Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2005

Η αποτυχία του πολυπολιτισμικού μοντέλου

Οπως κάθε θεαματικό κοινωνικό γεγονός, τα επεισόδια των περασμένων 11 ημερών στη Γαλλία προκάλεσαν ένα χείμαρρο υπερβολικών αντιδράσεων. Κάποιοι βλέπουν τη νέα Γαλλική Επανάσταση να γεννιέται στα παρισινά προάστια πριν εμπνεύσει τις ανά τον κόσμο καταπιεσμένες μάζες, άλλοι διαβλέπουν τον κίνδυνο δημιουργίας μιας ισλαμικής «πέμπτης φάλαγγας» στους κόλπους της Δύσης, ορισμένοι οσμίζονται χειραγώγηση από την ισλαμική τρομοκρατία, οι επενδύοντες στο φόβο άρχισαν να ζητούν απαγόρευση της μετανάστευσης και απελάσεις, οι Αγγλοσάξονες επιχαίρουν συγκαλυμμένα για τα προβλήματα μιας Γαλλίας που τους κάνει τον έξυπνο σε κοινωνικά θέματα, ο Ερντογάν λέει «αναζητήστε τη μαντίλα» και ο γνωστός Βλαντιμίρ Ζιρινόφσκι διαπιστώνει ότι πίσω από τα επεισόδια βρίσκεται η CIA και τα αμερικανικά σχέδια «να αποδυναμώσουν την Ευρώπη». Αν όμως αφεθούν στην άκρη οι βεβαιότητες της κάθε λογής ιδεολογικής τύφλωσης, οι ευσεβείς πόθοι και οι εξίσου ευσεβείς φόβοι, το κυρίαρχο συναίσθημα είναι αυτό της απορίας. Η απορία ξεκινά από το πώς θα πρέπει να αντιμετωπιστούν αυτοί που συμμετέχουν στα επεισόδια: ως αγνοί κοινωνικοί αγωνιστές, ως εξαθλιωμένα θύματα ενός άδικου κοινωνικού συστήματος, ως εγκληματίες και συμμορίες εμπόρων ναρκωτικών που αντιδρούν στα μέτρα μηδενικής ανοχής που επέβαλε τους τελευταίους μήνες ο Σαρκοζί ή ως απλοί χούλιγκαν που διαγωνίζονται στο άθλημα της σύγκρουσης με την αστυνομία; Αυτές οι ιδιότητες φαίνεται να ανακατεύονται σε αναλογίες που είναι αδύνατον να προσδιοριστούν, καθώς τα ίδια άτομα συνθέτουν την ακόμα ρευστή ταυτότητά τους μέσα στη δυναμική των εξελίξεων. Ετσι, η αδυναμία ακριβούς κατηγοριοποίησής τους οδηγεί σε περισσότερες απορίες σε ό,τι αφορά το «διά ταύτα», όσο και το «τι φταίει». Το μόνο που δεν επιτρέπει απορία είναι το προφανές: Οτι όλα τα μοντέλα ένταξης εισαγώμενων εθνικών μειονοτήτων στην Ευρώπη, είτε πρόκειται για το αγγλοσαξονικό, το γαλλικό ή οποιοδήποτε άλλο, έχουν αποτύχει. Ασχετα αν αντιμετωπίστηκαν στο πλαίσιο ενός «πολυ-πολιτισμικού» μοντέλου, ενός συστήματος υποχρεωτικής ένταξης στην τοπική κοινωνία ή οποιασδήποτε ενδιάμεσης κατάστασης, οι εθνικές μειονότητες, κυρίως όταν σε αυτές έχει επικρατήσει η δεύτερη γενιά, αρνούνται να ενταχθούν με τους όρους που τους επιβάλλονται. Το «πολυ-πολιτισμικό» μοντέλο απέτυχε, δήλωναν πριν από ένα χρόνο πολλοί Ολλανδοί πολιτικοί, κυρίως μετά τη δολοφονία του Βαν Γκογκ, για να συμφωνήσουν λίγο αργότερα Γάλλοι ομόλογοί τους της Σοσιαλδημοκρατίας. Για τέλος της ανεκτικότητας και για απελάσεις μιλά ο Τόνι Μπλερ στη Βρετανία μετά τις βομβιστικές επιθέσεις στο Λονδίνο. Οι άλλες χώρες που διαθέτουν μεγάλο αριθμό εισαγώμενων εθνικών μειονοτήτων, όπως η Ιταλία, η Γερμανία και, κυρίως, η Ισπανία, προσπαθούν να κρατήσουν χαμηλό προφίλ ελπίζοντας ότι η εμπειρία των άλλων θα λύσει εγκαίρως τις δικές τους απορίες. Φυσικά, η βάση των προβλημάτων δεν είναι ίδια για όλους. Στη Γερμανία, για παράδειγμα, η ύπαρξη εισαγωμένων εθνικών μειονοτήτων αλλά και οι φορτίσεις που αυτές μεταφέρουν, δεν συνδέεται με κάποιο αποικιακό παρελθόν και γι' αυτό, ίσως, οι εντάσεις είναι μικρότερες. Ούτε τα μεγέθη είναι τα ίδια. Η Γαλλία και η Βρετανία πρέπει να διαθέτουν το μεγαλύτερο αριθμό, όμως τα ποιοτικά χαρακτηριστικά είναι διαφορετικά λόγω διαφορετικής αποικιοκρατικής ιστορίας, με τη Γαλλία να διαθέτει την πλέον κρίσιμη μάζα Βορειοαφρικανών. Με δεδομένα όλα αυτά, όλοι κοιτούν τη Γαλλία με την ελπίδα ότι οι δικοί της σπασμοί θα οδηγήσουν σε νέες συνταγές και σε απαντήσεις που θα μειώσουν τις δικές τους απορίες.