Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2007

Χωρίς δίχτυ ασφαλείας ο Μουσάραφ

Στην προσωπική ιστοσελίδα του Περβέζ Μουσάραφ, ο πρόεδρος του Πακιστάν δηλώνει: «Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό. Ο Ναπολέων είχε πει ότι πέρα από όλες τις άλλες ιδιότητες που πρέπει να έχει ένας ηγέτης, πρέπει να είναι τυχερός για να πετύχει. Αρα, πρέπει να πετύχω».


Ασχετα με το αν αυτό οφείλεται σε τύχη ή σε ακροβατικές ικανότητες, ο μέχρι πρότινος στρατηγός και πλέον απλός πρόεδρος του Πακιστάν κατάφερε να πετύχει την επιβίωσή του σε ένα περιβάλλον που έγινε γι' αυτόν πολύ ασφυκτικό μετά τη δήλωση του Τζορτζ Μπους: «ή είστε μαζί μας ή είστε εναντίον μας», μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001. Το Πακιστάν, η χώρα που ουσιαστικά κληρονόμησε από τους «Αδελφούς Μουσουλμάνους» της Αιγύπτου και εξέθρεψε στους μεντρεσέδες της την έκδοση του ισλαμικού φονταμενταλισμού που εκδηλώθηκε μέσω των Ταλιμπάν και της Αλ Κάιντα, βρέθηκε στην απόλυτη πρώτη γραμμή του πολέμου εναντίον τους. Οπως ο πρόεδρος, έτσι και ολόκληρος ο πακιστανικός κρατικός μηχανισμός, κυρίως ο στρατός και οι στρατιωτικές υπηρεσίες πληροφοριών, κλήθηκαν σε μια άνευ προηγουμένου μακιαβελική διαχείριση της ταυτόχρονης ώσμωσής τους με τους φονταμενταλιστές και με την αμερικανική και βρετανική Δύση. Σαν «παιδί λάστιχο» ο Μουσάραφ και ο μηχανισμός του κατάφερε έτσι να θεωρηθεί από τη «Δύση» ως ο πολιτιμότερος σύμμαχος στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» και ταυτοχρόνως να κρατήσει όχι μόνο το κεφάλι του στους ώμους του αλλά και τη χώρα υπό σχετικό έλεγχο. Ακόμα όμως και οι εμπειρότεροι ακροβάτες χάνουν κάποια στιγμή την ισορροπία τους και πέφτουν, ελπίζοντας στο δίχτυ ασφαλείας. Μόνο που στην περίπτωση του Μουσάραφ το δίχτυ ασφαλείας προσφέρθηκε υπό όρους από τη Δύση και τα στηρίγματά του πριονίστηκαν -αποτελεσματικά όπως έδειξε η χθεσινή δολοφονική επίθεση- από τους φονταμενταλιστές. Ο ενθουσιασμός της Δύσης με τον Μουσάραφ άρχισε να μετριάζεται όσο πλήθαιναν οι ενδείξεις ότι δεν ήταν ένας απλός θυρωρός που κρατούσε ανοιχτή την πόρτα για να περάσει ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας», αλλά ότι την ανοιγόκλεινε ή την μισάνοιγε σύμφωνα με τους δικούς του μακροπρόθεσμους σχεδιασμούς. Στη βάση των σχεδιασμών αυτών, βρισκόταν η πάγια επιδίωξη των πανίσχυρων πακιστανικών ενόπλων δυνάμεων και των ακόμα πιο ισχυρών μυστικών υπηρεσιών για αποτροπή του ενδεχομένου σχηματισμού μιας λαβίδας που θα συνέθλιβε τη χώρα ανάμεσα στην Ινδία και το Αφγανιστάν. Βασικό συστατικό τους, η εξασφάλιση ότι το Αφγανιστάν θα παρέμενε ή θα επανερχόταν υπό τον έλεγχο «φιλικών» δυνάμεων και δεν θα συμμετείχε στα ανεξέλεγκτα περιφερειακά παιχνίδια των μεγάλων δυνάμεων, στο παρελθόν η ΕΣΣΔ και σήμερα οι ΗΠΑ, που αλληθωρίζουν προς το Νέο Δελχί. Για να ελεγχθεί αλλά και να στηριχθεί ακόμα και αυτή η υστερόβουλη συνεργασία, η λεγόμενη Δύση, δηλαδή οι ΗΠΑ, στήριξαν το δίχτυ ασφαλείας πρωταρχικά των δικών τους συμφερόντων, στην διατήρηση του Μουσάραφ στην εξουσία υπό έναν δημοκρατικότερο μανδύα, και τη συγκατοίκησή τους με τη δημοφιλή και δυτικόστροφα μετριοπαθή Μπεναζίρ Μπούτο. Το ένα από τα δύο στηρίγματα κόπηκε χθες και το άλλο δεν είναι βέβαιο ότι θα μπορέσει να αντέξει για πολύ το βάρος. Με την έννοια αυτή και με δεδομένη την απόλυτη προτεραιότητα του Πακιστάν στους ένθεν κακείθεν σχεδιασμούς, η χθεσινή θριαμβευτική ανακοίνωση της αλ Κάιντα ότι «εξαλείψαμε το πολυτιμότερο κεφάλαιο των ΗΠΑ» ενδέχεται να αποδειχθεί ότι περιγράφει τη μεγαλύτερη επιτυχία της νεφελώδους οργάνωσης μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου.

Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2007

Κλίμα, παγκοσμιοποίηση και οι «αξιολάτρευτοι φτωχοί»

Του ΚΩΣΤΑ Γ. ΤΣΑΠΟΓΑ

Ο μόνος λόγος για τον οποίο η λέξη «παγκοσμιοποίηση» δεν ταιριάζει στην αλλαγή του κλίματος, στα αίτια, τις επιπτώσεις και τις προσπάθειες αντιμετώπισής της, είναι ότι κάτι το εξ ορισμού παγκόσμιο δεν μπορεί να «παγκοσμιοποιηθεί». Παρ' όλα αυτά, η φιλολογία περί παγκοσμιοποίησης, με όλες τις ανακρίβειες, τις υπερβολές και τις παρανοήσεις που τη συνοδεύουν, επιτρέπει την καλύτερη αναγνώριση, κατανόηση και αντίληψη μιας διαδικασίας σχεδόν εγγενούς στην αλληλεπίδραση του ανθρώπου με το περιβάλλον του.

Λίγες μέρες μετά τη λήξη της συνόδου του Μπαλί, ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζεται η διαχείριση της παγκοσμιότητας του κλίματος, τα στρατόπεδα που σχηματίστηκαν, οι παρανοήσεις που οικοδομήθηκαν, θυμίζουν σε μεγάλο βαθμό την αντίστοιχη σύγχυση που αφήνει πίσω της κάθε κουβέντα για την οικονομική παγκοσμιοποίηση. Η σύγχυση αυτή ξεκινά από την εκτίμηση ότι το τελικό κείμενο μπόρεσε να υιοθετηθεί χάρη στην υποχώρηση των ΗΠΑ απέναντι στις οργισμένες αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας και ιδίως της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ομως οι ΗΠΑ πέτυχαν αυτό που ήθελαν. Κατάφεραν να μπλοκάρουν την αναφορά συγκεκριμένων ποσοστών-στόχων περικοπής των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, παραχωρώντας το ελάχιστο φύλλο συκής που θα κάλυπτε την υποχώρηση της άλλης πλευράς, δηλαδή μια χαλαρότερη αναφορά στην ευθύνη των αναπτυσσόμενων χωρών για την αντιμετώπιση της υπερθέρμανσης του πλανήτης.

Ακόμη και αυτή η αναφορά, όμως, είναι αρκετή για να παραπλανήσει μεταθέτοντας μέρος των ευθυνών στις πλάτες των πλέον «αθώων» και, κυρίως, συμβάλλοντας στη διατήρηση της διαχείρισης, όχι τόσο του παγκόσμιου κλιματικού προβλήματος όσο της οικονομικής παγκοσμιοποίησης, στα μέτρα των ισχυρότερων οικονομικών πόλων, δηλαδή των ΗΠΑ και της Ευρώπης.

Από την κυνική οπτική των κυρίαρχων «αναπτυγμένων», η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση μπορεί να πρόσφερε πρωτοφανείς ευκαιρίες που έσπευσε να εκμεταλλευτεί το διεθνές κεφάλαιο, έφερε όμως μαζί της τα σπέρματα διάχυσης της άνισα συγκεντρωμένης ευημερίας που σήμερα διακρίνεται ότι απειλεί τους επί μακρόν ευεργετηθέντες της ανισοκατανομής αυτής. Χειμαζόμενες οικονομίες μπόρεσαν να εξελιχθούν σε «αναπτυσσόμενες», τεράστια τμήματα του παγκόσμιου πληθυσμού άρχισαν να αποκτούν πρόσβαση σε μικρά αλλά συνεχώς αυξανόμενα μερίδια του παγκόσμιου πλούτου. Και, δεδομένου του πεπερασμένου των φυσικών πόρων, η διαδικασία αυτή απειλεί να ξεπεράσει τις δυνατότητες «αύξησης της πίτας» και να καταλήξει στην αναζήτηση δικαιότερων τρόπων μοιράσματος, στην ανάδυση απειλής για τα κατεστημένα προνόμια τμημάτων του παγκόσμιου πληθυσμού που αντιμετωπίζονται ως σχεδόν «φυσικά».

Μία από τις γραμμές άμυνας των «προνομιούχων» προϋποθέτει την καλλιέργεια σύγχυσης ανάμεσα στο φυσικό και το τεχνητό, το πραγματικό και το διοικητικό. Μέσα στη σύγχυση αυτή είναι εύκολο να παρουσιάζονται, διαρκούσης της συνόδου του Μπαλί, διαπιστώσεις όπως «ΗΠΑ και Κίνα οι κακοί της συνόδου». Η αναφορά σε δύο τεχνητά μεγέθη (κράτη) επιτρέπει την ισότιμη κριτική της στάσης τους παρακάμπτοντας τα φυσικά μεγέθη και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά σε όφελος εκείνου που πρόλαβε να πιάσει την καλύτερη θέση, λίγο-πολύ στην ίδια λογική που οι πρώτες «κατεστημένες» πυρηνικές δυνάμεις εμποδίζουν την ανάδυση άλλων.

Ομως το παγκόσμιο κλίμα αποτελεί ένα φυσικό και όχι τεχνητό μέγεθος, έναν παγκόσμιο πόρο που κατανέμεται όχι μεταξύ διοικητικών κρατικών ορίων, αλλά μεταξύ ενός άλλου φυσικού μεγέθους, του συνόλου των κατοίκων του πλανήτη. Αν συμβαίνει ένα πολύ μεγάλο ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού να βρίσκεται μέσα στα διοικητικά όρια ενός συγκεκριμένου κράτους (όπως στην Κίνα ή την Ινδία) δεν σημαίνει ότι η κατανομή αυτή στερεί το κάθε άτομο από το δικαίωμα ισότιμης συμμετοχής στο παγκόσμιο φυσικό περιβάλλον.

Οταν η Κίνα παρουσιάζεται ως μία κρατική οντότητα συγκρινόμενη προς άλλες, η τοποθέτησή της μεταξύ των «κακών» φαίνεται αυτονόητη. Το 2005 οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου έφτασαν το 19% των παγκόσμιων και υπολογίζεται ότι το 2030 θα ξεπεράσουν το 27%. Ηδη από το 2006 οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα ξεπέρασαν αυτές των ΗΠΑ κατά 8%. Αν όμως αντιμετωπιστεί με φυσικές μονάδες μέτρησης, δηλαδή ώς το 20% του παγκόσμιου πληθυσμού (πάνω από 1,32 δισεκατομμύρια, το 20%), η εικόνα είναι διαφορετική καθώς οι κατά κεφαλήν εκπομπές είναι 6 φορές μικρότερες απ' ό,τι στις ΗΠΑ και 3 φορές μικρότερες απ' ό,τι στην Ευρώπη.

Αν και θα ακουγόταν δίκαιο με βάση την προσέγγιση των φυσικών μεγεθών, η πραγματικότητα δεν επιτρέπει την πολυτέλεια της προσαρμογής του συνόλου των 6,6 δισεκατομμυρίων του πλανήτη στο επίπεδο ρύπανσης των 300 εκατομμυρίων που ζουν στις ΗΠΑ ή έστω στο μικρότερο επίπεδο ρύπανσης των 496 εκατομμυρίων που ζουν στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ομως ο συνδυασμός δικαίου και πραγματικότητας επιβάλλει το βάρος της διόρθωσης να πέσει περισσότερο στις αναπτυγμένες οικονομικά και τεχνολογικά μειοψηφίες, όπως οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Ενωση, που μέχρι το 2050 θα πρέπει να μηδενίσουν πλήρως τις καθαρές εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου, παρέχοντας ταυτοχρόνως την τεχνολογική υποδομή στις αναπτυσσόμενες να συνεχίσουν την ανάπτυξή τους περιορίζοντας τις δικές τους εκπομπές μέχρι να τις μηδενίσουν, έστω και με υστέρηση μερικών δεκαετιών. Στη συνδυασμένη αυτή προσέγγιση, ο σημερινός «κακός» είναι μόνος του, δείχνοντας ελάχιστες προοπτικές ανάνηψης.

Εκτός αν αποδειχθεί ότι οι καλοπροαίρετες εξαγγελίες τού εκτός ΗΠΑ αναπτυγμένου κόσμου έχουν την ίδια ουσιαστική αξία με το αυθόρμητο επιφώνημα της Βρετανίδας περιηγήτριας στη βικτωριανή εποχή, όταν πάτησε το πόδι της στην τότε ελληνική ύπαιθρο: «Θεέ μου, τι αξιολάτρευτοι φτωχοί».


Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2007

Φαντασία στον εκλογικό νόμο για σταθερότητα...

Το χτύπημα στην πόρτα δεν ήταν του γαλατά. Ηταν τόσο δυνατό που ακούστηκε μέσα από τον θόρυβο του ελικοπτέρου σε αιώρηση πάνω από την ταράτσα.

Ο αστυνομικός διευθυντής ήταν ευγενέστατος. Του έδωσε χρόνο να ετοιμαστεί. Τον περίμενε όσο έψαχνε να βρει κάλτσες, βρίζοντας τη γυναίκα του που μονίμως τις μπέρδευε. Τον βοήθησε ακόμα και να δέσει τη γραβάτα.

Στα λίγα μέτρα από την εξώπορτα ώς τη μαύρη θωρακισμένη λιμουζίνα, είδε όλη τη γειτονιά στα μπαλκόνια, κάτω από τους ακροβολιστές της Αστυνομίας στις ταράτσες. Ηταν βέβαιος ότι είδε να κουνιέται και η κουρτίνα στο διαμέρισμα της Αννούλας, που δεν τον ήθελε γιατί είναι παντρεμένος. Τι θα έλεγε τώρα;

Η διαδρομή κράτησε ελάχιστα στους άδειους, λόγω απαγόρευσης της κυκλοφορίας, δρόμους. Δεν πρόλαβε να απολαύσει την αθόρυβη ταχύτητα, την αίσθηση ότι πετούσε πάνω από τον δρόμο.

Οταν η λιμουζίνα σταμάτησε μπροστά από το κτίριο της Βουλής, για πρώτη φορά μετά από τέσσερα χρόνια ελεύθερο από τα πούλμαν των μαθητών που το κατέκλυζαν για το μάθημα της ιστορίας, δεν είχε καταφέρει να σκεφτεί ούτε τους λόγους που τον έφεραν εδώ, πέρα από τους προφανείς: το μηχανάκι της AGB στο σπίτι του, τις αγορές του στο σούπερ μάρκετ, το ιατρικό ιστορικό του, τον φάκελο της Εφορίας, τις επιδόσεις των παιδιών του στο σχολείο, τις διακοπές στο χωριό της γυναίκας του, τις απαντήσεις του στις δημοσκοπήσεις, την παρέα στο καφενείο...

Περνώντας από το τιμητικό άγημα της προεδρικής φρουράς μπροστά από τον Αγνωστο Στρατιώτη, σφίγγοντας το χέρι του φρουράρχου, που τον υποδέχθηκε στην κεντρική είσοδο της Βουλής, είχε φουσκώσει τόσο πολύ από περηφάνεια, που δεν κατάλαβε πώς βρέθηκε στην αίθουσα. Ηταν ένας απ' αυτούς! Οι άλλοι δέκα είχαν ήδη φτάσει και κάθονταν στα έδρανα της κυβέρνησης. Δεν του γέμιζαν και πολύ το μάτι, αλλά ήταν σίγουρος ότι ο κεντρικός υπολογιστής της ΕΥΠ δεν έκανε λάθη. Επί τέσσερα χρόνια επεξεργαζόταν εκατομμύρια ψήγματα πληροφοριών για όλους τους Ελληνες, από 18 ετών και άνω, και είχε καταλήξει στα 11 ονόματα πριν από λίγες ώρες. Κανείς δεν μπορούσε να αμφισβητήσει ότι ο καθένας τους ήταν ο πλέον αντιπροσωπευτικός εκπρόσωπος ενός σημαντικού κομματιού της ελληνικής κοινωνίας.

Κάθησε και αισθάνθηκε δέος. Δεν φανταζόταν ποτέ ότι τόσοι σημαντικοί άνθρωποι θα ασχολούνταν μαζί του. Από τα θεωρεία της Βουλής, όλα τα διάσημα σοφά πρόσωπα, όλοι οι Δημοσιογράφοι που καθοδηγούσαν καθημερινά τη ζωή του από την τηλεόραση, τον κοίταζαν καλοπροαίρετα, σχεδόν πατρικά. Χαλαροί στη γνώση ότι εκατοντάδες απλοί δημοσιογράφοι, μαντρωμένοι στο καφενείο της Βουλής, ετοίμαζαν πυρετωδώς τα λόγια που εκείνοι θα απάγγελλαν αργότερα, απολάμβαναν το αποτέλεσμα των κόπων μιας τετραετίας.

Ο φρούραρχος άρχισε να διαβάζει ονόματα. Ενας ένας πήγαιναν στο κέντρο της αίθουσας, μπροστά από το ημικύκλιο της γραμματείας. Η κάμερα, πάνω από το τερματικό του υπολογιστή, αναγνώριζε κάθε φορά τα βιομετρικά τους στοιχεία και ενεργοποιούσε την οθόνη αφής. Τα ιδρωμένα από την ένταση δάχτυλα άφηναν σημάδι στην οθόνη όταν έκαναν την επιλογή και, κάθε φορά, ο φρούραρχος τη σκούπιζε με ένα γαλάζιο πανί για τη διατήρηση της μυστικότητας και την αποφυγή επηρεασμού του επόμενου.

Οταν ο φρούραρχος διάβασε το δέκατο όνομα, αισθάνθηκε όπως προχθές, όταν ήπιε όλο το φρέσκο τσίπουρο που είχε στείλει ο κουμπάρος από το χωριό. Ηταν ο μοναδικός που δεν είχε ακόμα κληθεί. Δεν ήταν ένας απ' Αυτούς. Ηταν Αυτός! Ο μοναδικός που δεν αντιπροσώπευε ομάδες, τμήματα, αλλά ολόκληρη την ελληνική κοινωνία, ο πιο αντιπροσωπευτικός. Γι' αυτόν είχαν έλθει όλοι, αυτόν περίμενε η κάμερα της ΝΕΤ που τροφοδοτούσε όλα τα υπόλοιπα κανάλια, αυτόν κοίταζαν με αγωνία όσοι στριμώχνονταν στα έδρανα από την άλλη πλευρά του προεδρείου. Μέσα στην ταραχή του, δεν ήταν βέβαιος ότι το δάχτυλο πάτησε το σωστό σημείο στην οθόνη. Ομως ο φρούραρχος χαμογελούσε όταν του έσφιγγε το χέρι, οι Δημοσιογράφοι στα θεωρεία χειροκροτούσαν. Και η επιβεβαίωση ήρθε σχεδόν αμέσως. Με ταχύτητα κοντά στα 300.000 χιλιόμετρα το δευτερόλεπτο, οι επιλογές έφθασαν ακαριαία στο υπόγειο της Κατεχάκη μέσα από το ασφαλές προστατευμένο καλώδιο οπτικών ινών.

Σύμφωνα με τον προγραμματισμό του τελευταίου εκλογικού νόμου, ο υπολογιστής της ΕΥΠ έδωσε αμέσως 51% στη δική του επιλογή και μοίρασε το υπόλοιπο 49% ανάλογα με τις επιλογές των υπόλοιπων δέκα. Ακούστηκε ένα κουδούνισμα, σαν από ανελκυστήρα, και τα άδεια έδρανα στο ημικύκλιο φωτίστηκαν με τρία διαφορετικά χρώματα. Η νέα Βουλή ήταν τρικομματική. Στο κέντρο, στο μεγαλύτερο κομμάτι, τα φωτάκια σε κάθε έδρανο είχαν το χρώμα του κόμματος που εκείνος ψήφισε. Δεν προλάβαινε να τα μετρήσει, αλλά ήταν πάνω από τα 153 μόρια που έδινε η δική του ψήφος. Κάποιος από τους υπόλοιπους, ίσως και δύο, είχε κάνει την ίδια επιλογή.

Ενας άγνωστος, επιμελώς ατημέλητος, χωρίς γραβάτα και με δερμάτινα μπαλώματα στους αγκώνες του τουίντ σακακιού του, τού έσφιγγε ενθουσιασμένος το χέρι. Κατάλαβε ότι ήταν ο νικητής Επικοινωνιολόγος όταν τον είδε να ανεβαίνει στην έδρα του προέδρου της Βουλής. Τον παρακολούθησε να εμφανίζει από το πουθενά μια δισκέτα υπολογιστή και να την σηκώνει θριαμβευτικά στον αέρα κοιτάζοντας στην κάμερα. Χαμογελώντας ακόμα πιο πλατιά, στράφηκε στο γνώριμο πρόσωπο που τον είχε πλησιάσει χαμογελώντας αμήχανα μέσα στο σφιχτό κοστούμι του. Του παρέδωσε θεατρικά τη δισκέτα, δίνοντάς του την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης. Ο νέος Πρωθυπουργός είχε την τιμή να τοποθετήσει τη δισκέτα στη σχισμή του υπολογιστή. Η σύνθεση της νέας κυβέρνησης και όλο το προβλέψιμο νομοθετικό της έργο για την επόμενη τετραετία ακολούθησαν το ίδιο καλώδιο οπτικών ινών. Αυτή τη φορά η διαδικασία κράτησε λίγο περισσότερο, καθώς ενεργοποιήθηκαν οι διακλαδώσεις κάτω από το υπουργείο Εξωτερικών. Εκτός από τον υπολογιστή της Κατεχάκη, πέντε διακλαδώσεις οδηγούσαν στα γραφεία των Επιχειρηματιών και άλλες τρεις σε απόρρητες διευθύνσεις. Η καθυστέρηση ήταν μικρή, καθώς όλο το περιεχόμενο της δισκέτας βρέθηκε εντός προδιαγραφών. Ενα μόνο φωτάκι έδειξε ότι ένας από τους Επιχειρηματίες είχε κάποιες επιφυλάξεις για έναν νόμο. Αυτό δεν καθυστερούσε τη διαδικασία, διότι ο νόμος παρακάμφθηκε αυτομάτως για να εξετασθεί αργότερα με λιγότερο τελετουργικές διαδικασίες.

Η ψηφοφορία άρχισε αμέσως. Τα φωτάκια στα έδρανα της κυβερνητικής πλειοψηφίας έμειναν μονίμως αναμμένα, εκφράζοντας τη θετική ψήφο των μορίων που αναλογούσαν στη συμπολίτευση. Στα άλλα δύο κόμματα, αναβόσβηναν ή έμεναν σβηστά, εκφράζοντας κατά περίπτωση την αρνητική ψήφο ή την αποχή, σύμφωνα με τις δισκέτες που είχαν βάλει προηγουμένως τα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης. Ολα αυτά υπό το άγρυπνο βλέμμα του διακομματικά επιλεγμένου Ηλεκτρολόγου που καραδοκούσε για το παραμικρό δείγμα ανωμαλίας, για κάθε καμένο λαμπάκι ή ατίθαση δέσμη ηλεκτρονίων που θα μπορούσε να καταστρέψει την τελετή κομματικής πειθαρχίας.

Ο χαμογελαστός Επικοινωνιολόγος έφυγε με τα πόδια για το Μέγαρο Μαξίμου, συνοδεύοντας τον ήδη πιο χαλαρό Πρωθυπουργό. Ακολουθώντας τους άλλους 10, Αυτός οδηγήθηκε στον υπόγειο διάδρομο προς το στρατόπεδο της προεδρικής φρουράς. Ηταν σίγουρος ότι η Αννούλα θα είχε δει τη Στιγμή του. Κρίμα που δεν θα την ξανάβλεπε. Αναρωτιόταν πώς θα ήταν η νέα ταυτότητα, η νέα ζωή που θα του έδινε το Πρόγραμμα Προστασίας Ψηφοφόρων.

* Η βασική ιδέα, αυτή της εκλογής του προέδρου των ΗΠΑ από έναν μοναδικό αντιπροσωπευτικό ψηφοφόρο, ξεκινά από ανάγνωσμα της εφηβικής ηλικίας. Σαράντα χρόνια μετά, η μνήμη ομολογεί ότι έχει χάσει το όνομα του συγγραφέα.

Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 2007

Τόφλερ κατά Σανιδά

Ο Αλβιν Τόφλερ ήταν αισιόδοξος άνθρωπος. Στις δεκαετίες του '60 και του '70 είχε σίγουρα διαβάσει τον «Θαυμαστό καινούργιο κόσμο» του Αλντους Χάξλεϊ και το «1984» του Τζορτζ Οργουελ και σίγουρα κάτι είχε ακούσει για τον Μισέλ Φουκό. Μπορεί το «Μπραζίλ» να μην είχε ακόμα γυριστεί σε ταινία, ούτε ο «Γαλάζιος Κεραυνός», ο «Εχθρός του Κράτους» και η μικρού μήκους ταινία «Πίτσα». Ομως δεν χρειαζόταν να έχει δει τη «Ζωή των άλλων» για να αισθανθεί ασφυξία, γιατί το παράδειγμα της Στάζι ήταν γνωστό σε όλους τους ενδιαφερόμενους, πλην συγκεκριμένου εκκλησιάσματος.Παρασυρμένος από έναν σχεδόν εφηβικό ενθουσιασμό, έβλεπε στην αναδυόμενη επανάσταση της τεχνολογίας μια ευρύτερη επανάσταση, μια τεχνολογική χειραφέτηση των μαζών που θα αποκτούσαν άμεση πρόσβαση στα νέα μέσα παραγωγής και στον νέο συντελεστή της παραγωγής, την πληροφορία, που σχεδόν θα αντικαθιστούσε τους παραδοσιακούς τρεις. Επηρεασμένος, ενδεχομένως, από τους μύθους της Αμερικανικής Επανάστασης μέσα στους οποίους μεγάλωσε, έβλεπε στον γάμο της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών την ανάδυση ενός φτηνού και άρα διαθέσιμου σε όλους όπλου, που θα επέτρεπε την ατομική ή συλλογική αντίσταση σε κάθε μορφής καταπίεση, σχεδόν με τον ίδιο τρόπο που «το δικαίωμα στην οπλοφορία» και στον «σχηματισμό πολιτοφυλακής», που εντάχθηκε στο αμερικανικό Σύνταγμα, υποτίθεται ότι θα επέτρεπε σε όλους τους ελεύθερους ανθρώπους να αντισταθούν αποτελεσματικά απέναντι σε κάθε προσπάθεια υποδούλωσής τους.Οπως οι Αμερικανοί «ιδρυτικοί πατέρες», μπορεί να διέκρινε τη δυσαναλογία ανάμεσα στις δυνατότητες ανάπτυξης, ενσωμάτωσης και εκμετάλλευσης των τεχνολογικών εξελίξεων ανάμεσα σε κυρίαρχους και κυριαρχούμενους, ανάμεσα σε κράτη και άτομα, απέφυγε όμως να εστιάσει εκεί. Προσπάθησε να προειδοποιήσει για τις κάμερες -φορητές, σταθερές, ιπτάμενες και διαστημικές, κρατικές και ιδιωτικές- που καταγράφουν κινήσεις, πινακίδες αυτοκινήτων, συνομιλίες, βιομετρικά στοιχεία, ακόμα και τρόπο κίνησης που υποδηλώνει ύποπτες προθέσεις. Αναφέρθηκε στη δυνατότητα καταγραφής προσωπικών στοιχείων μέσω κάθε ηλεκτρονικής συναλλαγής, τη χαρτογράφηση όλων των κινήσεων στον χώρο μέσω της χρήσης πιστωτικών καρτών και κινητών τηλεφώνων, την καταγραφή όχι μόνο των στοιχείων αλλά και του περιεχομένου κάθε μορφής ηλεκτρονικής επικοινωνίας. Ακροθιγώς προέβλεψε ακόμα και τις μεθόδους «εξόρυξης» στοιχείων από κάθε πηγή, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που εθελοντικά -και σχετικά απερίσκεπτα- δημοσιοποιούνται σε δικτυακούς χώρους επικοινωνίας. Αναφέρθηκε στη διασύνδεση, διασταύρωση και συνεχή αλληλεμπλουτισμό όλων αυτών των βάσεων δεδομένων, με αποτέλεσμα τον «πολλαπλασιασμό ισχύος» τους. Και πολύ σωστά μίλησε για «Σοκ του μέλλοντος» και για «Τρίτο κύμα», αποφεύγοντας προνοητικά την εύκολη χρήση της λέξης «επανάσταση», αν και δεν την εξαφάνισε τελείως.Η σημερινή επιβεβαίωση των προβλέψεών του σε επίπεδο τεχνολογίας, δεν συνοδεύτηκε όμως από επιβεβαίωση της αισιοδοξίας του για το τελικό αποτέλεσμα σε επίπεδο κοινωνίας. Η τεχνοκεντρική προσέγγιση της κοινωνικής εξέλιξης απλώς άγγιξε την αέναη αναδιαπραγμάτευση του «κοινωνικού συμβολαίου» και δεν διανοήθηκε να προβληματιστεί για τις αλλαγές στα συμβαλλόμενα μέρη.Χωρίς να αποτολμηθεί ουσιαστική απάντηση σχετικά με το κατά πόσον οι συμβαλλόμενοι είναι τα επί μέρους άτομα ή τα άτομα απέναντι στις κυρίαρχες δομές, οι διαμορφούμενες ισορροπίες δείχνουν στη φάση αυτή μια μετατόπιση προς τη δεύτερη περίπτωση. Αν και οι σύγχρονες τεχνολογίες διαχέονται ευρύτατα και αρκετά «δημοκρατικά», οι δομημένες εξουσίες, μετά από μια περίοδο αμηχανίας, φαίνονται περισσότερο αποτελεσματικές στον πολλαπλασιασμό των δυνατοτήτων που προσφέρει ο συνδυασμός μεταξύ τους αλλά και η ένταξή τους σε ένα οργανωμένο ενιαίο σύνολο. Η διασύνδεσή τους σε ευρύτερα υπερεθνικά δίκτυα παρακολούθησης και φακελώματος καταργεί την κατάτμηση των συστημάτων κοινωνικού ελέγχου δημιουργώντας ένα σχεδόν παγκόσμιο υπερ-σύστημα, που μοιραία αναγκάζει, έστω και με μικρή υστέρηση, τις περιφέρειες να ακολουθήσουν τους όρους και τη λογική των ισχυρών και πιο δραστήριων κέντρων.Οι κυριαρχικές δομές δεν περιορίζονται στην αποτελεσματικότερη οργάνωση των τεχνικών δυνατοτήτων, αλλά και στην επιβολή των αποτελεσμάτων της οργάνωσης αυτής με παράλληλη αποτροπή αντίστοιχης οργάνωσης εκτός του δικού τους ελέγχου. Πέρα από την επιστράτευση -με μεγαλύτερη ή μικρότερη επιτυχία κατά περίπτωση- ρυθμιστικής λογικής του είδους «δικό μας το μαχαίρι, δικό μας και το πεπόνι», την επιστράτευση παραδοσιακών μηχανισμών τύπου «γενικών εισαγγελέων» ή απλών εισαγγελέων, καθησυχαστικά εφευρήματα τύπου «ανεξάρτητων Αρχών» λειτουργούν, συχνά ερήμην τους, όχι μόνον ως «άλλοθι» ή «φερετζές» των εξουσιαστικών υπερβάσεων, αλλά και ως μέσον ενίσχυσής τους.Οπως δείχνει και το πρόσφατο παράδειγμα με την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων ή το λιγότερο πρόσφατο της Αρχής Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών, ακόμα και οι καλύτερες προθέσεις από μέρους τους καταλήγουν να έχουν το αντίστροφο από το επιθυμητό αποτέλεσμα. Διότι στην επιβολή των ρυθμιστικών πλαισίων είναι πολύ πιο αποτελεσματικές όταν εμποδίζουν την «αθέμιτη» χρήση της τεχνολογίας από μεμονωμένα άτομα και σχετικά μικρές και ανίσχυρες ομάδες (έχοντας τότε στο πλευρό τους ολόκληρη την υποστήριξη των εξουσιαστικών μηχανισμών). Η αποτελεσματικότητά τους όταν προσπαθούν να επιβάλουν ακόμα και πολύ χαλαρότερες ρυθμίσεις στην άλλη πλευρά, αυτή των εξουσιαστικών μηχανισμών, είναι σχεδόν μηδενική ακόμα και όταν έχουν τις καλύτερες προθέσεις. Το πρακτικό αποτέλεσμα είναι η αποτροπή της εξισορρόπησης μέσω της τεχνολογίας που οραματιζόταν ο Αλβιν Τόφλερ και η άτυπη, ακόμα και ακούσια σε ό,τι τις αφορά, αποτροπή του οράματος της χειραφέτησης.Το «κοινωνικό συμβόλαιο» περιλαμβάνει τον -αρκετά θεωρητικό είναι αλήθεια- όρο, ότι το άτομο μπορεί να επιλέξει μεταξύ διαφορετικών προσφορών, μετακινούμενο. Μια από τις αρνητικές επιπτώσεις της τεχνολογικής και, κατ' επέκτασιν, ολικής παγκοσμιοποίησης είναι η ακύρωση ακόμα και του αφελούς «αν δεν σ' αρέσει, πήγαινε αλλού». Διότι το «αλλού» γίνεται όλο και πιο ίδιο. Οι δυνατότητες επαναδιαπραγμάτευσης του κοινωνικού συμβολαίου ή αλλαγής του μοιάζουν όλο και περισσότερο με τις δυνατότητες διαπραγμάτευσης ή αλλαγής συμβολαίων κινητής τηλεφωνίας.

Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2007

«Φίλος μεν ο Κρέων» ...αλλά για ποιο λόγο;

«Η παραδοσιακή φιλία και συνεργασία των δύο λαών» ή, στην εκπτωτική της συσκευασία, «η μακροχρόνια φιλία και συνεργασία των δύο λαών» ήταν, είναι και θα είναι μία από τις απαραίτητες κενολογίες που συνοδεύουν τις δημόσιες ομιλίες επίσημων επισκεπτών σε «φίλες και συμμάχους» χώρες. Η φουμαροειδής αξία τους συχνά υπολείπεται ακόμα και της σημασίας «για τα πανηγύρια» και της επαφής με την πραγματικότητα που έχουν οι κλασικοί υψιπετείς γυμνασιαρχικοί «δεκάρικοι» των ανά τον κόσμο εθνικών και τοπικών επετείων. Οι συμμετέχοντες στην παράσταση και οι επίσημοι κριτικοί το αντιλαμβάνονται πλήρως, άρα μικρό το κακό.

Στο λιγότερο κυνικά προστατευμένο τμήμα του ακροατηρίου, όμως, «λέγε λέγε το κοπέλι» πατάει σε συναισθήματα, «ανάδελφες» ανασφάλειες και αναζητήσεις τού συνανήκειν για να δημιουργήσει συλλογικές αντιλήψεις περί φιλίας, ομοδοξίας και δικαίου που θα προκαλούσαν τους περί φιλίας ορισμούς και αναλύσεις, από την εποχή του Αριστοτέλη ώς εκείνη του Προυστ, του Χάιντεγκερ, του Γκάνταμερ και του Ντεριντά.

Σύγχρονο παράδειγμα και έναυσμα, η νέα σύγχυση, η απορία, στην «αίσθηση» περί φιλίας ανάμεσα στους Ελληνες και τους Κούρδους. Μιας υποκειμενικής αντίληψης νεοπαγούς όσο και ισχυρής των τελευταίων δεκαετιών, που δείχνει να αναζητεί σήμερα νέα αζιμούθια, τα οποία μπορούν να ανιχνευθούν μόνο μέσω της δημιουργικής όσο και εξοντωτικής διαδικασίας των «ad nauseam» επαναλαμβανόμενων «γιατί» της παιδικής αναλυτικής περιέργειας.

Πέρα από τα συνθετικά «αυτονόητα» της ενήλικης λογικής, γιατί είναι φίλοι οι Κούρδοι ή οποιοσδήποτε άλλος; Η «αίσθηση», κατά τον Αριστοτέλη, της φιλίας είναι μία από τις προϋποθέσεις, πρέπει να συνυπάρχει με καλή προαίρεση, αμοιβαιότητα και αναγνώριση, από διάλογο. Ο αριστοτέλειος ορισμός της φιλίας, επανερμηνευόμενος στην εξέλιξη της κοινωνίας αλλά πάντα ισχυρός, περιλαμβάνει ως προϋποθέσεις την συν-ύπαρξη, τη συν-ομιλία, την κοινή επιδίωξη του καλού, την αυτογνωσία και τη γνώση του άλλου. Εξαιρώντας την κοινή επιδίωξη του καλού, ερμηνευόμενη με σημερινούς λιγότερο μεταφυσικούς όρους ως επιδίωξη του δικαίου, είναι πολύ συζητήσιμο αν εκπληρούνται ουσιαστικά οι υπόλοιποι όροι.

Αν υποτεθεί ότι η κοινή υποκειμενική αντίληψη περί δικαίου, στην προκειμένη περίπτωση αναφορικά στο δικαίωμα ενός λαού για αυτοπροσδιορισμό, αυτοδιάθεση και αυτονομία, είναι επαρκής αιτία φιλίας για έναν λαό που συμμερίζεται την αδικία, έχοντας βγει πολύ πρόσφατα από τη δική του οδυνηρή παρόμοια εγκυμοσύνη, γιατί η ίδια αντίληψη φιλίας δεν επεκτείνεται εξίσου στους πόνους της κύησης άλλων λαών όπως οι Αλβανοί (Κοσσυφοπέδιο) ή οι Τσετσένοι, όταν μάλιστα με κάποιους από αυτούς εκπληρούνται περισσότερο οι προϋποθέσεις της συνύπαρξης και της συνομιλίας;

Παραμένοντας στους Κούρδους, γιατί ένα τμήμα αντιμετωπίζεται περισσότερο φιλικά από τα υπόλοιπα, έστω και αν όλα έχουν τον ίδιο δίκαιο σκοπό; Γιατί οι τακτικές επιλογές στόχων και οι τακτικές αναζητήσεις συμμαχιών κάποιων Κούρδων είναι πιο συμπαθείς, έστω και αν η πλειοψηφία επιλέγει να επιδιώξει τον ίδιο, δίκαιο πάντα, στόχο με διαφορετική μεθοδολογία; Γιατί ο κουρδικός εθνικισμός είναι συμπαθής όταν αφορά το τουρκικό έδαφος αλλά λιγότερο συμπαθής όταν αφορά το συριακό ή το ιρανικό ή όταν ερμηνεύεται ως διαμελισμός του Ιράκ; Γιατί οι ίδιες μέθοδοι για τον ίδιο στόχο ερμηνεύονται ως δίκαιες στην περίπτωση των Κούρδων και ως άδικες στην περίπτωση των Κοσοβάρων Αλβανών και αντιστοίχως, γιατί οι αντιδράσεις απέναντί τους προκαλούν καταδίκη στη μία περίπτωση και ανοχή στην άλλη;

Ακόμα, γιατί η υποστήριξη του ίδιου του δίκαιου στόχου αρχίζει να αναζητεί τον βηματισμό της όταν η ανάγκη εξυπηρέτησής του οδηγεί σε συνεργασία των Κούρδων με τις ΗΠΑ και σε σύγκρουση όχι μόνο με τον τουρκικό αλλά και με τον αραβικό εθνικισμό; Και γιατί ο αραβικός εθνικισμός δεν ενοχλεί τόσο όταν συναντάται με τον τουρκικό;

Σε όλα αυτά τα γιατί, και σε πολλά άλλα, μπορούν να υπάρξουν πολλές αξιόλογες απαντήσεις, με διαφορετικό βαθμό υποκειμενισμού αλλά και με αξιόλογα επιχειρήματα. Οποιες και αν είναι αυτές, όμως, καταρρίπτουν τις λαϊκές δοξασίες περί φιλίας, προαιώνιας ή νέας. Μπορεί ένα μέρος τους να εξηγεί γιατί «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου» και το αντίθετο. Κάποιες, πιο προχωρημένες, μπορεί ακόμα να εξηγούν και το πιο περίπλοκο «ο εχθρός του εχθρού μου μπορεί να μην είναι πάντα φίλος μου». Ομως όλες ανεξαιρέτως αναγκάζονται να αναφερθούν, στον έναν ή στον άλλο βαθμό, σε διαπλοκή, αλληλεπίδραση και ανάδραση συμφερόντων. Να περιγράψουν δηλαδή όχι μια φιλία αλλά μια απλή συναλλαγή.

Η σύγχυση της συναλλαγής με τη φιλία μπορεί να είναι ανώδυνη όταν περιορίζεται σε ρητορικές εξάρσεις και αμοιβαίες φιλοφρονήσεις άνευ ουσιαστικού περιεχομένου. Γίνεται όμως επικίνδυνη όταν παραμορφώνει την ακριβή αντίληψη του περιβάλλοντος και τη συμπεριφορά που αυτή καθορίζει.

Καταφεύγοντας σε άλλη μία αναλογία -μοιραία ακροβατική- ανάμεσα στο ατομικό και το συλλογικό, ο λιγότερο ισχυρός σε κάθε τυπικό ή άτυπο κοινωνικό δίκτυο έχει παρατηρηθεί ότι καταφέρνει να «διαβάσει», να αναγνωρίσει και να χαρτογραφήσει τις εσωτερικές σχέσεις πολύ καλύτερα από τον ισχυρό, για τον απλούστατο λόγο ότι πρέπει να βρει τον δρόμο του μέσα από αυτές. Αντιθέτως, τα υψηλότερα ιεραρχικά κλιμάκια δεν χρειάζονται την ανάλυση αυτή στον ίδιο βαθμό, καθώς η ισχύς που πηγάζει από την ιεραρχική τους θέση τούς επιτρέπει να περνούν από πάνω σαν οδοστρωτήρες. Οπως ο διευθυντής μιας εταιρείας, οι ΗΠΑ μπορούν να μην είναι ιδιαιτέρως ακριβείς στην ανάγνωση των λεπτομερειών μιας παγκόσμιας ιεραρχικής δομής, καθώς η έλλειψη ακρίβειας απορροφάται από την ισχύ τους. Οπως ο νεαρός υπάλληλος της ίδιας εταιρείας, μια μικρή χώρα όπως η Ελλάδα είναι αναγκασμένη να είναι πολύ ακριβής στη χαρτογράφηση της ιεραρχικής δομής, να προσδιορίσει με ακρίβεια τη θέση, τις διασυνδέσεις και την επιρροή του καθενός σ' αυτήν, να αναγνωρίσει με την ίδια ακρίβεια πιθανούς ανταγωνιστές, αντιπάλους και συμμάχους και να αναγνωρίσει επακριβώς τις διαφορές ανάμεσα σε φίλους και συμμάχους, περιστασιακούς ή μη.

Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2007

Αριστεράς και Δεξιάς γωνία...No Smoking

Το έγκλημα αντιμετωπίστηκε, οι εγκληματίες δεν απειλούν πλέον την κοινωνία. Στο κέντρο της Νέας Υόρκης, την περασμένη εβδομάδα, ο άνδρας που διανοήθηκε να σταματήσει ενώ περπατούσε στο πεζοδρόμιο, για να μιλήσει με κάποιους φίλους του, συνελήφθη επειδή εμπόδιζε τη ροή των άλλων περαστικών. Η ανωμαλία στην ομοιόμορφη κίνηση απομακρύνθηκε, η ασφάλεια της προβλεψιμότητας αποκαταστάθηκε.Λίγο καιρό νωρίτερα, στη Βρετανία, η αστυνομία υπέβαλε μήνυση κατά των παιδιών που έπαιζαν κουτσό στο πεζοδρόμιο έξω από το σπίτι τους, γιατί οι γραμμές με την κιμωλία στις πλάκες αποτελούσαν φθορά δημόσιας περιουσίας. Ο κοινωνικός λόξυγκας σταμάτησε.Κατά τη διακυβέρνηση της Βρετανίας από τους Εργατικούς του Τόνι Μπλερ και, πλέον, του Γκόρντον Μπράουν, η αλληλεπίδραση του προτεσταντικού - καλβινιστικού υποβάθρου με τα απομεινάρια μιας σοσιαλόφωνης ιδεολογίας, που από τη φύση της προτάσσει το κοινωνικό έναντι του ατομικού, οδήγησε σε μια σχεδόν υστερική ρυθμιστική μανία της ατομικής συμπεριφοράς. Στην πλέον τηλεοπτικώς παρακολουθούμενη χώρα, η αναζήτηση νέων ισορροπιών ανάμεσα στα ατομικά και τα κοινωνικά δικαιώματα είναι τόσο πυρετώδης, ώστε χρειάζεται την εξαίρεση της Βρετανίας από την επικύρωσης της ευρωπαϊκής Χάρτας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που συνοδεύει έστω και τη «χαμηλών λιπαρών» νέα Ευρωπαϊκή Συνθήκη που συμφωνήθηκε πριν από μία εβδομάδα στη Λισσαβώνα.Το «nanny state», το «κράτος γκουβερνάντα» που χτίστηκε επί Τόνι Μπλερ, κερδίζει τον χαρακτηρισμό αυτό όχι μόνο γιατί προσπαθεί να ρυθμίσει, να διαμορφώσει και να επιβάλει την καθημερινή ατομική συμπεριφορά των πολιτών του, αλλά και διότι, όπως συχνά κάνουν οι έχοντες την ευθύνη ανατροφής των παιδιών, ξεφορτώνεται πάνω τους τις δικές του αδυναμίες, ανεπάρκειες και συμπλέγματα.Θεωρεί ότι η υγεία δεν αποτελεί ατομικό, αλλά κοινωνικό αγαθό, ερμηνεύει όμως τη θεώρηση αυτή ως υποχρέωση του πολίτη απέναντι στη κοινωνία και όχι το αντίθετο. Δεν προσφέρει ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας για την προστασία του αγαθού αυτού, φτάνοντας στο σημείο να οδηγεί κάποιους πολίτες να βγάζουν μόνοι τους τα δόντια τους λόγω έλλειψης οδοντιάτρων. Μπορεί να είναι συνεπές προς τη λογική του, όταν απαγορεύει παντού το κάπνισμα και όταν φλερτάρει εσχάτως ακόμα και με την ποινικοποίηση της παχυσαρκίας, γίνεται όμως ύποπτο όταν επιτρέπει στο Εθνικό Σύστημα Υγείας να αρνείται περίθαλψη σε καπνιστές και παχύσαρκους, προκειμένου να μη σπαταλούνται σπάνιοι πόροι σε περιπτώσεις που δεν το αξίζουν, όταν το ίδιο έχει καταστήσει σπάνιους τους πόρους αυτούς.Είναι συνεπές στη λογική του και ευαίσθητο στην αυξανόμενη πολυπλοκότητα μιας πολυ-εθνικής κοινωνίας, όταν θέλει να ενισχύσει τη διαδικασία κοινωνικοποίησης μέσω της ομοιογενοποιητικής λειτουργίας του εκπαιδευτικού συστήματος. Σκοντάφτει, όμως, όταν αποπειράται να το πετύχει μέσω της ποινικοποίησης, για μαθητές και γονείς, του «σκασιαρχείου».«ASBOS», διοικητικές πράξεις απαγόρευσης κυκλοφορίας για ορισμένες ηλικίες, απαγόρευσης τύπων -ακόμα και συγκεκριμένης μάρκας ενδυμασίας, απαγόρευσης συναθροίσεων και συναναστροφών συμπληρώνουν την εικόνα μιας αγχωμένης εκ των άνω αναζήτησης κοινωνικής εξισορρόπησης, που όλο και περισσότερο υποφέρει από τη διατλαντική ώσμωση.Διότι, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, μπορεί σημείο εκκίνησης να μην είναι η σοσιαλίζουσα πρόταξη του κοινωνικού έναντι του ατομικού, αλλά το αντίστροφο, μπορεί πέραν των αρχικών προτεσταντικών - καλβινιστικών αξιών να επέδρασαν οι αυξημένες θερμοκρασιακές ανάγκες εξυπηρέτησης του μυθικού «χωνευτηριού των λαών», κατά τον Αλεξίς ντε Τοκβίλ, όμως οι κατευθύνσεις τείνουν όλο και περισσότερο να συναντηθούν, έστω και διαχεόμενες, όσο διαπηδούν στην ηπειρωτική Ευρώπη.Την περασμένη εβδομάδα η Βρετανία άρχισε να πειραματίζεται με ειδικά δικαστήρια, όπου ανήλικοι ένορκοι από 10 ώς 17 χρόνων θα αποφασίζουν τις ποινές που θα επιβάλλονται σε συνομήλικούς τους παραβάτες, σε μια νέα διασταλτική ερμηνεία του «δικαστηρίου των ομοίων», που προβλέπει το αγγλοσαξονικό σύστημα δικαίου. Η απόσταση από τις ΗΠΑ, όπου ανήλικοι καταδικάζονται σε ισόβια ή και σε θάνατο, ακόμα και για ηθική αυτουργία ή συνέργεια, παραμένει μεγάλη. Επιταχύνεται όμως η σύγκλιση στη λογική τής ολοένα και πιο ασφυκτικής διοικητικής ή ποινικής ρύθμισης της ατομικής συμπεριφοράς.Μέχρι πρότινος, η διαφορά προσεγγίσεως ανάμεσα στις δύο πλευρές του Ατλαντικού θύμιζε εκείνην ανάμεσα στους νευρολόγους, που κάποτε πρότειναν τη λοβοτομή, χειρουργική ή χημική, και την οπτική της ψυχαναλυτικής προσαρμογής και ομοιογενοποίησης, δηλαδή την αναζήτηση διαφορετικών μεθόδων για το ίδιο, πάνω κάτω, αποτέλεσμα για την εξουδετέρωση ενοχλητικών συγκρούσεων ανάμεσα στο άτομο και την κοινωνία.Σήμερα, με την ιδεολογική ουσία να έχει σε μεγάλο βαθμό αποδημήσει από τους πολιτικούς μηχανισμούς που κάποτε την είχαν εκφράσει, το κουφάρι της μορφής και της ρητορικής που απέμεινε μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά ευάλωτο σε επικίνδυνες μεταλλάξεις και αιρέσεις, με τον ίδιο τρόπο που κάποτε μια σοσιαλόμορφη δομή και ρητορική χρησιμοποιήθηκε για να πλαισιώσει μορφώματα όπως ο εθνικο-σοσιαλισμός και, κυρίως, ο φασισμός.Το γέμισμα των κενών με το παραδοσιακά αναγκαίο «Νόμος και Τάξη», την «καταπολέμηση της διαφθοράς», τα «καθαρά χέρια», την εκμετάλλευση των δονήσεων απορρόφησης των μεταναστών, την αναζήτηση στους «κομμουνιστές», πρώην και νυν, άλλοθι για την οικονομική δυσπραγία, όπως έγινε κάποτε με τους «Εβραίους», όλα αυτά συχνά παντρεμένα με «πατριωτικές» κορώνες, έρπουν ήδη ορατά στα πιο ευάλωτα σημεία της Ευρώπης.Θεωρητικά, εγκατεστημένες Δημοκρατίες σε επίσης μακροχρόνια εγκατεστημένες κρατικές οντότητες, όπως η Βρετανία του αρχικού παραδείγματος, δεν πρέπει να είναι εξίσου ευάλωτες. Κινδυνεύουν και αυτές όμως να ολισθήσουν προς τα αυταρχικά ψευδο-σοσιαλίζοντα στοιχεία ενός κατ' εξοχήν βίαιου ομοιογενοποιητικού μηχανισμού, του Στρατού.

Ελευθεροτυπία χωρίς "νεκρά δένδρα"

Θα ακουγόταν εξωφρενικό, αν κάποιος ζητούσε με ένα απλό εξώδικο από την Αττική Οδό να εμποδίζει τη διέλευση από τα διόδια στα φορτηγά που μεταφέρουν έντυπα προς το αεροδρόμιο για διανομή στην Ελλάδα, επειδή θεωρεί ότι κάποια από τα γραφόμενα σ' αυτά τον δυσφημούν. Θα ήταν ακόμα πιο εξωφρενικό, αν η εταιρεία συμμορφωνόταν και, σίγουρα, θα προκαλούσε αντιδράσεις. Σε ευρύτερο ρυθμιστικό επίπεδο, θα ξεσηκώνονταν και οι πέτρες (ή τουλάχιστον θα έπρεπε) αν σε μια σύγχρονη δημοκρατική χώρα κάποιος προσπαθούσε να θέσει περιορισμούς και ελέγχους στην ελευθερία του Τύπου, να λογοκρίνει προληπτικά, επεκτείνοντας το εύρημα της χρήσης δημοσίου αγαθού (ραδιοσυχνότητες) που επικράτησε σε ό,τι αφορά την τηλεόραση και το ραδιόφωνο, και ερμηνεύοντας ως αντίστοιχο δημόσιο αγαθό το οδικό δίκτυο μέσω του οποίου διακινούνται τα έντυπα.Κάτι ανάλογο συμβαίνει όμως συχνά («Ελευθεροτυπία», 12/10) σε πολλά μέρη του κόσμου, όχι απαραίτητα σε χώρες περιορισμένης δημοκρατίας, όταν εταιρείες παροχής πρόσβασης στο Ιντερνετ (ISP) βομβαρδίζονται από εξώδικα «θιγομένων», που τους ζητούν να διακόψουν την πρόσβαση στο υλικό που τους θίγει. Και στη λογική τού «ού μπλέξεις», συχνά συμμορφώνονται, χωρίς καν να υπάρχει κάποια σχετική δικαστική απόφαση.Μέσα στη σύγχυση που προκαλεί κάθε καινούργιο που δεν έχει ακόμα πλήρως «χωνευτεί» από την κοινωνία, στο συνεχώς διευρυνόμενο λόγω επιταχυνόμενης τεχνολογικής εξέλιξης χάσμα ανάμεσα στην πραγματικότητα και την αδράνεια των κοινωνικών προσαρμογών, δημιουργείται χώρος αυθαιρεσίας ένθεν κακείθεν. Προκύπτει μια, φυσιολογικά χαοτική στην έναρξή της, αναζήτηση των νέων ισορροπιών ανάμεσα στο ατομικό και το συλλογικό ή στην αλληλεπίδραση των ορίων ανάμεσα στις διάφορες ατομικότητες. Ενα χάος που γίνεται εξαιρετικά ορατό με την έλλειψη κατανόησης της διαφοράς ανάμεσα στο μήνυμα και το μέσον, τη φοβική δαιμονοποίηση ή την ουτοπική εξύμνηση ενός απλού -όσο αποτελεσματικό και αν είναι- εργαλείου.Παραμένοντας σε μια βασική συνιστώσα της Δημοκρατίας, την ελευθερία του λόγου και, κατ' επέκταση, την ελευθερία του Τύπου, γίνεται όλο και προφανέστερο ότι όχι μόνο το μέλλον αλλά και η αναγέννηση του γραπτού λόγου βρίσκονται στο Διαδίκτυο, απειλώντας για πρώτη φορά έπειτα από χρόνια την κυριαρχία του ραδιοτηλεοπτικού (ιδίως του τηλεοπτικού) εκπεμπόμενου λόγου. Η ίδια η μορφή της εφημερίδας, του εντύπου γενικά, είναι αυτή που χρειάζεται τις λιγότερες προσαρμογές, όπως δείχνουν οι έρευνες που έχουν γίνει διεθνώς μεταξύ των νεοτέρων (και μελλοντικά μεγαλυτέρων). Η εγγενής γραμμική ή «σειριακή» μορφή του ραδιοφωνικού ή τηλεοπτικού λόγου δείχνει να γίνεται αντιληπτή όλο και περισσότερο ως σοβαρός περιορισμός.Σε ένα τηλεοπτικό ή ραδιοφωνικό δελτίο ειδήσεων πρέπει κανείς να παρακολουθήσει μια σειρά ειδήσεων που ενδεχομένως δεν τον ενδιαφέρουν, να υποστεί κάποιον τηλεπαρουσιαστή που διαπληκτίζεται με τον προσκεκλημένο του για κάτι που πιθανώς τον αφήνει αδιάφορο, με την ελπίδα ότι, κάποια στιγμή, θα ακούσει αυτό που τον ενδιαφέρει, αν δεν το φάει το μαύρο σκοτάδι του ακριβού τηλεοπτικού χρόνου. Ενδέχεται να χάσει μισή ή μία ώρα και να μείνει απογοητευμένος.Αντιθέτως, η εγγενής μορφή μιας εφημερίδας, όπως και του Διαδικτύου, αν και με περιορισμούς αναζήτησης, δεν είναι γραμμική αλλά «τυχαίας προσπέλασης». Ο αναγνώστης μπορεί να επιλέξει να πάει απευθείας στις αθλητικές ή τις καλλιτεχνικές σελίδες, χωρίς να περάσει από αυτές που προηγούνται, μπορεί να διαβάσει μια είδηση που τον ενδιαφέρει ή του τραβάει την προσοχή ο τίτλος της, χωρίς απαραίτητα να διαβάσει τις υπόλοιπες. Αυτή η συνάφεια της εφημερίδας με την ευρεία έννοια, δηλαδή του συνεχώς ανανεούμενου γραπτού λόγου με τη δυνατότητα μη γραμμικής προσπέλασης, την οδηγεί μοιραία στο Διαδίκτυο, όπως δείχνει και η έκρηξη των δικτυακών ημερολογίων (blog από το Web Log). Η «έκρηξη» αυτή οδηγεί ακριβώς στον πυρήνα της ελευθερίας του λόγου και του Τύπου, δίνοντας ίσως για πρώτη φορά τη δυνατότητα πλήρους πρακτικής εφαρμογής τους. Διότι, αν μέχρι τώρα στα δημοκρατικά καθεστώτα κάθε πολίτης έχει θεωρητικά το δικαίωμα να εκδώσει ελεύθερα μια εφημερίδα για να εκφράσει την άποψή του, τη δυσφορία, την πίκρα ή ακόμα και την τρέλα του, η ελευθερία αυτή σκοντάφτει στους πρακτικούς περιορισμούς κόστους παραγωγής και διακίνησης. Με το εργαλείο του Διαδικτύου, με τον συνδυασμό πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών, οι περιορισμοί αυτοί σχεδόν εξαφανίζονται, σε μια εξέλιξη πολύ πιο δραστική από τη διευκόλυνση της διακίνησης ιδεών που επέτρεψε στο παρελθόν το εργαλείο της τυπογραφίας.Μία εφημερίδα (με την ευρεία έννοια) δεν είναι τα «νεκρά δένδρα», το χαρτί πάνω στο οποίο τυπώνεται, ούτε τα φορτηγά που τη μεταφέρουν στο περίπτερο, αλλά ο λόγος της. Σ' αυτόν και όχι στο χαρτί και στο μελάνι (ή στο μικρόφωνο) αναφέρεται η ελευθερία του λόγου, σε αυτόν και όχι σε κάποια παλιά «Χαϊδελβέργη» αναφέρεται η ελευθερία του Τύπου. Η αλλαγή των εργαλείων παραγωγής, η αντικατάσταση των φορτηγών από ηλεκτρόνια για τη διακίνηση, δεν αλλάζει την ουσία.Η ουσία όμως κινδυνεύει από την εκμετάλλευση της φυσιολογικής σύγχυσης από την εισαγωγή του νέου, από την απερίσκεπτη ή κακόβουλα κατευθυνόμενη φοβική αντιμετώπισή του. Η όλο και εντεινόμενη ρυθμιστική τάση των σύγχρονων κοινωνιών οφείλεται εν μέρει στην αυξανόμενη πολυπλοκότητά τους. Οφείλεται όμως και στη φυσική τάση κάθε μορφής εξουσίας - γραφειοκρατίας, να αναζητά ευκαιρίες ρύθμισης της αυτοεξυπηρέτησής της, με συνηθέστερο πρόσχημα την προστασία κάποιου εννόμου αγαθού και σύμμαχο την κινδυνολογία. Ανέκαθεν υπαρκτά προβλήματα, από την τρομοκρατία, τους παιδεραστές, τους απατεώνες και τους κλέφτες χρησιμοποιούνται ως φόβητρο για περιορισμούς ελευθεριών. Σε κάποιες περιπτώσεις, όπως όταν πριν χρόνια στην Ελλάδα, κάποιος υπουργός σκεφτόταν να απαγορεύσει τη μεταφορά δύο αναβατών από τις μοτοσικλέτες για να αντιμετωπιστούν οι «τσαντάκηδες», αποτελούν εκφράσεις απλής βλακείας. Σε άλλες, όπως στον έλεγχο της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας για την αντιμετώπιση των παιδεραστών, που επέστρεψε ως παράνομη τη φωτογραφία από τις καλοκαιρινές διακοπές που έστειλε φίλη στον αδελφό της στη Βρετανία, επειδή σε αυτές εμφανίζονταν τα παιδιά της με μαγιό στην παραλία, δεν είναι απαραίτητο να λείπει η βλακεία, όμως σίγουρα συνοδεύεται από ευρύτερη λογική εθισμού σε ελέγχους και εμπέδωσης αισθήματος απειλής. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν χρειάζονται κάποιες ρυθμίσεις. Με κυρίαρχη εκείνη που θα διασφαλίζει τις ατομικές ελευθερίες, ιδίως την ελευθερία του λόγου ανεξάρτητα από τα εργαλεία έκφρασης, και θα διαμορφώνει ένα σαφές πλαίσιο προστασίας, ώστε βασικοί διαχειριστές των νέων εργαλείων να μην υπόκεινται σε εκβιασμούς και πιέσεις.

ΘΕΡΙΝΗ ΡΑΣΤΩΝΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

Του ΚΩΣΤΑ Γ. ΤΣΑΠΟΓΑ
Γύρω στις 140.000 Τούρκοι, κατ' άλλους 200.000, «παραθερίζουν» στο βουνό, στα εκτεταμένα σύνορα της Τουρκίας με το Ιράκ. Μερικοί σπάνε την ανία με εκδρομές πέραν των συνόρων ή συσφίγγοντας τις σχέσεις τους με τις γειτονικές κατασκηνώσεις στο Ιράν με την οργάνωση κοινών βομβαρδισμών πυροβολικού στα κουρδικά βουνά.Λίγο νοτιότερα, παρόμοιος αριθμός Αμερικανών αναζητούν μεγαλύτερες δόσεις αδρεναλίνης ιδρωκοπώντας στην καυτή άμμο ή τις ακόμα πιο καυτές κροκάλες των ερήμων, σε αχνιστά βαλτοτόπια ή ανάμεσα σε καυτούς πλίνθινους τοίχους χωριών και πόλεων στο χρώμα του περιβάλλοντος. Αλλοι συμπατριώτες τους, όπως χιλιάδες απ' αυτούς που επιλέγουν κρουαζιέρα για τις διακοπές τους, αναρωτιούνται αν η ανία των διακοπών εν πλω αξίζει τελικά τον κόπο και φλερτάρουν με τη «λαμαρινίαση» στα πυρωμένα από τον καυτό ήλιο γκρίζα πλοία. Οι καπεταναίοι βλαστημούν με γνήσιο ναυτικό τρόπο, προσπαθώντας να μην τρακάρουν μεταξύ τους οι τρεις ομάδες μάχης αεροπλανοφόρων που διαγκωνίζονται για χώρο στα ζεστά νερά του Περσικού Κόλπου, πολύ της μόδας τα τελευταία χρόνια.Ακόμα πιο πέρα, τα κακοτράχαλα βουνά του Αφγανιστάν συγκεντρώνουν πιο διεθνή πελατεία, ΝΑΤΟϊκής συμμετοχής γαρ, σε βαθμό που οι διάφορες ομάδες τσακώνονται μεταξύ τους αλληλοκατηγορούμενες ότι έχουν καταστρέψει τη γνησιότητα της περιοχής.Δεν πρόκειται όμως περί απλού τουριστικού σουλάτσου, αλλά περί της εφαρμογής στην πράξη τού, αγγλοσαξωνικής εμπνεύσεως θεσμού του «sandwich cource», δηλαδή της παρεμβολής ενός έτους εργασιακής εμπειρίας στις ανώτατες σπουδές, κατά τη διάρκεια του οποίου αποκτάται πρακτική εμπειρία, εμπεδώνεται, αλλά και δοκιμάζεται η θεωρητική διδασκαλία που έχει προηγηθεί και γεννάται θεωρητικός προβληματισμός για το μέλλον.Η μέθοδος βοηθά να ξεπεραστεί εν μέρει η αδράνεια της κατεστημένης επιστημονικής σκέψης και η ανασφαλής περιχαράκωση σε ακλόνητες βασικές παραδοχές. Η αδράνεια αυτή αλλά και η ευρύτερη κοινωνική αδράνεια στην αναγνώριση, χειρισμό και ενσωμάτωση επιταχυνόμενων πραγματικών αλλαγών εκφράζεται και στην κορυφαία -όχι με την έννοια του καλού και του κακού, αλλά με την έννοια των συνολικών κοινωνικών επιπτώσεων- δραστηριότητα του πολέμου.Από τη λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου δεν υπήρξε κανένας «βιομηχανικός πόλεμος», κανένας πόλεμος στον οποίο το σύνολο της κοινωνίας των εμπλεκόμενων πλευρών με ολόκληρο το παραγωγικό δυναμικό της να διαμορφώθηκε ώστε να στηρίζει τις μαζικές πολεμικές δραστηριότητες με βιομηχανική, δηλαδή μαζική, ισχύ. Ο λεγόμενος «Ψυχρός Πόλεμος», που θα μπορούσε να αποκτήσει τέτοια μορφή αν δεν είχε εισαχθεί το στοιχείο του πυρηνικού οπλοστασίου, ποτέ δεν εξελίχθηκε σε πόλεμο, αλλά παρέμεινε σε φάση «διένεξης» ή «αντιπαράθεσης». Ακόμα και στο επίπεδο της αντιπαράθεσης αυτής, η πλευρά η οποία επέλεξε την αυστηρότερη προσήλωση στο πρότυπο του «βιομηχανικού πολέμου», εμπλέκοντας περισσότερο την κοινωνία της στην εξυπηρέτησή του, ήταν αυτή που κατέρρευσε.Στο διάστημα αυτό, η χρήση «βιομηχανικής ισχύος», ενός υποσυνόλου του «βιομηχανικού πολέμου», ουδέποτε οδήγησε σε στρατηγική νίκη όπως έδειξε ο πόλεμος της Κορέας, του Βιετνάμ, οι γαλλικές εμπειρίες στην Ινδοκίνα και την Αλγερία, η βρετανική και γαλλική επιδρομή στο Σουέζ, ο σοβιετικός πόλεμος στο Αφγανιστάν, ο 8χρονος πόλεμος Ιράκ - Ιράν και οι σημερινοί πόλεμοι στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Στην καλύτερη περίπτωση πρόσφερε κάποιες απλές επιτυχίες σε τακτικό επίπεδο, που όμως δεν επηρέασαν τη συνολική στρατηγική έκβαση. Ακόμα και η νίκη της Βρετανίας στα Φόκλαντ/Μαλβίνες, αν και χρησιμοποιείται συχνά ως παράδειγμα επιτυχίας, παραμένει αμφιλεγόμενη τόσο σε ό,τι αφορά την πραγματική ή όχι χρήση βιομηχανικής ισχύος όσο και σε ό,τι αφορά την επιτυχία σε τακτικό, υποστρατηγικό ή στρατηγικό επίπεδο.Η απορία που προκύπτει από την αδυναμία συμβιβασμού των πρακτικών αποτελεσμάτων με τις κατεστημένες παραδοχές, οι ρίζες των οποίων φτάνουν ώς τον αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο, εκφράζεται σήμερα με όρους όπως «ασύμμετρος πόλεμος», λες και η ασυμμετρία δεν ήταν ανέκαθεν βασική επιδίωξη κάθε εμπολέμου. Η σημερινή χρήση του όρου εκφράζει έτσι απλώς την αμήχανη δυσφορία απέναντι στη φυσιολογική άρνηση του αντιπάλου να παίξει με τους δικούς σου όρους επιδιώκοντας να επιβάλει τους δικούς του.Το ότι η προσπάθεια αυτή αποδεικνύεται σταθερά επιτυχής οδηγεί το μοντέλο του «βιομηχανικού πολέμου» και της «βιομηχανικής ισχύος» σε έναν φαύλο κύκλο αποδυνάμωσής τους, ακόμα και ως απειλής. Οταν η Τουρκία χρησιμοποίησε την απειλή χρήσης μαζικής στρατιωτικής ισχύος συγκεντρώνοντας δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες, άρματα μάχης, πυροβόλα και τα συναφή στα σύνορα με τη Συρία για να επιτύχει την εκδίωξη του Αμπντουλάχ Οτζαλάν από τη Δαμασκό, πέτυχε τον στόχο της, κυρίως επειδή το διακύβευμα (η τύχη του Οτζαλάν) δεν ήταν αποφασιστικής σημασίας για τη Συρία.Η σημερινή συγκέντρωση τουρκικών δυνάμεων στα σύνορα του Βορείου Ιράκ δύσκολα μπορεί να έχει τα ίδια αποτελέσματα. Η επίδειξη ισχύος μπορεί να είναι αποτελεσματική μόνον όταν πείθει ότι η ισχύς αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά απέναντι σε έναν αντίπαλο που υπερασπίζεται ζωτικά συμφέροντα, άρα είναι διατεθειμένος να απορροφήσει το κόστος.Α ν η πολεμική ισχύς δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά για την επίτευξη ενός στρατηγικού στόχου, δεν έχει στρατηγική χρησιμότητα. Και αν αυτό γίνεται αντιληπτό, δεν έχει χρησιμότητα ούτε η επίδειξή της. Το υπόδειγμα του πολέμου αλλάζει και, συνήθως αυτός που το αντιλαμβάνεται και προσαρμόζεται τελευταίος είναι αυτός που αισθάνεται ασφαλέστερος και ισχυρότερος στο παλιό υπόδειγμα. Πρόκειται για μια οδυνηρή γι' αυτόν διαδικασία, όπως αντιλήφθηκε και ο Ναπολέων στον καταστροφικό γι' αυτόν πόλεμο στην Ισπανία, όταν οι Ισπανοί άτακτοι αρνήθηκαν να ακολουθήσουν το δικό του, κυρίαρχο μέχρι τότε, υπόδειγμα πολέμου, εξαπολύοντας με τους δικούς τους όρους «guerilas» (μικρούς πολέμους) και εισάγοντας έναν νέο όρο στην ιστορία.Η επίδειξη «βιομηχανικής ισχύος», η παράταξη αρμάτων, πυροβόλων, αεροσκαφών και κανονιοφόρων/αεροπλανοφόρων, οδηγείται έτσι στην ίδια θέση που πήραν οι ασκήσεις «πυκνής τάξης» στην μετα-ναπολεόντειο βιομηχανική εποχή, έστω και αν οι στρατιωτικοί ιθύνοντες χρειάστηκαν έναν Α' Παγκόσμιο Πόλεμο για να αντιληφθούν ότι, μαζί με τις παρελάσεις, χρειάζονται μόνο για να τονώνουν το φρόνημα, κυρίως το δικό τους.

Προτεινόμενη βιβλιογραφία:«The new western way of war», Martin Shaw, Polity Press, 2005, Cambridge.«The Utility of Force, the art of war in the Modern world», Rupert Smith, Penguin, 2006, London.«The End of Iraq», Peter W. Galbraith, Simon & Shuster, 2006, London.«COBRA ΙΙ, the inside story of the invasion and occupation of Iraq», Michael Gordon & Bernard Trainor, Atlantic Books, 2007, London.«Η Θεωρία του Πολέμου», Παναγιώτης Κονδύλης, Θεμέλιο, 1997, Αθήνα.

Πέμπτη 9 Αυγούστου 2007

Η ΤΗΞΗ ΤΟΥ ΠΑΓΕΤΩΝΑ

Απέναντι στην αυξανόμενη ρευστότητα.

Η εικόνα έχει κάτι από τον ρομαντισμό της εποχής των εξερευνήσεων και κάτι από τον συμβολισμό τους, αλλά γλυτώνει από την γραφικότητα του αναχρονισμού τραβώντας την προσοχή στην αλλαγή του παγκόσμιου περιβάλλοντος, φυσικού και πολιτικού, με την οποία συνδέεται και στην είσοδο της συνειδητοποίησης αυτής της αλλαγής στους διεθνείς πολιτικούς σχεδιασμούς. Η ρωσική επιστημονική αποστολή που τοποθέτησε, την περασμένη Πέμπτη, μια ρωσική σημαία από άφθαρτο τιτάνιο στον αρκτικό βυθό, κάτω από τον Βόρειο Πόλο, μπορεί να είναι «θέαμα» όπως είπε ειρωνικά ο υπουργός Εξωτερικών του Καναδά, όμως οι θεατές θα το είχαν στερηθεί αν δεν είχαν διαμορφωθεί οι συνθήκες για το «ανέβασμά» του και αν οι «σκηνοθέτες» του δεν είχαν αντιληφθεί την αλλαγή των συνθηκών αυτών. Από τεχνικής πλευράς, το εγχείρημα θα ήταν αδύνατον να πραγματοποιηθεί χωρίς την αλλαγή του φυσικού περιβάλλοντος, την θέρμανση του πλανήτη και την συνακόλουθη τήξη των μόνιμων πάγων των Βόρειου Πόλου που επέτρεψε την προσέγγιση των ρωσικών σκαφών επιφανείας σε σημεία όπου μέχρι προσφάτως αλώνιζαν κάτω από τους πάγους μόνο τα πυρηνικά υποβρύχια. Για τον ίδιο λόγο η διεκδίκηση των βυθού της Αρκτικής με τα αποθέματα πετρελαίου που υπολογίζονται στο 25% των παγκοσμίων θα είχε μικρή πρακτική αξία, αν η ήδη υπάρχουσα αλλά και η προβλεπόμενη υποχώρηση των πάγων δεν καθιστούσε εφικτή την εκμετάλλευσή τους με τη σημερινή ή την λογικά προβλεπόμενη τεχνολογία. Από πολιτικής πλευράς, ο συμβολισμός θα πήγαινε χαμένος (αν εξαιρεθεί η διάσταση που αφορά την εσωτερική κατανάλωση στη Ρωσία) μέσα στην «παγωμένη» μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο εικόνα του διεθνούς περιβάλλοντος και την προβαλλόμενη ως εξίσου «παγωμένη» κατανομή της παγκόσμιας ισχύος μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, έστω και μετά την απόψυξη του Ψυχρού Πολέμου. Σύμφωνα με την θεωρία του Τόμας Κούν για τις επιστημονικές επαναστάσεις, οι επιστημονικές κοινότητες, στις οποίες περιλαμβάνονται τόσο οι φυσικοί επιστήμονες όσο και οι αναλυτές των πολιτικών τάσεων, λειτουργούν μέσα στο πλαίσιο άκαμπτων πεποιθήσεων που έχουν διδαχθεί, καταπνίγοντας κάθε νέο στοιχείο που μπορεί να τις υπονομεύσει. Η αδράνεια αυτή ανατρέπεται μόνο όταν η μάζα –ποσοτική ή ποιοτική- φθάσει στο κρίσιμο σημείο ανατροπής της επιστημονικής παράδοσης υποχρεώνοντας σε ανασκευή των παλαιών παραδοχών και στην δημιουργία νέων. Η διαδικασία αυτή είναι αρκετά προχωρημένη σε ότι αφορά την αναγνώριση της ανθρωπογενούς υπερθέρμανσης του πλανήτη και αλλαγής του κλίματος, έχοντας ήδη αρχίσει να διαχέεται στην μελέτη των επιμέρους επιπτώσεων. Σε ότι αφορά την αναγνώριση της αλλαγής του παγκόσμιου πολιτικού περιβάλλοντος, του περιβάλλοντος των διεθνών σχέσεων, η αντίστοιχη διαδικασία βρίσκεται σε πρωϊμότερο στάδιο, επιταχυνόμενη όμως από την συσσώρευση μάζας των νέων στοιχείων και ενδείξεων που μαρτυρούν ρευστοποίηση της μέχρι πρότινος αυταπόδεικτης αμερικανικής επικυριαρχίας. Οι δύο αυτές διαδικασίες συναντώνται όμως στο «δια ταύτα», οι άξονές τους τέμνονται στην επιτακτικότητα στρατηγικής ανάλυσης και σχεδιασμού για την αντιμετώπιση των απειλητικών επιπτώσεων σε διεθνικό και εθνικό επίπεδο αλλά και ενδεχόμενων ευκαιριών, κυρίως σε εθνικό επίπεδο. Και στις δύο περιπτώσεις, ο ευρύτερος σχεδιασμός σε πλανητικό επίπεδο μοιραία καθορίζεται από τους «μεγάλους παίκτες», είτε ως κράτη (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Ινδία κλπ) είτε ως σχηματισμούς (Ευρωπαϊκή Ένωση, ASEAN, κλπ). Χώρες όπως η Ρωσία ή η Κίνα έχουν ήδη μπει στην διαδικασία ανάλυσης των προκλήσεων και των ευκαιριών που φέρνει η δίδυμη αλλαγή φυσικού και πολιτικού περιβάλλοντος, αναζητώντας ήδη λύσεις σε σενάρια δημογραφικής αλλοίωσης, κενών επιρροής, μετατόπισης ζωνών αγροτικής παραγωγής, μαζικών μεταναστεύσεων, ενεργειακής ασφάλειας,. Μικρότερες χώρες, με λιγότερες δυνατότητες επηρεασμού των παγκόσμιων εξελίξεων που όμως αντιμετωπίζουν ειδικές συνθήκες, ωθούνται σε ταχύτερη αναθεώρηση των σχεδιασμών τους, δίνοντας σε κάθε έναν από τους δύο άξονες διαφορετική βαρύτητα, ανάλογα με την ειδική γι αυτές σημασία. Αν, για παράδειγμα, κάποιες χώρες της Λατινικής Αμερικής σχεδιάζουν με βάση την μείωση της αμερικανικής επιρροής και την αυξανόμενη αδυναμία της Ουάσιγκτων να αντιμετωπίζει εξελίξεις σε πολλαπλές εστίες, άλλες όπως η Ολλανδία και το Μπαγκλαντές, οφείλουν να σχεδιάσουν την αντίδρασή τους κατά προτεραιότητα στην προβλεπόμενη άνοδο του επιπέδου της θάλασσας που απειλεί με εξαφάνιση μέχρι και τα δύο τρίτα του εθνικού εδάφους τους. Η έλλειψη μίας ξεκάθαρης μοναδικής πρόκλησης/απειλής που να ξεπηδά ορατά πάνω από το σύμπλεγμα των υπολοίπων, δείχνει να δυσκολεύει ορισμένες χώρες να ξεκινήσουν έστω και μια αναλυτική προσπάθεια πρόβλεψης των μελλοντικών σεναρίων, πόσο μάλιστα την διαμόρφωση στρατηγικών απαντήσεων. Η ίδια η πολυπλοκότητα των προκλήσεων τις μετατρέπει συχνά σε ένα είδος ακαθόριστου «θορύβου» που χάνεται στη βουή των μικροπολιτικών αθλοπαιδιών. Εκτός αν πρόκειται για επτασφράγιστο μυστικό, στην Ελλάδα δεν διακρίνεται κάποιος συγκροτημένος συνολικός προβληματισμός, πόσο μάλλον σχεδιασμός, πέραν ίσως κάποιων συζητήσεων σε επίπεδο κοινωνικής συναναστροφής. Στον άξονα της διεθνούς πολιτικής, η ανάλυση των επιπτώσεων που μπορεί να έχει η μείωση της αμερικανικής επιρροής παγκοσμίως αλλά κυρίως στη λεκάνη της Μεσογείου και το ανατολικό της τμήμα δύσκολα εντοπίζεται, έστω και αν πληθαίνουν ενδείξεις όπως η σταδιακή αποστασιοποίηση της τουρκικής ηγεσίας –συμπεριλαμβανομένων των στρατιωτικών- από την Ουάσιγκτων, ή η σταδιακή αλλαγή της σχέσης της Άγκυρας με τις γειτονικές της χώρες όπως το Ιράν και η Συρία. Πιο εξωτική φαίνεται η ανάλυση ενδεχόμενων στρατηγικής φύσης επιπτώσεων της αλλαγής του φυσικού περιβάλλοντος. Απειλές ασφαλείας, όπως η προβαλλόμενη ραγδαία μεταναστευτική πίεση από τις νότιες ακτές της Μεσογείου λόγω των επιδεινούμενων εκεί συνθηκών διαβίωση αντιμετωπίζονται εν μέρει στο πλαίσιο του ευρύτερου σχεδιασμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς αφορούν ολόκληρη την ευρωπαϊκή μεσογειακή ακτή. Όμως, παρά τις προειδοποιήσεις, οι προοπτικές ερημοποίησης –στις οποίες εντάσσονται και οι δασικές πυρκαγιές- δεν φαίνεται να έχουν οδηγήσει σε ανάλυση των δημογραφικών επιπτώσεων ανά περιοχή και συνολικά. Οι επιπτώσεις στην ασφάλεια της αγροτικής παραγωγής και, κατ επέκταση στην οικονομία, την διατροφική ασφάλεια και την δημογραφική σταθερότητα δεν αναλύονται ή οι όποιες αναλύσεις δεν φαίνονται να απασχολούν τον κεντρικό σχεδιασμό. Ακόμα και σενάρια που αφορούν την ίδια την εδαφική οντότητα δεν έχουν εξετασθεί, ούτε καν για να απορριφθούν. Η ελληνική ηγεσία δεν δείχνει να ασχολήθηκε με το αν η άνοδος της στάθμης των θαλασσών θα αλλάξει την μορφή ή και την έκταση του εθνικού εδάφους σε κρίσιμες και από απόψεως ασφάλειας περιοχές όπως το Δέλτα του Εύρου, ή αν ο αυξημένος ρυθμός προσχώσεων λόγω της μεγαλύτερης ραγδαιότητας των βροχών μπορεί να αλλάξει την γεωγραφία. Δεν φαίνεται να έχει αναλυθεί αν η προϊούσα λειψυδρία απειλεί μεσοπρόθεσμα να καταστήσει δύσκολη ή και αδύνατη την παραμονή μόνιμου πληθυσμού σε μικρά νησιά με σημαντική στρατηγική σημασία. Ούτε έχει πλήρως διερευνηθεί, έστω και πάλι για να απορριφθεί, το ενδεχόμενο ανόδου της στάθμης της θάλασσας σε συνδυασμό με την εξέλιξη της τεχνολογίας μέτρησης να έχει εν δυνάμει θετικά ή αρνητικά αποτελέσματα σε ότι αφορά κρίσιμα στοιχεία εθνικής κυριαρχίας όπως οι υφαλοκρηπίδες. Πρόκειται για μια διαδικασία που δεν μπορούν να κάνουν οι λουόμενοι κοντά στο Λαύριο που ξαφνιάζονται όταν σκοντάφτουν στις πέτρες αρχαίων οικισμών που σκεπάστηκαν από τα νερά της θάλασσας, ούτε όσοι βλέπουν το άγαλμα του Λεωνίδα περνώντας από τα Στενά των Θερμοπυλών, που όμως δεν είναι πλέον στενά λόγω αλλαγής της γεωγραφίας από τις προσχώσεις.

Σάββατο 21 Ιουλίου 2007

Ρέκβιεμ ή απολογία; Το κληροδότημα του Μπλερ

«Πρόκειται για κατεύθυνση που υιοθετούν τώρα συντηρητικές και προοδευτικές παρατάξεις στις μεγάλες βιομηχανικές χώρες και πολλές παλιές διαφορές δεξιών - αριστερών σήμερα δεν έχουν πλέον σημασία» («Ε», 18/06/2007). Με τα λόγια αυτά ο Τόνι Μπλερ απάντησε την περασμένη εβδομάδα σε ερώτηση για το κατά πόσον η αποχώρησή του από την εξουσία, σε δύο μέρες από σήμερα, αποτελεί και το τέλος του «μπλερισμού».Ο, από μεθαύριο τέως, Βρετανός πρωθυπουργός περηφανεύεται διότι αφήνει πίσω του κάτι περισσότερο από το δικό του μερίδιο στο Γκουαντάναμο, από τη δική του αναλογία αίματος και αποτυχίας στο Ιράκ, από τη συνενοχή του στην εκτροφή ενός υπερεθνικά γιγάντιου «Μεγάλου Αδελφού» περιστολής ελευθεριών και παρακολούθησης χάριν άμυνας από την «τρομοκρατία» και από τη συνδιαχείριση ενός διεθνούς αντιτρομοκρατικού νεομακαρθισμού. Σε αντίθεση με όλα αυτά, φέροντας το όνομά του, ο «μπλερισμός» μπορεί να προβληθεί σαν αμιγώς δικό του δημιούργημα. Η κατάληξη «-ισμός» παίζει με την αίγλη ιδεολογιών και κοινωνικών συστημάτων, αν και μάλλον ακόμα και ο ίδιος ο Μπλερ, με ή χωρίς τις μονωτικές πρωθυπουργικές πομπές του, θα δίσταζε να περάσει έξω από το κοιμητήριο του Χάιγκεϊτ στο Λονδίνο όπου είναι θαμμένος ο Καρλ Μαρξ, προκειμένου να αποφύγει προβληματισμούς για τη σημειολογική σχετικότητα των «-ισμών».Αυτό δεν σημαίνει ότι ο «μπλερισμός» είναι χωρίς αξία. Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, είναι η επιτυχέστερη ώς τώρα ενημερωτική πινακίδα στην αναζήτηση «τρίτου δρόμου», έστω και αν δίπλα στο βέλος που δείχνει την κατεύθυνση δεν αναφέρει την απόσταση. Για τον απλούστατο λόγο ότι, στην αναζήτηση του δρόμου, έχει ξεχαστεί ο τελικός προορισμός και παραμένει μόνον η μεθοδολογία της πορείας.Αναμφισβήτητη είναι η επιτυχία του «μπλερισμού» στην αναβίωση του πνέοντος τα λοίσθια σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος της Βρετανίας. Ενός κόμματος που δεν κατέληξε στην εντατική απλώς και μόνο λόγω της μοιραίας γι' αυτό σύγκρουσης ανάμεσα στη Μάργκαρετ Θάτσερ και τον τότε ηγέτη του, Νιλ Κίνοκ, αλλά διότι ολόκληρο το σύστημα αναφοράς του αφορούσε μια άλλη εποχή. Για να το πετύχει αυτό, για να φέρει το κόμμα σε θέση να διεκδικήσει την εξουσία, διαβάζοντας το νέο μετα-βιομηχανικό περιβάλλον, ο Μπλερ εγκατέλειψε οριστικά την ταξική βάση της πολιτικής του. Η Μάργκαρετ Θάτσερ βοήθησε τους Βρετανούς εργάτες και ανθρακωρύχους να συνειδητοποιήσουν με τραυματικό τρόπο ότι τα σφυριά, τα δρεπάνια, οι αξίνες και οι μοχλοί των μηχανών δεν ήταν πια στα χέρια τους. Είχαν μετακομίσει σε άλλες χώρες που βρίσκονταν σε διαφορετικό εξελικτικό στάδιο. Στην πατρίδα της βιομηχανικής επανάστασης, τα βιομηχανικά εργαλεία μέσα από τα οποία διοχετευόταν η ισχύς της εργατικής τάξης διαβρώθηκαν και έγιναν εύθραυστα από την αιθαλομίχλη που προκάλεσε η ηλεκτρονική επανάσταση, θολώνοντας τις παραδοσιακές κοινωνικές σχέσεις. Στις χώρες όπου τα εργαλεία αυτά μετακόμισαν, το αναλυτικό ιδεολογικό πλαίσιο που τα συνόδευε αποδείχθηκε λιγότερο διεισδυτικό από τα ίδια. Οι ευρωπαϊκές ιδεολογίες της βιομηχανικής εποχής όταν μεταφέρθηκαν εκεί, στον λεγόμενο αναπτυσσόμενο κόσμο, συχνά είχαν την τύχη της ευρωπαϊκής μονοθεϊστικής θρησκείας που μετέφεραν οι ιεραπόστολοι σε άλλες εποχές. Παντρεύτηκαν με αρχαίες τοπικές θρησκείες, παραδόσεις και δοξασίες, δημιουργώντας νέα μορφώματα ανάλογα με το «Βουντού» ή τη «Σαντερία».Στην «ορθολογική» Ευρώπη, το κενό που άφησε η εξαγωγή τού σαφώς δομημένου και διεξοδικά αναλυμένου υποβάθρου σκεπάστηκε εκ των ενόντων από διαχειριστικούς αυτοσχεδιασμούς αλλά και από μια τεράστια έμφαση στην «Επικοινωνία», δηλαδή στον προσαρμοσμένο στις τεχνολογικές εξελίξεις πολιτικό λόγο, που χωράει στο συνθηματολογικών διαστάσεων εύρος των ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης. Στις αναζητήσεις «τρίτων δρόμων» χρησιμοποιήθηκαν μεταβατικά και γεφυροποιητικά προς το παρελθόν της «ταξικής πάλης» απλές αλλά ευρύχωρες στη θολότητά τους έννοιες, όπως «έχοντες και κατέχοντες» ή «προνομιούχοι και μη προνομιούχοι». Στην ωρίμανση του επικοινωνιακού μοντέλου αυτού, ήταν που διέπρεψε η σχολή που εκφράστηκε μέσω του Τόνι Μπλέρ στη Βρετανία, στηρίζοντας μια προσέγγιση διαχείρισης της οριζόντιας αντίληψης της καθημερινότητας, στη λείανση των γωνιών της πραγματικότητας και σε μια ακόμα μεγαλύτερη λείανση του τρόπου παρουσίασής της. Ο όρος «spin», υπηρετούμενος από «spin doctors» σαν τον Αλαστερ Κάμπελ, δοξάστηκε πετυχαίνοντας να διαμορφώνει την αντίληψη των πραγμάτων ξεφεύγοντας από τους περιορισμούς της πραγματικότητας. Χρειάστηκε ο πόλεμος στο Ιράκ για να δείξει τα όρια της επικοινωνίας ως κεντρικού πολιτικού εργαλείου. Εκεί φάνηκε ξεκάθαρα για πρώτη φορά ότι το βασικό πολιτικό εργαλείο του μοντέλου Μπλερ ξέφευγε και από τους περιορισμούς της αλήθειας και της εντιμότητας, περισσότερο του συνήθους και του αναμενομένου. Στη φάση αποδρομής από την εξουσία και διάσωσης της υστεροφημίας του, ο Τόνι Μπλερ προσπάθησε και εξακολουθεί να επιδιώκει την παράκαμψη του «λεκέ» της ανεντιμότητας, αφήνοντας να εννοηθεί ότι συχνά «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Και για να αγιάσει το σκοπό (κάτι απαραίτητο για τον αγιασμό των μέσων) καταφεύγει στις «ειλικρινείς» πεποιθήσεις του περί σωστού και λάθους, ακόμα και στις θρησκευτικές του επιρροές.Με περισσότερη αξιοπιστία δείχνει τα θετικά αποτελέσματα στη διακυβέρνηση της Βρετανίας, από την ομαλή μεταβίβαση εξουσίας στο Χονγκ Κονγκ και τη συμφωνία για τη Βόρεια Ιρλανδία μέχρι την αρκετά αποτελεσματική οικονομική πολιτική του υπουργού Οικονομικών και διαδόχου του στην πρωθυπουργία, Γκόρντον Μπράουν.Εν πάση περιπτώσει, ο Μπλερ δικαιολογημένα επαίρεται ότι το μοντέλο που φέρει το όνομά του, ο «μπλερισμός», «υιοθετείται τώρα από πολλές συντηρητικές και προοδευτικές παρατάξεις στις μεγάλες βιομηχανικές χώρες», συμπεριλαμβανομένης της ίδιας της Βρετανίας, όπου και το αντίπαλο συντηρητικό κόμμα οδηγήθηκε στη μίμηση του μπλερικού μοντέλου. Με τον ίδιο τρόπο, από τη Γαλλία του Σαρκοζί και της Ρουαγιάλ, τη Γερμανία της Μέρκελ και την Ισπανία του Θαπατέρο, μέχρι την Ελλάδα των Καραμανλή και Παπανδρέου, ο «μπλερισμός» με κάποιες τοπικές προσαρμογές και διορθώσεις δείχνει να επικρατεί στη φάση αυτή της πολιτικής εξελικτικής διαδικασίας. Διότι, όπως ο ίδιος ο δημιουργός του γνωρίζει πολύ καλά, δεν πρόκειται για ένα κοινωνικό μοντέλο ή ένα ιδεολογικό αναλυτικό εργαλείο αλλά για ένα τεχνικό εγχειρίδιο ανάληψης, διαχείρισης και, κατά το δυνατόν, διατήρησης της εξουσίας από κάποιο κόμμα στον ανεπτυγμένο μετα-βιομηχανικό κόσμο.

Δευτέρα 9 Ιουλίου 2007

Ο Μπλερ σε ρόλο... Λόρενς της νέας Αραβίας!

Ζήλεψε τη δόξα του Τσόρτσιλ, θέλησε να αναμετρηθεί με την ιστορία της Θάτσερ και τώρα φιλοδοξεί να συγκριθεί με άλλον έναν συμπατριώτη του, τον Τ.Ε. Λόρενς, το γνωστό Λόρενς της Αραβίας.Ομως, όσο δύσκολο είναι να φανταστεί κανείς τον Τόνι Μπλερ, ντυμένο Αραβα, να τονώνει τον αραβικό εθνικισμό συνενώνοντας τις αραβικές φυλές εναντίον της οθωμανικής κατοχής, όπως είχε κάνει ο τότε απεσταλμένος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, τόσο δύσκολο είναι να βρει στην Ιστορία αναλογίες που θα επέτρεπαν στο σημερινό απεσταλμένο του «κουαρτέτου» να ελπίζει σε επιτυχή έκβαση της αποστολής του.Αν μέχρι πριν από μερικά χρόνια το Μεσανατολικό αφορούσε την υπόθεση της Παλαιστίνης, ο ιδιοσυγκρασιακός «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» της σημερινής υπερδύναμης και των προσαρτημάτων της έχει διευρύνει τον όρο, τόσο γεωγραφικά όσο και εννοιολογικά, έτσι ώστε η σύγκρουση Παλαιστινίων - Ισραηλινών να αποτελεί πλέον μικρό, ενίοτε προσχηματικό, τμήμα. Για τον αραβικό και τον ευρύτερο μουσουλμανικό κόσμο, τη συμβολική θέση του Παλαιστινιακού έχει πλέον πάρει ο πόλεμος στο Ιράκ που δίνει στο Μεσανατολικό μια διεσταλμένη διάσταση σύγκρουσης ανάμεσα στον αραβικό - μουσουλμανικό κόσμο και τη «σταυροφορική» Δύση. Οσο σημαντική και αν παραμένει η «Αλ Κουντς», η Ιερουσαλήμ, ο πόλεμος στο Ιράκ έχει, σε μεγάλο βαθμό, αντικαταστήσει το Παλαιστινιακό ως συμβολικό πόλο αναφοράς της δυσφορίας των Αράβων απέναντι στα φιλικά προς τη Δύση καθεστώτα των αραβικών χωρών, αλλά και της δυσφορίας της «Ούμα», της παγκόσμιας μουσουλμανικής κοινότητας, απέναντι στον πολιτισμικό νεο-ιμπεριαλισμό της Δύσης. Η σημασία του Παλαιστινιακού δεν μειώθηκε, όμως γύρω του δημιουργήθηκαν νέες εστίες και στο παιχνίδι μπήκαν νέοι παίκτες.Ο βασικός παίκτης που προσκλήθηκε στο παιχνίδι από την πολιτική της Ουάσιγκτον είναι το Ιράν. Η εισβολή στο Ιράκ τού χάρισε μέσα σε λιγότερο από τρία χρόνια ευρύτερη και συνεχώς αυξανόμενη επιρροή στην αραβική Μέση Ανατολή, που τείνει να υποσκελίσει τον παραδοσιακό ρυθμιστικό ρόλο της Σαουδικής Αραβίας και της Αιγύπτου, σπάζοντας ακόμη και παραδοσιακές διαχωριστικές γραμμές, όπως αυτές ανάμεσα σε Αραβες και Πέρσες ή σε σουνίτες και σιίτες. Εξω από το Ιράκ, όπου η Τεχεράνη κρατά πλέον τα περισσότερα κλειδιά των εξελίξεων, το Ιράν δοκιμάζει ήδη με επιτυχία τα αντικλείδια του στο Παλαιστινιακό, αποκτώντας προσβάσεις και ερείσματα που ήταν αδιανόητα πριν από την αμερικανική περιπέτεια του Ιράκ.Ο περσινός αυτοκαταστροφικός πόλεμος του Ισραήλ (και των ΗΠΑ) στον Λίβανο ενίσχυσε τη σιιτική Χεζμπολάχ και τις ιρανικές επιρροές της τόσο ως εσωτερική πολιτική δύναμη όσο και ως το σημαντικότερο σύμβολο της πρώτης νίκης των Αράβων απέναντι στο Ισραήλ. Παλαιστινιακοί προσφυγικοί καταυλισμοί εκπορθούνται για πρώτη φορά από ιρανικής επιρροής παλαιστινιακές οργανώσεις, κάτι αδιανόητο πριν από μερικά χρόνια. Στα παλαιστινιακά εδάφη, η «εμπνευσμένη» αυτοκτονία των δυτικών «δημοκρατικών αρχών» με τον αποκλεισμό και την τιμωρία του παλαιστινιακού λαού, επειδή ψήφισε -με τις δυτικές δημοκρατικές διαδικασίες- κυβέρνηση μη αρεστή στους ιεροκήρυκες-αποκλειστικούς αντιπροσώπους της δημοκρατίας, ωθεί σταδιακά τη Χαμάς προς την ιρανική επιρροή. Και η αιωρούμενη απειλή χρήσης στρατιωτικής βίας κατά του Ιράν, όπως θα ήθελε ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Ντικ Τσένι, σε αντιδιαστολή με τη συνεργασία της Ουάσιγκτον με αραβικά καθεστώτα όπως αυτό της Σαουδικής Αραβίας, προσδίδει επιπλέον αντιστασιακές περγαμηνές και νομιμοποίηση της Τεχεράνης στον αραβικό κόσμο. Ακόμη και το υπόδειγμα, σύμφωνα με την Ουάσιγκτον, «δημοκρατικής μουσουλμανικής χώρας», η Τουρκία, οδηγείται σε προσέγγιση με το Ιράν λόγω της κοινής δυσφορίας απέναντι στο ιρακινό Κουρδιστάν.Ως ένα είδος «μετεωρολογικού δελτίου» για το προς τα πού φυσά ο άνεμος μπορεί να θεωρηθεί η έκκληση για συνεργασία ενός ενδοϊσλαμικού εχθρού της Τεχεράνης. Στο μήνυμά του, που μεταδόθηκε την περασμένη Πέμπτη («Ελευθεροτυπία», 6/7/2007), ο δεύτερος στην ιεραρχία της Αλ Κάιντα, Αϊμάν αλ Ζαουάχρι, μιλά για δεύτερη φορά μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα για την ανάγκη συνεργασίας ανάμεσα σε σουνίτες και σιίτες απέναντι στα δυτικά συμφέροντα και, κυρίως, εναντίον των αραβικών καθεστώτων, όπως αυτό της Σαουδικής Αραβίας και της Αιγύπτου, τα οποία χαρακτηρίζει «χωροφύλακες των ΗΠΑ».Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, θα μπορούσε κανείς να κάνει ένα -ομολογουμένως τεράστιο- λογικό άλμα. Να πρωτοτυπήσει υποθέτοντας ότι στην Ουάσιγκτον του Ντικ Τσένι και του Τζορτζ Μπους υπάρχει κάποια ευφυΐα που κρατείται καλά κρυμμένη ως ύψιστο κρατικό απόρρητο. Οτι η μετά την 11η Σεπτεμβρίου αμερικανική πολιτική δεν καθορίζεται από άτακτους σπασμούς ιδεολογικών δογμάτων και εμμονών, αλλά εντάσσεται σε κάποια υψηλή στρατηγική, τμήμα της οποίας είναι η διαμόρφωση του διεθνούς πεδίου αντιπαράθεσης.Μια τέτοια απόρρητη ευφυΐα θα μπορούσε να θεωρήσει ότι ένας αντίπαλος πόλος συσπειρωμένος γύρω από μια κρατική οντότητα, όσο εχθρική και αν είναι αυτή, είναι περισσότερο δεκτικός αντιμετώπισης με τα παραδοσιακά πολιτικά, διπλωματικά και στρατιωτικά όπλα απ' ό,τι κάποιες νεφελώδεις «μη κρατικές οντότητες» τύπου αλ Κάιντα. Ενας τέτοιος στρατηγικός στόχος μείωσης της «ασυμμετρίας» θα μπορούσε να δικαιολογήσει ως τακτικούς ελιγμούς ακόμη και φαινομενικά αφελείς και αντιπαραγωγικές κινήσεις αποδυνάμωσης και απονομιμοποίησης εν δυνάμει συμμάχων με παράλληλη ενίσχυση αντιπάλων, «καίγοντας» τους πρώτους με σκανδαλώδη παροχή βοήθειας και προικίζοντας τους δεύτερους με νομιμοποιητικές αντιστασιακές περγαμηνές. Παράδειγμα, η παροχή βοήθειας από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ προς τον Μαχμούντ Αμπάς και ο μαχητικός αποκλεισμός της Χαμάς, ίσως και η καταδίκη και κράτηση ώς τώρα στις ισραηλινές φυλακές της μοναδικής παλαιστινιακής προσωπικότητας που θα μπορούσε να ενώσει τους Παλαιστινίους σε μια κεντρώα συνισταμένη, του ηγέτη της Φατάχ στη Δυτική Οχθη, Μαρουάν Μπαργούθι.Η τελευταία επίδειξη του μυστικού όπλου της ευφυΐας από την πλευρά της Δύσης έγινε κατά τη διάρκεια του πρώτου Πολέμου του Κόλπου στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν το Ισραήλ αρνήθηκε -ή συγκρατήθηκε- να απαντήσει στους πυραύλους Σκουντ που εξαπέλυε εναντίον του ο Σαντάμ Χουσεΐν, στερώντας του μια σημαντική προπαγανδιστική νίκη. Πριν από έναν χρόνο, στον Λίβανο, αποφάσισε να κρύψει για τα καλά την κατοχή ενός τέτοιου μυστικού όπλου, κάνοντας το αντίθετο όταν η Χεζμπολάχ εξαπέλυσε μερικές ρουκέτες.Αν έτσι έχουν τα πράγματα, θα πρέπει κανείς να παραδεχθεί ότι οι ΗΠΑ και το Ισραήλ επιδεικνύουν εξαιρετική αποτελεσματικότητα στη φύλαξη των κρατικών τους απορρήτων.

Σάββατο 16 Ιουνίου 2007

ΣΧΕΣΕΙΣ ΗΠΑ - ΡΩΣΙΑΣ Ενας νέος Ψυχρός Πόλεμος

Τα περί νέου Ψυχρού Πολέμου όρμησαν πριν από μία εβδομάδα στην επικαιρότητα, όταν ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, στήνοντας το σκηνικό για τη σύνοδο του G8 στο Χάιλιγκενταμ, απείλησε να στοχοποιήσει εγκαταστάσεις στην Ευρώπη αν οι ΗΠΑ αναπτύξουν στην Πολωνία και την Τσεχία το σχεδιαζόμενο αντιπυραυλικό τους σύστημα.
Μέχρι εκείνη τη στιγμή, οι όποιοι ψίθυροι περί Ψυχρού Πολέμου, που είχε προκαλέσει η αμερικανική προσπάθεια άλωσης του ρωσικού «εγγύς εξωτερικού», δηλαδή χωρών της πρώην ΕΣΣΔ, από φιλοαμερικανικά καθεστώτα και οι βυζαντινισμοί γύρω από τους δρόμους μεταφοράς υδρογονανθράκων εμφανίζονταν δειλά και σποραδικά. Εξαίρεση η σχετική έξαρση που είχε προκαλέσει πάλι η κίνηση της Ρωσίας να διακόψει για λίγο την παροχή φυσικού αερίου λόγω της διένεξής της με την Ουκρανία. Για τα πρωτοσέλιδα της Δύσης, φαίνεται ότι τη στρόφιγγα του Ψυχρού Πολέμου μπορεί να ανοιγοκλείσει μόνο η Μόσχα.Οπως ο χορός, εκτός από το ζεϊμπέκικο, χρειάζεται τουλάχιστον δύο, το λιγότερο δύο πλευρές χρειάζεται και ένας Ψυχρός ή Θερμός Πόλεμος. Και όπως η είσοδος ενός άλλου χορευτή στο βαρύ μοναχικό ζεϊμπέκικο μπορεί να βγάλει τα μαχαίρια, έτσι και η επιστροφή της Ρωσίας στην πίστα δίπλα στις ΗΠΑ, με όσους χτυπάνε παλαμάκια να ξαναμοιράζονται, βγάζει τους πυραύλους και τους αντι-πυραύλους. Διότι το αμερικανικό αντιπυραυλικό σύστημα δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα εργαλείο πολιτικής πίεσης που παίζει περιφερειακό ρόλο στην ουσία της διένεξης. Μιας διένεξης που ξεκινά από την ανάκαμψη της Ρωσίας και τη διεκδίκηση εκ μέρους της του φυσικού της ρόλου στη διεθνή σκηνή και από την προσπάθεια των ΗΠΑ να διατηρήσουν την παντοκρατορία, τη γεύση της οποίας άρχισαν να δοκιμάζουν μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ.Αποτυγχάνοντας, κυρίως λόγω μιας εμμονικής αυτοκαταστροφικής πολιτικής στο Ιράκ και μιας εξίσου εμμονικής άρνησης αναγνώρισης της διεθνούς πραγματικότητας, να διαμορφώσει το διεθνές περιβάλλον στα μέτρα της, η Ουάσιγκτον προσπαθεί τώρα να ανακόψει την εκ νέου ανάδυση ενός δεύτερου πόλου, καταφεύγοντας σε συνταγές που θεωρεί ότι έχουν πετύχει στο παρελθόν.Οι απόψεις των επιτελών της κυβέρνησης Μπους, σε ό,τι αφορά τη Ρωσία, διαμορφώθηκαν μέσα στο κλίμα ευφορίας για την «ιστορική νίκη» των ΗΠΑ απέναντι στην ΕΣΣΔ. Επικράτησε η σχολή που θεωρεί ότι κυρίαρχο ρόλο στην κατάρρευση του αντίπαλου πόλου έπαιξε η στρατηγική της προεδρίας Ρίγκαν, ότι η προώθηση της υπόθεσης των πυραύλων «Πέρσινγκ» και «Κρουζ» στην Ευρώπη αλλά και η φούσκα του «Πολέμου των Αστρων» ανάγκασαν την ΕΣΣΔ να μπει σε ένα παιχνίδι εξισορρόπησης το οποίο δεν μπορούσε να αντέξει με αποτέλεσμα να καταρρεύσει από την εξάντληση.Αφού έκανε ό,τι μπορούσε για να διευκολύνει την ανάκαμψη της Ρωσίας με τη μονομανία του «Πολέμου κατά της Τρομοκρατίας», η Ουάσιγκτον αιφνιδιάστηκε με την ανάδυσή της την ώρα που εκείνη κοίταζε αλλού. Η καταφυγή στην παλιά «δοκιμασμένη» συνταγή ήταν σχεδόν αντανακλαστική. Ομως η σημερινή Ρωσία δεν είναι η τότε ήδη παραπαίουσα ΕΣΣΔ. Η δυναμική της είναι ανοδική. Ούτε οι ΗΠΑ είναι αυτές της δεκαετίας του '80. Σήμερα η κατάστασή τους θυμίζει εν μέρει εκείνη της τότε ΕΣΣΔ, με την αφαίμαξη που προκαλεί ο πόλεμος στο Ιράκ και το Αφγανιστάν και την απώλεια ηθικών, διπλωματικών και οικονομικών ερεισμάτων σε διεθνές επίπεδο. Επιπλέον, η επαναστατικά αρτηριοσκληρωτική λογική της κυβέρνησης Μπους επιταχύνει, αντί να επιβραδύνει, την παρακμή.Ακόμα και αν οι προθέσεις της Ουάσιγκτον είναι ειλικρινείς και αν όντως στόχος του αντιπυραυλικού συστήματος δεν είναι η Μόσχα, αλλά χώρες όπως η Βόρεια Κορέα και το Ιράκ, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η Ουάσιγκτον φέρνει σήμερα τον εαυτό της στη θέση που πιστεύει ότι είχε φέρει την ΕΣΣΔ κάποτε. Αναγκάζεται δηλαδή σε εξαιρετικά δυσανάλογες επενδύσεις σε όλα τα επίπεδα προκειμένου να αντιμετωπίσει αντιπάλους που είναι σε θέση να απορροφήσουν πολύ πιο εύκολα το κόστος προβολής ενός «μπαμπούλα», τόσο γιατί αυτό είναι ασυγκρίτως μικρότερο όσο και επειδή οι δικές τους κοινωνίες έχουν διαφορετική μορφή και μεγαλύτερη απορροφητικότητα.Η Ρωσία κατηγορεί τις ΗΠΑ ότι εισάγουν μια λογική νέου Ψυχρού Πολέμου. Κάτι που δεν φαίνεται να ενοχλεί ιδιαιτέρως τη Μόσχα, καθώς μια τέτοια λογική την αναγορεύει σχεδόν αυτονόητα και τυπικά σε έναν δεύτερο πόλο στο διεθνές επίπεδο, συνεχίζοντάς την, σχεδόν αυτόβουλη, αποδόμηση του πρώτου.

Δευτέρα 11 Ιουνίου 2007

Επιστροφή στην (ψυχρή) φύση. Αναζητώντας τη νέα α-ταξία

Ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος έτρεχε υπό βροχήν στη Λέσβο για να επιβραδύνει τη νομοτελειακή φθορά, λόγω ηλικίας, της φυσικής του κατάστασης. Στην άλλη άκρη της Ευρώπης, στη Γερμανία, ακόμα και ο γιος του, ο σημερινός πρόεδρος Μπους, πρέπει επιτέλους να αντιλαμβανόταν ότι πρέπει και αυτός να τρέξει για να επιβραδύνει την επίσης νομοτελειακή φθορά του πατρικού οράματος της «Νέας Παγκόσμιας Τάξης» περί τις ΗΠΑ.Το λάθος στη διαπίστωση του πατρός Μπους κατά τις αρχές της δεκαετίας του '90 όπως και ο λανθασμένος εφησυχασμός του υιού Μπους στο ξεκίνημα του 21ου αιώνα εδράζεται στη συναισθηματική φόρτιση που προκάλεσε ένθεν κακείθεν η πειραματική εφαρμογή στη Ρωσία ενός, αρχικά λενινιστικού και μετέπειτα σταλινικού, σοσιαλιστικού μοντέλου. Ο εξαιρετικά διεισδυτικός στο θυμικό έντονος ιδεολογικός χαρακτήρας του μοντέλου αυτού οδήγησε στην ταύτιση του προσωρινού ιδεολογικού εποικοδομήματος με το σταθερό φυσικό υπόβαθρο, τη Ρωσία, και έδωσε στη Μόσχα τη μεταφυσική συμβολική αξία μιας Ιερουσαλήμ ή μιας Μέκκας. Η κατάρρευση του σοσιαλιστικού μοντέλου οδήγησε έτσι σε μια έκρηξη συναισθηματισμού, αντίστοιχου με αυτόν που είχε προκαλέσει στην Ευρώπη αλλά και στον αραβικό κόσμο η άλωση της Ιερουσαλήμ από τους Σταυροφόρους. Και μέσα στο συναισθηματικό αυτό όργιο, η προειδοποίηση ενός από τους γνησιότερους εκφραστές της τροτσκιστικής ρίζας των Αμερικανών νεο-συντηρητικών, του Φράνσις Φουκουγιάμα, περί «Τέλους των Ιδεολογιών» διαβάστηκε -και χλευάστηκε- αντίστροφα.Ομως ο Φουκουγιάμα δεν πανηγύριζε για το τέλος μιας συγκεκριμένης αντίπαλης ιδεολογίας, ούτε προσπαθούσε να τρίψει την ήττα στα μούτρα των ηττημένων. Προσπαθούσε να προειδοποιήσει ότι τα κοινωνικά εποικοδομήματα έρχονται και παρέρχονται αλλά το φυσικό γεωπολιτικό υπόβαθρο παραμένει. Στην παγκόσμια ιστορική εξέλιξη δεν είναι δυνατόν να μην εκφρασθεί η μάζα της μεγαλύτερης χώρας του κόσμου, της χώρας των δύο ηπείρων, ανεξαρτήτως των εσωτερικών της εξελίξεων. Οπως δεν μπορεί να μην εκφρασθεί και η μάζα της μεγαλύτερης σε πληθυσμό χώρας του κόσμου, της Κίνας. Ακόμα περισσότερο, οι βαρυτικές επιδράσεις τέτοιων μαζών είναι αδύνατον να μην επηρεάζουν τις τροχιές όλων των υπολοίπων.Η νικητήρια ευφορία που επικράτησε στις ΗΠΑ τις δύο τελευταίες δεκαετίες εμπόδισε τη διαμόρφωση σύγχρονων εργαλείων διαχείρισης και εξισορρόπησης των φυσικών αυτών μεγεθών. Το αντίστοιχο καταθλιπτικό επεισόδιο της άλλης πλευράς φαίνεται ότι, ωθούμενο από την ανάγκη και βοηθούμενο από τον αμερικανικό αυτάρεσκο εφησυχασμό, πέρασε νωρίτερα σε φάση αποδρομής. Η Ρωσία (αλλά και η Κίνα) δείχνει έτσι πιο έτοιμη να διαχειριστεί μια εποχή «Τέλους Ιδεολογιών» απ' ό,τι οι ΗΠΑ. Σε αντίθεση με την Ουάσιγκτον, δείχνει να αντιλαμβάνεται ότι ο συλλογικός ιδεολογικός αφοπλισμός καθιστά την προβολή στρατιωτικής ισχύος πολύ δυσχερέστερη και αναποτελεσματική, καθώς δεν είναι πλέον εύκολο να υποστηριχθεί «ηθικά», δηλαδή συναισθηματικά. Εκμεταλλευόμενη την αφασία των ΗΠΑ, που δυσκολεύονται να ξεπεράσουν την παρελθούσα φάση του θριάμβου τους, εξασφαλισμένη στρατιωτικά σε επίπεδο αποτροπής, η Μόσχα αναπτύσσει τα ώς τώρα ανεκμετάλλευτα αποθέματα «ήπιας ισχύος» που διαθέτει. Και σε αντίθεση με την Ουάσιγκτον, αποφεύγει να τα υποστηρίξει με αξιακά φορτισμένα ιδεολογήματα τύπου «Δημοκρατία», «Ελευθερία» κ.λπ.Οταν ο Τζορτζ Μπους και ο Τόνι Μπλερ συνομιλούν με τον Θεό για να μιλήσουν για «σωστό» και «λάθος» και για απόλυτες αξίες, η ρητορική της Μόσχας (αν μπορεί πλέον να χαρακτηριστεί ρητορική) δίνει μια εικόνα στεγνού ρεαλισμού.Αποφεύγοντας οποιαδήποτε ιδεολογική έξαρση που θα μπορούσε να τρομάξει και να αντισυσπειρώσει θυμίζοντας το σοβιετικό παρελθόν της, η Ρωσία εκφράζεται πλέον τελείως ορθολογικά. Μιλά για ισορροπίες και αντισταθμίσεις (πολυ-πολικότητα έναντι μονο-πολισμού) καθώς και για μπίζνες. Ακούγεται έτσι πολύ πιο αξιόπιστη, όταν κατηγορεί, όπως έκανε την περασμένη Τετάρτη, την Ουάσιγκτον για «ψυχροπολεμική λογική» και αισθάνεται αρκετά ασφαλής ώστε να επανεισαγάγει έναν συναισθηματικά φορτισμένο όρο, μιλώντας για «ιμπεριαλισμό» των ΗΠΑ. Συνειδητοποιώντας ότι παραμένουν ανά τον κόσμο διάσπαρτοι θύλακοι σε διαφορετική πολιτική εξελικτική φάση, καταφέρνει έτσι να τους κλείνει το μάτι εξασφαλίζοντας τακτικές συνεργασίες. Αν και δεν το προβάλλει, δεν έχει επίσης κανέναν λόγο να αποθαρρύνει όσους αισθάνονται την ανάγκη να πιστεύουν ότι η Ρωσία αποτελεί φυσικό τους σύμμαχο λόγω πολιτισμικής ή άλλης συγγένειας.Στην ίδια λογική, αποφεύγει να εκφραστεί σε θέματα όπως η παγκοσμιοποίηση, έστω και αν γνωρίζει ότι η ίδια, αν και λιγότερο από την Κίνα, είναι από τους βασικούς ωφελημένους. Αφήνει έτσι τη δυνατότητα σε όσους ταυτίζουν την αντίδρασή τους προς την παγκοσμιοποίηση με αντίδραση προς τις ΗΠΑ να συνταχθούν εξ αντανακλάσεως μαζί της ή, τουλάχιστον, να την αντιμετωπίζουν θετικά.Το παράθυρο ευκαιρίας που έχει ανοίξει διάπλατα για τη Μόσχα η εξαιρετικά ιδεολογικοποιημένη τραυματική προεδρία Μπους μπορεί να μικρύνει σύντομα με την αλλαγή φρουράς στον Λευκό Οίκο και την ενδεχόμενη αντανακλαστική κίνηση της αμερικανικής κοινωνίας προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ομως η εγγενής θρησκειόστροφη αμερικανική συναισθηματικότητα δύσκολα θα σταματήσει πλήρως να εκφράζεται μανιχαϊστικά, έστω και αν μια νέα ηγεσία καταφέρει να διατυπώσει αυτή την έκφραση λιγότερο απλοϊκά.Η ανάδυση νέων ουσιαστικών ιδεολογικών εργαλείων με αναφορά στη σύγχρονη πραγματικότητα δεν διακρίνεται στο ορατό μέλλον ώστε να αναμένεται νέα πόλωση σε ιδεολογικό άξονα. Η υποκατάσταση των ιδεολογιών της βιομηχανικής εποχής από τις αρχαιότερες ιδεολογίες - θρησκείες (όπως ο ισλαμισμός) αρχίζει να δείχνει τα όριά της. Αν και αρχικά η σύγκρουσή τους με συμφέροντα και ο εγγενής ιεραποστολικός τους χαρακτήρας έδειξε ότι μπορεί να προκαλέσουν ευρύτερη πόλωση στο πρότυπο του «Πολέμου των Πολιτισμών» του Σάμιουελ Χάντινγκτον, η ορμή τους εξαντλείται από τις ακρότητες που οδηγούν σε ένα θορυβώδες περιθώριο. Ηδη στις ιστορικές γραμμές συνάντησης των πολιτισμών διακρίνονται ζυμώσεις προς τον συγκερασμό του ισλαμικού υποβάθρου με ένα καθολικά αποδεκτό (ακόμα και με τα δυτικά πρότυπα) δημοκρατικό εποικοδόμημα. Και αν οι προσπάθειες διαμόρφωσης ενός τέτοιου μοντέλου στην Τουρκία υπονομεύονται από την ενθάρρυνση που τους παρέχουν τα συμφέροντα των ΗΠΑ, άλλες, όπως οι εσωτερικές ζυμώσεις στους κόλπους του συγκριτικά προοδευτικότερου και περισσότερο δυτικόστροφου Ισλάμ, του σιιτικού (όπως οι θεωρητικές αναζητήσεις της λιβανέζικης Χεζμπολάχ), υπόσχονται περισσότερα για τη διαμόρφωση μιας λιγότερο πολωτικής ιδεολογικής βάσης που θα μπορούσε να διαψεύσει τον Χάντινγκτον. Συνεισφέρουν, δηλαδή, στη διατήρηση ενός κόσμου όπου ο νεοπαγής ρεαλισμός της Ρωσίας αποτελεί την κατάλληλη συνταγή.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - Ανάλυση στα γεγονότα
Επιστροφή στην (ψυχρή) φύση
Αναζητώντας τη νέα α-ταξία
Του ΚΩΣΤΑ Γ. ΤΣΑΠΟΓΑ
Ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος έτρεχε υπό βροχήν στη Λέσβο για να επιβραδύνει τη νομοτελειακή φθορά, λόγω ηλικίας, της φυσικής του κατάστασης. Στην άλλη άκρη της Ευρώπης, στη Γερμανία, ακόμα και ο γιος του, ο σημερινός πρόεδρος Μπους, πρέπει επιτέλους να αντιλαμβανόταν ότι πρέπει και αυτός να τρέξει για να επιβραδύνει την επίσης νομοτελειακή φθορά του πατρικού οράματος της «Νέας Παγκόσμιας Τάξης» περί τις ΗΠΑ.Το λάθος στη διαπίστωση του πατρός Μπους κατά τις αρχές της δεκαετίας του '90 όπως και ο λανθασμένος εφησυχασμός του υιού Μπους στο ξεκίνημα του 21ου αιώνα εδράζεται στη συναισθηματική φόρτιση που προκάλεσε ένθεν κακείθεν η πειραματική εφαρμογή στη Ρωσία ενός, αρχικά λενινιστικού και μετέπειτα σταλινικού, σοσιαλιστικού μοντέλου. Ο εξαιρετικά διεισδυτικός στο θυμικό έντονος ιδεολογικός χαρακτήρας του μοντέλου αυτού οδήγησε στην ταύτιση του προσωρινού ιδεολογικού εποικοδομήματος με το σταθερό φυσικό υπόβαθρο, τη Ρωσία, και έδωσε στη Μόσχα τη μεταφυσική συμβολική αξία μιας Ιερουσαλήμ ή μιας Μέκκας. Η κατάρρευση του σοσιαλιστικού μοντέλου οδήγησε έτσι σε μια έκρηξη συναισθηματισμού, αντίστοιχου με αυτόν που είχε προκαλέσει στην Ευρώπη αλλά και στον αραβικό κόσμο η άλωση της Ιερουσαλήμ από τους Σταυροφόρους. Και μέσα στο συναισθηματικό αυτό όργιο, η προειδοποίηση ενός από τους γνησιότερους εκφραστές της τροτσκιστικής ρίζας των Αμερικανών νεο-συντηρητικών, του Φράνσις Φουκουγιάμα, περί «Τέλους των Ιδεολογιών» διαβάστηκε -και χλευάστηκε- αντίστροφα.Ομως ο Φουκουγιάμα δεν πανηγύριζε για το τέλος μιας συγκεκριμένης αντίπαλης ιδεολογίας, ούτε προσπαθούσε να τρίψει την ήττα στα μούτρα των ηττημένων. Προσπαθούσε να προειδοποιήσει ότι τα κοινωνικά εποικοδομήματα έρχονται και παρέρχονται αλλά το φυσικό γεωπολιτικό υπόβαθρο παραμένει. Στην παγκόσμια ιστορική εξέλιξη δεν είναι δυνατόν να μην εκφρασθεί η μάζα της μεγαλύτερης χώρας του κόσμου, της χώρας των δύο ηπείρων, ανεξαρτήτως των εσωτερικών της εξελίξεων. Οπως δεν μπορεί να μην εκφρασθεί και η μάζα της μεγαλύτερης σε πληθυσμό χώρας του κόσμου, της Κίνας. Ακόμα περισσότερο, οι βαρυτικές επιδράσεις τέτοιων μαζών είναι αδύνατον να μην επηρεάζουν τις τροχιές όλων των υπολοίπων.Η νικητήρια ευφορία που επικράτησε στις ΗΠΑ τις δύο τελευταίες δεκαετίες εμπόδισε τη διαμόρφωση σύγχρονων εργαλείων διαχείρισης και εξισορρόπησης των φυσικών αυτών μεγεθών. Το αντίστοιχο καταθλιπτικό επεισόδιο της άλλης πλευράς φαίνεται ότι, ωθούμενο από την ανάγκη και βοηθούμενο από τον αμερικανικό αυτάρεσκο εφησυχασμό, πέρασε νωρίτερα σε φάση αποδρομής. Η Ρωσία (αλλά και η Κίνα) δείχνει έτσι πιο έτοιμη να διαχειριστεί μια εποχή «Τέλους Ιδεολογιών» απ' ό,τι οι ΗΠΑ. Σε αντίθεση με την Ουάσιγκτον, δείχνει να αντιλαμβάνεται ότι ο συλλογικός ιδεολογικός αφοπλισμός καθιστά την προβολή στρατιωτικής ισχύος πολύ δυσχερέστερη και αναποτελεσματική, καθώς δεν είναι πλέον εύκολο να υποστηριχθεί «ηθικά», δηλαδή συναισθηματικά. Εκμεταλλευόμενη την αφασία των ΗΠΑ, που δυσκολεύονται να ξεπεράσουν την παρελθούσα φάση του θριάμβου τους, εξασφαλισμένη στρατιωτικά σε επίπεδο αποτροπής, η Μόσχα αναπτύσσει τα ώς τώρα ανεκμετάλλευτα αποθέματα «ήπιας ισχύος» που διαθέτει. Και σε αντίθεση με την Ουάσιγκτον, αποφεύγει να τα υποστηρίξει με αξιακά φορτισμένα ιδεολογήματα τύπου «Δημοκρατία», «Ελευθερία» κ.λπ.Οταν ο Τζορτζ Μπους και ο Τόνι Μπλερ συνομιλούν με τον Θεό για να μιλήσουν για «σωστό» και «λάθος» και για απόλυτες αξίες, η ρητορική της Μόσχας (αν μπορεί πλέον να χαρακτηριστεί ρητορική) δίνει μια εικόνα στεγνού ρεαλισμού.Αποφεύγοντας οποιαδήποτε ιδεολογική έξαρση που θα μπορούσε να τρομάξει και να αντισυσπειρώσει θυμίζοντας το σοβιετικό παρελθόν της, η Ρωσία εκφράζεται πλέον τελείως ορθολογικά. Μιλά για ισορροπίες και αντισταθμίσεις (πολυ-πολικότητα έναντι μονο-πολισμού) καθώς και για μπίζνες. Ακούγεται έτσι πολύ πιο αξιόπιστη, όταν κατηγορεί, όπως έκανε την περασμένη Τετάρτη, την Ουάσιγκτον για «ψυχροπολεμική λογική» και αισθάνεται αρκετά ασφαλής ώστε να επανεισαγάγει έναν συναισθηματικά φορτισμένο όρο, μιλώντας για «ιμπεριαλισμό» των ΗΠΑ. Συνειδητοποιώντας ότι παραμένουν ανά τον κόσμο διάσπαρτοι θύλακοι σε διαφορετική πολιτική εξελικτική φάση, καταφέρνει έτσι να τους κλείνει το μάτι εξασφαλίζοντας τακτικές συνεργασίες. Αν και δεν το προβάλλει, δεν έχει επίσης κανέναν λόγο να αποθαρρύνει όσους αισθάνονται την ανάγκη να πιστεύουν ότι η Ρωσία αποτελεί φυσικό τους σύμμαχο λόγω πολιτισμικής ή άλλης συγγένειας.Στην ίδια λογική, αποφεύγει να εκφραστεί σε θέματα όπως η παγκοσμιοποίηση, έστω και αν γνωρίζει ότι η ίδια, αν και λιγότερο από την Κίνα, είναι από τους βασικούς ωφελημένους. Αφήνει έτσι τη δυνατότητα σε όσους ταυτίζουν την αντίδρασή τους προς την παγκοσμιοποίηση με αντίδραση προς τις ΗΠΑ να συνταχθούν εξ αντανακλάσεως μαζί της ή, τουλάχιστον, να την αντιμετωπίζουν θετικά.Το παράθυρο ευκαιρίας που έχει ανοίξει διάπλατα για τη Μόσχα η εξαιρετικά ιδεολογικοποιημένη τραυματική προεδρία Μπους μπορεί να μικρύνει σύντομα με την αλλαγή φρουράς στον Λευκό Οίκο και την ενδεχόμενη αντανακλαστική κίνηση της αμερικανικής κοινωνίας προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ομως η εγγενής θρησκειόστροφη αμερικανική συναισθηματικότητα δύσκολα θα σταματήσει πλήρως να εκφράζεται μανιχαϊστικά, έστω και αν μια νέα ηγεσία καταφέρει να διατυπώσει αυτή την έκφραση λιγότερο απλοϊκά.Η ανάδυση νέων ουσιαστικών ιδεολογικών εργαλείων με αναφορά στη σύγχρονη πραγματικότητα δεν διακρίνεται στο ορατό μέλλον ώστε να αναμένεται νέα πόλωση σε ιδεολογικό άξονα. Η υποκατάσταση των ιδεολογιών της βιομηχανικής εποχής από τις αρχαιότερες ιδεολογίες - θρησκείες (όπως ο ισλαμισμός) αρχίζει να δείχνει τα όριά της. Αν και αρχικά η σύγκρουσή τους με συμφέροντα και ο εγγενής ιεραποστολικός τους χαρακτήρας έδειξε ότι μπορεί να προκαλέσουν ευρύτερη πόλωση στο πρότυπο του «Πολέμου των Πολιτισμών» του Σάμιουελ Χάντινγκτον, η ορμή τους εξαντλείται από τις ακρότητες που οδηγούν σε ένα θορυβώδες περιθώριο. Ηδη στις ιστορικές γραμμές συνάντησης των πολιτισμών διακρίνονται ζυμώσεις προς τον συγκερασμό του ισλαμικού υποβάθρου με ένα καθολικά αποδεκτό (ακόμα και με τα δυτικά πρότυπα) δημοκρατικό εποικοδόμημα. Και αν οι προσπάθειες διαμόρφωσης ενός τέτοιου μοντέλου στην Τουρκία υπονομεύονται από την ενθάρρυνση που τους παρέχουν τα συμφέροντα των ΗΠΑ, άλλες, όπως οι εσωτερικές ζυμώσεις στους κόλπους του συγκριτικά προοδευτικότερου και περισσότερο δυτικόστροφου Ισλάμ, του σιιτικού (όπως οι θεωρητικές αναζητήσεις της λιβανέζικης Χεζμπολάχ), υπόσχονται περισσότερα για τη διαμόρφωση μιας λιγότερο πολωτικής ιδεολογικής βάσης που θα μπορούσε να διαψεύσει τον Χάντινγκτον. Συνεισφέρουν, δηλαδή, στη διατήρηση ενός κόσμου όπου ο νεοπαγής ρεαλισμός της Ρωσίας αποτελεί την κατάλληλη συνταγή.

Σάββατο 19 Μαΐου 2007

Πέταξαν το γεράκι!

Δεν είναι καθόλου ευχάριστο να βλέπεις έναν άνθρωπο να δακρύζει, απολογούμενος για επιλογές ηθικής τάξεως που έκανε. Στην περίπτωση του Πολ Γούλφοβιτς, μάλιστα, η απολογία αφορά λάθος αντικείμενο.

Στην πολιτική επιτύμβια στήλη του Γούλφοβιτς θα μπορούσε να γραφεί η περιγραφή που του έκανε ανώτατο στέλεχος του Πενταγώνου: «Στην Ουάσιγκτον υπάρχουν δύο ειδών κακοποιοί, οι απατεώνες και οι βλάκες. Δεν είναι απατεώνας...»Ο φαινομενικά ήπιος πρώην καθηγητής του Γέιλ δεν θα έπρεπε να απολογηθεί, επειδή ευνόησε μισθολογικά τη σύντροφό του από τη θέση του προέδρου της Διεθνούς Τράπεζας. Και ίσως τα δάκρυά του να μην αφορούσαν αποκλειστικά αυτό το ανθρώπινο πταίσμα, αλλά την κατάρρευση μιας ολόκληρης ιδεολογίας, η οποία στήθηκε σε μεγάλο βαθμό πάνω στις δικές του απόψεις περί ηθικής, στη δική του εκδοχή για το καλό και το κακό, που οδήγησαν σε τερατουργήματα της αμερικανικής πολιτικής τύπου Ιράκ. Μιας προσέγγισης που, καταρρέουσα, θα αποσυνδέσει ξανά την ασκούμενη διεθνή πολιτική από την πρόσφορη σε εκμετάλλευση υποκειμενική έννοια της ηθικής και θα την επαναφέρει σε πιο προβλέψιμη, άρα και πιο ελεγχόμενη, ρεαλιστική βάση.Η επιστροφή του κυνικού ρεαλισμού τύπου Κίσινγκερ διακρίνεται πλέον ως φυσικό επακόλουθο της κακέκτυπης ανατύπωσης του ουιλσονιανού ιδεαλισμού, που σημειολογικά θα οριοθετηθεί με την αποχώρηση από την ενεργό πολιτική του Τόνι Μπλερ σε λίγες μέρες (περισσότερα γι' αυτόν και το ρόλο του στους πανηγυρικούς της αποχώρησής του).Πιονέρος της νέας πολιτικής εποχήςΟ Πολ Γούλφοβιτς δεν αξίζει τη γελοιοποίηση των φωτογραφιών με τις τρύπιες κάλτσες στο τέμενος της Κωνσταντινούπολης. Δεν αξίζει ούτε το στίγμα που θα τον συντροφεύει μετά την αποχώρησή του από την Παγκόσμια Τράπεζα. Αντιθέτως, αξίζει να μνημονεύεται ως ένας από τους καταλύτες της κατάρρευσης των ιδεοληπτικών συγχύσεων μιας εξαιρετικά μεταβατικής εποχής. Διότι προϋπόθεση της κατάρρευσης είναι η ανύψωση.Αν οι απόψεις του Γούλφοβιτς περί -μοιραία υποκειμενικής- ηθικής διεθνούς πολιτικής παρέμεναν πνευματική τροφή μερικών φοιτητών στη Σχολή Διεθνών Σχέσεων του Γέιλ (όπως της Κοντολίζα Ράις), αν απλώς μηρυκάζονταν σε διάφορες «Δεξαμενές Σκέψης», αν η συναισθηματική έκρηξη της 11ης Σεπτεμβρίου δεν τις είχε καταστήσει επίσημη πολιτική των ΗΠΑ με τις αναπόφευκτες παραμορφώσεις της θεωρίας που προκαλεί η πράξη, η αίγλη τους θα παρέμενε αλώβητη, έτοιμη να αναδυθεί σε νέα Ιράκ και νέες Σερβίες. Διότι η συναισθηματική τους αξία είναι σημαντική, όπως έδειξε και η μεγάλη αποδοχή που είχε ο ΝΑΤΟϊκός πόλεμος στη πρώην Γιουγκοσλαβία, κυρίως μεταξύ των ανά τον κόσμο «προοδευτικών».Καταβολές και ΟλοκαύτωμαΗ συναισθηματική βάση κάθε ηθικής άποψης οδηγεί σε μια ψυχαναλυτική προσέγγιση των απόψεων του Γούλφοβιτς (και του Μπλερ, αλλά, είπαμε, ήγγικεν η ώρα). Ο θάνατος του συνόλου σχεδόν των συγγενών του στην Πολωνία στο ναζιστικό Ολοκαύτωμα είναι φυσικό να αποτέλεσε τη βάση. Η αποτυχία του «κατευνασμού» κατά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, η καθυστέρηση της αμερικανικής εμπλοκής στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, σε συνδυασμό με την εκτίμηση ότι αυτή επέτρεψε την ανάπτυξη του Ολοκαυτώματος, έδωσε λογική αξία στην άποψη ότι παρόμοιοι κίνδυνοι πρέπει να αντιμετωπίζονται αποφασιστικά στο ξεκίνημά τους, σχεδόν προληπτικά. Η παρομοίωση των «ρεαλιστών» με τον Νέβιλ Τσάμπερλεν δεν ήταν απλώς αποστομωτικό επιχείρημα σε επίπεδο υπεραπλουστευτικών τηλεοπτικών συζητήσεων. Πιο συναισθηματική, άρα πιο αυθαίρετη, ήταν η άποψη ότι οποιαδήποτε δημοκρατία είναι εκ φύσεως αγαθή και, ακόμα περισσότερο, εκ φύσεως φιλική προς τις -εξ ορισμού αγαθές- ΗΠΑ. Οι οποίες, στρατιωτικά πανίσχυρες, δεν έχουν καμιά δικαιολογία για να μην κάνουν το σωστό.Ο καταλύτης της 11ης Σεπτεμβρίου εξασφάλισε τις εκτελεστικές συμμαχίες για την εφαρμογή του ιδεολογήματος αυτού. Η φαινομενικά ετερόκλητη συμμαχία του ιδεαλιστή Γούλφοβιτς με κυνικούς ρεαλιστές (Τσένι), ανασφαλείς που αναζητούν συναισθηματικές βεβαιότητες (Μπους) και απλοϊκούς μάνατζερ (Ράμσφελντ), αλλά και όσους αναζητούσαν ευκαιρία να επενδύσουν χάριν των συμφερόντων τους, οικονομικών, πολιτικών και άλλων, απέκτησε ορμή, αλλά και όψη, οδοστρωτήρα.Παρασυρμένοι από τον οδοστρωτήρα αυτό, ακόμα και οι επικριτές του, κυρίως στην Ευρώπη, στριμώχτηκαν σε διατύπωση αντιρρήσεων σε ηθικολογικό επίπεδο, παίζοντας έτσι στο γήπεδο της αμερικανικής «Ομάδας του Ονείρου» (Dream Team).Τώρα που η πρώτη εκτεταμένη πειραματική εφαρμογή του μορφώματος αυτού στο Ιράκ το κάνει να φαίνεται περισσότερο σαν «ταύρος σε υαλοπωλείο» μετά τα αναισθητικά βέλη των κτηνιάτρων που ήρθαν να τον μαζέψουν, ο γδούπος της πτώσης του συμπαρασύρει και τις όποιες θετικές αρχικές παραδοχές του.Αν όμως στην πλευρά της λεγόμενης «Δύσης» η φυσική αντίδραση στο καταστροφικό αμερικανο-βρετανικό (δεν ξεχνάμε τον Μπλερ) συναισθηματικό όργιο φαίνεται να είναι μια σταδιακή αναδίπλωση στο ρεαλισμό, ακόμα και με τα χαρακτηριστικά του κυνισμού, η συναισθηματική έξαρση, που πυροδότησε στο στρατόπεδο, που εκ των πραγμάτων βρέθηκε απέναντι, στο Ισλάμ, διατηρεί την ορμή της και προσφέρεται ακόμα για παρόμοια εκμετάλλευση από το σύμπλεγμα των δικών της ιδεαλιστών, κυνικών και απλών συμφεροντολόγων.«Παραπλανημένος»Στην πολιτική επιτύμβια στήλη του Γούλφοβιτς θα μπορούσε να γραφεί η περιγραφή που του έκανε ανώτατο στέλεχος του Πενταγώνου: «Στην Ουάσιγκτον υπάρχουν δύο ειδών κακοποιοί, οι απατεώνες και οι βλάκες. Δεν είναι απατεώνας. Είναι βαθιά παραπλανημένος, είναι αδιάβροχος στα πραγματικά στοιχεία και είναι ένας σοβαρός, προβληματισμένος άνθρωπος».Η συναισθηματική ανάγκη, η μεταφυσική πίστη που απορρίπτει κάθε λογική απόδειξη του αντιθέτου, οδήγησε γι' άλλη μια φορά στην Ιστορία σε αιματηρά εγκλήματα. Και φαίνεται ότι ήρθε η ώρα ο κυνισμός να κάνει γι' άλλη μια φορά τα δικά του.

Δευτέρα 7 Μαΐου 2007

Οι Γάλλοι επέλεξαν μια... αρσενική Θάτσερ

Τελικά η Γαλλία ψήφισε συναισθηματικά για να απορρίψει το συναίσθημα στην πολιτική. Φόβοι, ανησυχίες και, κυρίως, απογοητεύσεις έστρεψαν τους ψηφοφόρους εκείνους που μετακινούμενοι κρίνουν το αποτέλεσμα μακριά από τους, έστω και αχνούς, σοσιαλιστικούς συναισθηματισμούς της Σεγκολέν Ρουαγιάλ και τους προσανατόλισαν στην πυγμή υπεραναπλήρωσης ενός πυγμαίου σωματότυπου του Νικολά Σαρκοζί.
Η τηλεοπτική αναμέτρηση των δύο υποψηφίων είναι αυτή που παγίωσε και διεύρυνε τη διαφορά υπέρ του Σαρκοζί, όχι λόγω της λανθασμένης ανάγνωσης των προσδοκιών των Γάλλων εκ μέρους της Σεγκολέν Ρουαγιάλ, όσο λόγω των περιορισμών που της επέβαλε η σοσιαλιστική ταυτότητά της, με όση χαλαρότητα και αν την αντιλαμβανόταν, καθώς και η συναισθηματική αοριστία που τη συνόδευε. Προφανής απόφαση και των δύο υποψηφίων ήταν να ανασκευάσουν την εικόνα που τους συνόδευε σε όλη την προεκλογική εκστρατεία. Ο Σαρκοζί κατάφερε να αποβάλει (για δύο ώρες) την τραχύτητα και την επιθετικότητά του, εμφανιζόμενος ως «ήρεμη δύναμη», με σαφείς, ξεκάθαρες θέσεις σε συγκεκριμένα ζητήματα. Η Ρουαγιάλ πέτυχε να εμφανιστεί επιθετική. Ομως η επιθετικότητα αυτή εκφράσθηκε και πάλι ως συναίσθημα, ως οργή. Και όταν έλεγε «είμαι οργισμένη», αναφερόταν σε επίσης συναισθηματικά φορτισμένες αλλά και αφηρημένες έννοιες όπως «αδικία», «κοινωνική δικαιοσύνη» κ.λπ. Συνέχισε δηλαδή στο μοτίβο μιας προεκλογικής εκστρατείας στηριγμένης σε συχνές διακηρύξεις περί «Ελευθερίας, Ισότητας, Αδελφοσύνης», με μια ελαφριά επίπαση πρακτικών προτάσεων, συχνά όχι και τόσο επιτυχημένων (όπως τα στρατόπεδα αναμόρφωσης για την αντιμετώπιση της νεανικής παραβατικότητας). Μπορεί να έπεισε για τη δυνατότητά της να οργίζεται με την αδικία και για τις καλές της προθέσεις, δεν φαίνεται όμως να έπεισε για την ικανότητά της να μεταφράσει τις προθέσεις αυτές σε πρακτικές λύσεις για τα προβλήματα που απασχολούν τους Γάλλους. «Εχουμε τελειώσει. Αν δεν αλλάξουμε ριζικά όλα όσα έχουμε μάθει, θα σβήσουμε. Και δεν το βλέπω να αλλάζουμε», έλεγε απογοητευμένος, σχεδόν φοβισμένος, φίλος Γάλλος δημοσιογράφος, από τους πλέον δραστήριους φοιτητές του Μάη του '68, έπειτα από μερικά ταξίδια στην Κίνα. Σήμερα, στα εξήντα του, σκέφτεται μήπως πρέπει να ακολουθήσει τις χιλιάδες των νεαρών, καλά εκπαιδευμένων Γάλλων, που ουσιαστικά «ψηφίζουν με τα πόδια τους» παίρνοντας την άγουσα για τη Βρετανία, όπου διακρίνουν (και βρίσκουν απ' ό,τι φαίνεται) απείρως περισσότερες ευκαιρίες εργασίας, έκφρασης και δημιουργίας απ' όσες τους προσφέρει πλέον μια αγκυλωμένη γαλλική κοινωνία. Ολο και περισσότεροι ανάμεσά τους βλέπουν στις διεκδικήσεις του παρελθόντος και στα κεκτημένα του παρόντος, τα βαρίδια του μέλλοντος. Μεγάλο μέρος της γαλλικής κοινωνίας ζει πλέον σε μια υποκειμενική πραγματικότητα που την οδηγεί να απαιτεί ρήξεις. Και με δεδομένο το ξέφτισμα των «υπαρκτών» ιδεολογικών προτύπων, συμπεριλαμβανομένου και του σοσιαλισμού «με χαμηλά λιπαρά» της Σεγκολέν Ρουαγιάλ, και την απουσία νέων, στρέφεται στη διαχειριστική πυγμή που προβάλλει ο Νικολά Σαρκοζί, ακολουθώντας με καθυστέρηση τους γείτονές της στην επιλογή μιας αρσενικής Μάργκαρετ Θάτσερ. Στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές δεν αποκλείεται να αναπληρώσουν τη χρονική υστέρηση απέναντι στη Βρετανία, οδηγώντας σε μια νέα «συγκατοίκηση», αυτή τη φορά όχι ανάμεσα στη Δεξιά και την Αριστερά με την κλασική έννοια, αλλά με τη γαλλική εκδοχή της Θάτσερ στην προεδρία και τη γαλλική εκδοχή του Τόνι Μπλερ στην πρωθυπουργία.

Τρίτη 24 Απριλίου 2007

Ο ριζοσπαστισμός της μεσαίας τάξης

Μια πρόγευση των επιπτώσεων της παγκοσμιοποίησης στη μελλοντική πολιτική συμπεριφορά των πολιτών στις αναπτυγμένες χώρες, ιδίως στην Ευρώπη, δίνει ο προχθεσινός πρώτος γύρος των γαλλικών προεδρικών εκλογών και ιδίως ο τριπλασιασμός της δύναμης του Κέντρου στο πρόσωπο του Φρανσουά Μπαϊρού, σε συνδυασμό με τον καταποντισμό των μικρών αριστερών κομμάτων.
Από το 6% των εκλογών του 2002, ο Μπαϊρού συγκέντρωσε πάνω από 18%. Σχολιάζοντας το αποτέλεσμα αυτό, ο διευθυντής της «Μοντ», Ζαν- Μαρί Κολομπανί (βλέπε σε διπλανή σελίδα), παρατηρεί ότι «το κέντρο επιβλήθηκε προσθέτοντας στις παραδοσιακές συνιστώσες του μια διάσταση καθαρής διαμαρτυρίας». Σε πρώτο επίπεδο, η διαμαρτυρία αυτή είναι προφανές ότι αφορά τη γαλλική πολιτική σκηνή, τα πρόσωπα και τα κόμματα που εναλλάχθηκαν τα τελευταία χρόνια στην εξουσία. Λίγο βαθύτερα, όμως, εδράζεται στην εντεινόμενη δυσφορία μιας μέσης τάξης, μεγάλα τμήματα της οποίας ωθούνται σταθερά πέρα από τη γραμμή που τους χώριζε από τα κατώτερα εισοδηματικά στρώματα, καταλαμβάνοντας το όλο και μεγαλύτερο κενό που αφήνουν εκείνοι που μετακινούνται από τα εργατικά στρώματα προς το περιθώριο της κοινωνίας.Στο επίπεδο της δυσφορίας, τμήμα της μεσαίας τάξης εκφράζεται όλο και περισσότερο διαμαρτυρόμενο, χρησιμοποιώντας την αρνητική ψήφο για να την εκφράσει. Ενα τμήμα έχει ήδη αρχίσει να ριζοσπαστικοποιείται. Στην περίπτωση της Γαλλίας, η ριζοσπαστικοποίηση αυτή το κατευθύνει κυρίως στην άκρα δεξιά ή στην ακροδεξιά συνιστώσα πολιτικών όπως ο Νικολά Σαρκοζί.Στην Ευρώπη, ιστορικά η δυσφορία και η συνακόλουθη ριζοσπαστικοποίηση της μεσαίας τάξης εκφράστηκε επαναστατικά μέσω φασιστικών μορφωμάτων. Οι ιστορικές συνθήκες δεν είναι ίδιες με αυτές του παρελθόντος. Ο ρυθμός αύξησης της δυσφορίας, όμως, ξυπνά ιστορικές μνήμες.