Δευτέρα 3 Μαρτίου 2008

«Γιουρούσι» στα blogs «νιρβάνα» στην πολιτική

Μπορεί να είναι η τεχνολογία της απελευθέρωσης ή της υποδούλωσης, η «μεγαλύτερη δημοκρατική κατάκτηση στην Ιστορία» ή η μεγαλύτερη συνωμοσία για την αποδυνάμωση της δημοκρατίας. Μπορεί να είναι ελεύθερη και ανεξέλεγκτη ή να αποτελεί Δούρειο Ιππο οικονομικών συμφερόντων, νεο-ιμπεριαλιστικών επιθέσεων και σκοτεινών κέντρων τύπου CIA, NSA και άλλων κακόφημων αρκτικόλεξων. Μπορεί να ελέγχεται από τους χρήστες της ή από μυστηριώδη διευθυντήρια. Μπορεί να προσφέρει πεδίο δράσης σε κοινωνικά κινήματα ή σε παιδεραστές («παιδόφιλους» κατά τον νεότερο, μετά τα «βακτήρια», αντιδανεισμό).

Ομως, ό,τι και αν είναι, η τεχνολογία επικοινωνίας και μετάδοσης πληροφοριών βρίσκεται εδώ και εξελίσσεται συνεχώς. Οποια χαρακτηριστικά και αν της αποδίδονται, πραγματικά ή φανταστικά, απ' όπου και αν ξεκινά, καθορίζει τη διαμόρφωση του περιβάλλοντος με τρόπους συχνά απρόβλεπτους. Το μόνο προβλέψιμο είναι η αδυναμία της κατεστημένης πολιτικής ανάλυσης και έκφρασης, ιδίως στην Ελλάδα, να ξεκολλήσει το βλέμμα της από τα δέντρα των επί μέρους συστατικών για να δει το δάσος στο οποίο καλείται να προσανατολιστεί.

Η περίπτωση των ιστολογίων (blogs κατά το ελληνικότερο), που ξεφύτρωσε στην ελληνική επικαιρότητα τις τελευταίες μέρες, έδειξε για άλλη μια φορά την ανεπάρκεια παραγωγής αναλυτικής σκέψης από τους πολιτικούς μηχανισμούς που εξαντλούνται στην αναζήτηση τακτικών διατήρησης ή διεκδίκησης εξουσίας, περιοριζόμενοι σε αποσπασματικά «γιουρούσια» όπου αισθάνονται ότι απειλείται η φυσική τους τάση για έλεγχο των πάντων. Αυτή τη φορά, τουλάχιστον, οι περί την εξουσία πολιτικές δυνάμεις προσπάθησαν, με οριακή επιτυχία, να αποφύγουν τη γελοιοποίηση τύπου «θα καταρρίψουμε τους δορυφόρους». Ομως ποτέ δεν είναι αργά...

Φυσικά, οι ευρύτερες -και βαθιές- κοινωνικές αλλαγές που έφερε, φέρνει και θα φέρει η τεχνολογική εξέλιξη, από την κινητή τηλεφωνία ώς το Διαδίκτυο και τις ταχυμεταφορές, δεν απασχολούν κανέναν παρά μόνο τους επικοινωνιολόγους και τους τακτικιστές που αναζητούν συνεχώς τρόπους εκμετάλλευσης των νέων επικοινωνιακών δυνατοτήτων. Το αποτέλεσμα είναι όλο και πιο ορατό στην αυξανόμενη απορία με την οποία οι πολιτικοί -όλο και πιο στεγνά κομματικοί- μηχανισμοί κοιτάζουν το περιβάλλον.

Αν κάτι έχει αρχίσει να γίνεται αμυδρά αντιληπτό, όπως δείχνει και η περί «καταρρίψεως των δορυφόρων» διαφορά, είναι ο περιορισμός της έννοιας της «εθνικής κυριαρχίας» που συνοδεύει την τεχνολογική εξέλιξη, αφαιρώντας όλο και περισσότερο το στοιχείο του «χώρου» από τις κοινωνικές διεργασίες. Πρόκειται για μια διαδικασία πολύ πιο αποτελεσματική, διεισδυτική και ανεξέλεγκτη από την παράδοση στοιχείων εθνικής κυριαρχίας σε θεσμούς όπως το λεγόμενο «διευθυντήριο» των Βρυξελλών.

Η σταδιακή αποδέσμευση μεγάλου τμήματος των κοινωνιών στον αναπτυγμένο κόσμο από τους περιορισμούς του φυσικού χώρου φαίνεται δυσνόητη για τις κοινωνικές ομάδες που ακολουθούν διαφορετικούς ρυθμούς (θέμα διαφορετικής ανάλυσης το πώς και το γιατί) αλλά και για τους πολιτικούς μηχανισμούς. Ακόμα δυσκολότερη φαίνεται η προσαρμογή των τελευταίων στην ύπαρξη αυτών των διαφορετικών κοινωνικών ομάδων που συνυπάρχουν και, ενδεχομένως, θα συνυπάρχουν σε διαφορετικές αναλογίες στο ορατό μέλλον.

Εκείνο όμως που δυσκολεύει ακόμα περισσότερο τους πολιτικούς σχηματισμούς εξουσίας, χτισμένους σε ιεραρχική βάση και συνηθισμένους να αλληλεπιδρούν με μια ιεραρχικά δομημένη κοινωνία, είναι αποδυνάμωση των ιεραρχικών δομών που συνεπάγεται η τεχνολογική εξέλιξη για όλο και μεγαλύτερες κοινωνικές ομάδες.

Η κινητή τηλεφωνία είχε την ευρύτερη επίδραση στη μετεξέλιξη αυτή, με την έννοια ότι δεν αφορά τμήμα των αναπτυγμένων κοινωνιών, όπως το Διαδίκτυο, αλλά το σύνολό του. Ξεκίνησε αποδεσμεύοντας την επικοινωνία από τον χώρο. Αυτή η αλλαγή οδήγησε σε μια ευρύτερη μεταμόρφωση.

Δεν επικοινωνείς πλέον από ένα γραφείο ή σπίτι με ένα άλλο γραφείο ή σπίτι, δεν έρχεσαι σε επαφή μέσω μιας ιεραρχίας, ενός οργανισμού ή μιας οικογένειας, αλλά απευθείας, ως άτομο προς άτομο, με το κάθε μέλος μιας οργάνωσης ή μιας οικογένειας να έχει την προσωπική του ανεξάρτητη ταυτότητα.

Σε διαφορετικό βαθμό για διάφορα τμήματα του πληθυσμού, το Διαδίκτυο «χτίζει» ακόμα εντονότερα την τάση αυτή οδηγώντας τα στη σταδιακή αντικατάσταση της τοποθέτησής τους σε κάθετες ιεραρχικές δομές από ένταξη σε οριζόντια δίκτυα, συχνά υπερεθνικά, βασισμένα σε ατομικές επιλογές και ενδιαφέροντα. Ετσι, για παράδειγμα, όλο και περισσότερο ένα άτομο μπορεί να ταυτίζεται πολύ περισσότερο με ένα διεθνές άμορφο δίκτυο κοινών ενδιαφερόντων απ' ό,τι με την ιεραρχική συνδικαλιστική δομή που υποτίθεται ότι το εκπροσωπεί ή με ένα πολιτικό κόμμα.

Ο μως η αλληλεπίδραση των θεσμικών πολιτικών μηχανισμών με την κοινωνία είναι δομημένη γύρω από την παραδοσιακή ιεραρχική αντιπροσωπευτική δομή που σταδιακά ξεφτίζει. Η διάρθρωση αυτή είναι φυσιολογικά πολύ πιο ισχυρή και άκαμπτη στις δομές εξουσίας, δηλαδή στα κόμματα εξουσίας, κάτι που μπορεί εν μέρει, πέραν όλων των άλλων, να εξηγεί και την αυξανόμενη αποστασιοποίηση όλο και μεγαλύτερων τμημάτων του πληθυσμού απ' αυτά και την αναζήτηση ενός διαφορετικού προτύπου.

Η διαμόρφωση κοινωνικών ομάδων διαφορετικών ταχυτήτων σε ό,τι αφορά την πλήρη πρόσβαση και ενσωμάτωση των τεχνολογικών εξελίξεων, συνήθως παρουσιάζεται ως αρνητική για τις ομάδες εκείνες που παραμένουν αποκλεισμένες, που αδυνατούν ή εμποδίζονται να απολαύσουν τις δυνατότητες και τις επιλογές που προσφέρει ένα πλαίσιο που διαμορφώνεται ερήμην τους.

Η άλλη πλευρά παρουσιάζεται ως προνομιούχος, ως μια ελίτ που απειλεί να αφήσει πίσω της, να αποκλείσει, να ποδηγετήσει ή να εκμεταλλευτεί τα λιγότερο τεχνολογικά αναπτυγμένα τμήματα της κοινωνίας.

Αυτό που σπανίως αναφέρεται, αν αναφέρεται ποτέ, είναι η διαφορετική ανάγνωση της διάστασης αυτής: Οτι ολόκληρο το πολιτικό σύστημα, το θεσμικό πλαίσιο, είναι δομημένο σε μια παραδοσιακή βάση και εκπροσωπεί, λιγότερο ή περισσότερο επιτυχώς, τα τμήματα εκείνα της κοινωνίας που παραμένουν στερεωμένα, αγκιστρωμένα ή περιορισμένα, στη βάση αυτή. Οι κοινωνικές ομάδες που διαμορφώνονται κάτω από τις νέες συνθήκες είναι αυτές που δυσκολεύονται ασφυκτικά να βρουν πολιτική εκπροσώπηση και υποχρεούνται να «υποστούν» τελείως ξένες λογικές εξουσίας που δεν τις εκπροσωπούν. Ακόμα χειρότερα, διακρίνουν στους κεντρικούς πολιτικούς σχηματισμούς την πλήρη αδυναμία αντίληψης της δικής τους πραγματικότητας, πόσω μάλλον της δυνατότητας συνεκτικού συγκερασμού σε μια κεντρική συνιστώσα.

Στην οπτική αυτή, τα άτομα που απαρτίζουν τη «δικτυωμένη ατομικότητα» δεν έχουν λόγο να συμμετάσχουν στο υπαρκτό πολιτικό παιχνίδι. Και επί του παρόντος, «παίρνουν την μπάλα τους και φεύγουν».

Δεν υπάρχουν σχόλια: