Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2008

Η κρίση ως ευκαιρία αφύπνισης

Ο οικονομικός κατακλυσμός κάποτε θα περάσει. Οταν τραβηχτούν τα νερά, το τοπίο θα έχει αλλάξει. Οχι μόνον επειδή πολλά οικοδομήματα θα έχουν γκρεμιστεί, αλλά και επειδή η ανάγκη της επιβίωσης θα έχει οδηγήσει άτομα, ομάδες και χώρες σε αναζήτηση νέας ταυτότητας και ρόλου, φέρνοντάς τους αναγκαστικά σε επαφή με την πραγματικότητα.

Η εμμονή σε βολικές βεβαιότητες και η αποχαύνωση σε εικονικές πραγματικότητες χρειάζεται ίσως την οδυνηρή αυτή σύγκρουση για να υποχωρήσει, ώστε να επιτρέψει την αναζήτηση ρεαλιστικών επιλογών. Και με αυτή τη λογική, η οικονομική κρίση μπορεί εν τέλει να αποδειχθεί ευεργετική για χώρες, όπως η Ελλάδα.

Κατά τη δεκαετία του '70, το τεχνολογικό άλμα που άνοιγε τον δρόμο στη φτηνή υπολογιστική ισχύ επέτρεπε σε άτομα και συλλογικότητες να οραματίζονται την απελευθέρωσή τους από τα δεσμά της έντασης κεφαλαίου που είχε δημιουργήσει η ώριμη, ώς υπερώριμη, βιομηχανική εποχή. Ατομα και συλλογικότητες, που έμεναν έξω από το διαμορφωμένο βιομηχανικό περιβάλλον, έχοντας φθάσει αργά για να εξασφαλίσουν το εισιτήριο της συσσώρευσης κεφαλαίου, διέκριναν τη δυνατότητα να ξεφύγουν από την εξορία στις παρυφές του οικονομικού γίγνεσθαι μέσα από την παράκαμψη που πρόσφερε ο νέος συντελεστής παραγωγής, η πληροφορία και η προστιθέμενη αξία της διάδοσης και της επεξεργασίας της.

Οσοι έβλεπαν να έρχεται μια εποχή απόλυτης χειραφέτησης του ατόμου, το οποίο θα μπορούσε να διαθέτει πλέον πρόσβαση και δυνατότητα επεξεργασίας γνώσεων και πληροφοριών, που μέχρι τότε διέθεταν μόνον κρατικές ή μεγάλες επιχειρηματικές οντότητες, όσοι περίμεναν ότι μικρές χώρες που είχαν χάσει την ευκαιρία της βιομηχανικής επανάστασης θα έπαιρναν το επόμενο τρένο, διαψεύσθηκαν εν μέρει, όπως συχνά συμβαίνει με τους οραματιστές, όμως σε πολύ μικρότερο βαθμό απ' ό,τι περίμεναν και οι ίδιοι στις πλέον νηφάλιες στιγμές τους.

Ισχυρές βιομηχανικές δυνάμεις, σε κρατικό ή επιχειρηματικό επίπεδο, επέδειξαν την αναμενόμενη, ανάλογη του μεγέθους και του βολέματός τους, αδράνεια. Επιχειρήσεις, όπως η ΙΒΜ, αναγκάστηκαν να καταπιούν με εξαιρετικά οδυνηρό τρόπο τον αυτάρεσκο σαρκασμό τους απέναντι στους πιτσιρικάδες που άλλαξαν τον κόσμο από το γκαράζ του σπιτιού τους, φτιάχνοντας τους πρώτους προσωπικούς ηλεκτρονικούς υπολογιστές.

Κρατικές οντότητες, όπως η ΕΣΣΔ, κλονίστηκαν συθέμελα όταν δεν μπόρεσαν να προσαρμόσουν τα εργαλεία της βιομηχανικής επιδίωξης «εξηλεκτρισμού» στη μετα-βιομηχανική ανάγκη «εξηλεκτρονισμού». Διαθέτοντας εργαλεία που κερδήθηκαν και διαμορφώθηκαν με μεγάλο κόπο και κόστος για να αναλύσουν, να περιγράψουν και να διαμορφώσουν μια συγκεκριμένη βιομηχανική κοινωνική πραγματικότητα, κατέβαλαν τελικά το κόστος της προσπάθειάς τους να σταματήσουν την ιστορία με τον δικό τους τρόπο, παγώνοντάς την στη φάση αναφοράς των εργαλείων τους αυτών.

Αλλοι προσαρμόστηκαν εξαιρετικά γρήγορα στη νέα πραγματικότητα, και το αποτέλεσμα δικαίωσε σε μεγάλο βαθμό όσους προέβλεπαν ότι οι παραδοσιακές βιομηχανικές δυνάμεις θα βρουν νέους ανταγωνιστές. Χώρες όπως οι ΗΠΑ ξαφνιάζονται έτσι από την απώλεια της σχετικής προπορείας τους, όχι τόσο διότι οι ίδιες επιβράδυναν τον βηματισμό τους όσο διότι άλλοι επιτάχυναν τον δικό τους.

Η Ελλάδα δεν βρέθηκε ανάμεσα στις χώρες αυτές. Την ώρα που άλλες κοινωνίες αναζητούσαν μια δημιουργική παραγωγική θέση στη διεθνή οικονομία, η ελληνική κοινωνία αναζητούσε επιδοτήσεις από την ΕΟΚ και εξωτερικό δανεισμό για να χρηματοδοτήσει την καταναλωτική της πείνα. Οταν άλλοι επένδυαν παραγωγικά στη γνώση και στην πληροφορία, μέσω του εκπαιδευτικού συστήματος, η ελληνική κοινωνία έβλεπε όλο και περισσότερο την εκπαίδευση -και ιδίως την ανώτατη- ως μια γραφειοκρατική διαδικασία για την εισαγωγή στο Δημόσιο. Η αδιαφορία της ή και η καχυποψία απέναντι σε κάθε δημιουργική εκδήλωση της γνώσης έσπρωξε το μεγαλύτερο μέρος των δημιουργικών μυαλών στο εξωτερικό για να προσφέρουν εκεί το βασικό υλικό της μετα-βιομηχανικής εποχής, την καινοτομία. Για να περηφανεύεται στη συνέχεια για τις επιτυχίες τους, φτάνει να μην απειλήσουν την τοπική παρασιτική χλωρίδα επιστρέφοντας στην Ελλάδα.

Η ελληνική φούσκα της εικονικής πραγματικότητας κάποια στιγμή θα έσκαγε, ανεξαρτήτως διεθνούς οικονομικής κρίσης. Το θέμα ήταν πότε θα έφθανε αυτή η στιγμή. Διότι τα νοικοκυριά, όπως και το ελληνικό κράτος, έχουν την τάση να διατηρήσουν ή και να αυξήσουν το επίπεδο διαβίωσης το οποίο, κάποια στιγμή, καλώς ή κακώς, τους προσφέρθηκε, στρεφόμενα αρχικά στις αποταμιεύσεις και, στη συνέχεια, στον δανεισμό. Μόνον όταν εξαντληθούν πλήρως και οι δυνατότητες δανεισμού, αρχίζει η επώδυνη προσαρμογή στην πραγματικότητα και στις αληθινές δυνατότητες.

Αν η διεθνής οικονομική κρίση επισπεύδει το σκάσιμο της φούσκας, δηλαδή την επαφή με την πραγματικότητα, θα έχει προσφέρει μια οδυνηρή, αλλά και πολύτιμη υπηρεσία. Αν η ελληνική κοινωνία, κακομαθημένη, όπως και πολλά από τα μεμονωμένα μέλη της από την «παραμύθα», ότι το σύμπαν τής χρωστάει χάρη για μόνη την ύπαρξή της, χρησιμοποιήσει την ευκαιρία αυτή για να ξεφύγει από τη στειρότητα, υπάρχει η περίπτωση να δημιουργήσει και να παράξει κάτι, έστω και αν αργήσει ακόμα να συνειδητοποιήσει τι δημιουργείται και τι παράγεται αλλού, σε όλους τους τομείς.

Από την οικονομική κρίση κερδισμένες -ή τουλάχιστον όχι χαμένες- δεν θα βγουν οι κοινωνίες όπου το θεωρητικά πιο δημιουργικό κομμάτι τους, οι νέοι, αναγκάζονται να διοχετεύσουν την ορμή τους σε όλο και πιο απελπισμένες διεκδικήσεις ενός συρρικνούμενου μεριδίου μιζέριας, αλλά εκείνες που ενθαρρύνουν, αναμένουν και απαιτούν τη δημιουργική συμμετοχή τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: