στο μεγαλύτερο μέρος της πάνω σε τυπωμένο χαρτί, σε βιβλία και εφημερίδες. Και στην κορύφωση της τάσης αυτής, στο τέλος του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, στη γραπτή επικοινωνία -και στη μηχανή της βιομηχανικής επανάστασης- προσαρμόστηκε όχι μόνον η συνολική δομή της κοινωνίας αλλά και η ίδια η ανθρώπινη φυσιολογία. Και πολλές από τις αλλαγές αυτές δεν έχουν ακόμα γίνει πλήρως αποδεκτές από τμήματα των κοινωνιών.Είναι λοιπόν φυσικό, πολύ μεγαλύτερα τμήματα να αδυνατούν να αποδεχθούν, ακόμα και να αναγνωρίσουν, τις σημερινές, πολύ ταχύτερες αλλαγές. Συχνά, αγνοώντας ότι η τεχνολογική εξέλιξη, από την ανακάλυψη των πρώτων εργαλείων ή της φωτιάς, διαμόρφωσε εξελικτικά τον άνθρωπο με τη σημερινή του μορφή, χωρίς καν να σκέφτονται τον κόκκυγα, τη σκωληκοειδή απόφυση ή τους εκφυλιζόμενους τραπεζίτες τους, αισθάνονται φρίκη όταν ακούν τους επιστήμονες να λένε ότι στην επόμενη γενιά ανδρών στις ανεπτυγμένες χώρες το ισχυρότερο δάχτυλο θα είναι για πρώτη φορά ο αντίχειρας, λόγω της επίδρασης των χειριστηρίων των ηλεκτρονικών παιχνιδιών και των αλφαριθμικών πληκτρολογίων στα κινητά τηλέφωνα για την αποστολή γραπτών μηνυμάτων.Ακόμα μεγαλύτερη φρίκη θα αισθάνονταν αν άκουγαν ακόμα πιο πρόσφατες μελέτες νευροφυσιολόγων, σύμφωνα με τις οποίες αλλάζει η ίδια η φυσιολογία του εγκεφάλου, ο οποίος στους «ιθαγενείς» της ψηφιακής εποχής είναι διαφορετικά «καλωδιωμένος» απ' ό,τι στους «μετανάστες». Οι περισσότεροι από αυτούς επιλέγουν να αγνοήσουν την αίσθηση της πλήξης που τους προκαλεί -έστω και αν συχνά αρνούνται να το παραδεχθούν- η παρακολούθηση σήμερα κινηματογραφικών ταινιών που τους είχαν συναρπάσει πριν από μερικά χρόνια, όταν οι κινήσεις της κάμερας, ο ρυθμός της αφήγησης, ο όγκος του κειμένου που περνούσε ως διάλογος και η εναλλαγή των σκηνών ήταν διαφορετικά.Ακόμα και οι ψηφιακοί «μετανάστες», τουλάχιστον μεγάλο μέρος τους, παρουσιάζουν δείγματα αυτού που το πρώην στέλεχος της «Μάικροσοφτ», Λίντα Στόουν, επιτυχημένα περιέγραψε το 1997 ως «συνεχή τμηματική προσοχή». Γράφουν στον υπολογιστή ή οδηγούν αυτοκίνητο τη στιγμή που μιλούν στο τηλέφωνο και ενώ παίζει το ραδιόφωνο ή η τηλεόραση. Η προσοχή τους μοιράζεται συνεχώς ανάμεσα σ' αυτά και, όταν κάποιος ερεθισμός το απαιτήσει, μετατοπίζεται στιγμιαία προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Κάτι που αρχίζουν να αναγνωρίζουν οι διαφημιστές και έτσι ο λόρδος Σάατσι λέει ότι αν πριν από λίγο καιρό έπρεπε να περιορίσεις το μήνυμά σου σε μία πρόταση, τώρα πρέπει να το περιορίσεις σε μία λέξη. Η νέα γλώσσα που διαμορφώνεται μέσα από τη συμπύκνωση της διαφήμισης, τη θυμική επίδραση της εικόνας και τους πρακτικούς περιορισμούς της μικρής οθόνης στα κινητά τηλέφωνα είναι βέβαιον ότι απομακρύνεται από την παλιά. Και η διαφορά αυτή είναι ευρύτερη και βαθύτερη από τις διαφορές που ανέκαθεν εισήγαγε κάθε γενιά για να διαφοροποιηθεί από την άλλη.Ο πως επισημάνει ο Βίλεμ Φλούσερ στη μελέτη του «Telematische Kultur», ο τρόπος σκέψης, ο οποίος εκφράζεται με το κείμενο, εξαρτάται από το τεχνικό περιβάλλον μέσα στο οποίο παράγεται το μήνυμα. Αυτό σημαίνει ότι το υλικό πλαίσιο της επικοινωνίας αλλάζει τον ίδιο τον χαρακτήρα του κειμένου ή της εικόνας. Με το τεχνικό περιβάλλον να αλλάζει ριζικά και ραγδαία, δεν αλλάζει μόνον ο τρόπος σκέψης, έκφρασης και επικοινωνίας. Διαφοροποιείται σε πρωτοφανή έκταση και ο βαθμός που διάφορα τμήματα του πληθυσμού μετέχουν στις αλλαγές, επηρεάζονται από αυτές αλλά και τις επηρεάζουν.Από τη δεκαετία του '50, ο Ντέιβιντ Ρίσμαν με το «The Lonely Crowd» επισήμαινε τον έξωθεν έλεγχο του ανθρώπινου μυαλού, είτε από το τελετουργικό της Εκκλησίας και του κράτους είτε από την πίεση της κοινωνίας μέσα από τη διαδικασία της κοινωνικοποίησης είτε από τα σύγχρονα μέσα ενημέρωσης. Ομως ο βαθμός ενσωμάτωσης διαφόρων ομάδων του πληθυσμού στον ψηφιακό κόσμο διαφέρει σημαντικά. Και οι διαφορές δεν περιορίζονται ανάμεσα στον ανεπτυγμένο οικονομικά κόσμο και τον υπό ανάπτυξη, αλλά επεκτείνονται στο εσωτερικό των τεχνολογικά και οικονομικά ανεπτυγμένων κοινωνιών. Οφείλονται τόσο στην άνιση δυνατότητα πρόσβασης στην τεχνολογική υποδομή όσο και σε δύο πολύ πιο σημαντικούς παράγοντες: αφ' ενός τον φόβο και την ανησυχία που προκαλεί το καινούργιο, αφ' ετέρου στην προσπάθεια κάποιων απ' όσους μετέχουν στην ψηφιακή εποχή, να διατηρήσουν ένα είδος αποκλειστικότητας, δημιουργώντας ένα νέο ιερατείο. Χαρακτηριστική της δεύτερης περίπτωσης είναι η μονότονη προβολή από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, που κατ' εξοχήν εκφράζουν την ψηφιακή εποχή, των αρνητικών στοιχείων της, από το Ιντερνετ που παρουσιάζεται συνήθως ως χώρος όπου καραδοκούν άπειροι κίνδυνοι, μέχρι τη μονότονη κινδυνολογία για -όντως υπαρκτούς- κινδύνους από την κινητή τηλεφωνία, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια κ.λπ.Παίζοντας με τους φόβους και τις ανησυχίες ευρέων στρωμάτων, διαμορφώνουν έτσι ένα κοινό που φοβάται να αποκτήσει πρόσβαση στα όπλα που εκείνα τα ίδια χρησιμοποιούν και τα οποία θα είναι πολύ λιγότερο αποτελεσματικά απέναντι στους γνώστες και υποψιασμένους.Μαζί με τη φυσική δυσπιστία ομάδων της κοινωνίας σε κάθε τι καινούργιο και τον φόβο που προκαλεί το άγνωστο, διαμορφώνονται τμήματα της κοινωνίας που γίνονται, σχεδόν εθελοντικά, θύματα της ψηφιακής εποχής. Κάτι σαν τους επαρχιώτες εσωτερικούς μετανάστες της δεκαετίας του '50 που, όταν έφταναν με γουρλωμένα μάτια στην Αθήνα, έπεφταν θύματα των επιτηδείων, που τους περίμεναν γύρω από την Ομόνοια.Θύματα του αναχωρητισμού τους πέφτουν και ομάδες που απλώς αρνούνται -ή πιστεύουν ότι αρνούνται- την ψηφιακή εποχή. Αποστερώντας τον εαυτό τους από το σύγχρονο οπλοστάσιο, θυμίζουν κάτι το εξαιρετικά ευγενικό, ηρωικό και μάταιο: Την επέλαση του πολωνικού ιππικού -απομεινάρι μιας νοσταλγούμενης αγροτικής κοινωνίας- που με σπάθες προσπάθησε να αναχαιτίσει τα «πάντσερ» της ναζιστικής Γερμανίας, το 1939.

21/07/2006

Δεν υπάρχουν σχόλια: