Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2003

«Επένδυση ασφάλειας η Βουλγαρία»

«Εμπιστοσύνη» είναι η λέξη-κλειδί στις σχέσεις Ελλάδας - Βουλγαρίας, σύμφωνα με τον Βούλγαρο πρόεδρο, Γκεόργκι Παρβάνοφ, που επισκέπτεται επισήμως την Ελλάδα από την Τετάρτη ώς σήμερα.
Εχοντας εξασφαλίσει την πλήρη υποστήριξη της Ελλάδας στην προσπάθεια της χώρας του να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ενωση το 2007 και με δεδομένη ουσιαστικά την ένταξή της στο ΝΑΤΟ για την οποία παραμένει σε εκκρεμότητα η επικύρωση της σχετικής συμφωνίας από τα κοινοβούλια των χωρών-μελών της Συμμαχίας, ο 45χρονος πρόεδρος θεωρεί ότι ακόμα και διαφωνίες με την Ελλάδα, όπως αυτή που αφορά τις σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης με το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ, είναι εποικοδομητικές, εφ' όσον συμβάλλουν στον προβληματισμό για τη διαμόρφωση τελικών θέσεων.-Σε ορισμένα θέματα, όπως οι σχέσεις με τις ΗΠΑ και ό,τι αυτές συνεπάγονται, η Βουλγαρία έχει διαφορετικές θέσεις από αυτές της ελληνικής κοινής γνώμης. Γιατί, λοιπόν, η Ελλάδα θα πρέπει να υποστηρίξει την ένταξη μιας χώρας που έχει διαφορετική στάση σε τέτοια σημαντικά θέματα;«Στην κοινή θέση»«Κατ' αρχήν θα ήθελα να ευχαριστήσω για τη σταθερή υποστήριξή της για τους στόχους προτεραιότητας της Βουλγαρίας.Διαφωνίες υπάρχουν σε κάθε οικογένεια, συμπεριλαμβανομένης της μεγάλης ευρωπαϊκής οικογένειας. Πιστεύω ότι κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας μιας θέσης ή μιας λύσης, καλό είναι να υπάρχουν διαφορετικές απόψεις και διαφωνίες. Οταν όμως υπάρχει κοινή θέση, η Βουλγαρία την ακολουθεί. Η βουλγαρική στάση βρίσκεται μέσα στη γενική ευρωπαϊκή θέση για κοινή εξωτερική πολιτική. Ως παράδειγμα, αναφέρω τη στάση για το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο.-Δεν μπορεί να αναμένει κανείς από μία υποψήφια χώρα να υποστηρίζει μια ενιαία θέση όταν μια τέτοια ενιαία θέση δεν υπάρχει στους κόλπους της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ενωσης.«Αν πρέπει να σας απαντήσω γιατί η Ελλάδα θα πρέπει να υποστηρίξει την ένταξη της Βουλγαρίας, θα απαντούσα με μία πρόταση: Διότι η εισδοχή της Βουλγαρίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση και στο ΝΑΤΟ αποτελεί επένδυση στην ασφάλεια όλης της περιοχής μας, της ευρωπαϊκής ηπείρου και συγκεκριμένα της ελληνικής κοινωνίας.Ως σύμμαχοι θα μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε πολύ πιο αποτελεσματικά ορισμένες προκλήσεις που βρίσκονται μπροστά μας».-Μια και αναφερθήκατε στην ασφάλεια της περιοχής, ο οικονομικός τομέας είναι ιδιαίτερα σημαντικός. Χθες (Τρίτη 5/11) μιλώντας στη Σόφια, προτείνατε τη δημιουργία μιας ζώνης ελεύθερου εμπορίου.«Εδωσα ένα σχέδιο με πέντε βήματα που μπορούν να συνεισφέρουν στην ενδυνάμωση της οικονομικής συνεργασίας. Θεωρώ ότι, όπως στην Κεντρική Ευρώπη υπήρχε η CEFTA, το οικονομικό αυτό μοντέλο θα μπορούσε να εφαρμοστεί και στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.Νομίζω ότι οι χώρες της περιοχής μπορούν να βρουν τόσο εσωτερικούς πόρους όσο και εξωτερική βοήθεια, να αναζητήσουν κοινές επενδύσεις στις υποδομές, στην από κοινού αγορά ενέργειας, στην ανάπτυξη νέων τεχνολογιών. Δεν το απαιτούν μόνο οι επιχειρηματικοί κύκλοι, αλλά και η κοινωνία των πολιτών. Το πώς θα γίνει, θα μας το πουν οι εμπειρογνώμονες. Στη Βουλγαρία υπάρχει βούληση να βοηθήσει για την πραγμάτωση αυτών των ιδεών».-Στο επίπεδο της διμερούς συνεργασίας Ελλάδας - Βουλγαρίας, ποιο θεωρείτε ότι είναι το ισχυρότερο στοιχείο;«Για μένα, η λέξη-κλειδί στις διμερείς σχέσεις είναι η λέξη εμπιστοσύνη. Διότι και στο παρελθόν είχαμε καλές διμερείς σχέσεις, ακόμα και όταν ανήκαμε σε διαφορετικούς στρατιωτικο-πολιτικούς συνασπισμούς. Αλλά εμπιστοσύνη τόσο μεγάλη σαν και αυτή που εμπνέει αυτή τη στιγμή τις σχέσεις μας δεν υπήρχε ποτέ πριν. Και αυτό εξηγεί γιατί η Ελλάδα είναι ο πρώτος επενδυτής στη Βουλγαρία».«Τρικλοποδιά»-Σήμερα υπάρχει ένα δημοσίευμα σε ελληνική εφημερίδα, σχετικά με ένα βουλγαρικό γραμματόσημο με τη Μονή Ζωγράφου του Αγίου Ορους κάτω από τη λέξη Βουλγαρία. Αναφέρεται μάλιστα ότι έχει γίνει και σχετικό διάβημα από την ελληνική κυβέρνηση. Ως ιστορικός και μάλιστα ως ιστορικός που έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με την όχι και πολύ μακρινή ταραχώδη περίοδο των Βαλκανίων, γνωρίζετε τις ευαισθησίες που υπάρχουν στην περιοχή μας και το πόσο εύκολα αυτές μπορούν να εξαφθούν. Τι πιστεύετε ότι μπορεί να γίνει ώστε να μην υπάρχουν τέτοια προβλήματα;«Ως ιστορικός και ως αρχηγός του κράτους θα πω ότι πρέπει να ανασύρουμε από την ιστορία εκείνα που μας ενώνουν και όχι εκείνα που μας χωρίζουν. Και στη Βουλγαρία εμφανίζονται, όχι σπάνια, παρόμοια δημοσιεύματα τα οποία, αν ο ένας ή ο άλλος κρατικός παράγοντας τους έδινε ιδιαίτερη σημασία, θα μπορούσαν να βάλουν τρικλοποδιά. Εχει μείνει μακριά στο παρελθόν η περίοδος κατά την οποία η Ιστορία μπορούσε να χρησιμεύσει ως βάση για εδαφικές αξιώσεις. Εμείς πρέπει να έχουμε την ευρωπαϊκή ανάμνηση της περίπλοκης Ιστορίας μας.Είμαι υπέρ της ύπαρξης μιας πολύ πιο δυναμικής ανταλλαγής πολιτιστικών αγαθών και επικοινωνίας στον πολιτιστικό τομέα. Θα χαιρόμουν αν μπορούσαμε να διοργανώσουμε ημέρες ελληνικού πολιτισμού στη Βουλγαρία και αντιστοίχως, βουλγαρικού πολιτισμού στην Ελλάδα. Είμαι έτοιμος να βοηθήσω σε μια τέτοια, πιο σύγχρονη προσέγγιση των θεμάτων».

Δευτέρα 25 Αυγούστου 2003

Η τραγωδία της Αντιγόνης στις μέρες μας

«Πρώτα ήρθαν για τους σοσιαλιστές και εγώ δεν διαμαρτυρήθηκα γιατί δεν ήμουν σοσιαλιστής. Μετά ήρθαν για τους συνδικαλιστές και εγώ δεν διαμαρτυρήθηκα γιατί δεν ήμουν συνδικαλιστής. Μετά ήρθαν για τους Εβραίους και εγώ δεν διαμαρτυρήθηκα γιατί δεν ήμουν Εβραίος. Μετά ήρθαν για μένα και δεν είχε μείνει κανείς να διαμαρτυρηθεί για λογαριασμό μου». Μάρτιν Νιμόλερ, Λουθηρανός πάστορας, που φυλακίστηκε για 8 χρόνια από τους ναζί επειδή μίλησε κατά του Χίτλερ.Αν η Αντιγόνη του Σοφοκλή παίζεται ακόμα σε ολόκληρο τον κόσμο, είναι επειδή το πρόβλημα που θέτει στον θεατή παραμένει επίκαιρο. Αν έχει αποτελέσει τη βάση χιλιάδων θεατρικών και λογοτεχνικών έργων σε όλες τις εποχές και όλο τον κόσμο, είναι επειδή το πρόβλημα εξακολουθεί να αναζητεί λύση: Κατά πόσον η αρχέγονη ηθική, οι αρχέγονοι φυσικοί νόμοι, όλα όσα συναποτελούν αυτό που αποκαλείται συνείδηση μπορούν να εναντιωθούν στη συντεταγμένη έκφραση της κοινωνίας, στους νόμους και τις αποφάσεις του κράτους, κατά πόσον και πότε το άτομο μπορεί ή οφείλει να πράξει κατά συνείδηση, εναντιούμενο στους νόμους των ανθρώπων. Ή, ακόμα πιο απλά, κατά πόσον η προσωπική ηθική μπορεί και πρέπει να εναντιώνεται στην εξουσία, κατά πόσο το raison d' etat του Ρισελιέ αποτελεί την ύπατη αξία.Μια «παράσταση» βασισμένη στην Αντιγόνη του Σοφοκλή παίζεται αυτές τις μέρες στο Λονδίνο, στα Βασιλικά Δικαστήρια, όπου ένας ανώτατος δικαστικός, ο λόρδος Χάτον, εξετάζει τις συνθήκες που οδήγησαν στην αυτοκτονία ενός υψηλόβαθμου στελέχους της δημόσιας διοίκησης, του εμπειρογνώμονα του βρετανικού υπουργείου Αμυνας σε θέματα βιολογικού πολέμου, δ/ρα Κέλι.Το αντικείμενο της ανάκρισης είναι η αυτοκτονία του δ/ρα Κέλι και οι τυχόν ευθύνες ατόμων που ενδεχομένως τον οδήγησαν εκεί ασκώντας ασφυκτικές πιέσεις. Η αυτοκτονία του όμως είναι απλώς το γεγονός που επιτρέπει να τεθούν τα ευρύτερα ερωτήματα: Κατά πόσον ένας άνθρωπος, πολύ περισσότερο ένας δημόσιος υπάλληλος, υποταγμένος τυπικά και νομικά σε έναν κρατικό μηχανισμό, δεν περιορίζεται απλώς να αμφισβητήσει τις επιλογές της κυβέρνησης που ηγείται του μηχανισμού αυτού, αλλά και σκοπίμως διοχετεύει προς τα έξω σχετικές πληροφορίες με στόχο να υπονομεύσει τις κατ' αυτόν ηθικά απαράδεκτες επιλογές.Στον ρόλο του Κρέοντα, που μοιράζονται ο πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ και ο πανίσχυρος σύμβουλός του σε θέματα επικοινωνίας Αλιστερ Κάμπελ, καταφεύγουν στην κλασική άμυνα των διαχειριστών της όποιας εξουσίας, συγχέοντας σκοπίμως τα πρόσωπα με τους θεσμούς και προειδοποιώντας εμμέσως, μέσω δικών τους διαρροών, ότι η αμφισβήτηση της κυβερνητικής αξιοπιστίας σημαίνει αμφισβήτηση της αξιοπιστίας του θεσμού της κυβέρνησης.Παρόμοιο έργο παίζεται αυτές τις μέρες και στην Αυστραλία, αν και η απουσία δραματικών γεγονότων, όπως μία αυτοκτονία, αλλά και η απόσταση, το καθιστούν λιγότερο ορατό. Και εκεί, ένας αξιωματούχος των αυστραλιανών μυστικών υπηρεσιών, ο Αντριου Ουίλκι, ο οποίος διαφώνησε με τις κυβερνητικές επιλογές πλήρους σύνταξης με τις ΗΠΑ στο Ιράκ και παραιτήθηκε τον προηγούμενο Μάρτιο, καταθέτει σε εξεταστική επιτροπή του Κοινοβουλίου περίπου τα ίδια με αυτά που άφησε να διαρρεύσουν ο δρ Κέλι. Πώς η, αυστραλιανή στην περίπτωσή του, κυβέρνηση διασκεύασε τεχνηέντως τις αναφορές των μυστικών υπηρεσιών για να δημιουργήσει ένα «μυθικό Ιράκ», στο οποίο έπρεπε οπωσδήποτε να σταλούν και αυστραλιανές δυνάμεις.Στις δύο αυτές περιπτώσεις, τα διλήμματα τύπου Αντιγόνης είναι σχετικά απλά. Η εκ της εξουσίας εκπορευόμενη νομιμότητα, στο συγκεκριμένο θέμα αμφισβητείται ούτως ή άλλως έντονα από μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Η εναντίωση, ακόμα και αν δεν εξυπηρετεί ιδιοτελείς σκοπούς, όπως μπορεί να συμβεί μερικές φορές, είναι σχετικά εύκολη μέσα στο ευρύτερο κλίμα που τη νομιμοποιεί σε μεγάλο βαθμό.Τα πράγματα δυσκολεύουν όταν η σύγκρουση δεν γίνεται ανάμεσα στο άτομο και την εξουσία, αλλά στο άτομο και την ίδια την κοινωνία, έστω και αν στην κοινωνία αυτή έχει «κατασκευασθεί» μια συναίνεση, προκειμένου να εξυπηρετήσει τους στόχους της εξουσίας ή ακόμα και ομάδων που τη διεκδικούν.Την περίπτωση αυτή αφορούν τα λόγια του Λουθηρανού πάστορα. Είχε φοβηθεί να αντιδράσει στις επιλογές μιας ομάδας που, οικοδομώντας πάνω στους φόβους, τις ανασφάλειες και τις απογοητεύσεις του γερμανικού λαού, δημιούργησε τη συναίνεση που έφερε αρχικά στην εξουσία το Εθνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα και τον Αδόλφο Χίτλερ και στη συνέχεια έφερε την εξουσία στα μέτρα του.Αφορούν όσους φοβούνται να αντιδράσουν στην τρομακτική συναίνεση που έχει κατασκευάσει στις ΗΠΑ μια ιδιοτελής ομάδα, χτίζοντας πάνω στους φόβους και τις ανασφάλειες του αμερικανικού λαού με τα υλικά που προσέφερε αφειδώς η 11η Σεπτεμβρίου.Η εναντίωση στην εξουσία ενέχει την αξία της αντίστασης. Η εναντίωση στην κατασκευασμένη «συναίνεση» της κοινωνίας, την ομοφωνία, την «εθνική ομοψυχία» απειλείται με την απαξία της προδοσίας.Οχειρισμός της κοινής γνώμης από εξουσίες ή ομάδες συμφερόντων αποτελεί έτσι το σημαντικότερο εργαλείο καθυπόταξης της κοινωνίας στους στόχους τους, μετατρέποντάς την σε δεσμοφύλακα του εαυτού της. Σε οποιονδήποτε χρόνο. Σε οποιονδήποτε τόπο. Ασχετα με το αν η εξουσία βάζει την κοινωνία να εστιάσει σε σοσιαλιστές, Εβραίους, κομμουνιστές, αντεπαναστάτες, ξένους, καπιταλιστές, συνδικαλιστές, Αραβες, γείτονες, μελαψούς ή ξανθούς, ανθρώπους που, υποτίθεται, την αντιμετωπίζουν με φθόνο, για να ανατροφοδοτήσει τους φόβους της και να ομογενοποιηθεί ελεγχόμενα.Αυτή, η δυσκολότερη εναντίωση είναι η σπανιότερη, η πολυτιμότερη και η πλέον αναγκαία. Σε κάθε χρόνο. Και σε κάθε τόπο.

Δευτέρα 11 Αυγούστου 2003

Το ερωτηματικό στη σύγκρουση των πολιτισμών

Πριν από δέκα χρόνια, το καλοκαίρι του 1993, δημοσιευόταν το άρθρο του Σάμιουελ Χάντιγκτον «Η σύγκρουση των πολιτισμών;»1. Το 1996 το ανέπτυξε σε βιβλίο. Σήμερα, μετά την 11η Σεπτεμβρίου και τους πολέμους των ΗΠΑ και της λεγόμενης «Δύσης» στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, πολλοί αναρωτιούνται αν ο καθηγητής του Χάρβαρντ είχε δίκιο όταν προέβλεπε ότι οι μελλοντικές συγκρούσεις θα γίνονται κυρίως κατά μήκος των γραμμών διαίρεσης ή αντιπαράθεσης μεταξύ των πολιτισμών. Αυτό ακριβώς πρεσβεύουν η Αλ Κάιντα και άλλες εξτρεμιστικές ομάδες που χρησιμοποιούν το Ισλάμ ως σημείο αναφοράς. Στις ανακοινώσεις τους μιλούν συνεχώς περί νέας «σταυροφορίας» και νέων «σταυροφόρων» κατά του Ισλάμ.Αν όμως στις αρχές της δεκαετίας του '90, όταν ο Χάντιγκτον έγραφε το άρθρο του, υπήρχε παντού μια αναβίωση της θρησκείας, μια «εκδίκηση του Θεού» όπως τη χαρακτήριζε ο Ζιλ Κεπέλ2, λίγα χρόνια αργότερα το τοπίο φαίνεται να αλλάζει τόσο ώστε ο ίδιος να μιλά για «παρακμή του ισλαμισμού» και «ώρα του μετα-ισλαμισμού»3.Στην εποχή μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η κυρίαρχη σύγκρουση με πολιτισμικά χαρακτηριστικά εμφανίστηκε να είναι αυτή ανάμεσα στη λεγόμενη «Δύση» και το πολιτικό Ισλάμ. Η ολίσθηση αυτής της αντιπαράθεσης προς τη βία δείχνει να συμπίπτει με την απαρχή της παρακμής του πολιτικού Ισλάμ, την αποτυχία του να διατηρήσει την υποστήριξη των μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων και τη συνακόλουθη ριζοσπαστικοποίησή του.Η επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου στις ΗΠΑ ήταν μια προσπάθεια να δοθεί το φιλί της ζωής στο μαχητικό ισλαμικό εξτρεμισμό, μια προσπάθεια που αποδείχθηκε άκρως επιτυχημένη καθώς πέτυχε τον επιδιωκόμενο στόχο κάθε τρομοκρατικής ενέργειας: τον εξαναγκασμό του αντιπάλου σε δυσανάλογα βίαιη αντίδραση που θα τον αποξενώσει από μεγάλα τμήματα του πληθυσμού και θα ενισχύσει εξ αντανακλάσεως την πλευρά των εχθρών του.Ο πόλεμος στο Αφγανιστάν, όπου η ισλαμική ταυτότητα των αντιπάλων, Ταλιμπάν και Αλ Κάιντα, ήταν καθοριστική, ενίσχυσε αυτή την εικόνα. Για πολλούς μουσουλμάνους στόχος φάνηκε να είναι το σύνολο του Ισλάμ. Ο δεύτερος πόλεμος, αυτός στο Ιράκ, λειτούργησε πιο περίπλοκα. Από μια πλευρά απάλυνε την εικόνα του πολέμου μεταξύ πολιτισμών, την ιδέα της χριστιανικής Δύσης που διεξάγει μια νέα «σταυροφορία», καθώς, παρά τις σχετικά πρόσφατες φιλότιμες προσπάθειες του Σαντάμ Χουσεΐν, το ιρακινό καθεστώς είναι καταγεγραμμένο ως κοσμικό καθεστώς, εχθρικό προς το Ισλάμ. Από την άλλη όμως ενίσχυσε την εικόνα της «σταυροφορίας» απέναντι στους Αραβες. Στο καθαρά θρησκευτικό πεδίο, ενισχύει θετικά -και όχι αρνητικά, εξ αντανακλάσεως- συντηρητικές, όχι όμως εξτρεμιστικές, θρησκευτικές δυνάμεις μέσα στο Ιράκ, όπως φαίνεται με την ενίσχυση των σιιτικών στοιχείων.Η περιπλοκότητα της περίπτωσης του Ιράκ βρίσκεται όμως πλησιέστερα στη σημερινή διεθνή πραγματικότητα όπου το Ισλάμ αποτελεί σε μεγάλο βαθμό το όχημα της κάθε μορφής εθνικισμού, από τον αραβικό εθνικισμό, μέρος του ασιατικού, ώς τον αφρικανικό εθνικισμό, παίρνοντας τη θέση που είχε κάποτε ο σοσιαλισμός.Από την άλλη πλευρά της γραμμής αντιπαράθεσης βρίσκεται η λεγόμενη «Δύση», ό,τι και αν αυτό σημαίνει. Ακριβώς για να αφαιρεθεί το πολιτισμικό στοιχείο που ξυπνά αμυντικά ανακλαστικά απέναντι στον «πολιτισμικό ιμπεριαλισμό», τείνει πλέον να ονομάζεται κατ' ευφημισμό «Διεθνής Κοινότητα». Στην πραγματικότητα αποτελείται από τις ΗΠΑ, την Ευρώπη και ορισμένες από τις πρώην ευρωπαϊκές αποικίες, όπως η Αυστραλία, ο Καναδάς κ.λπ.Σύμφωνα με τον Ρόμπερτ Κάγκαν, η Ευρώπη και οι ΗΠΑ έχουν κοινή οπτική στον κόσμο, όμως διαφωνούν σε ό,τι αφορά την ηθική της ισχύος4. Είναι αλήθεια ότι «φαίνεται πως οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί έχουν αλλάξει θέσεις»5. Η εδώ και χρόνια διαφορετική -και σε ορισμένες περιπτώσεις αντίστροφη- εξελικτική πορεία της Ευρώπης με τις ΗΠΑ έχει οδηγήσει σε διαφοροποιήσεις που σε ορισμένες περιπτώσεις τείνουν να πάρουν τα χαρακτηριστικά ρήξης.Διεθνής κοινωνιολογική έρευνα έδειξε ότι στις ΗΠΑ, αν και σχετικά μεγάλο τμήμα του πληθυσμού αισθάνεται ανοιχτό σε άλλους πολιτισμούς, αυτό δεν ισχύει σε ό,τι αφορά τον αραβικό πολιτισμό, με τον οποίο μόλις το 4% δηλώνουν ότι αισθάνονται κάποια συνάφεια. Απ' όλους τους πολιτισμούς, ο αραβικός είναι αυτός που αντιμετωπίζεται πιο αρνητικά στις ΗΠΑ. Αντιστοίχως στη Σαουδική Αραβία, μόλις το 7% αισθάνονται κάποια συνάφεια με τον αμερικανικό πολιτισμό και ακόμη λιγότεροι με τον πολιτισμό ευρωπαϊκών ή ασιατικών χωρών6.Στην Ευρώπη, η επικρατούσα στάση απέναντι στους Αραβες μπορεί να είναι κατά τι θετικότερη απ' ό,τι στις ΗΠΑ, αυτό όμως οφείλεται σε συγκυριακούς λόγους. Τα οράματα των πολυπολιτισμικών κοινωνιών απειλούνται με διάψευση, αν και σε μικρότερο βαθμό από αυτόν που προδιαγράφεται στις ΗΠΑ, το παραδοσιακό «χωνευτήρι» όπως το είχε χαρακτηρίσει ο Ντε Τοκβίλ.Τα τελευταία στοιχεία του ΟΗΕ για τον παγκόσμιο πληθυσμό δείχνουν, μεταξύ άλλων, τις πολιτισμικές πιέσεις στις διεθνείς αλλά και τις εθνικές ισορροπίες που θα αναπτυχθούν στο κοντινό μέλλον7. Σε διεθνές επίπεδο, και μόνη η υποχώρηση της Κίνας από την πρώτη θέση του πληθυσμού, που έχει σήμερα, στη δεύτερη θέση το 2050 και η αντικατάστασή της από την Ινδία δείχνει τεράστιες αλλαγές. Προβλέπεται ακόμη η αύξηση του πληθυσμού όλων των μουσουλμανικών χωρών σε Ασία και Αφρική, ενώ χώρες της Ευρώπης, όπως η Γερμανία και η Γαλλία, εξαφανίζονται τελείως από τον κατάλογο των 20 μεγαλύτερων χωρών του κόσμου.Ακόμη πιο σημαντικό, σε ό,τι αφορά τις εσωτερικές πολιτισμικές ισορροπίες, είναι η προβλεπόμενη παραμονή των ΗΠΑ στην τρίτη θέση, με το διπλασιασμό σχεδόν του πληθυσμού τους. Διπλασιασμό που οφείλεται στα ποσοστά γεννήσεων μεταξύ των μη ευρωπαϊκής καταγωγής κατοίκων.Οι πολιτισμικές ισορροπίες δεν αποτελούν το μοναδικό παράγοντα διαμόρφωσης ισορροπιών. Συχνά είναι «ταμπέλες, γενικεύσεις και πολιτισμικές δηλώσεις», όπως τις χαρακτηρίζει ο Εντουαρντ Σαΐντ. Οπως λέει, «σε κάποιο επίπεδο... πρωτόγονα πάθη και εξελιγμένη τεχνογνωσία συγκλίνουν με τρόπους που δημιουργούν ένα οχυρωμένο σύνορο όχι μόνο ανάμεσα στη "Δύση" και το "Ισλάμ" αλλά και ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, εμάς και αυτούς, για να μη μιλήσουμε για τις ίδιες τις διαφορετικές έννοιες της ταυτότητας και της εθνότητας για τις οποίες υπάρχει ασταμάτητη διαφωνία και συζήτηση»8.Αλλωστε και ο ίδιος ο Χάντιγκτον είχε από την αρχή βάλει ένα ερωτηματικό στο άρθρο του «Η σύγκρουση των πολιτισμών;», κάτι που πολλοί παραβλέπουν.

1. Samuel Ρ. Huntington, «The Clash of Civilizations?», Foreing Affairs, καλοκαίρι 1993. 2. Gilles Kepel, «La Revanche de Dieu», εκδόσεις Seuil, Points Actuel n. 117, Ιανουάριος 1991. 3. Gilles Kepel, «Jihad - Expansion ed declin de l' Islamisme», εκδόσεις Gallimard. 4. Robert Kagan, «Of Paradise and Power: America vs Europe in the New World Order». 5. Jagoda Urban - Klaehn, «Attitudes towards the War: Europe (France, Germany) vs the USA», Bella Online. Polish Culture. 6. Thomas A.W. Miller and Geoffrey D. Feinberg, «Cultural Clash», Public Perspective, Μάρτιος / Απρίλιος 2002. 7. 2003 World Population Data Sheet. Population Reference Bureau. 8. Edward Said, «Α Clash of Ignorance», The Nation, Οκτώβριος 2001.

Δευτέρα 28 Ιουλίου 2003

Ο Μπλερ υπονόμευσε και το στόχο του

«Δεν θα αφήσουμε μια χώρα να γίνει κομμουνιστική λόγω της ανευθυνότητας του λαού της».Χένρι Κίσινγκερ, μετά την εκλογή του Σαλβαδόρ Αλιέντε στη Χιλή.Αν οι προθέσεις του πρωθυπουργού της Βρετανίας, Τόνι Μπλερ, ήταν ειλικρινείς, η επιλογή του χρόνου ήταν λανθασμένη. Η προσπάθεια να πείσει τους ηγέτες των «προοδευτικών» κομμάτων απ' όλο τον κόσμο που είχαν συγκεντρωθεί στα μέσα Ιουλίου στο Λονδίνο, να εγκρίνουν διακήρυξη υπέρ του δικαιώματος της «διεθνούς κοινότητας» ώστε να επεμβαίνει εναντίον των καταπιεστικών καθεστώτων σε ολόκληρο τον κόσμο, τη στιγμή που οι ΗΠΑ και η Βρετανία, σε σύγκρουση με το μεγαλύτερο μέρος της «διεθνούς κοινότητας» αυτής εισέβαλαν και κατέλαβαν το Ιράκ, δεν είχε μόνο ως αποτέλεσμα τη μη ικανοποίηση του αιτήματός του, αλλά και την ευρύτερη δυσφήμηση της αρχής της «ανθρωπιστικής επέμβασης», την οποία πρεσβεύει από το 1999, μαζί με τον τότε υπουργό Εξωτερικών της Βρετανίας, Ρόμπιν Κουκ.1Στο κείμενο που πρότεινε προς υιοθέτηση αναφερόταν ότι «όταν ένας πληθυσμός υφίσταται σοβαρά βάσανα, ως αποτέλεσμα εσωτερικού πολέμου, εξέγερσης, καταπίεσης ή αποτυχίας του κράτους και όταν το και αρμόδιο κράτος δεν θέλει ή δεν μπορεί να τα αποφύγει ή να τα σταματήσει, η αρχή της μη επέμβασης δίνει τη θέση της σε μια προστασία της διεθνούς κοινότητας».Δηλώνοντας ότι η χώρα του πρέπει να είναι «περήφανη» που ανέτρεψε τον Σαντάμ Χουσεΐν, ο Μπλερ αποκάλυψε ότι στη βάση της πρότασής του δεν ήταν τόσο αγνές προθέσεις και ηθικά κίνητρα, αλλά μια εναγώνια προσπάθεια εξασφάλισης κάποιας στήριξης της προσωπικής πολιτικής του στο Ιράκ, κάτι στο οποίο αναφέρθηκαν και ορισμένοι από τους υψηλούς συμμετέχοντες στη συνάντηση του Λονδίνου.Αν δεχθεί κανείς -έστω ως υπόθεση εργασίας- ότι ο Μπλερ είναι απολύτως ειλικρινής στην προσπάθειά του να προωθήσει την αρχή των «ανθρωπιστικών επεμβάσεων», η απόφασή του να συνταχθεί με τις ΗΠΑ στον πόλεμο του Ιράκ αποτέλεσε τεράστιο σφάλμα. Ταυτιζόμενος με μια αμερικανική κυβέρνηση εξτρεμιστών και στη συνέχεια προσπαθώντας να δικαιολογήσει τη στάση του αυτή με την «ανθρωπιστική» διάσταση του πολέμου, δηλαδή τη διάσωση του ιρακινού λαού από ένα βάναυσο καθεστώς, δεν πέτυχε παρά να αποδείξει ότι οι ηθικές αξίες δεν αποτελούν παρά φύλλο συκής για τα παιχνίδια ηγεμονίας των ισχυρών.Ενα από τα σημαντικότερα θύματα των αποφάσεών του ήταν έτσι αυτό που εμφανίζεται ότι επιθυμεί να προωθήσει και αυτό το οποίο συζητούν πολλοί, κυρίως προοδευτικοί, σε ολόκληρο τον κόσμο: η «ανθρωπιστική» ή «κοσμοπολίτικη» επέμβαση ή ο «νέος στρατιωτικός ουμανισμός».2Ο προβληματισμός για το αν μπορούμε να παρακολουθούμε άπρακτοι να διαπράττονται φρικαλεότητες, καθώς η αρχή της εθνικής κυριαρχίας δεν επιτρέπει την επέμβαση στα εσωτερικά άλλων χωρών έχει ενισχυθεί στο διάστημα μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Η αποδυνάμωση του συγκρουσιακού χαρακτήρα της διεθνούς πολιτικής επέτρεψε μια σειρά ανθρωπιστικών επεμβάσεων, κυρίως με την έγκριση του ΟΗΕ (Ρουάντα, Σομαλία, Ανατολικό Τιμόρ). Κατά το ίδιο διάστημα, έγινε μια σειρά επεμβάσεων χωρίς την έγκριση του διεθνούς οργανισμού (Αϊτή) ή με την εκβιαστική εξασφάλισή της. (Στην περίπτωση του Κοσσυφοπεδίου, η σχετική απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας ελήφθη δύο μέρες μετά την έναρξη των βομβαρδισμών).Η κυρίαρχη νομική άποψη είναι ότι βάσει του υπάρχοντος διεθνούς δικαίου δεν υπάρχει δικαίωμα ανθρωπιστικής επέμβασης χωρίς εντολή του Συμβουλίου Ασφαλείας. Η απάντηση από ηθική ή πολιτική άποψη δεν είναι απαραίτητα η ίδια. Τα στοιχεία δείχνουν ότι κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, ενός αιώνα που γνώρισε δύο Παγκόσμιους Πολέμους, αυτοί που σκοτώθηκαν από τις ίδιες τις κυβερνήσεις των χωρών τους είναι τέσσερις φορές περισσότεροι απ' όσους σκοτώθηκαν σε διεθνείς ή εμφύλιες συρράξεις.3Ολο και περισσότερο διατυπώνονται ισχυρά επιχειρήματα υπέρ μιας ανθρωπιστικής διεθνούς νομικής τάξης. Οπως ο Τόνι Μπλερ, πολλοί υποστηρίζουν ότι η επέμβαση στο εσωτερικό μιας άλλης χώρας χωρίς εντολή του Συμβουλίου Ασφαλείας είναι δίκαιη (αν και όχι τυπικά νόμιμη) σε περίπτωση που διαπράττονται σοβαρά εγκλήματα κατά ατόμων και το Συμβούλιο Ασφαλείας δεν είναι σε θέση να πάρει σχετική απόφαση (ενδεχομένως και λόγω της σημερινής του δομής με τα πέντε μόνιμα μέλη που διαθέτουν δικαίωμα αρνησικυρίας).Από την άλλη πλευρά, αν τέτοιου είδους επεμβάσεις νομιμοποιηθούν, θα καταστεί ασαφής η σημερινή γενικώς αναγνωρισμένη απαγόρευση της χρήσης βίας μεταξύ κρατών, θα κινδυνεύσει το σύστημα συλλογικής ασφάλειας και θα υπονομευθούν βασικά στοιχεία της διεθνούς νομικής τάξης.4Οπως επισημαίνει το Ινστιτούτο Διεθνών Μελετών της Δανίας σε έκθεσή του προς την κυβέρνηση της Δανίας, υπάρχουν τέσσερις τρόποι αντιμετώπισης του θέματος:1. Η στρατηγική του status quo. Η εξάρτηση οποιασδήποτε επέμβασης αποκλειστικά από το Συμβούλιο Ασφαλείας.2. Η ad hoc (κατά περίπτωση) στρατηγική. Οι ανθρωπιστικές επεμβάσεις δικαιολογούνται σε ακραίες περιπτώσεις, έστω και κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου.3. Η στρατηγική της εξαίρεσης, δηλαδή η αναγνώριση δικαιώματος ανθρωπιστικής επέμβασης, χωρίς έγκριση του ΟΗΕ, στο πλαίσιο όμως του διεθνούς δικαίου κάτω από αυστηρούς όρους και προϋποθέσεις. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει με τροποποίηση του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ, με την πρακτική των κρατών ή με υιοθέτηση ενός δόγματος ανθρωπιστικής επέμβασης εκ μέρους ενός διεθνούς οργανισμού (π.χ. ΝΑΤΟ) ή ομάδας κρατών.4. Η στρατηγική του γενικού δικαιώματος. Η αναγνώριση δηλαδή ενός γενικού δικαιώματος ανθρωπιστικής επέμβασης, κάτι σαν το δικαίωμα της αυτοάμυνας που αναγνωρίζεται σήμερα από τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ ως μοναδική νόμιμη προσφυγή στη βία μεταξύ κρατών, χωρίς την έγκριση του ΟΗΕ.Το Ινστιτούτο τάσσεται υπέρ της δεύτερης προσέγγισης σε συνδυασμό με στοιχεία της πρώτης, επισημαίνοντας ότι η τρίτη και η τέταρτη ανατρέπουν πλήρως την υπάρχουσα διεθνή νομική τάξη και απειλούν να καταστήσουν το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ πολιτικά διακοσμητικό.Ο Τόνι Μπλερ δείχνει να προτιμά την τρίτη ή και την τέταρτη. Ομως οι δικές του ενέργειες ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για την ενίσχυση των αντιδράσεων.Θεωρητικά, η συνάντηση των «προοδευτικών» κομμάτων ήταν ο ιδανικός τόπος για την προώθηση της αρχής της «ανθρωπιστικής επέμβασης», καθώς ο προοδευτικός χώρος είναι αυτός που ενδιαφέρεται περισσότερο για τα ανθρώπινα δικαιώματα έναντι του κράτους. Δεν είναι τυχαίο ότι ο πόλεμος του Κοσσυφοπεδίου, ο οποίος (με ελάχιστες εξαιρέσεις) έχει καταχωριστεί πλέον στη διεθνή συλλογική συνείδηση ως επιτυχής απόδειξη αξίας των ανθρωπιστικών επεμβάσεων, επικρίθηκε κυρίως από τους ακροδεξιούς τύπου Λεπέν.Ομως ο Τόνι Μπλερ ευθύνεται για την υπονόμευση της ιδέας της οποίας την πατρότητα αποδίδουν στον Σωκράτη και τον Διογένη, «πολίτες του κόσμου» με «ηθική ταύτιση με τη λογική ανθρωπότητα».5Στη «βαθιά πεποίθησή» του ότι κάνει το σωστό συντασσόμενος με τις ΗΠΑ στον πόλεμο του Ιράκ ενδέχεται να έπαιξε ρόλο η επιθυμία να κατοχυρωθεί το δικαίωμα της έξωθεν επέμβασης, για ανθρωπιστικούς λόγους, χωρίς όμως αυτό να οδηγήσει σε ανατροπή της διεθνούς νομικής τάξης.Το αποτέλεσμα όμως ήταν αρνητικό για όσους τάσσονται υπέρ των «ανθρωπιστικών επεμβάσεων». Διότι απέδειξε την αξία των επιχειρημάτων όσων απορρίπτουν κάτι τέτοιο ως επικίνδυνη εκτροπή από τη διεθνή νομική τάξη, η οποία είναι η μοναδική που μπορεί να μετριάσει την απόλυτη κυριαρχία της ισχύος.Σε αντίθεση με τις σκέψεις που αφήνεται να εννοηθεί ότι καθοδήγησαν τις αποφάσεις του Μπλερ, αν η κυβέρνηση των ΗΠΑ είχε αφεθεί να ενεργήσει μόνη της, αδιαφορώντας πλήρως για τη διεθνή νομιμότητα που εκφράζει ο ΟΗΕ, το πλήγμα στη διεθνή νομική τάξη θα ήταν μεμονωμένο και άρα μικρότερης σημασίας από τη συλλογική αμφισβήτηση που τείνει να δημιουργήσει προηγούμενο «πρακτικής κρατών».Ο Τόνι Μπλερ υπονόμευσε έτσι έναν στόχο που εμφανίζεται να έχει από παλιά και ο οποίος δεν στερείται αξίας. Τα ανθρώπινα δικαιώματα θα δυσκολευθούν να αναδυθούν πάνω από την προσχηματικότητα που απέδειξε η περίπωση του Ιράκ. Η συζήτηση όμως θα συνεχιστεί, με μεγαλύτερη προσοχή και περισσότερο σεβασμό στην ανάγκη διατήρησης ισορροπιών και ασφαλιστικών δικλίδων.

1. Foreign Policy and National Interest, ομιλία του Ρόμπιν Κουκ στο Βασιλικό Ινστιτούτο Διεθνών Υποθέσεων, Λονδίνο, 28 Ιανουαρίου 2000.2. Ulrich Beck στον Noam Chomsky, «The new military humanism: Lessons from Kossovo» Λονδίνο, 1999, Pluto Press.3. Murphy, Humanitarian Intervention.4. Dansk Udenrigspolitik Institut, "Humanitarian Intervention. Legal and Political Aspects", Κοπεγχάγη, 1999.5. Martha Nussbaum, «Kant and cosmopolitanism». Περιλαμβάνεται στο «Perpetual Peace: Essays on Kant's cosmopolitanism» των James Bohman Matthias και Lutz - Bacman, ΜΙΤ Press, 1997.

Τετάρτη 23 Ιουλίου 2003

Οι ΗΠΑ, η δημοκρατία και η μεταφυσική τους

Σε μία από τις πόλεις-έδρες στρατιωτικών σχηματισμών στις ΗΠΑ, η σύζυγος ενός Αμερικανού λοχία που υπηρετεί στο Ιράκ είναι έξαλλη με τους Ιρακινούς, θεωρώντας τους υπεύθυνους για την καθυστέρηση της επιστροφής του συζύγου της. «Τι είδους άνθρωποι είναι αυτοί, είναι δυνατόν να υπάρχουν κάποιοι που δεν θέλουν να ζήσουν σαν Αμερικανοί;», αναρωτιέται, καταλήγοντας ότι κακώς η αμερικανική κυβέρνηση έστειλε τον άνδρα της να βοηθήσει «τέτοιους ανθρώπους».Σε μια κοινωνία όπως η αμερικανική, που από τα πρώτα στάδια της ανάπτυξής της έπρεπε να δημιουργήσει μια νέα ενιαία ταυτότητα, υπερβαίνοντας εθνικές και θρησκευτικές ιδιαιτερότητες, ήταν απαραίτητη μια νέα μεταφυσική πίστη που θα υπερείχε των διαφορών και θα συνέβαλε στην ενιαία εθνική συνείδηση. Το ρόλο αυτό κλήθηκε να παίξει η πίστη στην πατρίδα και στις αξίες της, μια πίστη που σταδιακά ολίσθησε σε μεταφυσική, αποκτώντας τα χαρακτηριστικά θρησκείας. Μιας θρησκείας της οποίας τα έντονα ιεραποστολικά χαρακτηριστικά αποκτούν κατά το τελευταίο διάστημα επιθετική μορφή.Αν μία από τις βασικές λειτουργίες τής οποιασδήποτε θρησκείας, ακόμα και εκείνων που ως ιδεολογίες απορρίπτουν τη μεταφυσική πριν ολισθήσουν σ' αυτή, είναι η κοινωνική οργάνωση και ο έλεγχος της κοινωνίας από μια ηγεσία / ιερατείο, αυτό έχει συζητηθεί στο πλαίσιο του αφορισμού «η θρησκεία είναι το όπιο των λαών». Είναι μια λειτουργία κοινωνικού ελέγχου που δεν περιορίζεται στις εμφανείς θρησκείες, αλλά και σε όλες τις μορφές συλλογικής πεποίθησης / πίστης περί καλού-κακού, σωστού-λάθους.Από τις αρχές του περασμένου αιώνα μέχρι σήμερα και ιδίως μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, η μεταφυσική πίστη στη «δημοκρατία» των ΗΠΑ και στον «αρχιερέα» πρόεδρο ως εκφραστή του ιερατείου ενισχύεται συνεχώς, με τη μανιχαϊστική διαίρεση ανάμεσα σε καλούς και κακούς να αφορά αρχικά τους «κομμουνιστές» και εσχάτως τους «τρομοκράτες».Αν όμως καθ' όλο το διάστημα αυτό, η ηγεσία - ιερατείο διατήρησε (λίγο-πολύ) την απαραίτητη επαφή με την πραγματικότητα και την απόσταση από τα κηρυσσόμενα δόγματα, η σημερινή ηγεσία των ΗΠΑ, κυριαρχούμενη από τους «νεοσυντηρητικούς», δείχνει να πιστεύει μεγάλο μέρος από όσα κηρύττει. Βοηθάει βέβαια το ότι, κατά αριστοτεχνικό τρόπο, η θρησκεία της «αμερικανικής δημοκρατίας» έχει καταφέρει να συνδυάσει τις ηθικές αξίες με τα συμφέροντα, τα οράματα με τον κυνισμό.Κάτι τέτοιο, θα μπορούσε να είναι, κατ'αρχήν, συμπαθές, έστω και αν υπήρχε έντονη διαφωνία με τις πεποιθήσεις τους. Ομως είναι εξαιρετικά επικίνδυνο, διότι οδηγεί σε πολιτικές στηριγμένες όχι στην ανάγνωση της πραγματικότητας, όσο στην πίστη, που, ως συνήθως, λίγο απέχει από τους ευσεβείς πόθους.Οι ιεραπόστολοι της αμερικανικής «δημοκρατίας» πραγματικά δυσκολεύονται να κατανοήσουν πώς είναι δυνατόν κάποιοι να μην προσμένουν το θείο δώρο που τους φέρνουν, να αρνούνται την υπαρκτή «δημοκρατία» που ευαγγελίζονται. Οταν οι σχεδιασμοί τους βασίζονται στην πίστη τους, είναι φυσικό να καταρρέουν συναντώντας την πραγματικότητα, όπως στο κατεχόμενο Ιράκ.Ηομάδα Τσένι, Περλ, Γούλφοβιτς και Ράμσφελντ έχει κατηγορηθεί για «ιδεολογική τύφλωση». Μια τύφλωση που φέρει μεν το σπέρμα της δικής τους αποτυχίας (εξασφαλισμένη, αν δεν είχε μεσολαβήσει το «δώρο» του Οσάμα μπιν Λάντεν), συνεπάγεται όμως τον κίνδυνο καταστροφικής (και για τους άλλους) κατάρρευσης.Τις ίδιες υποψίες «ιδεολογικής τύφλωσης» προκαλεί και η συμπεριφορά του Βρετανού πρωθυπουργού Τόνι Μπλερ, ο οποίος προσπαθεί με κάθε τρόπο να πείσει -και σε ένα βαθμό το έχει πετύχει- ότι πιστεύει ακράδαντα πως ό,τι κάνει είναι το σωστό, ηθικά και πολιτικά.Λίγο μετά την επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου στις ΗΠΑ, Αμερικανός αναλυτής προειδοποιούσε: Είδαμε τι μπορεί να κάνουν οι ζηλωτές του μαχητικού Ισλάμ. Εύχομαι να μη χρειαστεί να δούμε τι μπορούν να κάνουν οι ζηλωτές της μαχητικής δημοκρατίας.