Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2007

Χωρίς δίχτυ ασφαλείας ο Μουσάραφ

Στην προσωπική ιστοσελίδα του Περβέζ Μουσάραφ, ο πρόεδρος του Πακιστάν δηλώνει: «Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό. Ο Ναπολέων είχε πει ότι πέρα από όλες τις άλλες ιδιότητες που πρέπει να έχει ένας ηγέτης, πρέπει να είναι τυχερός για να πετύχει. Αρα, πρέπει να πετύχω».


Ασχετα με το αν αυτό οφείλεται σε τύχη ή σε ακροβατικές ικανότητες, ο μέχρι πρότινος στρατηγός και πλέον απλός πρόεδρος του Πακιστάν κατάφερε να πετύχει την επιβίωσή του σε ένα περιβάλλον που έγινε γι' αυτόν πολύ ασφυκτικό μετά τη δήλωση του Τζορτζ Μπους: «ή είστε μαζί μας ή είστε εναντίον μας», μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001. Το Πακιστάν, η χώρα που ουσιαστικά κληρονόμησε από τους «Αδελφούς Μουσουλμάνους» της Αιγύπτου και εξέθρεψε στους μεντρεσέδες της την έκδοση του ισλαμικού φονταμενταλισμού που εκδηλώθηκε μέσω των Ταλιμπάν και της Αλ Κάιντα, βρέθηκε στην απόλυτη πρώτη γραμμή του πολέμου εναντίον τους. Οπως ο πρόεδρος, έτσι και ολόκληρος ο πακιστανικός κρατικός μηχανισμός, κυρίως ο στρατός και οι στρατιωτικές υπηρεσίες πληροφοριών, κλήθηκαν σε μια άνευ προηγουμένου μακιαβελική διαχείριση της ταυτόχρονης ώσμωσής τους με τους φονταμενταλιστές και με την αμερικανική και βρετανική Δύση. Σαν «παιδί λάστιχο» ο Μουσάραφ και ο μηχανισμός του κατάφερε έτσι να θεωρηθεί από τη «Δύση» ως ο πολιτιμότερος σύμμαχος στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» και ταυτοχρόνως να κρατήσει όχι μόνο το κεφάλι του στους ώμους του αλλά και τη χώρα υπό σχετικό έλεγχο. Ακόμα όμως και οι εμπειρότεροι ακροβάτες χάνουν κάποια στιγμή την ισορροπία τους και πέφτουν, ελπίζοντας στο δίχτυ ασφαλείας. Μόνο που στην περίπτωση του Μουσάραφ το δίχτυ ασφαλείας προσφέρθηκε υπό όρους από τη Δύση και τα στηρίγματά του πριονίστηκαν -αποτελεσματικά όπως έδειξε η χθεσινή δολοφονική επίθεση- από τους φονταμενταλιστές. Ο ενθουσιασμός της Δύσης με τον Μουσάραφ άρχισε να μετριάζεται όσο πλήθαιναν οι ενδείξεις ότι δεν ήταν ένας απλός θυρωρός που κρατούσε ανοιχτή την πόρτα για να περάσει ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας», αλλά ότι την ανοιγόκλεινε ή την μισάνοιγε σύμφωνα με τους δικούς του μακροπρόθεσμους σχεδιασμούς. Στη βάση των σχεδιασμών αυτών, βρισκόταν η πάγια επιδίωξη των πανίσχυρων πακιστανικών ενόπλων δυνάμεων και των ακόμα πιο ισχυρών μυστικών υπηρεσιών για αποτροπή του ενδεχομένου σχηματισμού μιας λαβίδας που θα συνέθλιβε τη χώρα ανάμεσα στην Ινδία και το Αφγανιστάν. Βασικό συστατικό τους, η εξασφάλιση ότι το Αφγανιστάν θα παρέμενε ή θα επανερχόταν υπό τον έλεγχο «φιλικών» δυνάμεων και δεν θα συμμετείχε στα ανεξέλεγκτα περιφερειακά παιχνίδια των μεγάλων δυνάμεων, στο παρελθόν η ΕΣΣΔ και σήμερα οι ΗΠΑ, που αλληθωρίζουν προς το Νέο Δελχί. Για να ελεγχθεί αλλά και να στηριχθεί ακόμα και αυτή η υστερόβουλη συνεργασία, η λεγόμενη Δύση, δηλαδή οι ΗΠΑ, στήριξαν το δίχτυ ασφαλείας πρωταρχικά των δικών τους συμφερόντων, στην διατήρηση του Μουσάραφ στην εξουσία υπό έναν δημοκρατικότερο μανδύα, και τη συγκατοίκησή τους με τη δημοφιλή και δυτικόστροφα μετριοπαθή Μπεναζίρ Μπούτο. Το ένα από τα δύο στηρίγματα κόπηκε χθες και το άλλο δεν είναι βέβαιο ότι θα μπορέσει να αντέξει για πολύ το βάρος. Με την έννοια αυτή και με δεδομένη την απόλυτη προτεραιότητα του Πακιστάν στους ένθεν κακείθεν σχεδιασμούς, η χθεσινή θριαμβευτική ανακοίνωση της αλ Κάιντα ότι «εξαλείψαμε το πολυτιμότερο κεφάλαιο των ΗΠΑ» ενδέχεται να αποδειχθεί ότι περιγράφει τη μεγαλύτερη επιτυχία της νεφελώδους οργάνωσης μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου.

Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2007

Κλίμα, παγκοσμιοποίηση και οι «αξιολάτρευτοι φτωχοί»

Του ΚΩΣΤΑ Γ. ΤΣΑΠΟΓΑ

Ο μόνος λόγος για τον οποίο η λέξη «παγκοσμιοποίηση» δεν ταιριάζει στην αλλαγή του κλίματος, στα αίτια, τις επιπτώσεις και τις προσπάθειες αντιμετώπισής της, είναι ότι κάτι το εξ ορισμού παγκόσμιο δεν μπορεί να «παγκοσμιοποιηθεί». Παρ' όλα αυτά, η φιλολογία περί παγκοσμιοποίησης, με όλες τις ανακρίβειες, τις υπερβολές και τις παρανοήσεις που τη συνοδεύουν, επιτρέπει την καλύτερη αναγνώριση, κατανόηση και αντίληψη μιας διαδικασίας σχεδόν εγγενούς στην αλληλεπίδραση του ανθρώπου με το περιβάλλον του.

Λίγες μέρες μετά τη λήξη της συνόδου του Μπαλί, ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζεται η διαχείριση της παγκοσμιότητας του κλίματος, τα στρατόπεδα που σχηματίστηκαν, οι παρανοήσεις που οικοδομήθηκαν, θυμίζουν σε μεγάλο βαθμό την αντίστοιχη σύγχυση που αφήνει πίσω της κάθε κουβέντα για την οικονομική παγκοσμιοποίηση. Η σύγχυση αυτή ξεκινά από την εκτίμηση ότι το τελικό κείμενο μπόρεσε να υιοθετηθεί χάρη στην υποχώρηση των ΗΠΑ απέναντι στις οργισμένες αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας και ιδίως της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ομως οι ΗΠΑ πέτυχαν αυτό που ήθελαν. Κατάφεραν να μπλοκάρουν την αναφορά συγκεκριμένων ποσοστών-στόχων περικοπής των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, παραχωρώντας το ελάχιστο φύλλο συκής που θα κάλυπτε την υποχώρηση της άλλης πλευράς, δηλαδή μια χαλαρότερη αναφορά στην ευθύνη των αναπτυσσόμενων χωρών για την αντιμετώπιση της υπερθέρμανσης του πλανήτης.

Ακόμη και αυτή η αναφορά, όμως, είναι αρκετή για να παραπλανήσει μεταθέτοντας μέρος των ευθυνών στις πλάτες των πλέον «αθώων» και, κυρίως, συμβάλλοντας στη διατήρηση της διαχείρισης, όχι τόσο του παγκόσμιου κλιματικού προβλήματος όσο της οικονομικής παγκοσμιοποίησης, στα μέτρα των ισχυρότερων οικονομικών πόλων, δηλαδή των ΗΠΑ και της Ευρώπης.

Από την κυνική οπτική των κυρίαρχων «αναπτυγμένων», η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση μπορεί να πρόσφερε πρωτοφανείς ευκαιρίες που έσπευσε να εκμεταλλευτεί το διεθνές κεφάλαιο, έφερε όμως μαζί της τα σπέρματα διάχυσης της άνισα συγκεντρωμένης ευημερίας που σήμερα διακρίνεται ότι απειλεί τους επί μακρόν ευεργετηθέντες της ανισοκατανομής αυτής. Χειμαζόμενες οικονομίες μπόρεσαν να εξελιχθούν σε «αναπτυσσόμενες», τεράστια τμήματα του παγκόσμιου πληθυσμού άρχισαν να αποκτούν πρόσβαση σε μικρά αλλά συνεχώς αυξανόμενα μερίδια του παγκόσμιου πλούτου. Και, δεδομένου του πεπερασμένου των φυσικών πόρων, η διαδικασία αυτή απειλεί να ξεπεράσει τις δυνατότητες «αύξησης της πίτας» και να καταλήξει στην αναζήτηση δικαιότερων τρόπων μοιράσματος, στην ανάδυση απειλής για τα κατεστημένα προνόμια τμημάτων του παγκόσμιου πληθυσμού που αντιμετωπίζονται ως σχεδόν «φυσικά».

Μία από τις γραμμές άμυνας των «προνομιούχων» προϋποθέτει την καλλιέργεια σύγχυσης ανάμεσα στο φυσικό και το τεχνητό, το πραγματικό και το διοικητικό. Μέσα στη σύγχυση αυτή είναι εύκολο να παρουσιάζονται, διαρκούσης της συνόδου του Μπαλί, διαπιστώσεις όπως «ΗΠΑ και Κίνα οι κακοί της συνόδου». Η αναφορά σε δύο τεχνητά μεγέθη (κράτη) επιτρέπει την ισότιμη κριτική της στάσης τους παρακάμπτοντας τα φυσικά μεγέθη και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά σε όφελος εκείνου που πρόλαβε να πιάσει την καλύτερη θέση, λίγο-πολύ στην ίδια λογική που οι πρώτες «κατεστημένες» πυρηνικές δυνάμεις εμποδίζουν την ανάδυση άλλων.

Ομως το παγκόσμιο κλίμα αποτελεί ένα φυσικό και όχι τεχνητό μέγεθος, έναν παγκόσμιο πόρο που κατανέμεται όχι μεταξύ διοικητικών κρατικών ορίων, αλλά μεταξύ ενός άλλου φυσικού μεγέθους, του συνόλου των κατοίκων του πλανήτη. Αν συμβαίνει ένα πολύ μεγάλο ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού να βρίσκεται μέσα στα διοικητικά όρια ενός συγκεκριμένου κράτους (όπως στην Κίνα ή την Ινδία) δεν σημαίνει ότι η κατανομή αυτή στερεί το κάθε άτομο από το δικαίωμα ισότιμης συμμετοχής στο παγκόσμιο φυσικό περιβάλλον.

Οταν η Κίνα παρουσιάζεται ως μία κρατική οντότητα συγκρινόμενη προς άλλες, η τοποθέτησή της μεταξύ των «κακών» φαίνεται αυτονόητη. Το 2005 οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου έφτασαν το 19% των παγκόσμιων και υπολογίζεται ότι το 2030 θα ξεπεράσουν το 27%. Ηδη από το 2006 οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα ξεπέρασαν αυτές των ΗΠΑ κατά 8%. Αν όμως αντιμετωπιστεί με φυσικές μονάδες μέτρησης, δηλαδή ώς το 20% του παγκόσμιου πληθυσμού (πάνω από 1,32 δισεκατομμύρια, το 20%), η εικόνα είναι διαφορετική καθώς οι κατά κεφαλήν εκπομπές είναι 6 φορές μικρότερες απ' ό,τι στις ΗΠΑ και 3 φορές μικρότερες απ' ό,τι στην Ευρώπη.

Αν και θα ακουγόταν δίκαιο με βάση την προσέγγιση των φυσικών μεγεθών, η πραγματικότητα δεν επιτρέπει την πολυτέλεια της προσαρμογής του συνόλου των 6,6 δισεκατομμυρίων του πλανήτη στο επίπεδο ρύπανσης των 300 εκατομμυρίων που ζουν στις ΗΠΑ ή έστω στο μικρότερο επίπεδο ρύπανσης των 496 εκατομμυρίων που ζουν στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ομως ο συνδυασμός δικαίου και πραγματικότητας επιβάλλει το βάρος της διόρθωσης να πέσει περισσότερο στις αναπτυγμένες οικονομικά και τεχνολογικά μειοψηφίες, όπως οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Ενωση, που μέχρι το 2050 θα πρέπει να μηδενίσουν πλήρως τις καθαρές εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου, παρέχοντας ταυτοχρόνως την τεχνολογική υποδομή στις αναπτυσσόμενες να συνεχίσουν την ανάπτυξή τους περιορίζοντας τις δικές τους εκπομπές μέχρι να τις μηδενίσουν, έστω και με υστέρηση μερικών δεκαετιών. Στη συνδυασμένη αυτή προσέγγιση, ο σημερινός «κακός» είναι μόνος του, δείχνοντας ελάχιστες προοπτικές ανάνηψης.

Εκτός αν αποδειχθεί ότι οι καλοπροαίρετες εξαγγελίες τού εκτός ΗΠΑ αναπτυγμένου κόσμου έχουν την ίδια ουσιαστική αξία με το αυθόρμητο επιφώνημα της Βρετανίδας περιηγήτριας στη βικτωριανή εποχή, όταν πάτησε το πόδι της στην τότε ελληνική ύπαιθρο: «Θεέ μου, τι αξιολάτρευτοι φτωχοί».


Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2007

Φαντασία στον εκλογικό νόμο για σταθερότητα...

Το χτύπημα στην πόρτα δεν ήταν του γαλατά. Ηταν τόσο δυνατό που ακούστηκε μέσα από τον θόρυβο του ελικοπτέρου σε αιώρηση πάνω από την ταράτσα.

Ο αστυνομικός διευθυντής ήταν ευγενέστατος. Του έδωσε χρόνο να ετοιμαστεί. Τον περίμενε όσο έψαχνε να βρει κάλτσες, βρίζοντας τη γυναίκα του που μονίμως τις μπέρδευε. Τον βοήθησε ακόμα και να δέσει τη γραβάτα.

Στα λίγα μέτρα από την εξώπορτα ώς τη μαύρη θωρακισμένη λιμουζίνα, είδε όλη τη γειτονιά στα μπαλκόνια, κάτω από τους ακροβολιστές της Αστυνομίας στις ταράτσες. Ηταν βέβαιος ότι είδε να κουνιέται και η κουρτίνα στο διαμέρισμα της Αννούλας, που δεν τον ήθελε γιατί είναι παντρεμένος. Τι θα έλεγε τώρα;

Η διαδρομή κράτησε ελάχιστα στους άδειους, λόγω απαγόρευσης της κυκλοφορίας, δρόμους. Δεν πρόλαβε να απολαύσει την αθόρυβη ταχύτητα, την αίσθηση ότι πετούσε πάνω από τον δρόμο.

Οταν η λιμουζίνα σταμάτησε μπροστά από το κτίριο της Βουλής, για πρώτη φορά μετά από τέσσερα χρόνια ελεύθερο από τα πούλμαν των μαθητών που το κατέκλυζαν για το μάθημα της ιστορίας, δεν είχε καταφέρει να σκεφτεί ούτε τους λόγους που τον έφεραν εδώ, πέρα από τους προφανείς: το μηχανάκι της AGB στο σπίτι του, τις αγορές του στο σούπερ μάρκετ, το ιατρικό ιστορικό του, τον φάκελο της Εφορίας, τις επιδόσεις των παιδιών του στο σχολείο, τις διακοπές στο χωριό της γυναίκας του, τις απαντήσεις του στις δημοσκοπήσεις, την παρέα στο καφενείο...

Περνώντας από το τιμητικό άγημα της προεδρικής φρουράς μπροστά από τον Αγνωστο Στρατιώτη, σφίγγοντας το χέρι του φρουράρχου, που τον υποδέχθηκε στην κεντρική είσοδο της Βουλής, είχε φουσκώσει τόσο πολύ από περηφάνεια, που δεν κατάλαβε πώς βρέθηκε στην αίθουσα. Ηταν ένας απ' αυτούς! Οι άλλοι δέκα είχαν ήδη φτάσει και κάθονταν στα έδρανα της κυβέρνησης. Δεν του γέμιζαν και πολύ το μάτι, αλλά ήταν σίγουρος ότι ο κεντρικός υπολογιστής της ΕΥΠ δεν έκανε λάθη. Επί τέσσερα χρόνια επεξεργαζόταν εκατομμύρια ψήγματα πληροφοριών για όλους τους Ελληνες, από 18 ετών και άνω, και είχε καταλήξει στα 11 ονόματα πριν από λίγες ώρες. Κανείς δεν μπορούσε να αμφισβητήσει ότι ο καθένας τους ήταν ο πλέον αντιπροσωπευτικός εκπρόσωπος ενός σημαντικού κομματιού της ελληνικής κοινωνίας.

Κάθησε και αισθάνθηκε δέος. Δεν φανταζόταν ποτέ ότι τόσοι σημαντικοί άνθρωποι θα ασχολούνταν μαζί του. Από τα θεωρεία της Βουλής, όλα τα διάσημα σοφά πρόσωπα, όλοι οι Δημοσιογράφοι που καθοδηγούσαν καθημερινά τη ζωή του από την τηλεόραση, τον κοίταζαν καλοπροαίρετα, σχεδόν πατρικά. Χαλαροί στη γνώση ότι εκατοντάδες απλοί δημοσιογράφοι, μαντρωμένοι στο καφενείο της Βουλής, ετοίμαζαν πυρετωδώς τα λόγια που εκείνοι θα απάγγελλαν αργότερα, απολάμβαναν το αποτέλεσμα των κόπων μιας τετραετίας.

Ο φρούραρχος άρχισε να διαβάζει ονόματα. Ενας ένας πήγαιναν στο κέντρο της αίθουσας, μπροστά από το ημικύκλιο της γραμματείας. Η κάμερα, πάνω από το τερματικό του υπολογιστή, αναγνώριζε κάθε φορά τα βιομετρικά τους στοιχεία και ενεργοποιούσε την οθόνη αφής. Τα ιδρωμένα από την ένταση δάχτυλα άφηναν σημάδι στην οθόνη όταν έκαναν την επιλογή και, κάθε φορά, ο φρούραρχος τη σκούπιζε με ένα γαλάζιο πανί για τη διατήρηση της μυστικότητας και την αποφυγή επηρεασμού του επόμενου.

Οταν ο φρούραρχος διάβασε το δέκατο όνομα, αισθάνθηκε όπως προχθές, όταν ήπιε όλο το φρέσκο τσίπουρο που είχε στείλει ο κουμπάρος από το χωριό. Ηταν ο μοναδικός που δεν είχε ακόμα κληθεί. Δεν ήταν ένας απ' Αυτούς. Ηταν Αυτός! Ο μοναδικός που δεν αντιπροσώπευε ομάδες, τμήματα, αλλά ολόκληρη την ελληνική κοινωνία, ο πιο αντιπροσωπευτικός. Γι' αυτόν είχαν έλθει όλοι, αυτόν περίμενε η κάμερα της ΝΕΤ που τροφοδοτούσε όλα τα υπόλοιπα κανάλια, αυτόν κοίταζαν με αγωνία όσοι στριμώχνονταν στα έδρανα από την άλλη πλευρά του προεδρείου. Μέσα στην ταραχή του, δεν ήταν βέβαιος ότι το δάχτυλο πάτησε το σωστό σημείο στην οθόνη. Ομως ο φρούραρχος χαμογελούσε όταν του έσφιγγε το χέρι, οι Δημοσιογράφοι στα θεωρεία χειροκροτούσαν. Και η επιβεβαίωση ήρθε σχεδόν αμέσως. Με ταχύτητα κοντά στα 300.000 χιλιόμετρα το δευτερόλεπτο, οι επιλογές έφθασαν ακαριαία στο υπόγειο της Κατεχάκη μέσα από το ασφαλές προστατευμένο καλώδιο οπτικών ινών.

Σύμφωνα με τον προγραμματισμό του τελευταίου εκλογικού νόμου, ο υπολογιστής της ΕΥΠ έδωσε αμέσως 51% στη δική του επιλογή και μοίρασε το υπόλοιπο 49% ανάλογα με τις επιλογές των υπόλοιπων δέκα. Ακούστηκε ένα κουδούνισμα, σαν από ανελκυστήρα, και τα άδεια έδρανα στο ημικύκλιο φωτίστηκαν με τρία διαφορετικά χρώματα. Η νέα Βουλή ήταν τρικομματική. Στο κέντρο, στο μεγαλύτερο κομμάτι, τα φωτάκια σε κάθε έδρανο είχαν το χρώμα του κόμματος που εκείνος ψήφισε. Δεν προλάβαινε να τα μετρήσει, αλλά ήταν πάνω από τα 153 μόρια που έδινε η δική του ψήφος. Κάποιος από τους υπόλοιπους, ίσως και δύο, είχε κάνει την ίδια επιλογή.

Ενας άγνωστος, επιμελώς ατημέλητος, χωρίς γραβάτα και με δερμάτινα μπαλώματα στους αγκώνες του τουίντ σακακιού του, τού έσφιγγε ενθουσιασμένος το χέρι. Κατάλαβε ότι ήταν ο νικητής Επικοινωνιολόγος όταν τον είδε να ανεβαίνει στην έδρα του προέδρου της Βουλής. Τον παρακολούθησε να εμφανίζει από το πουθενά μια δισκέτα υπολογιστή και να την σηκώνει θριαμβευτικά στον αέρα κοιτάζοντας στην κάμερα. Χαμογελώντας ακόμα πιο πλατιά, στράφηκε στο γνώριμο πρόσωπο που τον είχε πλησιάσει χαμογελώντας αμήχανα μέσα στο σφιχτό κοστούμι του. Του παρέδωσε θεατρικά τη δισκέτα, δίνοντάς του την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης. Ο νέος Πρωθυπουργός είχε την τιμή να τοποθετήσει τη δισκέτα στη σχισμή του υπολογιστή. Η σύνθεση της νέας κυβέρνησης και όλο το προβλέψιμο νομοθετικό της έργο για την επόμενη τετραετία ακολούθησαν το ίδιο καλώδιο οπτικών ινών. Αυτή τη φορά η διαδικασία κράτησε λίγο περισσότερο, καθώς ενεργοποιήθηκαν οι διακλαδώσεις κάτω από το υπουργείο Εξωτερικών. Εκτός από τον υπολογιστή της Κατεχάκη, πέντε διακλαδώσεις οδηγούσαν στα γραφεία των Επιχειρηματιών και άλλες τρεις σε απόρρητες διευθύνσεις. Η καθυστέρηση ήταν μικρή, καθώς όλο το περιεχόμενο της δισκέτας βρέθηκε εντός προδιαγραφών. Ενα μόνο φωτάκι έδειξε ότι ένας από τους Επιχειρηματίες είχε κάποιες επιφυλάξεις για έναν νόμο. Αυτό δεν καθυστερούσε τη διαδικασία, διότι ο νόμος παρακάμφθηκε αυτομάτως για να εξετασθεί αργότερα με λιγότερο τελετουργικές διαδικασίες.

Η ψηφοφορία άρχισε αμέσως. Τα φωτάκια στα έδρανα της κυβερνητικής πλειοψηφίας έμειναν μονίμως αναμμένα, εκφράζοντας τη θετική ψήφο των μορίων που αναλογούσαν στη συμπολίτευση. Στα άλλα δύο κόμματα, αναβόσβηναν ή έμεναν σβηστά, εκφράζοντας κατά περίπτωση την αρνητική ψήφο ή την αποχή, σύμφωνα με τις δισκέτες που είχαν βάλει προηγουμένως τα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης. Ολα αυτά υπό το άγρυπνο βλέμμα του διακομματικά επιλεγμένου Ηλεκτρολόγου που καραδοκούσε για το παραμικρό δείγμα ανωμαλίας, για κάθε καμένο λαμπάκι ή ατίθαση δέσμη ηλεκτρονίων που θα μπορούσε να καταστρέψει την τελετή κομματικής πειθαρχίας.

Ο χαμογελαστός Επικοινωνιολόγος έφυγε με τα πόδια για το Μέγαρο Μαξίμου, συνοδεύοντας τον ήδη πιο χαλαρό Πρωθυπουργό. Ακολουθώντας τους άλλους 10, Αυτός οδηγήθηκε στον υπόγειο διάδρομο προς το στρατόπεδο της προεδρικής φρουράς. Ηταν σίγουρος ότι η Αννούλα θα είχε δει τη Στιγμή του. Κρίμα που δεν θα την ξανάβλεπε. Αναρωτιόταν πώς θα ήταν η νέα ταυτότητα, η νέα ζωή που θα του έδινε το Πρόγραμμα Προστασίας Ψηφοφόρων.

* Η βασική ιδέα, αυτή της εκλογής του προέδρου των ΗΠΑ από έναν μοναδικό αντιπροσωπευτικό ψηφοφόρο, ξεκινά από ανάγνωσμα της εφηβικής ηλικίας. Σαράντα χρόνια μετά, η μνήμη ομολογεί ότι έχει χάσει το όνομα του συγγραφέα.

Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 2007

Τόφλερ κατά Σανιδά

Ο Αλβιν Τόφλερ ήταν αισιόδοξος άνθρωπος. Στις δεκαετίες του '60 και του '70 είχε σίγουρα διαβάσει τον «Θαυμαστό καινούργιο κόσμο» του Αλντους Χάξλεϊ και το «1984» του Τζορτζ Οργουελ και σίγουρα κάτι είχε ακούσει για τον Μισέλ Φουκό. Μπορεί το «Μπραζίλ» να μην είχε ακόμα γυριστεί σε ταινία, ούτε ο «Γαλάζιος Κεραυνός», ο «Εχθρός του Κράτους» και η μικρού μήκους ταινία «Πίτσα». Ομως δεν χρειαζόταν να έχει δει τη «Ζωή των άλλων» για να αισθανθεί ασφυξία, γιατί το παράδειγμα της Στάζι ήταν γνωστό σε όλους τους ενδιαφερόμενους, πλην συγκεκριμένου εκκλησιάσματος.Παρασυρμένος από έναν σχεδόν εφηβικό ενθουσιασμό, έβλεπε στην αναδυόμενη επανάσταση της τεχνολογίας μια ευρύτερη επανάσταση, μια τεχνολογική χειραφέτηση των μαζών που θα αποκτούσαν άμεση πρόσβαση στα νέα μέσα παραγωγής και στον νέο συντελεστή της παραγωγής, την πληροφορία, που σχεδόν θα αντικαθιστούσε τους παραδοσιακούς τρεις. Επηρεασμένος, ενδεχομένως, από τους μύθους της Αμερικανικής Επανάστασης μέσα στους οποίους μεγάλωσε, έβλεπε στον γάμο της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών την ανάδυση ενός φτηνού και άρα διαθέσιμου σε όλους όπλου, που θα επέτρεπε την ατομική ή συλλογική αντίσταση σε κάθε μορφής καταπίεση, σχεδόν με τον ίδιο τρόπο που «το δικαίωμα στην οπλοφορία» και στον «σχηματισμό πολιτοφυλακής», που εντάχθηκε στο αμερικανικό Σύνταγμα, υποτίθεται ότι θα επέτρεπε σε όλους τους ελεύθερους ανθρώπους να αντισταθούν αποτελεσματικά απέναντι σε κάθε προσπάθεια υποδούλωσής τους.Οπως οι Αμερικανοί «ιδρυτικοί πατέρες», μπορεί να διέκρινε τη δυσαναλογία ανάμεσα στις δυνατότητες ανάπτυξης, ενσωμάτωσης και εκμετάλλευσης των τεχνολογικών εξελίξεων ανάμεσα σε κυρίαρχους και κυριαρχούμενους, ανάμεσα σε κράτη και άτομα, απέφυγε όμως να εστιάσει εκεί. Προσπάθησε να προειδοποιήσει για τις κάμερες -φορητές, σταθερές, ιπτάμενες και διαστημικές, κρατικές και ιδιωτικές- που καταγράφουν κινήσεις, πινακίδες αυτοκινήτων, συνομιλίες, βιομετρικά στοιχεία, ακόμα και τρόπο κίνησης που υποδηλώνει ύποπτες προθέσεις. Αναφέρθηκε στη δυνατότητα καταγραφής προσωπικών στοιχείων μέσω κάθε ηλεκτρονικής συναλλαγής, τη χαρτογράφηση όλων των κινήσεων στον χώρο μέσω της χρήσης πιστωτικών καρτών και κινητών τηλεφώνων, την καταγραφή όχι μόνο των στοιχείων αλλά και του περιεχομένου κάθε μορφής ηλεκτρονικής επικοινωνίας. Ακροθιγώς προέβλεψε ακόμα και τις μεθόδους «εξόρυξης» στοιχείων από κάθε πηγή, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που εθελοντικά -και σχετικά απερίσκεπτα- δημοσιοποιούνται σε δικτυακούς χώρους επικοινωνίας. Αναφέρθηκε στη διασύνδεση, διασταύρωση και συνεχή αλληλεμπλουτισμό όλων αυτών των βάσεων δεδομένων, με αποτέλεσμα τον «πολλαπλασιασμό ισχύος» τους. Και πολύ σωστά μίλησε για «Σοκ του μέλλοντος» και για «Τρίτο κύμα», αποφεύγοντας προνοητικά την εύκολη χρήση της λέξης «επανάσταση», αν και δεν την εξαφάνισε τελείως.Η σημερινή επιβεβαίωση των προβλέψεών του σε επίπεδο τεχνολογίας, δεν συνοδεύτηκε όμως από επιβεβαίωση της αισιοδοξίας του για το τελικό αποτέλεσμα σε επίπεδο κοινωνίας. Η τεχνοκεντρική προσέγγιση της κοινωνικής εξέλιξης απλώς άγγιξε την αέναη αναδιαπραγμάτευση του «κοινωνικού συμβολαίου» και δεν διανοήθηκε να προβληματιστεί για τις αλλαγές στα συμβαλλόμενα μέρη.Χωρίς να αποτολμηθεί ουσιαστική απάντηση σχετικά με το κατά πόσον οι συμβαλλόμενοι είναι τα επί μέρους άτομα ή τα άτομα απέναντι στις κυρίαρχες δομές, οι διαμορφούμενες ισορροπίες δείχνουν στη φάση αυτή μια μετατόπιση προς τη δεύτερη περίπτωση. Αν και οι σύγχρονες τεχνολογίες διαχέονται ευρύτατα και αρκετά «δημοκρατικά», οι δομημένες εξουσίες, μετά από μια περίοδο αμηχανίας, φαίνονται περισσότερο αποτελεσματικές στον πολλαπλασιασμό των δυνατοτήτων που προσφέρει ο συνδυασμός μεταξύ τους αλλά και η ένταξή τους σε ένα οργανωμένο ενιαίο σύνολο. Η διασύνδεσή τους σε ευρύτερα υπερεθνικά δίκτυα παρακολούθησης και φακελώματος καταργεί την κατάτμηση των συστημάτων κοινωνικού ελέγχου δημιουργώντας ένα σχεδόν παγκόσμιο υπερ-σύστημα, που μοιραία αναγκάζει, έστω και με μικρή υστέρηση, τις περιφέρειες να ακολουθήσουν τους όρους και τη λογική των ισχυρών και πιο δραστήριων κέντρων.Οι κυριαρχικές δομές δεν περιορίζονται στην αποτελεσματικότερη οργάνωση των τεχνικών δυνατοτήτων, αλλά και στην επιβολή των αποτελεσμάτων της οργάνωσης αυτής με παράλληλη αποτροπή αντίστοιχης οργάνωσης εκτός του δικού τους ελέγχου. Πέρα από την επιστράτευση -με μεγαλύτερη ή μικρότερη επιτυχία κατά περίπτωση- ρυθμιστικής λογικής του είδους «δικό μας το μαχαίρι, δικό μας και το πεπόνι», την επιστράτευση παραδοσιακών μηχανισμών τύπου «γενικών εισαγγελέων» ή απλών εισαγγελέων, καθησυχαστικά εφευρήματα τύπου «ανεξάρτητων Αρχών» λειτουργούν, συχνά ερήμην τους, όχι μόνον ως «άλλοθι» ή «φερετζές» των εξουσιαστικών υπερβάσεων, αλλά και ως μέσον ενίσχυσής τους.Οπως δείχνει και το πρόσφατο παράδειγμα με την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων ή το λιγότερο πρόσφατο της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών, ακόμα και οι καλύτερες προθέσεις από μέρους τους καταλήγουν να έχουν το αντίστροφο από το επιθυμητό αποτέλεσμα. Διότι στην επιβολή των ρυθμιστικών πλαισίων είναι πολύ πιο αποτελεσματικές όταν εμποδίζουν την «αθέμιτη» χρήση της τεχνολογίας από μεμονωμένα άτομα και σχετικά μικρές και ανίσχυρες ομάδες (έχοντας τότε στο πλευρό τους ολόκληρη την υποστήριξη των εξουσιαστικών μηχανισμών). Η αποτελεσματικότητά τους όταν προσπαθούν να επιβάλουν ακόμα και πολύ χαλαρότερες ρυθμίσεις στην άλλη πλευρά, αυτή των εξουσιαστικών μηχανισμών, είναι σχεδόν μηδενική ακόμα και όταν έχουν τις καλύτερες προθέσεις. Το πρακτικό αποτέλεσμα είναι η αποτροπή της εξισορρόπησης μέσω της τεχνολογίας που οραματιζόταν ο Αλβιν Τόφλερ και η άτυπη, ακόμα και ακούσια σε ό,τι τις αφορά, αποτροπή του οράματος της χειραφέτησης.Το «κοινωνικό συμβόλαιο» περιλαμβάνει τον -αρκετά θεωρητικό είναι αλήθεια- όρο, ότι το άτομο μπορεί να επιλέξει μεταξύ διαφορετικών προσφορών, μετακινούμενο. Μια από τις αρνητικές επιπτώσεις της τεχνολογικής και, κατ' επέκτασιν, ολικής παγκοσμιοποίησης είναι η ακύρωση ακόμα και του αφελούς «αν δεν σ' αρέσει, πήγαινε αλλού». Διότι το «αλλού» γίνεται όλο και πιο ίδιο. Οι δυνατότητες επαναδιαπραγμάτευσης του κοινωνικού συμβολαίου ή αλλαγής του μοιάζουν όλο και περισσότερο με τις δυνατότητες διαπραγμάτευσης ή αλλαγής συμβολαίων κινητής τηλεφωνίας.