Τετάρτη 27 Ιουλίου 2005

Τζιχάντ και υπαρκτή παγκοσμιοποίηση

Στην αγωνία του να πείσει ότι για την επίθεση που δέχτηκε η χώρα του στην καρδιά της, το Λονδίνο, δεν ευθύνεται η πολιτική του παρά πόδας του Μπους στο Αφγανιστάν και, ιδίως, στο Ιράκ, ο Τόνι Μπλερ δήλωσε ότι στόχος ήταν η σύνοδος των G8 στο Γκλενίγκλς και γενικότερα η λεγόμενη «Παγκοσμιοποίηση», η Δύση και ο δυτικός τρόπος ζωής.Η τέχνη της παραπληροφόρησης ή και του απλού ψεύδους απαιτεί συχνά να χρησιμοποιούνται αληθινά στοιχεία για να οδηγήσουν σε ψευδή συμπεράσματα. Το Λονδίνο δεν θα είχε ίσως καταστεί στόχος επίθεσης αν η βρετανική πολιτική δεν το είχε προσδέσει τόσο στενά (ώς δουλικά) στην αμερικανική, καθιστώντας τη Βρετανία σύμβολο «σταυροφορίας» εξ ίσου σημαντικό με τις ΗΠΑ. Διότι κατά τα άλλα, ο Μπλερ έχει δίκιο. Στη ρίζα της ακραίας ισλαμικής λογικής βρίσκεται η υπαρκτή παγκοσμιοποίηση. Και στις δηλώσεις του ο Μπλερ, σίγουρα άθελά του, είπε ακόμα μία αλήθεια, ταυτίζοντας την υπαρκτή παγκοσμιοποίηση με τη Δύση και το δυτικό πολιτισμό. Μιλώντας προσφάτως για την παγκοσμιοποίηση στο Τσάταμ Χάους του Λονδίνου, ο αρμόδιος για θέματα παγκοσμιοποίησης στο Εθνικό Συμβούλιο Πληροφοριών των ΗΠΑ, Ουίλιαμ Αντερσον, προέβλεψε ότι στο μέλλον η διαδικασία της παγκοσμιοποίησης ή της εκλογίκευσης του παγκόσμιου περιβάλλοντος, όπως τη χαρακτήρισε, θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε συγκρούσεις1. Διατηρώντας την οπτική μιας παγκοσμιοποίησης της αγοράς, προέβλεψε ότι οι συγκρούσεις θα είναι ανάμεσα στους «παίκτες» της αγοράς, όπως η Ευρώπη, οι ΗΠΑ, η Κίνα ή η Ινδία. Αυτό που απέφυγε να αναφέρει είναι οι ήδη υπάρχουσες συγκρούσεις που έφερε η υπαρκτή παγκοσμιοποίηση, ξεκινώντας από τη Γένοβα και φτάνοντας στην 11η Σεπτεμβρίου και τα όσα ακολουθούν.Τη σύνδεση ανάμεσα στον ισλαμικό εξτρεμισμό και την παγκοσμιοποίηση ανέλυσε από το 1996 ο Μπέντζαμιν Μπάρμπερ στο βιβλίο «Τζιχάντ εναντίον Μακκόσμου», όπου Μακκόσμος η κοινωνία της παγκοσμιοποίησης στη λογική των επιχειρήσεων2. Αν και περιγράφει εξαιρετικά την αντίδραση στην υπαρκτή παγκοσμιοποίηση, χρησιμοποιώντας τη λέξη «Τζιχάντ» κινδυνεύει να χαρίσει στον ισλαμικό εξτρεμισμό την αντίσταση σε ένα μοντέλο κοινωνικού δαρβινισμού που προσδιορίζει το συγκεκριμένο τύπο παγκοσμιοποίησης.Οπως οι Μπους και Μπλερ προσπαθούν να εξαπατήσουν με τη ληστρική εκμετάλλευση του όρου «δημοκρατία», έτσι και οι εξτρεμιστές ισλαμιστές (κυρίως ουαχαβίτες) εξαπατούν με την πειρατεία του όρου «Τζιχάντ». Ο μαχητικός ισλαμικός εξτρεμισμός στην παραγματικότητα δεν στρέφεται εναντίον της παγκοσμιοποίησης γενικά, αλλά προσπαθεί να αντιμετωπίσει τη φυσική παγκοσμιοποίηση στους κόλπους της ίδιας της «Ούμα», της παγκόσμιας μουσουλμανικής κοινότητας. Και προκειμένου να το πετύχει, εμφανίζεται ως ο μπροστάρης κατά της δυτικόστροφης υπαρκτής παγκοσμιοποίησης με τον ίδιο τρόπο που οι Μπους και Μπλερ εμφανίζονται ως οι πρωταγωνιστές κατά της τρομοκρατίας και πρωταθλητές της δημοκρατίας για να διατηρήσουν τη θέση τους στην ίδια παγκοσμιοποίηση των σχετικών πλεονεκτημάτων.Στην εποχή πριν από την παγκοσμιοποίηση, η «Ούμα» προσδιοριζόταν από την εφαρμογή των «πέντε πυλώνων» του Ισλάμ. Οποιος πίστευε στον Θεό (Αλλάχ), πλήρωνε το «ζάκατ» (συνεισφορά για τους φτωχούς), συμμετείχε στο «χατζ» (προσκύνημα στη Μέκκα), προσευχόταν καθημερινά και νήστευε όταν έπρεπε, αποτελούσε κύτταρο της «Ούμα». Εκείνη την εποχή για τους περισσότερους ήταν αυτονόητο ότι οι μουσουλμανικές κοινωνίες ήταν εξισλαμισμένες, δηλαδή είχαν ενστερνισθεί πλήρως τον αραβικό ισλαμικό πολιτισμό από τον οποίο ξεκίνησε το Ισλάμ. Ομως η ψευδαίσθηση του τύπου «μία θρησκεία, ένας πολιτισμός» άρχισε να ξεφτίζει όταν η υποδομή της παγκοσμιοποίησης εξαφάνισε τους φραγμούς των αποστάσεων. Η κυριαρχία της πληροφορίας και της μετάδοσής της έφερε τη συνειδητοποίηση ότι η «Ούμα» είναι πολύχρωμη, ότι η θρησκεία δεν ταυτίζεται υποχρεωτικά με ένα πολιτισμικό μοντέλο και ότι οι Αραβες αποτελούν μια συνεχώς συρρικνούμενη μειονότητα μεταξύ των μουσουλμάνων3.Σε θρησκευτικό επίπεδο, η διαπίστωση αυτή οδήγησε στη σύγκρουση ανάμεσα σε «υβριδικό» και «αυθεντικό» Ισλάμ. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις, το κίνημα του Αγιατολάχ Χομέινι στο Ιράκ και των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν. Σε πολιτικό επίπεδο προκάλεσε την ανασφάλεια των ουαχαβιτών (κυρίως Σαουδαράβων και Πακιστανών) για την αναγνώριση της πρωτοκαθεδρίας τους (Σαουδική Αραβία) ως θεματοφυλάκων των ιερών τόπων της Μέκκας και της Μεδίνας. Δεν είναι τυχαίο ότι ο σημερινός μαχητικός ισλαμικός εξτρεμισμός είναι κυρίως ουαχαβιτικού πυρήνα και ότι τροφοδοτείται από στοιχεία αραβικού εθνικισμού, τη στιγμή που η αραβική συνιστώσα του Ισλάμ φθίνει.Οταν όμως ο ισλαμικός εξτρεμισμός άρχισε να φθίνει, μη έχοντας κατορθώσει να προσεταιρισθεί τις μεσαίες κοινωνικές τάξεις «του παζαριού» και να επαναλάβει την επιτυχία του στο Ιράν, όπως γράφει ο Ζιλ Κεπέλ4, βρέθηκε ο νέος μεταψυχροπολεμικός «θρίαμβος» της Δύσης για να προσφέρει ένα δεκανίκι, εκκινώντας μια συμβιωτική σχέση.Μετά την αποτυχία του να καταλάβει την εξουσία όπου το αποπειράθηκε (Αλγερία, Αίγυπτο, Βοσνία) είδε τη βία να τον ξεπερνά «καταστρέφοντας τη δυνατότητα να συσπειρώνει διαφορετικές κοινωνικές ομάδες»5. Με την επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου, ο ισλαμικός εξτρεμισμός εκμαίευσε ένα σωτήριο δώρο. Αναγορεύτηκε από την παγκόσμια υπερδύναμη, και μοναχικό/μοναδικό μεταψυχροπολεμικό πόλο εξουσίας, σε παγκόσμια δύναμη και πόλο εξουσίας σχεδόν ισότιμο της πρώην ΕΣΣΔ. Στη συνέχεια, με την αμερικανο-βρετανική επίθεση στο Ιράκ είδε να ανοίγουν οι κρουνοί της τροφοδοσίας της με υλικό, έμψυχο και μη.Ξεκινώντας μια μακροχρόνια συμβιωτική σχέση, πρόσφερε σε αντάλλαγμα στις ΗΠΑ και τα προσαρτήματά τους τύπου Βρετανίας τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν από μελλοντικές αμφισβητήσεις το συγκριτικό πλεονέκτημά τους στη διαμόρφωση της υπαρκτής παγκοσμιοποίησης των επιχειρήσεων, σύμφωνα με τα συμφέροντά τους και να ανατρέψουν την ανάδυση μιας παγκοσμιοποίησης των πολιτών. Και οι δύο πλευρές της συμβιωτικής σχέσης, έχοντας εξασφαλίσει την ύπαρξη ενός αντίθετου πόλου, έχουν απλουστεύσει τη διαδικασία αυτοπροσδιορισμού τους και έχουν αποκτήσει απλούστερη, σαφέστερη, πιο αναγνωρίσιμη αν και όχι απαραίτητα γνήσια ταυτότητα.Και καθώς η διατήρηση μιας συμβιωτικής σχέσης, όπως και κάθε σχέσης, θέλει φροντίδα, η ανταλλαγή δώρων κατά διαστήματα είναι απαραίτητη. Σε αντάλλαγμα της επίθεσης στο Λονδίνο, η βρετανική ανταπόδοση με την εν ψυχρώ εκτέλεση ενός αθώου Βραζιλιάνου ήταν άμεση.1. Globalization and Future Architectures: US National Intelligence Council's Report on the 2020 Project. Chatham House, 6/6/2005. 2. Benjamin Barber, «Jihad vs Mcworld». 3. Riaz Hassan, YaleGlobal, 17/4/2003. 4. Ζιλ Κεπέλ, «Τζιχάντ, ο Ιερός Πόλεμος», μετάφραση Ελένη Τσερεζόλε, εκδόσεις Καστανιώτη, 2001. 5. Ιδιος, συνέντευξη στην Ελένη Τσερεζόλε.