Δευτέρα 24 Μαρτίου 2008

Μάχες οπισθοφυλακής της «μοναδικής» υπερδύναμης

Αναφερόμενη στο συγκεχυμένο μείγμα στρατιωτικής και πολιτικής δράσης που δημιούργησε η Ουάσιγκτον και που ακόμα προσπαθεί να αναλύσει τόσο η ίδια όσο και ο υπόλοιπος κόσμος, η χρήση στρατιωτικών όρων για να περιγραφεί μια πολιτική -ή καλύτερα μια αναζήτηση πολιτικής- μπορεί να προκαλέσει σύγχυση. Ομως αυτό που κάνουν σήμερα οι ΗΠΑ, πέντε χρόνια μετά την φανφαρόνικη εισβολή στο Ιράκ είναι να δίνουν μια κλασική μάχη οπισθοφυλακής, να διεξάγουν επιβραδυντικό αγώνα για να κερδίσουν χρόνο.

Με τα αρχικά σχέδιά της να μην κάνουν ούτε για χαρτοπόλεμο, είτε διότι ουδέποτε υπήρξαν είτε διότι οι παρουσιάσεις PowerPoint σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές δεν προσφέρονται για κάτι τέτοιο, η Ουάσιγκτον αναζητεί και σε κάποιο βαθμό πετυχαίνει μια αναβολή της καθοριστικής ήττας, ένα περιθώριο ανάσας για ανασυγκρότηση της πολιτικής της. Ομως κινδυνεύει να αντιληφθεί, για άλλη μια φορά καθυστερημένα, ότι οι απώλειες που έχει ήδη υποστεί είναι τόσο εκτεταμένες, ότι οι περισσότερες ευκαιρίες ανάταξης έχουν ήδη ξεπεραστεί και ότι όσες παραμένουν εκπνέουν νωρίτερα από τη δική της ικανότητα δημιουργικής προσαρμογής.

Το πρόβλημα έχει ξεπεράσει εδώ και καιρό το Ιράκ. Αλλωστε είναι πλέον δεδομένο ότι, ανεξαρτήτως τελικής έκβασης, το αποτέλεσμα δεν θα έχει καμία σχέση με τους στόχους εκείνων που, μέσα στην αναμπουμπούλα της 11ης Σεπτεμβρίου, κατέλαβαν εξ εφόδου τα χειμερινά ανάκτορα του Λευκού Οίκου. Ξεπερνά σχεδόν ακόμα και τη συζήτηση αν ένα νέο «σύμπλεγμα του Ιράκ» θα αντικαταστήσει το παλαιότερο «σύνδρομο του Βιετνάμ», με τις ΗΠΑ να επιλέγουν μια περίοδο εσωστρέφειας και νέου απομονωτισμού.

Τσακίζοντας το στρατιωτικό τους δυναμικό στη σκόνη του Ιράκ, σπαταλώντας τα αποθέματα αξιοπιστίας, πειθούς και πειθαναγκασμού, αποξενώνοντας υπαρκτούς και εν δυνάμει φίλους και συμμάχους, πληγώνοντας την αμερικανική οικονομία, συμβάλλοντας στην αποσταθεροποίηση της διεθνούς οικονομίας με την άνοδο των τιμών του πετρελαίου, η Ουάσιγκτον αποδείχθηκε εξαιρετικά ικανή στην ανάσχεση της «μοναδικής υπερδύναμης», δηλαδή του εαυτού της.

Βυθισμένη εθελοντικά στον λαβύρινθο της «μάχης κατά της τρομοκρατίας», μέσα σε πλήρη σύγχυση σχετικά με την αναγνώριση των προκλήσεων (για παράδειγμα, η τρομοκρατία είναι μέσον, όχι στόχος προς επίτευξη, άρα η κήρυξη μάχης εναντίον της αποτελεί κήρυξη μάχης κατά ενός μέσου, ενός εργαλείου) η Ουάσιγκτον των Τσένι και Μπους ξέχασε ότι η θέση της «μοναδικής υπερδύναμης» δεν προέκυψε και δεν διατηρείται απλώς «ελέω Θεού», όσο και αν μεγάλο μέρος των Αμερικανών και της αμερικανικής πολιτικής ελίτ φαίνεται να το πιστεύει.

Κατά τον 19ο αιώνα, ο καγκελάριος της Γερμανίας, Οττο φον Μπίσμαρκ είχε επισημάνει ότι οι μεγάλες δυνάμεις θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικές όταν χρησιμοποιούν τη στρατιωτική τους ισχύ. Διότι, αν η χρήση της δεν είναι συντριπτικά αποτελεσματική, η αντίληψη που θα επικρατήσει είναι ότι ηττήθηκαν. Και η εξουσία των μεγάλων δυνάμεων, πόσω μάλλον των «μοναδικών», είναι σαν αυτή των νονών της νύχτας. Στηρίζεται στην αντίληψη, έστω και λανθασμένη, της παντοδυναμίας τους.

Ομως οι συναρπαστικές περιπέτειες των ΗΠΑ στο Ιράκ δεν έπληξαν απλώς την αξιοπιστία της αμερικανικής ισχύος, ούτε μόνο τη γενικότερη αξιοπιστία της Ουάσιγκτον και το όποιο ηθικό της κύρος. Σε μια κρίσιμη μεταβατική φάση, εμπόδισαν τις ΗΠΑ να φροντίσουν τη μοναδικότητά τους, να ασχοληθούν με «τα βαθιά σημαντικά γεγονότα που θα διαμορφώσουν αυτόν τον αιώνα, όπως οι αναπτυσσόμενοι ρόλοι της Κίνας, της Ινδίας και της Ρωσίας ως μεγάλων δυνάμεων, η έλλειψη αξιόπιστων ενεργειακών πηγών και η αυξανόμενη επίδραση της κλιματικής αλλαγής», όπως δήλωσε στην αμερικανική Γερουσία ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Τζόζεφ Μπάιντεν.

Στα πέντε χρόνια που πέρασαν, η Ουάσιγκτον δεν παραμέλησε απλώς παθητικά τη συντήρηση της απόστασής της από τις άλλες αναδυόμενες ή επαν-αναδυόμενες δυνάμεις αλλά τις βοήθησε ενεργητικά, όπως όταν έστρωσε το κόκκινο χαλί για την ανάκαμψη της Ρωσίας μέσω της συμβολής της στην άνοδο των τιμών του πετρελαίου.

Ακόμα και στους τομείς που οι ΗΠΑ έδειχναν να κυριαρχούν, εξάγοντας πρότυπα κομμένα και ραμμένα στα δικά τους μέτρα, η «λειτουργία στον αυτόματο», που επέβαλε η νευρωτική ενασχόληση με το Ιράκ, συνέβαλε στην αποδυνάμωσή τους. Το 2002, το 82% των Αμερικανών πολιτών θεωρούσαν το ελεύθερο διεθνές εμπόριο ως θετικό για τη χώρα τους. Το 2007, το ποσοστό αυτό είχε μειωθεί σε 59%. Αντιθέτως, σε μια εκθαμβωτική ένδειξη της αλλαγής περιβάλλοντος, οι θετικές απόψεις των Κινέζων έφθασαν το 91% και των Ρώσων το 82%.

Το τελευταίο μισό της δεύτερης προεδρικής θητείας Μπους δείχνει ότι πολλά απ' αυτά άρχισαν να γίνονται αντιληπτά στην Ουάσιγκτον, αν και δύσκολα μπορεί κανείς να το διαπιστώσει ακούγοντας τη συνεχιζόμενη ευαγγελική ρητορική του Αμερικανού προέδρου. Μία διαφορά είναι ίσως ότι η ρητορική αυτή προκαλεί σήμερα περισσότερα συγκαταβατικά μειδιάματα. Ομως, στην πράξη, οι κινήσεις της αμερικανικής ηγεσίας (εξαιρουμένου ίσως του αντιπροέδρου Ντικ Τσένι) έχουν αρχίσει να αποκτούν περισσότερα ψήγματα ορθολογισμού από τις συνεχείς αναφορές του «πρώτου εμψυχωτή» στη θρησκευτική του πίστη. Οι αμερικανικές πιέσεις για θέματα όπως το Κοσσυφοπέδιο, η ΠΓΔΜ, η πυραυλική ασπίδα στην Ευρώπη έχουν διαφορετικό άρωμα, αν όχι ουσία, από τότε που ο πρώην υπουργός Αμυνας, Ντόναλντ Ράμσφελντ, έπαιζε και τον υπουργό Εξωτερικών. Ακόμα και στο θέμα της κλιματικής αλλαγής, η Ουάσιγκτον αρχίζει να στέλνει μηνύματα διαλλακτικότητας, με όση δυσπιστία και αν γίνονται δεκτά.

Με την προεδρική θητεία εκπνέουσα σε εννέα μήνες, με τα περισσότερα στελέχη της αμερικανικής κυβέρνησης να αλληθωρίζουν προς τη μελλοντική τους επαγγελματική αποκατάσταση, δεν μπορεί να αναμένεται ουσιαστική και θεαματική αλλαγή πλεύσης, πόσω μάλλον ότι κάτι τέτοιο θα αποτελούσε ομολογία αποτυχίας που θα υπονόμευε τις πιθανότητες εκλογής τον Νοέμβριο ενός ακόμα Ρεπουμπλικανού προέδρου. Ετσι η μάχη οπισθοφυλακής σε όλους τους τομείς έχει στόχο μόνο να κερδηθεί χρόνος μέχρι να έρθει ο νέος πρόεδρος, που θα κληθεί να βγάλει το φίδι από την τρύπα, αν οι αντικειμενικές συνθήκες και οι μνήμες που άφησε η περασμένη πενταετία τού το επιτρέψουν.

Διότι, όπως επισήμανε ανώτατο στέλεχος της Ε.Ε., αναφερόμενο στο βρετανικό αποικιοκρατικό παρελθόν, «το θύμα πάντα θυμάται πράγματα που ο νικητής ξεχνά... Είναι εντυπωσιακό πόσα στοιχεία προδοσίας εκ μέρους των Βρετανών υπάρχουν στις ιστορίες χωρών που ούτε καν γνωρίζαμε ότι είχαμε προδώσει».

Δεν υπάρχουν σχόλια: