Τρίτη 8 Αυγούστου 2006

Ψυχο...πολιτική και αιματοχυσία

«Οι άνθρωποι δημιουργούν πράγματι την ιστορία τους, αλλά... κάτω από δεδομένες και επιβεβλημένες συνθήκες»Καρλ ΜαρξΗ επικρατούσα στην Ευρώπη, από την εποχή του Θουκυδίδη, ρεαλιστική σχολή της πολιτικής, αλλά και, σε άλλη μία αντίφαση δεδομένης της θεοποίησης προσώπων (Λένιν, Στάλιν), η επίσημη ιδεολογία του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού απορρίπτουν ουσιαστικά τον ρόλο της προσωπικότητας στην πολιτική και ειδικά στη διεθνή πολιτική. Τη θέλουν να υπακούει και να αντιδρά απολύτως ορθολογικά σε καθαρά αντικειμενικούς εξωγενείς παράγοντες.Οπως λέει ένας από τους βασικότερους θεωρητικούς της ρεαλιστικής σχολής, ο Χανς Μόργκενταου, ένας αναλυτής μπορεί να αναλύσει και να αναπαραστήσει τη λογική των διαμορφωτών της πολιτικής βασισμένος σε «ορθολογικές υποθέσεις» και όχι βασισμένος στην επισφαλή ενασχόληση «με κίνητρα και ιδεολογικές προτιμήσεις»1.Ομως, παρακολουθώντας τις πρόσφατες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, ξεκινώντας από τον πόλεμο στο Ιράκ και καταλήγοντας στην ισραηλινή επίθεση στον Λίβανο, βλέποντας τον μονότονα αξιακά φορτισμένο τρόπο με τον οποίο ο Τζορτζ Μπους και οι περί αυτόν υπερασπίζονται τις επιλογές τους, βλέποντας το πολύ πιο περίπλοκο ψυχόδραμα του Τόνι Μπλερ, καθώς προσπαθεί να αντιμετωπίσει ένα όλο και πιο εχθρικό στις επιλογές του περιβάλλον, είναι δύσκολο να αντισταθείς στον πειρασμό μιας ερασιτεχνικής ψυχαναλυτικής προσέγγισης, μιας αναζήτησης της ψυχοπαθολογίας, ατομικής και συλλογικής, που συμβάλλει στη διαμόρφωση του διεθνούς περιβάλλοντος.Θα περάσουν πολλά χρόνια για να εκτιμηθούν, αν υπάρχουν, αντιστοιχίες με τον πρώην πρωθυπουργό της Βρετανίας, Αντονι Ηντεν, και τον ρόλο που έπαιξαν οι αμφεταμίνες που χρησιμοποιούσε στη διαμόρφωση μιας απερίσκεπτης προσωπικότητας, η οποίανοδήγησε στο φιάσκο του Σουέζ ή με την επίδραση που είχε η ασθένεια του Πάρκινσον και τα φάρμακα που έπαιρνε ο Χίτλερ στις όλο και πιο εξωφρενικές παρορμητικές αποφάσεις που επέσπευσαν το τέλος του.Αν ο Χίτλερ και ο Στάλιν -όπως και πολλοί από τους λεγόμενους «χαρισματικούς» ηγέτες- παρουσίαζαν «καραμπινάτα» κλινικά προβλήματα, δεν είναι απαραίτητο να αναζητήσει κανείς τυπική ψυχοπαθολογία, όπως παράνοια, στους σίγουρα όχι τόσο «χαρισματικούς» Μπους και Μπλερ. Μπορεί όμως να υποψιαστεί κάτι οριακό, όπως τη μετατόπιση ιδιωτικών κινήτρων στα δημόσια πράγματα2. Μπορεί ακόμα να αναζητήσει διεργασίες που επηρεάζουν τη διαδικασία λήψης αποφάσεων σε «φυσιολογικές» και όχι παθολογικές περιπτώσεις, όπως γνωστικούς περιορισμούς, συστήματα πεποιθήσεων, αξιακά πλαίσια, αντιλήψεις και χαρακτηριστικά προσωπικότητας, όπως η ικανότητα αντιμετώπισης αλληλοσυγκρουόμενων στοιχείων και η δυνατότητα επεξεργασίας πολύπλοκων καταστάσεων.Οπως επισημαίνει ο Χέρμπερτ Σάιμον, «η ικανότητα της ανθρώπινης διάνοιας για διατύπωση και επίλυση σύνθετων προβλημάτων είναι πολύ μικρή, αν συγκριθεί με το μέγεθος του προβλήματος, η λύση του οποίου απαιτείται για αντικειμενικά ορθολογική συμπεριφορά στον πραγματικό κόσμο ή ακόμα και για μια αποδεκτή προσέγγιση ενός τέτοιου αντικειμενικού ορθολογισμού»3.Επιπλέον προβλήματα, ειδικά στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, είναι η τάση να ερμηνεύει και να προβλέπει κανείς τη συμπεριφορά του αντιπάλου αποδίδοντάς τη σε στοιχεία της προσωπικότητάς του (π.χ. εγγενή επιθετικότητα ή εχθρική στάση) και όχι εντάσσοντάς την στο πραγματικό πλαίσιο της κατάστασης, ενώ αντιθέτως αποδίδει τη δική του συμπεριφορά σε ρεαλιστική ορθολογική αντιμετώπιση της κατάστασης4. Ενα αντίστοιχο διπλό πρότυπο περιγράφει ο Τζορτζ Κέναν αναφερόμενος στον Ψυχρό Πόλεμο και την ΕΣΣΔ: «Μήπως η άποψή μας είναι ότι θα πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μόνο τις δυνατότητές τους, αδιαφορώντας για τις προθέσεις τους, αλλά εμείς θα πρέπει να περιμένουμε απ' αυτούς να λαμβάνουν υπόψη τους τις υποτιθέμενες προθέσεις μας αντί για τις δυνατότητές μας''»5.Με δεδομένη την περιπλοκότητα -και σε μεγάλο βαθμό την υποκειμενικότητα- μιας καθαρά ψυχαναλυτικής προσέγγισης στους παίκτες της διεθνούς σκηνής και τις αντίστοιχες δυσκολίες μιας παιγνιοθεωρητικής ανάλυσης, αρκούμαστε εδώ σε δύο κεντρικά πρόσωπα, τους Τζορτζ Μπους και Τόνι Μπλερ, με απλή επισήμανση μερικών κοινών στοιχείων αλλά και διαφορών που, εντελώς σχηματικά, μπορούν να εξηγήσουν την -καταστροφική ή και αυτοκαταστροφική για πολλούς- σύμπλευση μεταξύ τους αλλά και τις διαφορές τους.Σε αντίθεση με την Ευρώπη και τη ρεαλιστική σχολή των διεθνών σχέσεων, στις ΗΠΑ ήταν ανέκαθεν ισχυρή και η ιδεαλιστική-ηθικολογική προσέγγιση. Αν κάποτε προσωπικότητες όπως ο Χένρι Κίσινγκερ είχαν γείρει τη ζυγαριά προς την πλευρά των ρεαλιστών, άλλες προσωπικότητες σήμερα (όπως ο Τζορτζ Μπους και οι περί αυτόν νεο-συντηρητικοί) ενισχύουν την πάντα παρούσα ιδεαλιστική-ηθικολογική τάση, που υποτάσσει τον ρεαλιστικό ορθολογισμό σε ένα συγκεκριμένο, και αρκετά ιδιόμορφο, αξιακό πλαίσιο. Σε πλήρη αντίθεση με την παράδοση της ευρωπαϊκής πολιτικής από την εποχή του «ρεαλιστή» Μέτερνιχ και του υπέρμαχου του «κρατικού συμφέροντος» καρδιναλίου Ρισελιέ αλλά και σε ακόμα μεγαλύτερη σύγκρουση με την παραδοσιακή εξωτερική πολιτική της Βρετανίας, ο Τόνι Μπλερ μπήκε στο πολιτικό προσκήνιο διακηρύσσοντας την ανάγκη μιας «ηθικής» εξωτερικής πολιτικής. Δημιουργήθηκε έτσι για λίγο το παράδοξο μιας βρετανικής προσέγγισης της εξωτερικής πολιτικής με περισσότερους αξιακούς προσδιορισμούς από ό,τι η αμερικανική προσέγγιση επί κυβερνήσεως Κλίντον. Η «φυσική» τάξη των πραγμάτων αποκαταστάθηκε με την εγκατάσταση του Μπους και της ομάδας του στον Λευκό Οίκο και την ιδεοληπτική ένεση της 11ης Σεπτεμβρίου. Στο πλαίσιο αυτό η ψυχική ταύτιση Μπους-Μπλερ και η επακόλουθη -σχεδόν δουλική- ταύτιση της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής με τις αμερικανικές επιλογές είναι απολύτως ερμηνεύσιμες.Εξίσου ερμηνεύσιμες είναι και οι διαφορές που παρατηρούνται, τόσο στην ουσία (όλο και λιγότερο) όσο και στον τρόπο εξήγησης και δικαιολόγησης των επιλογών (όλο και περισσότερο).Οι μονότονες, απλοϊκές, ξερές και σχεδόν βαριεστημένες εξηγήσεις που δίνει ο Τζορτζ Μπους για τις επιλογές του στο Ιράκ ή στη Μέση Ανατολή δεν οφείλονται αποκλειστικά στις περιορισμένες εκφραστικές δυνατότητες που διαθέτει. Ασφυκτικά περικυκλωμένος από έναν κύκλο συμβούλων και συνεργατών που ταυτίζονται με τις απόψεις του ή δεν τολμούν να εκφράσουν αντιρρήσεις, ο Αμερικανός πρόεδρος βυθίζεται στη βεβαιότητα των επιλογών του, πέφτοντας θύμα μιας διαδικασίας πολιτικής λογοδοσίας που μπορεί να γίνει «πνευματικά αιμομικτική όταν οι διαμορφωτές της πολιτικής αναμένουν ότι θα λογοδοτήσουν μόνο σε συνεργάτες και κοινή γνώμη με παρόμοιες με τις δικές τους απόψεις»6. Ο συνδυασμός ενός ισχυρογνώμονα ηγέτη με την απομόνωσή του από τις επικρίσεις αρκεί για να ενισχύσει κάποιες ήδη επικίνδυνες τάσεις στις κριτικές του δυνατότητες.Αντιθέτως, αντιμετωπίζοντας έντονες διαφωνίες στον στενό περίγυρο των συνεργατών του και ακόμα εντονότερες στην κοινή γνώμη της χώρας του, ο Τόνι Μπλερ απαντά πιο περίπλοκα, προσπαθεί να εξηγήσει τον προβληματισμό του, δίνει την εντύπωση ότι προσπαθεί να εντάξει στο σκεπτικό του «λογικές» αντιρρήσεις που έχουν εκφραστεί.Οταν όμως πιεστούν στο -διαφορετικό για τον καθένα- όριο της επιχειρηματολογίας τους, τόσο ο Μπους όσο και ο Μπλερ καταλήγουν στο προσωπικό τους αξιακό σύστημα, εκφράζοντας απλώς την ατράνταχτη πεποίθηση ότι αυτό που κάνουν «είναι σωστό», ενώ συχνά επικαλούνται, αν και σε διαφορετικό βαθμό, τη θρησκευτική τους πίστη.Οι συνέπειες του εγκλωβισμού τους σε, αναγκαστικά υποκειμενικά και μοιραία επιλεκτικά, αξιακά πλαίσια είναι ορατές στο Ιράκ και στον Λίβανο. Υπενθυμίζουν έτσι τους λόγους για τους οποίους η ρεαλιστική σχολή επικράτησε στην Ευρώπη με την εμπειρία των ιδεολογικών/θρησκευτικών πολέμων.1. Morgenthau, «Politics», 5, 6. 2. Harold Lasswell, «Psyhopathology and Politics» (Chicago, 1931). 3. Herbert Simon, «Amdinistrative Behavior», 198. 4. Ole R. Holsti, «Theories of International Relations», 29. 5. George F. Kennan, «The Cloud of Danger: Current Realities of American Foreign Policy» (Boston 1978), 87-88. 6. Philip Ε. Tetlock, «Social Psychology and World Politics» (Ohio State University).

08/08/2006