Τρίτη 13 Ιουλίου 2010

Η Κίνα και οι άλλοι

Κατά μία έννοια είναι άδικο. Η Ελλάδα βρέθηκε για πρώτη φορά στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος καταβάλλοντας το κόστος μιας μακροχρόνιας άρνησης ενηλικίωσης της κοινωνίας της, μιας αδυναμίας επαφής με την πραγματικότητα, που επέτρεψε και εξέθρεψε άπειρες δευτερογενείς παθογένειες.

Ακόμη και με τη φούσκα της ελληνικής εικονικής πραγματικότητας να του έχει σκάσει στα μούτρα, μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας εξακολουθεί να κρατιέται από όσα εύθραυστα φαντασιακά ξεφτίδια μπορεί ακόμα να αρπάξει για να μη συναντήσει αναδρομικά την «πραγματική» πραγματικότητα. Και εκεί που διατηρεί κάποια ψήγματα ελληνοκεντρικής αυταπάτης και αυτοσεβασμού, θεωρώντας, μεταξύ άλλων, ότι η ελληνική κοινωνία αποτελεί στόχο διεθνών συνωμοσιών και ότι σε αυτήν πέφτει ο σκληρός αλλά τιμητικός ρόλος να ανακόψει την επέλαση της βαρβαρότητας και ίσως να ανάψει το φιτίλι της παγκόσμιας επανάστασης, δέχεται και νέο χτύπημα: η αυτοκτονία ενός εργάτη στην Κίνα δείχνει να μετρά περισσότερο από 7 (ώς τώρα) γενικές απεργίες της ΓΣΕΕ/ΑΔΕΔΥ στην Ελλάδα.

Ο Σουν Ντανιόνγκ, ο οποίος δούλευε στο εργοστάσιο της ταϊβανέζικης εταιρείας Foxcomm στην επαρχία Σεντζέν της Κίνας. Λίγους μήνες αργότερα, μέχρι τον περασμένο Ιούνιο, αυτοκτόνησαν και άλλοι εργάτες της ίδιας βιομηχανίας. Από τον περασμένο Μάιο ώς και τον Ιούνιο, έγινε γνωστή μια σειρά απεργιών σε εργοστάσια, κυρίως ξένων εταιρειών, όπως η Χόντα και η Τογιότα. Αν και οι κινεζικές αρχές προσπαθούν να ελέγξουν τη σχετική πληροφόρηση, φαίνεται ότι απεργίες ξεσπούν σε πολλά εργοστάσια, κυρίως στις επαρχίες Σεντζέν και Γκουανγκτσού, δηλαδή στο βιομηχανικό κέντρο της Κίνας. Σε πολλές περιπτώσεις, η βελτίωση των συνθηκών εργασίας και οι αυξήσεις των μισθών προσπάθησαν να ανακόψουν τις κινητοποιήσεις. Στη Foxcomm, οι εργάτες, που μέχρι τότε πληρώνονταν με 100 ευρώ τον μήνα, πήραν αύξηση 30% και την υπόσχεση περαιτέρω αύξησης 66% το φθινόπωρο.

Δεν είναι όμως μόνο οι εργαζόμενοι που ξεσηκώνονται. Πληροφορίες αναφέρουν βίαιες κινητοποιήσεις στην επαρχία Σιτσουάν χωρικών που διαμαρτύρονταν για τη μη καταβολή αποζημιώσεων για την απαλλοτρίωση των χωραφιών τους, προκειμένου να μετεγκατασταθεί εκεί ένα βιομηχανικό συγκρότημα.

Οι κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας δεν είναι κάτι το ασυνήθιστο στην Κίνα. Το 2008 είχαν πραγματοποιηθεί πάνω από 115.000. Οι διαφορές όμως δεν είναι μόνο ποσοτικές αλλά και ποιοτικές. Κάποιες σχετίζονται με τις εσωτερικές ζυμώσεις της κινεζικής κοινωνίας και άλλες με τη διεθνή οικονομική κρίση.

Το οικονομικό θαύμα της Κίνας στηρίχτηκε στο μοντέλο των φθηνών εξαγωγών το οποίο, με τη μέχρι τώρα επιτυχία του και την εκρηκτική οικονομική ανάπτυξη που πρόσφερε, στήριξε και το πρωτότυπο μόρφωμα της «Σοσιαλιστικής Οικονομίας της Αγοράς». Τα δύο σκέλη στα οποία στηρίζεται το μοντέλο αυτό, δηλαδή η παραγωγή φθηνών προϊόντων και η ύπαρξη επαρκούς ζήτησης για τα προϊόντα αυτά στο εξωτερικό, δοκιμάζονται από ένα συνδυασμό εσωτερικών και εξωτερικών παραγόντων.

Κατ' αρχήν, ο συνδυασμός ελεύθερης οικονομίας και μονοκομματικής πολιτικής εξουσίας αρχίζει να δείχνει τις αντιφάσεις του. Στο παρελθόν, το κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα μπορούσε πολύ πιο εύκολα να καταπνίξει αντιδράσεις, να αποκλείσει ολόκληρες περιοχές, να διακόψει κάθε ροή πληροφοριών. Σήμερα οι δυνατότητες να το κάνει έχουν περιοριστεί, αν θέλει να διατηρήσει τη ροή πληροφοριών που διασφαλίζει την οικονομική ανάπτυξη.

Η νέα γενιά των Κινέζων εργατών δεν είναι όπως εκείνες της προηγούμενης 20ετίας, που θεωρούσαν φυσιολογική την υποχρέωσή τους να γράψουν κάθε τόσο την αυτοκριτική τους και να τη διαβάσουν δυνατά μπροστά στους συναδέλφους τους. Οι σημερινοί εργαζόμενοι, που έχουν γεννηθεί στις δεκαετίες του '80 και του '90, περιμένουν περισσότερα. Και όσο η οικονομική ανάπτυξη συνεχιζόταν με εκρηκτικούς ρυθμούς, σε κάποιο βαθμό τα έπαιρναν.

Ηδιεθνής οικονομική κρίση, όμως, απειλεί το δεύτερο σκέλος στήριξης του μοντέλου αυτού, δηλαδή τη σταθερή ζήτηση για τα κινεζικά προϊόντα. Σήμερα, με την Ευρώπη να παραπαίει μέσα στην κρίση του δικού της οικονομικού μοντέλου και της αυταρέσκειάς της, ενώ οι ΗΠΑ παρουσιάζουν μια αναιμική και κουτσή ανάπτυξη, οι αγοραστές έχουν περιοριστεί.

Στις 15 Ιουνίου, η Λαϊκή Ημερησία του Πεκίνου, η επίσημη εφημερίδα του κόμματος, προειδοποίησε ότι το αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας βρίσκεται σε σημείο καμπής, προέτρεψε τους εργοδότες να αυξήσουν τους μισθούς και τόνισε ότι θα πρέπει πλέον να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας στον τομέα των υπηρεσιών και να αυξηθεί η εγχώρια κατανάλωση. Αυτός ο αναπροσανατολισμός και προς την εσωτερική αγορά στοχεύει τόσο στην υποκατάσταση της ανάπτυξης που προέρχεται από τις εξαγωγές όσο και στην ενίσχυση των «πελατών» της Κίνας. Επιστρέφοντας, μέσω της αύξησης της κινεζικής ζήτησης για ξένα προϊόντα, στις χειμαζόμενες ξένες αγορές μέρος του πλούτου που έχει συσσωρεύσει στο παρελθόν, η Κίνα χρηματοδοτεί εν μέρει την έξοδό τους από την κρίση και άρα την ανάκαμψη της ζήτησης για κινεζικά προϊόντα.

Με ελάχιστες χώρες διεθνώς να διαθέτουν τη ρευστότητα που έχει η Κίνα, δεν είναι μόνο οι άμεσες κινεζικές επενδύσεις (όπως η COSCO στην περίπτωση της Ελλάδας) που συμβάλλουν στην έξοδο από την κρίση αλλά και η αύξηση των κινεζικών εισαγωγών προϊόντων, όπως το ελληνικό ελαιόλαδο ή ο τουρισμός στην Ελλάδα. Δεδομένων των μεγεθών της κινεζικής αγοράς, μια μικρή αύξηση της κατανάλωσης εκεί μπορεί να έχει θεαματικές επιδράσεις σε μικρές οικονομίες όπως η ελληνική. Μεσοπρόθεσμα, διότι μακροπρόθεσμα καραδοκεί το φράγμα του πεπερασμένου των φυσικών πόρων.