Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2004

Χάνι αλ Χασάν: Ο νέος πρόεδρος πρέπει να εκλεγεί με πάνω από 70%

Για τον γενικό γραμματέα της Φατάχ στη Δυτική Οχθη και πρώην υπουργό Εσωτερικών της Παλαιστινιακής Αρχής, Χάνι αλ Χασάν, πολλά πράγματα έχουν αλλάξει.«Αν πριν από 20 ή 30 χρόνια μού λέγατε ότι θα βρισκόμουν κάποτε σε ένα τέτοιο μέρος να μιλάω με Ισραηλινούς, και εγώ δεν ξέρω τι θα σας έκανα», μας λέει στο περιθώριο της συνόδου στη Χερτσελία. Για τον Χάνι αλ Χασάν, οι παλαιστινιακές εκλογές και η ειρηνευτική διαδικασία έχουν ευρύτερη σημασία: «Το Ιράν και η Συρία αισθάνονται ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται σε δίλημμα, διστάζουν να αποφασίσουν αν θα χτυπήσουν το μεγάλο ή το μικρό ψάρι. Το μεγάλο ψάρι είναι το Ιράν και το μικρό ψάρι είναι η Συρία. Τα εν δυνάμει πεδία της μάχης σήμερα είναι δύο: το Ιράκ και η Παλαιστίνη. Εμείς θέλουμε να προετοιμαστούμε ώστε ο χώρος μας να μη γίνει πεδίο μάχης για άλλους. Γι' αυτό χρειαζόμαστε ειρήνευση», λέει.Χωρίς να ξεκαθαρίζει ποια ακριβώς θα είναι η ειρήνη αυτή, παρατηρεί ότι «για να κάνεις ειρήνη με το Ισραήλ πρέπει να την κάνεις με όλους τους Ισραηλινούς. Διότι η συμφωνία του Οσλο ήταν μια συμφωνία ειρήνης μόνο με το Εργατικό Κόμμα».Μάζεν, ο νικητήςΜε δεδομένες τις προβλέψεις ότι ο επίσημος υποψήφιος της Φατάχ, Αμπου Μάζεν, θα είναι ο νικητής των παλαιστινιακών εκλογών του Ιανουαρίου, τονίζει πως «δεν φτάνει να εκλεγεί με 55%. Θέλουμε πάνω από 70% επειδή ο πρόεδρος που θα εκλεγεί θα έρθει σε διαπραγματεύσεις με το Ισραήλ και πρέπει να έχει ενισχυμένη υποστήριξη».Θεωρεί ότι το μποϊκοτάρισμα των εκλογών εκ μέρους της Χαμάς δεν έχει ιδιαίτερη σημασία και οφείλεται στο γεγονός ότι η ισλαμιστική παλαιστινιακή οργάνωση χάνει δημοτικότητα, ενώ αντιθέτως ενισχύεται η δημοτικότητα της Φατάχ. Επισημαίνει, πάντως, ότι η Χαμάς θα συμμετάσχει στις βουλευτικές εκλογές που θα γίνουν την άνοιξη και άρα δεν υπάρχει θέμα άρνησης της πολιτικής διαδικασίας εκ μέρους της.Δεν παραλείπει, πάντως, να αναφερθεί στις ευθύνες του Ισραήλ για τη συμπεριφορά της Χαμάς: «Μετά τον φόνο του σεΐχη Γιασίν και του Ραντίσι (από το Ισραήλ) εμείς είπαμε στη Χαμάς να μην προχωρήσει σε αντίποινα. Ομως, το Ισραήλ συνεχίζει να χτυπά», λέει. Οι πρόσφυγεςΟ Χάνι αλ Χασάν, ο οποίος είναι ιδρυτικό μέλος της Φατάχ και από τους στενότερους συνεργάτες στο πλευρό του Γιάσερ Αραφάτ, απορρίπτει απολύτως την εκ των προτέρων άρνηση του Ισραήλ έστω και να συζητήσει το θέμα του Δικαιώματος στην Επιστροφή των Παλαιστίνιων προσφύγων. Οπως επισημαίνει, «τα δύο τρίτα των Παλαιστινίων είναι πρόσφυγες. Το ίδιο το παλαιστινιακό κίνημα ξεκίνησε από τους πρόσφυγες στους προσφυγικούς καταυλισμούς. Δεν υπάρχει τρόπος να αγνοήσουμε τους μισούς Παλαιστινίους».Οσον αφορά την ασφάλεια, προειδοποιεί ότι «αν το Ισραήλ συνεχίσει να βομβαρδίζει, δεν μπορεί να υπάρξει ασφάλεια. Μέχρι τώρα το Ισραήλ δεν έχει δεχτεί να μην αναμιγνύεται άμεσα και να αφήσει την Παλαιστινιακή Αρχή να χειριστεί μόνη της τον τομέα αυτό». Ξεκαθαρίζει, ακόμα, ότι «δεν θα ανεχτούμε πολιτοφυλακές».Σχετικά με το ευρύτερο πλέγμα ασφάλειας, τονίζει ότι «η συνεργασία και η ασφάλεια πάνε μαζί». Θεωρεί ότι η καλύτερη λύση είναι ένα «πολλαπλό σύστημα ασφαλείας», στο οποίο πρέπει να αναμιγνύονται όλες οι πλευρές. «Οταν ο ένας παραβιάζει τους κανόνες, οι υπόλοιποι πρέπει να είμαστε εναντίον του», λέει, αποφεύγοντας επιμελώς να προσδιορίσει ποιες είναι όλες οι πλευρές. Και όταν ερωτάται αν υπάρχει ενδεχόμενο η Ιορδανία να συμμετάσχει στην ασφάλεια της Δυτικής Οχθη, απαντά: «Λέτε το Ισραήλ να δεχτεί κάτι τέτοιο»; Σε ό,τι αφορά τη συνεργασία του Ισραήλ για την ομαλότερη δυνατή διεξαγωγή των εκλογών, επισημαίνει ότι «το Ισραήλ υποσχέθηκε να βοηθήσει. Αλλά μέχρι τώρα η κατάσταση δεν έχει αλλάξει... Δίνουν ενδείξεις ότι θα συνεργαστούν, αλλά θα δούμε».

Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2004

Το «άλλοθι» του Σαρόν έφυγε ...

Ηταν μια σχέση που κατάντησε συμβιωτική. Και ο χαρακτήρας της αυτός έγινε αμέσως προφανής μόλις ο Γιάσερ Αραφάτ βρέθηκε στο γαλλικό νοσοκομείο να δίνει μάχη για τη ζωή του, κάνοντας την άλλη πλευρά της σχέσης, το Ισραήλ, να αναζητεί τη μετα-Αραφάτ ταυτότητά του.Κατά μία έννοια, η ίδια η ισραηλινή κυβέρνηση του Αριέλ Σαρόν είναι αυτή που έδωσε στον Γιάσερ Αραφάτ κεντρικό ρόλο στη διαμόρφωση της δικής της πολιτικής, χαρακτηρίζοντάς τον τρομοκράτη και αρνούμενη να συνομιλήσει μαζί του. Αυτή η άρνηση στήριζε στη συνέχεια μια πολιτική βασισμένη στο ότι «δεν υπάρχει εταίρος για την ειρήνη», ούτε καν «συνομιλητής», άρα το Ισραήλ ακολουθεί μονομερώς τη δική του πολιτική. Μια πολιτική ουσιαστικής άρνησης ενός βιώσιμου παλαιστινιακού κράτους, παρά τα δημοσίως λεγόμενα.Το άλλοθι αυτό, επιμελώς χτισμένο από το Ισραήλ και τις ΗΠΑ του Τζορτζ Μπους, από χθες εξαφανίστηκε. Οπως επισήμανε και ο Σιμόν Πέρες, το Ισραήλ δεν μπορεί πλέον να ισχυρίζεται ότι δεν διαθέτει συνομιλητή. Αυτό φαίνεται ότι συνειδητοποίησε και η κυβέρνηση Σαρόν, με αποτέλεσμα ο Ισραηλινός πρωθυπουργός να μιλήσει για «ιστορική καμπή» για τη Μέση Ανατολή.Η κατεύθυνση προς την οποία θα οδηγήσει αυτή η «ιστορική καμπή» δεν είναι προδιαγεγραμμένη. Το κατά πόσο η μεταβατική περίοδος στους κόλπους της παλαιστινικής ηγεσίας θα είναι ήπια και το διάδοχο σχήμα ευνοϊκό για μια πραγματική ειρηνευτική διαδικασία εξαρτάται κατά κύριο λόγο από τους ίδιους τους Παλαιστινίους. Ομως, στο πλαίσιο της συμβιωτικής σχέσης που ξεπερνά τα πρόσωπα, εξαρτάται και από το Ισραήλ. Ενδεχόμενη συνέχιση της πολιτικής της τελευταίας τετραετίας είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε αντανακλαστική σκλήρυνση την παλαιστινιακή πλευρά και σε ενίσχυση της επιρροής των σκληροπυρηνικών, ατόμων και οργανώσεων. Αντιθέτως, μια πολιτική καλόπιστης αναμονής θα επιτρέψει μια ομαλότερη πορεία και την επικράτηση των λεγόμενων «ρεαλιστών».Δεν είναι γνωστό αν μέσα σε κλειστά γραφεία τα στελέχη του ισραηλινού κρατικού μηχανισμού κάνουν αυτοκριτική για την παλιά πολιτική ενίσχυσης των ισλαμιστικών κινημάτων κατά τις δεκαετίες του '70 και του '80, ως αντίβαρο στα παλαιστινιακά πατριωτικά κινήματα, η οποία οδήγησε στην άνδρωση της σημερινής Χαμάς και του Ισλαμικού Τζιχάντ (κάτι σαν κι αυτό που συνέβη με τους Ταλιμπάν και τον Οσάμα Μπιν Λάντεν που οι ΗΠΑ ενίσχυαν κατά της ΕΣΣΔ στο Αφγανιστάν για να τους βρουν αργότερα απέναντί τους). Θα ήταν όμως παράλογο να επιμείνουν στην περαιτέρω ενίσχυσή τους. Εκτός αν θέλουν να δημιουργήσουν νέο άλλοθι για την πολιτική τους.

Τετάρτη 10 Νοεμβρίου 2004

Πόλεμος σε αστικό περιβάλλον: Η αγριότητα της «λαβίδας»

Θεωρείται το χειρότερο είδος μάχης. Σίγουρα, τα ιστορικά παραδείγματα επιβεβαιώνουν την άποψη αυτή. Το Στάλινγκραντ από το 1942 ώς το 1943, η εξέγερση της Βαρσοβίας το 1944, η σοβιετική εισβολή στη Βουδαπέστη και, τα τελευταία χρόνια, το Γκρόζνι στην Τσετσενία το 1996 και το 1999 αλλά και το Μογκαντίσου στη Σομαλία στις αρχές της δεκαετίας του '90, έδειξαν ότι ο πόλεμος σε αστικό περιβάλλον είναι ο πλέον βάναυσος, ειδικά για τους αμάχους.Η επίθεση στη Φαλούτζα, μια πόλη 250.000 κατοίκων, δεν μπορεί να είναι διαφορετική, όσο και αν οι τεχνικές δυνατότητες και οι τακτικές έχουν αλλάξει σημαντικά τα τελευταία χρόνια και -από την έναρξη της εισβολής στο Ιράκ- εμπλουτισθεί με τις τεχνικές του ισραηλινού στρατού (όπως η κίνηση από σπίτι σε σπίτι ανατινάζοντας τις μεσοτοιχίες προκειμένου να μην εκτίθενται οι στρατιώτες στα εχθρικά πυρά).Από απόσταση, η αμερικανική επίθεση στη Φαλούτζα φαίνεται ως μια κλασική επιχείρηση με μορφή λαβίδας. Σχετικά μικρές δυνάμεις κατέλαβαν θέσεις στα δυτικά και τα νοτιοδυτικά για να ενισχύσουν το φυσικό κώλυμα που προβάλλει ο ποταμός Ευφράτης. Κατέλαβαν τις γέφυρες και θέσεις που δεσπόζουν στην περιοχή ώστε να εμποδίσουν οποιαδήποτε οπισθοχώρηση των ανταρτών προς τα εκεί.Οι αντάρτες υποτίθεται ότι θα πιεσθούν στο «αμόνι» αυτό από το «σφυρί», δηλαδή την άλλη πλευρά της λαβίδας, που κινείται από βόρεια και βορειοανατολικά προς το κέντρο της πόλης.Η κίνηση των αμερικανικών δυνάμεων στα πιο σύγχρονα τμήματα της πόλης ήταν σχετικά εύκολη, στο πρώτο εικοσιτετράωρο, καθώς οι σχετικά φαρδύτεροι δρόμοι επέτρεπαν την ανάπτυξη αρμάτων μάχης. Οπως φάνηκε από τις εικόνες που μεταδίδονται, οι Αμερικανοί δεν επανέλαβαν το λάθος των Ρώσων, που, το 1996, είδαν τα πλέον σύγχρονα άρματα μάχης τους να αποδεκατίζονται στο Γκρόζνι όταν παραβίασαν μια από τις βασικότερες αρχές και τα έστειλαν χωρίς υποστήριξη πεζικού.Οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν επίσης στο έπακρο την τεχνική υπεροχή τους, έστω και αν κατά κανόνα οι αστικές περιοχές θεωρείται ότι περιορίζουν τα τεχνολογικά πλεονεκτήματα (περιορισμοί στην κινητικότητα οχημάτων και στρατιωτών, περιορισμοί στις επικοινωνίες από τα κτίρια κ.λπ.). Σε πολλές περιπτώσεις, πριν κινηθούν σε κάποια κατεύθυνση, οι αμερικανικές δυνάμεις «καθαρίζουν» τη διαδρομή με πυρά πυροβολικού ή από ελικόπτερα και αεροσκάφη «AC-130», που μπορούν να κατευθύνουν καταιγιστικό πυρ ακριβείας.Πυρά υποστήριξηςΜε τον ίδιο τρόπο, ζητούν πυρά υποστήριξης όποτε συναντούν εστίες αντίστασης. Συχνά προσπαθούν να εντοπίσουν τέτοιες εστίες με επιθετική αναγνώριση, ή «αναγνώριση διά πυρών», έστω και αν αυτή η τακτική έχει απαλειφθεί από τους σχετικούς γενικούς κανονισμούς του αμερικανικού στρατού. Εκμεταλλεύονται επίσης στο έπακρο τα τεχνικά πλεονεκτήματα, όπως τα συστήματα νυκτερινής όρασης ή τα νέα βελτιωμένα γιλέκα αντιβαλλιστικής προστασίας, που, πέραν των πρακτικών αποτελεσμάτων, δίνουν το πλεονέκτημα της μεγαλύτερης αυτοπεποίθησης στους στρατιώτες.Από την άλλη πλευρά, οι αντάρτες χρησιμοποιούν κλασικές τεχνικές ανταρτοπόλεμου, πλήττοντας τους αντιπάλους τους και στη συνέχεια προσπαθώντας να απομακρυνθούν. Σε ορισμένες περιπτώσεις, πάντως, αναφέρθηκε ότι έδωσαν μάχη από στατικές θέσεις. Οσο όμως οι αμερικανικές δυνάμεις πλησιάζουν την παλιά συνοικία της Φαλούτζα, την επονομαζόμενη «Γκολάν», όπου οι αντάρτες αναμενόταν να δώσουν την τελική τους μάχη, εκμεταλλευόμενοι τα δαιδαλώδη στενά, διαπιστώνουν ότι δεν αντιμετωπίζουν την αντίσταση που περίμεναν. Προβάλλει έτσι το ενδεχόμενο οι αντάρτες να ακολούθησαν άλλη μια κλασική συνταγή. Οτι ανταρτικές δυνάμεις αποφεύγουν πάση θυσία να δώσουν μάχη εκ παρατάξεως με τακτικό στρατό, ακόμα και σε αστικό περιβάλλον. Και να απομακρύνθηκαν σταδιακά για να μη βρεθούν με την πλάτη στον τοίχο, ή μάλλον στον Ευφράτη.

Δευτέρα 23 Αυγούστου 2004

ΗΠΑ: Κυριαρχούν ντοπάροντας την ανθρωπότητα

Αν εξαιρέσει κανείς την είσοδο της ελληνικής ομάδας στο Ολυμπιακό Στάδιο, κατά την τελετή έναρξης, τα περισσότερα χειροκροτήματα συγκέντρωσαν δύο μικρές χώρες και ασήμαντες από αθλητικής απόψεως δυνάμεις: το Ιράκ και το Αφγανιστάν. Ο λόγος είναι απλός. Είναι οι μοναδικές χώρες που χειροκροτήθηκαν απ' όλους ανεξαιρέτως, με ιδιαίτερη θέρμη, επειδή οι πάντες επένδυσαν με το χειροκρότημα αυτό κάποιον συμβολισμό. Αυτοί που χειροκροτούσαν τα θύματα της αμερικανο-βρετανικής πολιτικής και έτσι συμβόλιζαν την αντίθεσή τους, διαγωνίζονταν στην ένταση του χειροκροτήματος με τον πρόεδρο και προεδρικό πατέρα Μπους, τον Βρετανό πρωθυπουργό Τόνι Μπλερ και όλους εκείνους που επευφημούσαν τους απελεύθερους, ως σύμβολα της δικής τους επιτυχημένης πολιτικής. Η μικρή πλειοψηφία που χειροκροτούσε χάριν της πρώτης γυναικείας συμμετοχής από το Αφγανιστάν, τιμώντας αθλητές που σίγουρα προετοιμάστηκαν -όσο προετοιμάστηκαν- κάτω από δύσκολες συνθήκες ή απλώς επειδή ήταν Αφγανοί ή Ιρακινοί μετανάστες που ζουν στην Ελλάδα και εξασφάλισαν κάποια από τα φτηνά εισιτήρια, δεν αλλάζει τη γενική εικόνα: Μια εικόνα πολωμένης επικέντρωσης στην πολιτική, που εκπορεύεται από την Ουάσιγκτον και στις ευρύτερες γεωπολιτικές ισορροπίες σε παγκόσμιο επίπεδο, με άξονα τον ρόλο και τις πρωτοβουλίες της «μοναδικής υπερδύναμης», όπου η σχετική αξία καθενός είναι αντανάκλαση, θετική ή αρνητική, της προσοχής που του δίνει η Ουάσιγκτον.Λόγω της έντασης με την οποία προβάλλει και προβάλλεται τα τελευταία χρόνια ο κεντρικός αυτός άξονας αλλά και, φυσικά, λόγω της πρακτικής του σημασίας, δεν μπορεί να αγνοηθεί. Αντιθέτως μάλιστα, οφείλει να είναι στο επίκεντρο της διαχειριστικής ενασχόλησης με τα διεθνή πράγματα. Ο κίνδυνος ξεκινά από το σημείο που ένα τέτοιο θέμα διαχείρισης , όσο σημαντικό και πρακτικά κρίσιμο και αν είναι, επεκτείνεται ώστε να καλύψει και να κρύψει την ανάγκη ευρύτερου προβληματισμού που να ξεπερνά το σύμπτωμα και να οδηγεί στην αναγνώριση ενός συστήματος επιδράσεων που διαμορφώνουν το ευρύτερο περιβάλλον, την ανθρώπινη κοινωνία με την ευρύτερη έννοια. Τηρουμένων των αναλογιών, κάτι σαν και αυτό που συμβαίνει τώρα με τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Η ενασχόληση με τα μετάλλια, τις τελετές έναρξης, τα ντοπαρίσματα, τις εθνικές περηφάνειες ή τις εθνικές ντροπές της μίας ή της άλλης χώρας, αφήνει ελάχιστες χαραμάδες παραγωγικού προβληματισμού και σκέψης, που ξεκινά από την αναζήτηση τρόπων ριζικής αλλαγής τους και φθάνει μέχρι και την αμφισβήτηση της ίδιας της ανάγκης ύπαρξής τους.Μια τέτοια ριζοσπαστική και αφηρημένη στην εκκίνησή της σκέψη, αντιμετωπίζοντας την παγκοσμιοποίηση, θα ξεκινούσε από την αναγνώριση της τεχνολογικής εξέλιξης που την κατέστησε αναπόφευκτη, πριν παραδώσει τους προβληματισμούς της στην εφαρμοσμένη ανάλυση. Διότι, όποιες και αν ήταν οι πολιτικές προθέσεις και οι ιδεολογικές προσεγγίσεις, παγκοσμιοποίηση (άρα και αντι-παγκοσμιοποίηση) δεν θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς τις τεχνολογικές εξελίξεις διαχείρισης και διακίνησης πληροφορίας, που την κατέστησαν εφικτή, όπως δεν θα υπήρχαν εργαλεία ανάλυσης και διαχείρισης της βιομηχανικής κοινωνίας, όπως ο μαρξισμός, αν δεν είχε προηγηθεί η ανακάλυψη της ατμομηχανής που κατέστησε εφικτή την ύπαρξη βιομηχανικής κοινωνίας.Από τα δυσδιάκριτα όρια ανάμεσα στον «Homo Erectus», τον πρώτο άνθρωπο που στάθηκε όρθιος στα πίσω πόδια του και τον «Homo Faber», τον «άνθρωπο τεχνίτη», η τεχνολογία διαμόρφωσε, όχι μόνο την ανθρώπινη κοινωνία αλλά και την ίδια την ανθρώπινη γενετική εξέλιξη, με τον ίδιο τρόπο που η μακροχρόνια διατροφή με ολοένα πιο επεξεργασμένες τροφές οδήγησε πλέον στη σημερινή, πρώτη γενιά παιδιών που δεν έχουν καθόλου φρονιμίτες, ούτε καν τους καχεκτικούς και προβληματικούς που ταλαιπώρησαν την προηγούμενη. Αυτό ίσως να μην έχει από μόνο του ιδιαίτερη σημασία για την εξέλιξη του ανθρώπου (εκτός ίσως από την εξέλιξη των οδοντιάτρων). Προς διερεύνηση όμως είναι, για παράδειγμα, το αν έχει κάποια σημασία ότι, σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες, τα σημερινά νεαρά αγόρια των αναπτυγμένων οικονομικά χωρών έχουν για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας αναπτύξει τον αντίχειρα ως το ισχυρότερο και πλέον επιδέξιο δάχτυλο, λόγω της ενασχόλησής τους με τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, κάτι που σταδιακά θα αρχίσει να κληροδοτείται γενετικά.Αν και η εποχή μας δείχνει να σιχαίνεται ό,τι δεν είναι άμεσα παραγωγικό με την καταναλωτική έννοια, μια πιο αφηρημένη προσέγγιση είναι κάθε άλλο παρά αντιπαραγωγική. Καλός και διαχειριστικά αναγκαίος ο προβληματισμός για την προσαρμογή των ασφαλιστικών συστημάτων και της κοινωνικής πρόνοιας στις αναπτυγμένες χώρες, λόγω της παρατηρούμενης γήρανσης του πληθυσμού (συνέπεια και αυτή της τεχνολογικής εξέλιξης) ή η αναζήτηση τρόπων ανάσχεσης και υποκατάστασης του περιορισμού των γεννήσεων. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν είναι παραγωγικός ο προβληματισμός για το κατά πόσον η γήρανση αυτή έχει ως αποτέλεσμα τη σταδιακή καταπολέμηση και εξαφάνιση από το προσκήνιο της εφηβικής φιλοσοφικής και υπαρξιακής αναζήτησης και, κατά συνέπεια, την επικέντρωση των κοινωνιών μας στη συντηρητική διαχείριση ενός ρεαλισμού της ωριμότητας. Και όταν ο φόβος της εφηβικής οργής οδηγεί κοινωνίες όπως η βρετανική (αυτή που ήδη κατέχει το ρεκόρ στις κάμερες ασφαλείας) σε επιβολή ακόμα και απαγόρευσης κυκλοφορίας εφήβων ή στο φακέλωμα και την προληπτική παρακολούθησή τους, ώστε να μην ταρακουνήσουν υπερβολικά το σκάφος, ο προβληματισμός πέρα από την απλή διαχείριση είναι ήδη καθυστερημένος.Οπως επισημαίνει ο Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι στο τελευταίο του βιβλίο: «The Choice: Global Domination or Global Leadership», «οι ΗΠΑ αναγνωρίζονται από πολλούς ξένους σχολιαστές -μερικές φορές με έντονη δυσφορία- όχι μόνον ως ο παγκόσμιος ηγεμών αλλα και ως το μοναδικό (και συχνά ανησυχητικό) κοινωνικό εργαστήριο της ανθρωπότητας» ή ακόμα περισσότερο το εργαστήριο που ενισχύει με αναβολικά την ανάπτυξη της κοινωνίας.Στη χώρα που δεν χαρακτηρίζεται αποκλειστικά από την απλοϊκότητα των νεοσυντηρητικών γκουρού τύπου Ρίτσαρντ Περλ (το τελευταίο πόνημα του οποίου, «An End to War, How to Win the War on Terror» σε συνεργασία με τον Ντέιβιντ Φραμ, προκαλεί αισθήματα παρόμοια με «Το Πιστεύω» του Γ. Παπαδόπουλου, όντας λίγο απλοϊκότερο του «Mein Kampf») η εφαρμοσμένη σκέψη δεν περιορίζεται εδώ και καιρό στην ανάλυση της εξελικτικής πορείας της ανθρώπινης κοινωνίας και στην προσπάθεια προσαρμογής της αμερικανικής πολιτικής. Πηγαίνει πολύ μακρύτερα, φροντίζοντας για την άμεση παρέμβαση στην εξελικτική πορεία αυτή, προτιμώντας να διαμορφώνει σύμφωνα με τα αμερικανικά συμφέροντα την ίδια την ανθρώπινη κοινωνία. Η κατά προτεραιότητα επένδυση στην έρευνα και την ανάπτυξη τεχνολογίας προσφέρει στις ΗΠΑ τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν τη διάχυση της τεχνολογίας αυτής, ώστε να επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό κατά το δοκούν την εξέλιξη της ανθρωπότητας, όπως έγινε με τη διάχυση της πληροφορικής και της τηλεματικής και όπως ήδη γίνεται με τη γενετική, αφού ο τέως πρόεδρος Μπιλ Κλίντον «δώρησε» στην ανθρωπότητα τα αποτελέσματα της έρευνας στο ανθρώπινο γονιδίωμα. Μπορεί ο Ρίτσαρντ Περλ να ασπάζεται αυτό που είπαν προηγουμένως άλλοι, πολύ πιο σοβαροί απ' αυτόν, το ότι «η βία είναι η μαμμή της Ιστορίας». Ομως η μαμμή χρειάζεται κάτι για να ξεγεννήσει και αυτό ξεκινά από ένα ωάριο και ένα σπερματοζωάριο. Επί του παρόντος, οι ΗΠΑ έχουν αφεθεί να παράγουν μόνες τους τη σκέψη που αποτελεί το σπερματοζωάριο.

Δευτέρα 2 Αυγούστου 2004

Αμερικανικός φόβος, ευρωπαϊκή ελπίδα

Καθώς οι ΗΠΑ οδεύουν προς τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, τα συνέδρια των δύο κομμάτων, ξεκινώντας με αυτό των Δημοκρατικών της περασμένης εβδομάδας, διεξάγονται μέσα σε κλίμα πρωτοφανούς σε ένταση πόλωσης. Η ένταση αυτή, όμως, επιφανειακά μόνο έχει να κάνει με διαφορετικές προσεγγίσεις σε θέματα όπως το Ιράκ και ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας. Στη βάση της βρίσκονται πολύ πιο σοβαροί υπαρξιακοί φόβοι της αμερικανικής κοινωνίας, οι οποίοι πηγάζουν από διεργασίες στο εσωτερικό της. Διεργασίες που βρίσκουν αναλογίες στην Ευρώπη, όπου όμως το διαφορετικό σημείο ιστορικής εξέλιξης επιτρέπει την αντιμετώπισή τους με λιγότερο φόβο.Από το 1992 ο Αρθουρ Σλέσινγκερ μιλούσε για τα διαλυτικά φαινόμενα που απειλούν -σχεδόν νομοτελειακά, σύμφωνα με πολλούς άλλους αναλυτές- την αμερικανική κοινωνία1. Οι δημογραφικές τάσεις στις ΗΠΑ σε συνδυασμό με τα στοιχεία της μετανάστευσης κατά τα τελευταία χρόνια δείχνουν ότι οι πολιτισμικές βάσεις της αμερικανικής κοινωνίας, στηριγμένες στον αγγλο-σαξονικό πολιτισμό, απειλούνται. Οπως γράφει τον 18ο αιώνα ο Τζον Τζέι, «η πρόνοια με χαρά μάς έδωσε μια ενιαία χώρα σε έναν ενιαίο λαό -έναν λαό που προέρχεται από τους ίδιους προγόνους, που μιλά την ίδια γλώσσα, που έχει την ίδια θρησκεία, που ασπάζεται τις ίδιες αρχές διακυβέρνησης, ομοιογενή σε τρόπους και συνήθειες...»2.Καθώς οι σημερινές ΗΠΑ ξεκίνησαν όχι από μετανάστες αλλά εποίκους, πήραν εξ αρχής έναν ξεκάθαρα αγγλο-σαξονικό, προτεσταντικό χαρακτήρα. Οι κοινωνίες που δεν προκύπτουν από μια φυσική εξελικτική διαδικασία, αλλά ιδρύονται εξ αρχής από αποίκους, είναι αυτές που καθορίζουν με αυστηρότητα τις βάσεις και τις αρχές τους, αποτυπώνοντάς τες σε καταστατικούς χάρτες και κανονισμούς. Ετσι, η πρώτη κωδικοποιημένη ελληνική νομοθεσία δεν προήλθε από τη μητροπολιτική Ελλάδα, αλλά δημιουργήθηκε τον 7ο π.Χ. αιώνα στις ελληνικές αποικίες της Σικελίας.Από εκεί και πέρα, η κοινωνία στο πρότυπο των WASP (White, Anglo-Saxon, Protestant -Λευκός, Αγγλοσάξονας, Προτεστάντης) ακόμα και όταν άρχισε να δέχεται μετανάστες από την καθολική Ιρλανδία ή την Κεντρική, Ανατολική και Νότια Ευρώπη, λειτουργούσε πράγματι σαν «χωνευτήρι των λαών», όπως παρατήρησε γεμάτος ρομαντικό θαυμασμό ο Αλέξις ντε Τοκβίλ3 ή σαν το κρεβάτι του Προκρούστη για τους λιγότερο καλοπροαίρετους, προσαρμόζοντας τους πάντες στα μεγέθη της.Τις τελευταίες δεκαετίες, το «χωνευτήρι» φαίνεται να δυσλειτουργεί και αυξανόμενο τμήμα του πληθυσμού, κυρίως αυτοί που προέρχονται από τη νότια «γειτονιά» των ΗΠΑ, τη Λατινική Αμερική, αρνούνται να μπουν στα μέτρα της κυρίαρχης κουλτούρας, επιμένοντας να διατηρούν τη δική τους ως ξένο σώμα ή απαιτώντας με όλο και δυνατότερη φωνή τον χρωματισμό της με λατινοαμερικανικές αποχρώσεις.Το 1997, ο τότε πρόεδρος, Μπιλ Κλίντον, είχε δηλώσει ότι οι ΗΠΑ χρειάζονται «μια μεγάλη επανάσταση για να αποδείξουν ότι στην κυριολεξία μπορούν να ζήσουν χωρίς να έχουν μια κυρίαρχη ευρωπαϊκή κουλτούρα»4.Ως αποτέλεσμα, η παραδοσιακή αμερικανική κοινωνία αρχίζει να αισθάνεται ανασφαλής (άρα και περισσότερο επιθετική) ως προς την ταυτότητά της και να συσπειρώνεται για να αντιμετωπίσει την απειλή. Σε μια χώρα όπου η εθνική συνείδηση δεν ταυτιζόταν ποτέ ιδιαίτερα με συγκεκριμένες εδαφικές εκτάσεις, η συσπείρωση παρατηρείται γύρω από μια ακόμη μεγαλύτερη προβολή των «αμερικανικών αξιών», δηλαδή των αξιών της κοινωνίας των WASP. Και η εσωτερική ενδυνάμωσή τους προϋποθέτει σε μεγάλο βαθμό την ιεραποστολική προσπάθεια εξάπλωσης (ή επιβολής) τους ανά τον κόσμο.Σε μεγάλο βαθμό, η εκλογή του Τζορτζ Μπους ήταν αποτέλεσμα αυτών των ανησυχιών. Η επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου έδωσε στην προεδρία του μια πρόσθετη ώθηση σε αυτούς που αναζητούν την ασφάλεια στις συντηρητικότερες αμερικανικές αξίες, κάνοντάς τους να μιλούν για μια προεδρία στα όρια του θείου δώρου5. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα δύο κόμματα διαφέρουν στη βάση της πολιτικής τους. Και τα δύο εκφράζουν απολύτως την αγγλοσαξονική προτεσταντική κουλτούρα, διαφέροντας απλώς στον τρόπο με τον οποίο την υπερασπίζονται.Σε κάποιο βαθμό, η προβολή της «τρομοκρατίας» ως απειλής βοηθά αυτές τις προσπάθειες συσπείρωσης, αν και, όπως επισημαίνει ο Σάμουελ Χάντινγκτον, η επισειόμενη απειλή της τρομοκρατίας, λόγω της φύσης της, δεν μπορεί να πάρει τη θέση που είχε κάποτε ο κίνδυνος του κομμουνισμού6.Οι ΗΠΑ δεν είναι βέβαια η μοναδική χώρα που αντιμετωπίζει παρόμοια προβλήματα, αν και αυτό δεν διευκολύνει την επίλυσή τους. Ερευνα του Πανεπιστημίου του Πρίνστον, που δόθηκε στη δημοσιότητα την περασμένη εβδομάδα, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, δεδομένων των δημογραφικών τάσεων, μέχρι το τέλος του 21ου αιώνα, ίσως και αρκετά νωρίτερα, η πλειοψηφία του πληθυσμού στην Ευρώπη θα είναι μουσουλμάνοι, αλλάζοντας δραματικά τις ισορροπίες στη Γηραιά Ηπειρο, στην οποία ήδη εμφανίζονται ορισμένα συμπτώματα κρίσης ταυτότητας, όπως στις ΗΠΑ: ενίσχυση θρησκευτικότητας, αυξανόμενη σύγχυση ανάμεσα στον πατριωτισμό και τον εθνικισμό, αλλά και μια νέα τάση εγκατάλειψης των πειραμάτων της πολυπολιτισμικότητας υπέρ σκληρών απαιτήσεων για πλήρη ένταξη και ενσωμάτωση των αλλοεθνών στις κυρίαρχες (επί του παρόντος) κοινωνίες (π.χ. φαινόμενο Πιμ Φόρτουιν στην Ολλανδία, δηλώσεις περί εγκατάλειψης του μοντέλου της πολυπολιτισμικότητας στη Γαλλία από τους ίδιους τους εμπνευστές του).Ομως στην Ευρώπη το πρόβλημα γίνεται περισσότερο αισθητό σε επίπεδο μεμονωμένων χωρών, χωρίς να λείπει, βεβαίως, η συλλογική ευρωπαϊκή διάσταση. Ωστόσο, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, οι οποίες έχουν ολοκληρώσει τη διαδικασία εθνογένεσης και βρίσκονται πλέον σε στάση από την άποψη αυτή, η Ευρώπη βρίσκεται στην αρχή μιας πορείας ευρωπαϊκής εθνογένεσης. Οσο δύσκολη και αν είναι αυτή η πορεία, όσα εμπόδια και οπισθοδρομήσεις και αν έχει, δεν παύει να είναι μια πορεία, μια κίνηση προς τα εμπρός. Και στο πλαίσιο αυτό, στοιχεία όπως αυτά που προκαλούν φόβο και αμυντική επιθετικότητα στις ΗΠΑ, μπορούν να αντιμετωπιστούν με την ελπίδα μιας σύνθεσης στη μελλοντική ευρωπαϊκή κοινωνία. Μια κοινωνία που μπορεί να αντλήσει διδάγματα -θετικά και αρνητικά- από την αμερικανική διαδικασία εθνογένεσης, όπως εκείνη είχε αντλήσει στοιχεία από την αντίστοιχη διαδικασία στη μετά την Αναγέννηση Ευρώπη.

Σημειώσεις1. Arthur Schlesinger jr., «The Disuniting of America».2. John Jay στο «The Federalist Papers».3. Alexis de Tocqueville, «Democracy in America».4. Bill Clinton, «The Tennessean», 15/6/1997.5. David Frum «The Right Man: The surprise presidency of George W. Bush».6. Samuel Ρ. Huntingkton, «Who are we? The challenges to America's national identity».

Δευτέρα 12 Ιουλίου 2004

Το δώρο του Μπους στην Ευρώπη

Σ ε κατ' ιδίαν συζητήσεις, διπλωμάτες χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης σηκώνουν τα μάτια τους ψηλά όταν μιλούν για την κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους στις ΗΠΑ και εύχονται οι προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου να μην του επιτρέψουν να παραμείνει στον Λευκό Οίκο την ερχόμενη τετραετία.Το ελαφρώς περίεργο είναι ότι οι διπλωμάτες αυτοί εκπροσωπούν χώρες που βρίσκονται μεταξύ των «ατλαντιστών», των χωρών-μελών εκείνων που θεωρούν σημαντική τη διατήρηση ή και περαιτέρω ενίσχυση των δεσμών ανάμεσα στις δύο πλευρές του Ατλαντικού και αντιτίθενται στη διαμόρφωση της Ευρώπης ως «αντιπάλου πόλου».Ομως η δυσφορία τους με τον πρόεδρο Τζορτζ Μπους και την ομάδα ζηλωτών που τον περιβάλλουν, οφείλεται ακριβώς σε αυτή τη βασική θέση τους και στη διαπίστωση ότι η πολιτική της Ουάσιγκτον, κατά τα τέσσερα τελευταία χρόνια, καλλιεργεί μια κρίση στις διατλαντικές σχέσεις, η οποία απειλεί να αποδειχθεί πολύ περισσότερο από προσωρινή. Διότι η πορεία ανάδυσης ενός ευρωπαϊκού πόλου σε αντιδιαστολή προς τις ΗΠΑ μοιάζει νομοτελειακή, παρά τα εποχικά σκαμπανεβάσματα.Η πορεία αυτή θα μπορούσε σήμερα να είχε δεχθεί ένα ισχυρό, σχεδόν καταστρεπτικό πλήγμα, από την τελευταία (και μεγαλύτερη) διεύρυνση, με 10 νέα μέλη. Κάτι τέτοιο άλλωστε πίστευε και ο Αμερικανός υπουργός Αμυνας, Ντόναλντ Ράμσφελτ, όταν μιλούσε για «Νέα Ευρώπη» και «Παλιά Ευρώπη».Είναι αλήθεια ότι οι ΗΠΑ υποστήριξαν ενθουσιωδώς τη διεύρυνση της Ε.Ε. (και συνεχίζουν να την υποστηρίζουν), θεωρώντας ότι η συνακόλουθη διάχυση θα δώσει περισσότερο πλάτος και λιγότερο βάθος, αποτρέποντας την ανάδυση μιας γεωστρατηγικής απειλής. Πιστεύουν ακόμα (με τη μεταφυσική έννοια της λέξης) στο αξίωμα του Φουκουγιάμα, σύμφωνα με το οποίο οι Δημοκρατίες δεν έχουν τίποτα να μοιράσουν με άλλες Δημοκρατίες και γι' αυτό η σύγκρουση μεταξύ τους αποκλείεται, άρα φθάνουν στο «τέλος της Ιστορίας».Ο μως, όπως και ο Φουκουγιάμα, παραγνωρίζουν τη δύναμη άλλων παραγόντων, όπως ο εθνικισμός, ο ανταγωνισμός κ.λπ. Και η Ευρώπη αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε μια φάση που θυμίζει εκείνη της δημιουργίας των πρώτων εθνικών κρατών, προς το τέλος της εποχής της φεουδαρχίας. Μια εποχή στην οποία μια σειρά ιδρυτικών μύθων δημιούργησαν εθνικές ταυτότητες, βάσει του εθνικισμού, που με τη σειρά του αποτέλεσε τη συγκολλητική ουσία των νέων κρατών.Οπως όταν ο κόμης Οττο φον Βίσμαρκ ένωνε τα γερμανικά κρατίδια σε ένα εθνικό γερμανικό κράτος με γερμανική εθνική συνείδηση, η διαδικασία διαμόρφωσης ευρωπαϊκής εθνικής συνείδησης δεν είναι ούτε ευθύγραμμη, ούτε ιδιαίτερα γρήγορη. Αντιθέτως, επιβάλλεται να είναι αργή και προσεκτική, προκειμένου να μην προκαλέσει αμυντικές αντιδράσεις, τόσο εσωτερικά, όσο και εξωτερικά, όπως είχε κάνει η λιγότερο προσεκτική πολιτική των επιγόνων τού φον Βίσμαρκ.Σήμερα, οι χειρισμοί της κυριαρχούμενης από τους νεοσυντηρητικούς «Ταλιμπάν» Ουάσιγκτον βοηθούν στη συνειδητοποίηση μιας ευρωπαϊκής ιδιαιτερότητας, μιας ευρωπαϊκής κοινής ταυτότητας, πολύ περισσότερο απ' ό,τι η πολιτική της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ενωσης, για την τόνωση του ευρωπαϊκού αισθήματος.Ο εκτός ελέγχου, ιδίως μετά την 11η Σεπτεμβρίου, αμερικανικός οδοστρωτήρας αναγκάζει τους πολίτες της Ευρώπης να διαπιστώσουν σε τι διαφέρουν από τους Αμερικανούς και, κατά συνέπεια, να συνειδητοποιήσουν τι έχουν κοινό μεταξύ τους. Μια σειρά διαφορετικών προσεγγίσεων, από τη θανατική ποινή μέχρι την κοινωνία της αλληλεγγύης και από τον ρόλο της στρατιωτικής βίας στην προσέγγιση των διεθνών διενέξεων μέχρι την αντιμετώπιση περιφερειακών συγκρούσεων, όπως το Μεσανατολικό, συνειδητοποιείται και παγιώνεται στη συνείδηση των δύο πλευρών του Ατλαντικού. Πρόκειται για διαφορές που υπήρχαν και υπάρχουν, ανεξαρτήτως ηγεσίας στη μία ή στην άλλη πλευρά. Η επίδραση των ζηλωτών της Ουάσιγκτον απλώς ενισχύει τη διαδικασία συνειδητοποίησης και παγίωσής τους, όπως ακριβώς η τρομοκρατία της 11ης Σεπτεμβρίου ενίσχυσε προσωρινά τα πλέον σκληροπυρηνικά στοιχεία που απέκτησαν ποτέ τον έλεγχο της αμερικανικής πολιτικής.Ομως και στις δύο περιπτώσεις, ισχύει αυτό που λέει ο Τσαρλς Κούπτσαν για την τρομοκρατία, στο βιβλίο του «Το τέλος της Αμερικανικής Εποχής, η αμερικανική εξωτερική πολιτική και η γεωπολιτική του εικοστού πρώτου αιώνα»: «Η τρομοκρατία είναι για τη γεωπολιτική ό,τι ο ισχυρός άνεμος για τη γεωγραφία: ένα ισχυρό, θεαματικό και καταστροφικό στοιχείο, το οποίο όμως επηρεάζει μόνον τα επιφανειακά χαρακτηριστικά, όχι τις υποκείμενες τεκτονικές δυνάμεις και την τοποθεσία των ρηγμάτων».Ο ταλιμπανισμός της κυβέρνησης Μπους ακυρώνει έτσι περιστασιακές διακυμάνσεις, όπως αυτή της διεύρυνσης της Ε.Ε. Ακόμα και στις χώρες της κατά Ράμσφελντ «Νέας Ευρώπης» επιταχύνει το μοιραίο, δηλαδή την αποκαθήλωση του εικονίσματος των ΗΠΑ και τη διαμόρφωση μιας πιο ισορροπημένης και ρεαλιστικής προσέγγισης.Ω ς αποτέλεσμα, η σε μεγάλο βαθμό τεχνητή ταυτότητα, που ονομάσθηκε «Δύση», έχει ήδη υποχωρήσει στη συλλογική συνείδηση, παραχωρώντας έδαφος στα συστατικά της στοιχεία, τις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Και η προσπάθεια των ΗΠΑ, άσχετη με τις προσωπικότητες που βρίσκονται κατά περίπτωση στην ηγεσία, να χρησιμοποιηθεί η Ευρώπη ως συμπλήρωμα της αμερικανικής ισχύος, αναλαμβάνοντας τμήμα του οικονομικού, πολιτικού ή στρατιωτικού βάρους, κινδυνεύει να καταλήξει όπως η αντίστοιχη προσπάθεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Οταν ο Διοκλητιανός αποφάσισε να δημιουργήσει μια Νέα Ρώμη στα Ανατολικά, για να σηκώσει λίγο από το βάρος ελέγχου της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ξεκίνησε μια διαδικασία, που κατέληξε στον ανταγωνισμό της «παλιάς» Ρώμης από τη «Νέα», το Βυζάντιο. Κάτι που με τη σειρά του επέτρεψε την επικράτηση άλλων, νέων δυνάμεων, που προετοιμάζονταν όσο η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, δυτική και ανατολική, αποδυναμωνόταν.Κάτι σαν τη σημερινή Κίνα δηλαδή. Που παρουσιάζει προς τα έξω το χαμηλό προφίλ, που κρατούσε και ο Βίσμαρκ, αποφεύγοντας να προκαλέσει αντισυσπειρώσεις.

Τρίτη 29 Ιουνίου 2004

Γιατί δεν πανηγυρίζουν;

Η εικόνα που ήρθε χθες από τη Βαγδάτη θύμιζε εκείνη που έβγαινε στις αρχές της δεκαετίας του '90, κατά τη διάρκεια του πρώτου Πολέμου του Κόλπου. Τότε, για το φόβο των αμερικανικών βομβών, ο Σαντάμ Χουσεΐν εμφανιζόταν στην τηλεόραση αιφνιδιαστικά, πάντα μαγνητοσκοπημένα, σε κάποιο άγνωστο μέρος και με φόντο ουδέτερο, τέτοιο που δεν επέτρεπε να αναγνωριστεί ο ακριβής τόπος-κρησφύγετο στον οποίο βρισκόταν. Χθες, ο απερχόμενος Αμερικανός ανθύπατος, Πολ Μπρέμερ, και οι επικεφαλής της προσωρινής ιρακινής κυβέρνησης εμφανίστηκαν με τον ίδιο τρόπο, για το φόβο των βομβών όσων για μια πλειάδα λόγων αντιτίθενται στην αμερικανική κατοχή και στην, με αμερικανικούς όρους στην ουσία, διαιώνισή της.Είναι βέβαιο ότι όταν έστελνε τους Αμερικανούς στρατιώτες στο Ιράκ ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζορτζ Μπους, φανταζόταν πως λίγους μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου 2004 θα ήταν ο ήρωας μιας φαντασμαγορικής τελετής παράδοσης του «απελευθερωμένου» Ιράκ, με χρώματα, σημαίες, φανφάρες και πλήθη εκστασιασμένων και ευγνωμονούντων Ιρακινών, που θα ευχαριστούσαν τις ΗΠΑ και τον ίδιο τον Μπους για την ελευθερία τους. Το διάστημα που πέρασε, όμως, έφερε ακόμα και τον Λευκό Οίκο του Τζορτζ Μπους του νεότερου σε κάποια επαφή με την πραγματικότητα. Διαπερνώντας τον κλοιό υψιπετών ιδεολογημάτων των Περλ, Γούλφοβιτς και της παρέας των νεοσυντηρητικών, με τις συνακόλουθες εμμονές του Ντόναλντ Ράμσφελντ, η πραγματικότητα ανάγκασε σε φυγή προς τα εμπρός. Ασχετα με το αν τους ονομάζει κανείς «αντίσταση» ή «τρομοκράτες», αυτοί που χρησιμοποιούν βία κατά των δυνάμεων κατοχής, των Ιρακινών που συνεργάζονται μαζί τους, αλλά και όποιου άλλου Ιρακινού βρεθεί στο δρόμο τους, υποχρέωσαν τις ΗΠΑ σε επίσπευση του προγράμματος παράδοσης στη νέα κυβέρνηση. Ενός προγράμματος που, ούτως ή άλλως, δεν περιλάμβανε πανηγυρισμούς. Διότι ποιος Ιρακινός θα πανηγυρίσει (και μάλιστα μέσα σε πλήρη έλλειψη ασφάλειας) το ότι ο Πολ Μπρέμερ φεύγει και ο Τζον Νεγκροπόντε έρχεται. Το ότι ο απερχόμενος ονομαζόταν «Αμερικανός πολιτικός διοικητής του Ιράκ» και ο άλλος θα λέγεται «Αμερικανός πρεσβευτής στο Ιράκ» δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο πανηγυρισμών, όταν όλοι ξέρουν ότι η ανεπίσημη ονομασία του πρώτου: «ανθύπατος», ισχύει εξίσου και για τον δεύτερο. Οταν η μοναδική ουσιαστική (αν και θεατρική) διαφορά ανάμεσα στους δύο είναι ότι ο Νεγκροπόντε δεν φορά στρατιωτικές μπότες με το κοστούμι του, όπως έκανε ο Μπρέμερ.

Σάββατο 26 Ιουνίου 2004

Αμερικανικός επικοινωνιακός βομβαρδισμός

Ενας αξιωματούχος της Ευρωπαϊκής Ενωσης διηγείται τη συνομιλία που είχε με στέλεχος του αμερικανικού Κογκρέσου, σχετικά με την αμερικανική πρωτοβουλία για την ευρύτερη Μέση Ανατολή:Αμερικανός: Δεν πρόκειται για ένα σχέδιο «μια κι έξω». Πρέπει να το ακολουθήσουμε με σταθερότητα για δυο-τρία χρόνια.Ευρωπαίος: Εγώ θα έλεγα γύρω στα 40 χρόνια.Αμερικανός: Ναι, έχετε δίκιο, τουλάχιστον 4 χρόνια.Η στιχομυθία αυτή δείχνει ξεκάθαρα τη διαφορά προσέγγισης ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, ακόμα και σε θέματα για τα οποία υπάρχει κατ' αρχήν συμφωνία. Και η διαφορά δεν αφορά μόνο το στοιχείο του χρόνου.Οι δύο πλευρές του Ατλαντικού συμφωνούν στο ότι ο ισλαμικός εξτρεμισμός αποτελεί απειλή, στο ότι οι κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές συνθήκες στη λεγόμενη «ευρύτερη Μέση Ανατολή» -όποια κι αν είναι αυτή- εκτρέφουν το φαινόμενο και ότι η βελτίωση των συνθηκών αυτών θα αποξηράνει τη δεξαμένη τροφοδότησης του εξτρεμισμού. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι σε αυτό συμφωνούν ακόμα και οι Αμερικανοί θεωρητικοί του νεοσυντηρητισμού με τους κοινωνικά φιλελεύθερους Ευρωπαίους της Κεντροαριστεράς.Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι, μόλις ξεκίνησε η εκλογική χρονιά των ΗΠΑ, στις αρχές του 2004, ο Τζορτζ Μπους άρχισε να εντάσσει στην εκλογική στρατηγική του μια προσπάθεια αποτίναξης της εικόνας του μονοκόμματου καουμπόι, του τύπου «ή είστε μαζί μας ή είστε εναντίον μας», εισάγοντας το στοιχείο του διπλωμάτη με όραμα και προσπαθώντας να πατήσει πάνω στον «ελάχιστο κοινό παρονομαστή» προκειμένου να βελτιώσει τις σχέσεις με την Ευρώπη. Ολα αυτά, παραμένοντας πιστός στα ιδεολογήματα της ομάδας περί τον αντιπρόεδρο Ντικ Τσένι, που κινεί τα νήματά του εκμεταλλευόμενη τις ιδιομορφίες ενός προέδρου που δείχνει να πάσχει από το σύνδρομο της Ιωάννας της Λορένης.Το σημείο-κλειδί για την προσπάθειά του αυτή είναι η σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ στην Κωνσταντινούπολη, στην οποία καταλήγουν όλες οι προκαταρκτικές κινήσεις του. Κινήσεις που αλλιώς ξεκίνησαν στο νεοσυντηρητικό ιδεολογικό παροξυσμό και αλλού καταλήγουν, έχοντας περάσει από κάποια, έστω και μικρή, επαφή με την πραγματικότητα. Και στη σύνοδο αυτή εστιάζεται ο αμερικανικός επικοινωνιακός βομβαρδισμός, ο οποίος από μόνος του ήταν αδιανόητος κατά την πρόσφατη εποχή της ιδεολογικής καθαρότητας.Μπορεί ο πρόεδρος Μπους να έθεσε σε κίνηση την «προωθημένη στρατηγική της ελευθερίας» στο τέλος του 2003, ξεκινώντας την «Πρωτοβουλία για τη Μείζονα Μέση Ανατολή» (που αργότερα μετονομάστηκε σε «Πρωτοβουλία για την Ευρύτερη Μέση Ανατολή» ως αποτέλεσμα ενός πρώτου συμβιβασμού με τους Ευρωπαίους), όμως η ιδέα έχει ξεκινήσει πολύ νωρίτερα, προηγούμενη του πολέμου στο Ιράκ, ο οποίος εντάσσεται στην ευρύτερη λογική της. Για τους νεοσυντηρητικούς θεωρητικούς, ο πόλεμος στο Ιράκ ήταν το σημείο εκκίνησης ενός «φαινομένου ντόμινο» που θα έφερνε την -αμερικανικού τύπου- δημοκρατία και τις αμερικανικού τύπου αξίες σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή, λύνοντας έτσι αυτομάτως όλα τα προβλήματα. Ολα αυτά στην αγαπημένη τους λογική, αυτή της μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο Γερμανίας και της Ιαπωνίας.Μέσα στο κλίμα αυτό κινήθηκε η ομιλία του Τζορτζ Μπους στο «Εθνικό Κληροδότημα για τη Δημοκρατία», στην Ουάσιγκτον, τον περασμένο Νοέμβριο. Οπως είπε: «Εξήντα χρόνια κατά τα οποία οι δυτικές χώρες δικαιολογούσαν και αποδέχονταν την έλλειψη ελευθερίας στη Μέση Ανατολή δεν έκαναν τίποτα για την ασφάλειά μας. Επειδή μακροπρόθεσμα η σταθερότητα δεν μπορεί να εξαγοραστεί σε βάρος της ελευθερίας... Αρα οι ΗΠΑ υιοθέτησαν μια νέα πολιτική, μια προωθημένη στρατηγική ελευθερίας στη Μέση Ανατολή. Η στρατηγική αυτή απαιτεί την ίδια επιμονή, την ενεργητικότητα και τον ιδεαλισμό που έχουμε δείξει στο παρελθόν. Και θα έχει το ίδιο αποτέλεσμα. Οπως στην Ευρώπη, όπως στην Ασία, όπως σε κάθε περιοχή του κόσμου, η προώθηση της ελευθερίας οδηγεί σε ειρήνη».Περνώντας σε αναφορές πιο σύγχρονες από εκείνες που αφορούν το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο υφυπουργός Αμυνας των ΗΠΑ και κορυφαίο στέλεχος των νεοσυντηρητικών, Πολ Γούλφοβιτς, δήλωνε αργότερα1 ότι στόχος ήταν να επαναληφθεί η ιστορία της τελευταία δεκαετίας του Ψυχρού Πολέμου και της Τελικής Πράξης του Ελσίνκι του 1975. Ανώνυμος αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ φέρεται να δηλώνει την ίδια εποχή2 πως «υπάρχει η πεποίθηση ότι (το Ελσίνκι) συνέβαλε στην ένωση της Ευρώπης και έπαιξε σημαντικό ρόλο στη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης. Με τον ίδιο τρόπο, αυτή η ιδέα θα διαλύσει την αίγλη του (ισλαμικού) εξτρεμισμού».Από τότε άρχισε να διατυπώνεται και η ιδέα ότι οι ΗΠΑ θα ζητούσαν από το ΝΑΤΟ να αποτελέσει το όχημα της πρωτοβουλίας τους, προωθώντας μια νέα εκδοχή του προγράμματος «Συμπράξη για την Ειρήνη». Πολλοί επισήμαναν ότι από τον Οκτώβριο του 2003, ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ, Νίκολας Μπερνς, είχε δηλώσει στην Πράγα ότι «η εντολή του ΝΑΤΟ παραμένει η άμυνα της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής. Δεν πιστεύουμε όμως ότι αυτό μπορούμε να το κάνουμε καθισμένοι στη Δυτική Ευρώπη ή στην Κεντρική Ευρώπη ή τη Βόρεια Αμερική. Πρέπει να επεκτείνουμε την προσοχή μας και τις στρατιωτικές δυνάμεις μας ανατολικά και νότια. Πιστεύουμε ότι το μέλλον του ΝΑΤΟ βρίσκεται ανατολικά και νότια. Είναι η Μείζων Μέση Ανατολή».Από τη σύλληψη της πρωτοβουλίας μέχρι τώρα κύλησε πολύ αίμα στο αυλάκι και η κυβέρνηση Μπους αναγκάστηκε να βάλει νερό στο κρασί που της σέρβιραν οι νεοσυντηρητικοί. Η επίσημη παρουσίαση του προγράμματος έγινε στη σύνοδο της «Ομάδας των 8», στο Σιλ Αϊλαντ των ΗΠΑ, όπου δεν προκάλεσε τον ενθουσιασμό που θα ήθελε ο Τζορτζ Μπους, αν και περιορίστηκε σε τρεις «κοινές προτεραιότητες μεταρρύθμισης»: την προώθηση της δημοκρατίας και της χρηστής διακυβέρνησης, την οικοδόμηση μιας κοινωνίας βασισμένης στη γνώση και την επέκταση των οικονομικών ευκαιριών.Στη σύνοδο της «Ομάδας των «8», όπως και στην Ευρωπαϊκή Ενωση πριν από λίγες μέρες, καταγράφηκε αυτό που είχε επισημανθεί νωρίτερα: ότι η αμερικανική πρωτοβουλία «πάσχει σοβαρά σε τέσσερα σημεία. Πρώτον, ο διδακτικός τόνος και το ύφος -ιδίως αν αναγνωσθεί σε συνδυασμό με την Εθνική Στρατηγική Ασφαλείας των ΗΠΑ του Σεπτεμβρίου 2002- δεν δείχνει ευαισθησία και είναι απίθανο να γίνουν θετικά δεκτά στην περιοχή. Δεύτερον, αφιερώνει μόνο μία γραμμή για να αναφερθεί στην "Ευρω-Μεσογειακή Σύμπραξη", παρά τις μεγάλες προσπάθειες που έχει κάνει η Ευρωπαϊκή Ενωση επί πολλά χρόνια μέσω της "Διαδικασίας της Βαρκελώνης". Τρίτον, δεν έχουν προηγηθεί ουσιαστικές διαβουλεύσεις. Τέταρτον, και σοβαρότερο, δεν αναφέρεται στην αραβο-ισραηλινή σύγκρουση».3Στο τελικό ανακοινωθέν της συνόδου κορυφής της «Ομάδας των 8», οι ΗΠΑ αναγκάστηκαν να αποδεχτούν την προσθήκη αναφοράς στο Μεσανατολικό. Ομως, στην πορεία τους προς τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στην Κωνσταντινούπολη, απουσιάζει κάθε προβληματισμός για το θέμα αυτό.Οπως επισημαίνει ο Νίκολας Μπερνς, εκείνο που ζητείται από το ΝΑΤΟ είναι «να διευρύνει το "Μεσογειακό Διάλογο" (με Αλγερία, Αίγυπτο, Ισραήλ, Ιορδανία, Μαυριτανία, Μαρόκο και Τυνησία) σε πραγματική σύμπραξη, παρέχοντας στρατιωτική εκπαίδευση, ασκήσεις και στενότερη πολιτική σχέση, τείνοντας το χέρι και σε άλλες χώρες με την πρωτοβουλία συνεργασίας της Κωνσταντινούπολης. Θα πρέπει να εστιάσουμε στην πρακτική συνεργασία με τις χώρες εκείνες που επιθυμούν στενότερη σχέση με το ΝΑΤΟ».4Ζητείται ακόμα από το ΝΑΤΟ «να επεκτείνει τη δέσμευσή του με τον αραβικό κόσμο και το Ισραήλ, προκειμένου να βοηθήσει αυτές τις χώρες να βρουν ένα πιο ειρηνικό μέλλον στη Μείζονα Μέση Ανατολή. Οι ΗΠΑ επιθυμούν το ΝΑΤΟ να είναι ένα από τα λιθάρια της μακροπρόθεσμης δέσμευσής μας στην αχανή αυτή περιοχή».5Επιπλέον, η Συμμαχία «μπορεί επίσης να δημιουργήσει μια ευρύτερη δέσμη σχέσεων με επιλεγμένες χώρες της Μείζονος Μέσης Ανατολής, συνεργαζόμενη μαζί τους στους τομείς της αντιτρομοκρατίας, της καταπολέμησης των όπλων μαζικής καταστροφής και στις επιχειρήσεις σταθερότητας και απαγόρευσης».6Ολα αυτά είναι βέβαιο ότι θα επιδιωχθεί από τις ΗΠΑ να ενταχθούν στην «Πρωτοβουλία Συνεργασίας της Κωνσταντινούπολης». Το ποια θα είναι η αξία τους, όμως, είναι πολύ σχετικό, όσο η αμερικανική προσέγγιση στη Μέση Ανατολή βασίζεται σε ιδεολογήματα, που με τη σειρά τους στηρίζονται σε ιδεολογικά φορτισμένες παραδοχές, από τις οποίες φαίνεται να απουσιάζει ο ρόλος του Μεσανατολικού.Οπως σχολιάζει ένας άνθρωπος που γνωρίζει καλά την περιοχή, «η νέα πρωτοβουλία της κυβέρνησης Μπους να ενθαρρύνει τη δημοκρατία και τις μεταρρυθμίσεις στον αραβικό κόσμο είναι συμπαγής σαν αερόστατο με θερμό αέρα. Αιωρείται μεγαλοπρεπώς προς τον πλανήτη Αραβία, ενώ από κάτω οι άνθρωποι που θα επηρεαστούν απ' αυτό το πυροβολούν, τρέχουν να κρυφτούν ή ξύνουν τα κεφάλια τους μέσα σε πλήρη σύγχυση».

71. Liberation, 11/03/2004 2. Washington Post, 9/02/2004 3. Stanley Crossick, «The U.S. Greater Middle East Initiative: What is its added value;». The European Policy Center, 04/2004 4. Nicolas Burns, «ΝΑΤΟ remains our essential alliance», U.S. Foreign Policy Agenda. The U.S. and ΝΑΤΟ, an Alliance of Purpose», Ιούνιος 2004-06-20 5. Ιδιο. 6. Ian Brezinski, βοηθός υφυπουργός Αμυνας ΗΠΑ για θέματα Ευρώπης και ΝΑΤΟ, «ΝΑΤΟ: An alliance transforming», ίδιο 7. David Ignatius, «Arab Democracy is meaningless unless it begins at home», Lebanon Wire, 13/03/2004

Τουλίπες με ημισέληνο

Ενας τρόπος εξασφάλισης της επιτυχίας είναι η προηγούμενη μείωση των προσδοκιών, έτσι ώστε το όποιο επίτευγμα ακολουθήσει να αποτελεί επιτυχία.
Από την άποψη αυτή, η Ολλανδία, η χώρα που αναλαμβάνει από την 1η Ιουλίου την προεδρία της Ε.Ε. για το δεύτερο εξάμηνο του 2004, φαίνεται ότι κάνει ό,τι μπορεί για να θεωρηθεί επιτυχημένη η προεδρία της, που ήδη καθίσταται δυσχερής από το γεγονός ότι είναι η πρώτη μετά τη διεύρυνση της Ε.Ε. ώστε να περιλαμβάνει 25 μέλη. Το ότι ενδέχεται να είναι και μία από τις τελευταίες που αναλαμβάνουν ανά εξάμηνο οι χώρες-μέλη, ανάλογα με τις εξελίξεις στο θέμα του Ευρωπαϊκού Συντάγματος, δεν διευκολύνει τα πράγματα.Αυτό δεν σημαίνει ότι τα προβλήματα που επισημαίνουν και επαναλαμβάνουν οι Ολλανδοί αξιωματούχοι κάθε βαθμίδας δεν είναι πραγματικά και ότι όντως δεν δημιουργούν τις καλύτερες συνθήκες για εντυπωσιακές πρωτοβουλίες. Η ολλανδική προεδρία αρχίζει λίγες μέρες μετά τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κάτι που σημαίνει ότι ακόμα και η πολιτική ισορροπία δυνάμεων που θα έχει να αντιμετωπίσει δεν είναι γνωστή παρά την τελευταία στιγμή. Επιπλέον, θα περάσει σημαντικό χρονικό διάστημα χωρίς την πλήρη λειτουργία του Ευρωκοινοβουλίου.«Κύκνειο άσμα» ΚομισιόνΚάτι παρόμοιο ισχύει και για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η νέα Κομισιόν θα αναλάβει τον ερχόμενο Νοέμβριο. Μέχρι τότε, όπως δείχνει η εμπειρία από το παρελθόν, δεν θα πρέπει να αναμένεται ιδιαίτερη δραστηριότητα από τους απερχόμενους επιτρόπους.Το θέμα στο οποίο η ολλανδική προεδρία εμφανίζεται να ελπίζει πως η απερχόμενη Κομισιόν θα δείξει αποφασιστικότητα, ένα είδος «κύκνειου άσματος», είναι η έκθεση που αναμένεται να υποβάλει σχετικά με την Τουρκία. Ακόμα όμως και στην καλύτερη περίπτωση, η Κομισιόν δεν πρόκειται να είναι αυτή που θα αποφασίσει για το μέλλον της σχέσης με την Τουρκία, τον ερχόμενο Δεκέμβριο. Και η ολλανδική προεδρία θα πρέπει να επιδείξει δεξιοτεχνία για να αντιμετωπίσει το θέμα αυτό, εξασφαλίζοντας μια λύση αποδεκτή από το σύνολο των χωρών-μελών, που δεν θα υπονομεύει την πορεία της Τουρκίας προς τη Δύση.Η ίδια η Ολλανδία είναι μια χώρα με μεγάλο αριθμό Τούρκων μεταναστών, η οποία εσχάτως αποφάσισε να σκληρύνει τη μεταναστευτική πολιτική της, εγκαταλείποντας ως αποτυχημένο το πολυ-πολιτισμικό μοντέλο. Στο θέμα της τουρκικής ενταξιακής πορείας, δείχνει να αναζητεί τη δική της στάση ξεκινώντας από μια αρχική επιφύλαξη, αν και, σύμφωνα με ολλανδικούς κυβερνητικούς παράγοντες, η κυβέρνηση και το Κοινοβούλιο είναι μοιρασμένα 50-50. Οταν λειτουργήσει το «σύστημα πόλντερ», το πολυδιαφημισμένο και εν μέρει μυθικό σύστημα σύνθεσης απόψεων και διαμόρφωσης συναίνεσης για την οποία φημίζεται η ολλανδική κοινωνία (διπλωματική πηγή στη Χάγη την περιγράφει ως μηχανή για λουκάνικα στην οποία απ' τη μία μπαίνουν κάθε λογής υλικά που στη συνέχεια αλέθονται και από την άλλη βγαίνουν έτοιμα λουκάνικα), η Ολλανδία δεν αναμένεται να διατυπώσει πολύ ανοιχτά την άποψή της.Περιμένοντας την ΤουρκίαΟπως λέει ανώτατο στέλεχος του ολλανδικού υπουργείου Εξωτερικών, «έχουμε γνώμη και μας αρέσει να τη λέμε σε όλους. Οσο όμως είμαστε πρόεδροι, δεν μπορούμε να το κάνουμε. Θέλουμε να ασκήσουμε καλά την προεδρία της Ε.Ε. Και αυτό σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί. Να ακούσουμε και τα 24 άλλα μέλη της Ε.Ε., την ίδια την Τουρκία και όλους τους άλλους ενδιαφερόμενους».Τονίζει ότι στην Κοπεγχάγη είχε οριστεί πως «αν (η Τουρκία) πληροί τα κριτήρια, θα αρχίσουν διαπραγματεύσεις χωρίς καθυστέρηση, με βάση έκθεση της Κομισιόν» και επισημαίνει ότι στο παρελθόν υπήρξαν και άλλες χώρες που δεν πληρούσαν τα πολιτικά ή άλλα κριτήρια κατά 100%. Σε ό,τι αφορά το θέμα της θρησκείας, είναι απολύτως σαφής: «Πιστεύουμε ότι η θρησκεία δεν αποτελεί ζήτημα», λέει.Σύμβουλος της ολλανδικής κυβέρνησης σε θέματα διεθνούς πολιτικής μιλά για το ενδεχόμενο να ληφθεί το Δεκέμβριο μια απόφαση που θα ορίζει ημερομηνία έναρξης διαπραγματεύσεων με την Τουρκία μετά από ένα σχετικά σύντομο διάστημα, αν μέχρι τότε η Αγκυρα ανταποκριθεί στις προϋποθέσεις. Μιλά δηλαδή όχι για οριστική ημερομηνία, αλλά για υπό όρους ημερομηνία, κάτι που δεν αναμένεται να ικανοποιήσει την Αγκυρα.Ωρα για Βουλγαρία-ΡουμανίαΓια τα άλλα θέματα της διεύρυνσης, η Ολλανδία φαίνεται να εξετάζει το ενδεχόμενο διαχωρισμού της ενταξιακής πορείας της Βουλγαρίας από αυτή της Ρουμανίας, καθώς εκτιμάται πως η Βουλγαρία έχει προχωρήσει πολύ περισσότερο στην εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου και σε «ενέργειες, όχι μόνο υποσχέσεις».Οι επισημάνσεις για τις αντικειμενικές δυσκολίες που θα αντιμετωπίσει η ολλανδική προεδρία λόγω συγκυρίας χρησιμεύουν επίσης για την αποφυγή δύσκολων ερωτήσεων. Ετσι, άσχετα με το ποιος είναι ο Ολλανδός (επίσημος) συνομιλητής, όταν τίθεται η ερώτηση: «Τι θα κάνει η ολλανδική προεδρία για τη διαμόρφωση μιας κοινής Ευρωπαϊκής θέσης απέναντι στις ΗΠΑ», η απάντηση είναι μονότονα ίδια: «Κατά τη διάρκεια της ολλανδικής προεδρίας δεν προβλέπεται συνάντηση κορυφής ΗΠΑ-Ε.Ε., άρα δεν μπορούν να γίνουν πολλά».Ομως, το θέμα αυτό αφορά, σε μεγάλο βαθμό, τον αυτοπροσδιορισμό της Ευρωπαϊκής Ενωσης απέναντι στις ΗΠΑ, αλλά και την ευρύτερη ταυτότητά της. Ενα θέμα που έγινε εμφανές και κατά τη διαδικασία που οδήγησε στο συμβιβασμό των Βρυξελλών για το ευρωπαϊκό Σύνταγμα και το οποίο είναι βέβαιο ότι θα προκύψει στην πορεία προς την επικύρωσή του από τις χώρες-μέλη, η οποία δεν αναμένεται ιδιαιτέρως ευθύγραμμη.Οι «ατλαντιστές» φίλοιΑπτεται ακόμη και του οράματος για τη μορφή της Ε.Ε. που έχουν στους μακροπρόθεσμους στόχους τους οι επιμέρους χώρες, με τους «ατλαντιστές», όπως η Βρετανία και η Ολλανδία, να επιλέγουν μια πιο χαλαρή πολιτικά ένωση που θα λειτουργεί κυρίως στο οικονομικό επίπεδο και, ακολουθώντας την αμερικανική λογική, στο επίπεδο της ασφάλειας.Η ανακοίνωση της ολλανδικής κυβέρνησης για τους στόχους της προεδρίας είναι χαρακτηριστική. Προσδιορίζονται τρεις στόχοι: Η ενίσχυση της ευρωπαϊκής οικονομίας, η εσωτερική ασφάλεια και η παρακολούθηση της πορείας της διεύρυνσης.Ακόμα πιο χαρακτηριστικά, στις αρχές του μήνα, ο υπουργός Εξωτερικών της Ολλανδίας, Μπέρνχαρντ Μποτ, μιλώντας στο Πανεπιστήμιο Χούμπολτ του Βερολίνου ζήτησε «πρακτική εφαρμογή της Αρχής της Επικουρικότητας» και, βεβαίως, έναν «ευρωπαϊκό χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης», κάτι που, σύμφωνα με την ολλανδική κυβέρνηση, σημαίνει προτεραιότητα στη συνεργασία στο δικαστικό και τον αστυνομικό τομέα.

Παρασκευή 30 Απριλίου 2004

Η Ευρώπη διευρύνεται στον Ατλαντικό;

Από αύριο το γεωγραφικό κέντρο βάρους της Ευρωπαϊκής Ενωσης μετακινείται προς τα ανατολικά. Ομως η πολιτική συνισταμένη μετακινείται -επί του παρόντος- προς τα δυτικά, αγγίζοντας τα νερά του Ατλαντικού Ωκεανού και μια σειρά αγγλοσαξονικών προσεγγίσεων σε κοινωνικά και οικονομικά θέματα.
Ορισμένοι εκτιμούν ότι αυτή η μετακίνηση φτάνει στο βαθμό να τορπιλίζει μια μελλοντική ισχυρή Ευρώπη περιορίζοντας την ανάπτυξή της στο βαθμό που δεν θα μπορούσε να αποτελέσει ανταγωνιστικό πόλο για τις ΗΠΑ.Γεωγραφική μετακίνηση προς τα ανατολικά συνιστά η ένταξη των οχτώ από τις δέκα νέες χώρες που από σήμερα γίνονται μέλη της Ε.Ε., στη μεγαλύτερη διεύρυνση της ιστορίας της. Μόνο οι δύο μικρότερες, η Κύπρος και η Μάλτα, βρίσκονται στο Νότο. Ταυτοχρόνως είναι και οι μόνες που δεν ανήκαν στο παρελθόν στον πρώην σοσιαλιστικό κόσμο και οι μόνες που σήμερα δεν κινούνται στη βάση της θεωρίας των πλέον φιλελεύθερων Αμερικανών οικονομολόγων. Είναι επίσης οι μόνες που δεν συντάχθηκαν με ενθουσιασμό με τις ΗΠΑ στον πόλεμο του Ιράκ.Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο Αμερικανός υπουργός Αμυνας, Ντόναλντ Ράμσφελντ, είχε δίκιο όταν μιλούσε για μια «νέα Ευρώπη», πιο φιλική προς τις ΗΠΑ από την «παλιά Ευρώπη». Είναι αλήθεια ότι οι πρώην σοσιαλιστικές χώρες βλέπουν σήμερα τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ ως τους βασικούς εγγυητές της ασφάλειάς τους. Είναι επίσης αλήθεια ότι στον οικονομικό τομέα έχουν μια στάση πολύ πιο φιλελεύθερη, παρόμοια με αυτή που χαρακτηρίζει τη μετά Θάτσερ πολιτική της Βρετανίας. Το κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης, που υπάρχει στη Δύση, είναι σχεδόν άγνωστο εκεί. Αντιθέτως, οι πολυεθνικές εταιρείες απολαύουν μιας εξαιρετικά θετικής εικόνας, καθώς αντιμετωπίζονται ως οι ατμομηχανές της οικονομικής ανάπτυξης.Είναι όμως σφάλμα να θεωρήσει κανείς ότι λειτουργούν -και ακόμα περισσότερο, ότι θα λειτουργούν στο μέλλον- ως ένας ενιαίος πόλος, ως μια «αγγλοσαξονική πέμπτη φάλαγγα» υπονόμευσης της Ενωμένης Ευρώπης, όπως φοβούνται ορισμένοι.«Ενας φάκελος» το ΙράκΣε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική, το θέμα του Ιράκ «δεν ήταν παρα μόνο ένας φάκελος. Πέραν αυτού, τα νέα μέλη έχουν κατά 99% κοινά συμφέροντα με τα παλιά», λέει ο αναλυτής του Ινστιτούτου Εξωτερικής Πολιτικής της Εσθονίας, Αντρες Κασεκαμπ. Και η υποδιευθύντρια του Κέντρου Ευρωπαϊκής Μεταρρύθμισης στο Λονδίνο, Χέδερ Γκράμπε, εκτιμά πως «τα νέα μέλη επιθυμούν μια ισχυρή ατλαντική συμμαχία, αλλά στα περισσότερα θέματα συντάσσονται με τους Ευρωπαίους και όχι με τους Αμερικανούς».Χαρακτηριστικό είναι ότι, σε αντίθεση με παλιά μέλη όπως η Βρετανία και η Δανία, όλα τα νέα μέλη αποδέχονται στο σύνολό του το κοινοτικό κεκτημένο. Κατά τον Κριστόφ Μάγερ του Κέντρου Ευρωπαϊκών Πολιτικών Μελετών στις Βρυξέλλες, «δεν πρόκειται να είναι δύσκολα μέλη. Ακόμα και η Πολωνία δεν πρόκειται να είναι η Βρετανία της Μάργκαρετ Θάτσερ».Και στην πορεία «η εξωτερική πολιτική αυτών των χωρών θα εξευρωπαϊστεί. Δεν θα είναι πλέον παρατηρητές, θα συναποφασίζουν», όπως επισημαίνει η Μαξίμ Λεφέβρ του Γαλλικού Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων.Ομως η πίεση για μια χαλαρότερη Ευρωπαϊκή Ενωση δεν είναι απαραίτητο να προέλθει από σκόπιμη πολιτική. Και μόνη η αύξηση των μελών από 15 σε 25 (και μεθαύριο ίσως σε 33) με τα διαρθρωτικά προβλήματα που προκαλεί ασκεί πιέσεις. Για το λόγο αυτό κρίσιμης σημασίας για τη μελλοντική μορφή της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι τα θέμα του Ευρωπαϊκού Συντάγματος καθώς και οι διάφορες φωνές που ακούγονται για μια μελλοντική ένωση πολλαπλών ταχυτήτων ή πυρήνων.Οι συμμαχίεςΤο βέβαιο είναι ότι από αύριο η νέα Ε.Ε. θα είναι πολύ διαφορετική από την παλιά. Οι δέκα χώρες από σήμερα δεν αποτελούν τμήμα μιας ομάδας (των νέων χωρών), αλλά η κάθε μία θα ελίσσεται, θα ενεργεί και θα συμμετέχει σε κατά περίπτωση ενδοκοινοτικές συμμαχίες και ομάδες χωρών ανάλογα με τα συμφέροντά της. Μέσα στην Ευρωπαϊκή Ενωση, τα συμφέροντα σε συγκεκριμένα θέματα αποτελούν πολύ πιο ισχυρή συγκολλητική ουσία ακόμα και από ιστορικούς δεσμούς και δεσμούς αίματος.

Σάββατο 28 Φεβρουαρίου 2004

«Φράχτης ασφαλείας και όχι πολιτικός»

Αντισημιτικά φαινόμενα, αλλά λιγότερα απ' ό,τι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, διαπιστώνει στην Ελλάδα ο πρεσβευτής του Ισραήλ, Ραμ Αβιράμ, που δηλώνει ικανοποιημένος από τα μέτρα που έχει πάρει τον τελευταίο χρόνο η ελληνική κυβέρνηση.
Μιλά ακόμα για το τείχος διαχωρισμού των Παλαιστινίων, αναγνωρίζοντας ότι έχουν δημιουργηθεί προβλήματα για ορισμένες παλαιστινιακές κοινότητες και ισχυριζόμενος ότι γίνεται προσπάθεια αντιμετώπισης του θέματος, όπου είναι δυνατόν.- Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός, Αριέλ Σαρόν, χαρακτήρισε προχθές το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης «Διεθνές Τσίρκο της Χάγης». Δεν πρόκειται περί ευθείας προσβολής του δικαστηρίου και του ΟΗΕ;«Δεν θα αναφερθώ στα όσα είπε ο πρωθυπουργός. Θέλω όμως να μοιραστώ μαζί σας το αίσθημα του μέσου Ισραηλινού. Αισθάνεται απογοητευμένος και απομονωμένος, για να μην πούμε προσβεβλημένος. Αισθάνεται ότι είναι εκτεθειμένος σε τρομοκρατικές επιθέσεις, σε τυχαίους φόνους. Αισθάνεται ότι πρέπει να το σκεφτεί καλά πριν μπει σε ένα λεωφορείο. Και όταν προσπαθεί να αμυνθεί, ο κόσμος δεν το καταλαβαίνει. Αυτή τη φορά προτείναμε μια μη βίαιη, προσωρινή μέθοδο καταπολέμησης της τρομοκρατίας. Και εμείς, τα θύματα, βρισκόμαστε στο δικαστήριο κατηγορούμενοι. Δεν ξέρω αν είδατε, στη Χάγη πήγαμε ένα κατεστραμμένο λεωφορείο, από αυτά που καταστράφηκαν από επιθέσεις αυτοκτονίας, και είχαμε τις φωτογραφίες 927 θυμάτων. Τι λοιπόν θέλει η διεθνής κοινότητα; Να στεκόμαστε σαν στόχοι στο Λούνα Παρκ, για να μας σκοτώνουν;».«Είναι φράκτης ασφαλείας»- Αν υποθέσουμε ότι το τείχος είναι όντως απαραίτητο για λόγους ασφαλείας, γιατί δεν ακολουθεί την Πράσινη Γραμμή του '67;«Να πω κατ' αρχάς ότι τώρα συνειδητοποιούμε περισσότερο απ' όσο συνειδητοποιούσαμε όταν άρχισε να χτίζεται ο φράχτης ότι δημιουργεί δυσκολίες για ένα μικρό τμήμα των παλαιστινιακών κοινοτήτων. Και αυτή τη στιγμή κάνουμε ό,τι μπορούμε για να μειώσουμε, όσο είναι δυνατόν, οποιαδήποτε δυσχέρεια προκαλεί ο φράχτης στις παλαιστινιακές κοινότητες. Ομως πρέπει να θυμόμαστε ότι, αν πρόκειται για δίλημμα ανάμεσα στην ποιότητα ζωής και στην ίδια τη ζωή, προτεραιότητα έχει η ίδια η ζωή. Το έχουμε πει άπειρες φορές: Δεν πρόκειται για πολιτικό φράχτη. Είναι φράχτης ασφαλείας.Πρόκειται για μια προσωρινή μέθοδο. Και την περασμένη εβδομάδα είδατε πόσο προσωρινή είναι, με την αφαίρεση τμήματος του φράχτη. Προσπαθώ να καταλάβω την προπαγάνδα που λέει ότι αυτό είναι το μεγαλύτερο έγκλημα στον Κόσμο. Εγώ πιστεύω ότι το μεγαλύτερο έγκλημα είναι να στέλνεις ένα αγόρι 17 χρόνων με μια βόμβα μέσα σε ένα λεωφορείο και να σκοτώνεις δεκάδες ανθρώπους. Τι είδους έγκλημα πολέμου είναι το να προσπαθείς να αμυνθείς;».«Απογοήτευση ο Αραφάτ»- Πώς μπορεί να αναζητηθούν άλλες επιλογές, όταν το Ισραήλ αρνείται να συνομιλήσει με τον Γιάσερ Αραφάτ και χθες ο Αριέλ Σαρόν δήλωσε ότι ο Παλαιστίνιος πρωθυπουργός, Αχμέντ Κρέα, ηγείται μιας κυβέρνησης απατεώνων και δολοφόνων και είναι αδύνατον να υπάρξει οποιαδήποτε διαπραγμάτευση μαζί τους. Με ποιον θέλει να συνομιλήσει το Ισραήλ;«Θα αναφερθώ στον Αραφάτ. Ο Αραφάτ αποτελεί απογοήτευση, όχι μόνο για τους Ισραηλινούς. Οπως κανείς δεν μπορεί να του αμφισβητήσει τη συμφωνία του Οσλο, έτσι και κανείς δεν μπορεί να του αμφισβητήσει την ανανέωση της τρομοκρατίας, το 2000. Και από τότε δεν κάνει τίποτα για να το αλλάξει, αντιθέτως, καλλιεργεί στην παλαιστινιακή κοινωνία τη λογική ότι πρόκειται για νόμιμο εργαλείο. Ο Αραφάτ είχε πολλές ευκαιρίες. Ημουν παρών σε πολλές περιπτώσεις στις οποίες του δόθηκε η ευκαιρία να βρεθεί ένας τρόπος να προχωρήσουμε στον τομέα της ειρήνης. Και μην ξεχνάτε ότι αυτό ήταν μετά το Καμπ Ντέιβιντ, όπου προσφέραμε στους Παλαιστίνιους, ίσως όχι το 100% όσων ήθελαν, αλλά το 97% και είπαμε ότι συζητάμε για το άλλο 3%. Αντί για συζήτηση, ήρθε ένα κύμα τρομοκρατίας.Θέλουμε όμως να συνομιλήσουμε με κάποιον που να μπορούμε να του έχουμε κάποια εμπιστοσύνη. Ομως ο Αραφάτ δεν αφήνει κανέναν να επικρατήσει πέρα από τον ίδιο. Αυτός ήταν η αιτία για την παραίτηση του Αμπού Μάζεν. Δεν είναι κάτι που δημιούργησαν οι Ισραηλινοί.Σε ό,τι αφορά τον Αμπού Αλά (Αχμέντ Κρέα) βλέπουμε, γι' άλλη μια φορά, μια κατάσταση στην οποία ο Αμπού Αλά ονομάζεται πρωθυπουργός, αλλά ο Γιάσερ Αραφάτ είναι αυτός που κάνει κουμάντο. Οσο αυτό συνεχίζεται και όσο ο Αραφάτ δεν κάνει κάτι για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, δεν έχει νόημα να συνομιλείς μαζί του».- Ποια είναι λοιπόν η απάντηση; Μήπως η μονομερής αποχώρηση και ο μονομερής προσδιορισμός των συνόρων, όπως φαίνεται να προωθεί η κυβέρνηση Σαρόν;«Δοκιμάζουμε τα πάντα. Από την εποχή του Οσλο έχουμε αλλάξει πέντε πρωθυπουργούς. Ο καθένας έφερε μια νέα ιδέα σχετικά με το τι πρέπει να γίνει. Από την παλαιστινιακή πλευρά, η Αραφάτ εξακολουθεί να είναι αυτός που ελέγχει τα πράγματα. Ετσι, οδηγηθήκαμε στο να πάρουμε διάφορα μέτρα για την εξασφάλιση της ασφάλειας των Ισραηλινών πολιτών. Ο πρωθυπουργός πρότεινε ένα σχέδιο που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τη μετακίνηση των ισραηλινών οικισμών από τη Γάζα. Και πιστεύω ότι με την πρόταση αυτή ο πρωθυπουργός κινήθηκε σε μια νέα ιδέα που θα μπορούσε με κάποιο τρόπο να οδηγήσει σε διέξοδο από το αδιέξοδο στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα».- Είναι τελείως διαφορετικό να μιλά κανείς για τη Γάζα και άλλο να μιλά για τη Δυτική Οχθη.«Γιατί;».- Κατ' αρχάς τα πράγματα είναι πολύ πιο περίπλοκα, όπως στην περίπτωση των ισραηλινών οικισμών, από απόψεως πληθυσμού, αριθμού και διασποράς.«Ας αρχίσουμε με αυτό που είναι απλούστερο και μπορεί να γίνει και αν αυτό φέρει περισσότερη ηρεμία, λιγότερη βία και μπορεί να βελτιώσει τις συνθήκες ζωής τόσο των Ισραηλινών όσο και των Παλαιστινίων. Αν αυτό μπορεί να γίνει στη Γάζα, ας ξεκινήσουμε από εκεί».Αντισημιτικά φαινόμενα- Τον τελευταίο καιρό το Ισραήλ μιλά όλο και περισσότερο για αναβίωση του αντισημιτισμού. Πολλοί, από την άλλη πλευρά, εκτιμούν ότι αυτό είναι ένας τρόπος να προπηλακισθούν όσοι εκφράζουν την αντίθεσή τους στην πολιτική που εφαρμόζει το Ισραήλ στο Μεσανατολικό. Ποια είναι η γνώμη σας και πώς βλέπετε το θέμα, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την Ελλάδα;«Κατ' αρχάς πιστεύω ότι στην Ελλάδα υπάρχουν φαινόμενα που μπορούν να χαρακτηριστούν αντισημιτικά. Πιστεύω ότι είναι λίγα και όχι σαν αυτά που μπορεί κανείς να βρει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ομως δεν νομίζω ότι πρέπει να τα αγνοούμε. Και πιστεύω ότι τον τελευταίο χρόνο, η ελληνική κυβέρνηση πήρε μερικά μέτρα προς τη σωστή κατεύθυνση. Το πρώτο ήταν ένας νόμος που περιγράφει τι μπορεί και τι δεν μπορεί να λέγεται σε ό,τι αφορά τον αντισημιτισμό. Το άλλο είναι ένας ειδικός νόμος που ορίζει ως ημέρα ανάμνησης του Ολοκαυτώματος των Ελλήνων Εβραίων, τις 27 Ιανουαρίου. Το τρίτο είναι η πρόταση να υπάρξει μια ομάδα εργασίας από Ελληνες Εβραίους και Εβραίους από όλο τον κόσμο που θα εξετάσει με διαφόρους τρόπους πώς να αντιμετωπιστεί το θέμα μέσω της εκπαίδευσης. Θεωρώ ότι είναι σημαντικά βήματα και θα πρέπει να έχουν συνέχεια.Σε ό,τι αφορά την άλλη παρατήρησή σας, συχνά γίνεται το αντίθετο από αυτό που λέτε, δηλαδή κάποιοι χρησιμοποιούν την κριτική της ισραηλινής πολιτικής, προκειμένου να βρουν έναν τρόπο έκφρασης των αισθημάτων τους απέναντι στους Εβραίους...».