Είναι σαν τη γλυκειά αίσθηση του γνώριμου, του ήδη βιωμένου, που έχεις όταν επισκέπτεσαι για πρώτη φορά την Ιερουσαλήμ, την Κωνσταντινούπολη ή τη Νέα Υόρκη. Σε κάθε γωνιά, η εικόνα που συλλέγει το μάτι επενδύεται με ιστορίες, πρόσωπα και εικόνες από τα βιβλία της Ιστορίας, των Θρησκευτικών ή από τον αμερικανικό κινηματογράφο. Οσα βλέπεις για πρώτη φορά είναι παρηγορητικά οικεία, σαν το φαγητό της μαμάς, φορτισμένα από πριν με συναισθήματα των οποίων η πηγή έχει σχεδόν ξεχαστεί.
Αυτή η αίσθηση της νοσταλγικής θαλπωρής διευκολύνει ένα τολμηρό ταξίδι. Γιατί χρειάζεται αρκετή τόλμη, ευσυνειδησία, αγανάκτηση ή απλή ξεροκεφαλιά έστω και για να ξεφυλλίσεις τις 592 σελίδες του εγχειριδίου του ΟΗΕ για την καταπολέμηση της διαφθοράς, για να ρίξεις μια ματιά στη «Σύμβαση του ΟΗΕ κατά της Διαφθοράς», να δεις τις εκθέσεις της «Διεθνούς Διαφάνειας» και να ενημερωθείς από τις εργασίες της «Διεθνούς Ομάδας Συντονισμού κατά της Διαφθοράς» ή της «Ομάδας Δικαστικής Ακεραιότητας» που διατύπωσε τις «Αρχές της Μπανγκαλόρ» για τη δικαστική πρακτική.
Το όλο εγχείρημα θα πυροδοτούσε απλώς μια ανάμνηση της θλιβερής στειρότητας των μαθητικών χρόνων αν κάθε λέξη δεν ήταν γνώριμη, αν κάθε παράγραφος δεν ξυπνούσε την αίσθηση του deja vu, αν σε κάθε σελίδα δεν αναφωνούσες αρκετές φορές: «Αυτό το ξέρω, αυτό το έχω δει». Αν δεν συνέβαιναν όλα αυτά, η βαρεμάρα δεν θα σου επέτρεπε να θαυμάσεις τον ολοκληρωμένο και πολιτικώς ορθό τρόπο με τον οποίο κάποιοι περιγράφουν αποτελεσματικά αυτό που εσύ θα διατύπωνες πιο χυδαία και συναισθηματικά, με κάποια από τις χορταστικές, απείρως περιεκτικές, εκτονωτικές λέξεις του ελληνικού λεξιλογίου.
Από τις γνώριμες λέξεις (διαπλοκή, πελατειακές σχέσεις, έλλειψη διαφάνειας), η αναγνωριστική «βόλτα» στην «εργαλειοθήκη» του ΟΗΕ για την αντιμετώπιση της διαφθοράς που, σημαδιακό αυτό, εκδίδει το «Γραφείο του ΟΗΕ για τα Ναρκωτικά και το Εγκλημα», προτιμά να εστιάσει για μια μελλοντική νέα επίσκεψη στο 5ο κεφάλαιο, αυτό περί «Κοινωνικής Πρόληψης» λόγω της αίσθησης ότι, όπως και πολλά άλλα πράγματα, η διαφθορά δεν επιβάλλεται άνωθεν αλλά προκύπτει από τις συστημικές στρεβλώσεις και τις δομικές ατέλειες στην εξελικτική πορεία μιας κοινωνίας. Μια κατάσταση που φέρνει κάθε μέλος της κοινωνίας απέναντι στο «δίλημμα του φυλακισμένου» της Θεωρίας των Παιγνίων και όχι μόνο τους πολιτικούς στους οποίους αναφέρεται εύστοχα στο σχετικό άρθρο του στην «Οικονομία» της χθεσινής «Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας» ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιώς, Θοδωρής Πελαγίδης.
Σε μια κοινωνία κατεστημένης διαφθοράς τα άνωθεν χρησιμοποιούμενα «εργαλεία» καταπολέμησης (νομικά, κατασταλτικά, προληπτικά, παιδαγωγικά, προαγωγής της διαφάνειας) δεν αρκούν να σπάσουν τον φαύλο κύκλο που δημιουργεί «φυλακισμένους» και καθιστά αυτονόητα τα «διλήμματα». Το αποτέλεσμά τους κινδυνεύει να μην ξεπερνά το ανασήκωμα των ώμων και ένα ειρωνικό πικρό χαμόγελο. Ακόμα και το «εργαλείο» κινητοποίησης της «Κοινωνίας των Πολιτών» αποσαθρώνεται στον βαθμό που «καπελώνεται» -ή υπάρχει η αίσθηση ότι «καπελώνεται»- από τους ίδιους πολιτικούς ή άλλους μηχανισμούς, που θεωρούνται υπεύθυνοι για τον «εγκλωβισμό» ή εκείνους που συνοδεύονται από την υποψία ότι η όποια διαφοροποίησή τους, σε ατομικό ή συλλογικό επίπεδο, οφείλεται απλώς σε έλλειψη ευκαιριών.
Σ' ένα τέτοιο περιβάλλον, η επισήμανση του ΟΗΕ ότι «η εγκατάσταση λαϊκών προσμονών υπέρ της ακεραιότητας και κατά της διαφθοράς, που ενισχύει την αξιοπιστία των μεταρρυθμίσεων και εμπνέει δημόσια εμπιστοσύνη στην ακεραιότητα των μεταρρυθμισμένων θεσμών πάντα θα έρχεται με καθυστέρηση έναντι της πραγματικής προόδου», μοιάζει σαν να βάζει το κάρο μπροστά από το άλογο, καθώς προϋποθέτει την έστω και ελάχιστη αξιοπιστία προκειμένου να υπάρξει «πραγματική πρόοδος».
Οταν η έλλειψη αυτής της αξιοπιστίας είναι ή θεωρείται ότι είναι, δεδομένη, ακόμα και συγκροτημένες εκστρατείες κατά της διαφθοράς, πόσο μάλιστα αποσπασματικές ή προκύπτουσες από τυχαία περιστατικά, οδηγούν σε έναν περαιτέρω κοινωνικό εγκλωβισμό, λειτουργώντας ως επιβεβαίωση μιας πραγματικότητας και όχι ως προσπάθειες αλλαγής της.
Η εξέλιξη αυτή δεν είναι απαραίτητα αρνητική, καθώς μπορεί να οδηγήσει στη συγκέντρωση μιας «κρίσιμης μάζας» δυσφορίας, που θα εκφραστεί με την εκρηκτική απαίτηση συνολικής αλλαγής σκηνικού. Μιας αλλαγής-ρήξης που, κατά πάσαν πιθανότητα, θα αποκλείσει τις «φυλακισμένες» στα διλήμματά τους δυνάμεις, ακόμα και εκείνες που δεν φέρουν ακέραιη την ευθύνη του εγκλωβισμού τους.
Δεν είναι όμως απαραίτητα ούτε θετική, καθώς μια τέτοια, σχεδόν επαναστατική κοινωνική αλλαγή, μπορεί να ανοίξει τον δρόμο σε ακραίο λαϊκισμό στις πιο αποκρουστικές φασίζουσες μορφές του, όπως προειδοποιεί η παγκόσμια Ιστορία ή, έστω, να προσφέρει έδαφος για τη ραγδαία περιστολή ελευθεριών στο πρότυπο του «αγώνα κατά της τρομοκρατίας» με τον οποίο εγκαινιάστηκε ο 21ος αιώνας. Ο συνδυασμός με μια παγκόσμια αλλά και τοπική οικονομική κρίση, σε μεγάλο βαθμό απότοκο της διαφθοράς με την ευρύτερη ώς την πλέον στενή έννοια, δυσκολεύει τους λιγότερο παρορμητικούς, αυτούς που πριν επιχειρήσουν κάποιο άλμα θέλουν να έχουν κάποια εικόνα, έστω και στο περίπου, του πού θα προσγειωθούν.
Γι' αυτούς, ένα ταξίδι στη μελέτη της διαφθοράς, όπως και κάθε γρήγορο διερευνητικό ταξίδι ακόμα και σε γνώριμους εκ των προτέρων τόπους, δεν προσφέρει έτοιμες απαντήσεις και λύσεις. Απλώς προσθέτει ερωτήματα, απορίες, ανησυχίες και φόβους. Και την ελπίδα ότι κάποια μελλοντική περιήγηση ή κάποιος άλλος πιο θαρραλέος περιηγητής θα τους διοχετεύσει λυτρωτικά.
Αυτή η αίσθηση της νοσταλγικής θαλπωρής διευκολύνει ένα τολμηρό ταξίδι. Γιατί χρειάζεται αρκετή τόλμη, ευσυνειδησία, αγανάκτηση ή απλή ξεροκεφαλιά έστω και για να ξεφυλλίσεις τις 592 σελίδες του εγχειριδίου του ΟΗΕ για την καταπολέμηση της διαφθοράς, για να ρίξεις μια ματιά στη «Σύμβαση του ΟΗΕ κατά της Διαφθοράς», να δεις τις εκθέσεις της «Διεθνούς Διαφάνειας» και να ενημερωθείς από τις εργασίες της «Διεθνούς Ομάδας Συντονισμού κατά της Διαφθοράς» ή της «Ομάδας Δικαστικής Ακεραιότητας» που διατύπωσε τις «Αρχές της Μπανγκαλόρ» για τη δικαστική πρακτική.
Το όλο εγχείρημα θα πυροδοτούσε απλώς μια ανάμνηση της θλιβερής στειρότητας των μαθητικών χρόνων αν κάθε λέξη δεν ήταν γνώριμη, αν κάθε παράγραφος δεν ξυπνούσε την αίσθηση του deja vu, αν σε κάθε σελίδα δεν αναφωνούσες αρκετές φορές: «Αυτό το ξέρω, αυτό το έχω δει». Αν δεν συνέβαιναν όλα αυτά, η βαρεμάρα δεν θα σου επέτρεπε να θαυμάσεις τον ολοκληρωμένο και πολιτικώς ορθό τρόπο με τον οποίο κάποιοι περιγράφουν αποτελεσματικά αυτό που εσύ θα διατύπωνες πιο χυδαία και συναισθηματικά, με κάποια από τις χορταστικές, απείρως περιεκτικές, εκτονωτικές λέξεις του ελληνικού λεξιλογίου.
Από τις γνώριμες λέξεις (διαπλοκή, πελατειακές σχέσεις, έλλειψη διαφάνειας), η αναγνωριστική «βόλτα» στην «εργαλειοθήκη» του ΟΗΕ για την αντιμετώπιση της διαφθοράς που, σημαδιακό αυτό, εκδίδει το «Γραφείο του ΟΗΕ για τα Ναρκωτικά και το Εγκλημα», προτιμά να εστιάσει για μια μελλοντική νέα επίσκεψη στο 5ο κεφάλαιο, αυτό περί «Κοινωνικής Πρόληψης» λόγω της αίσθησης ότι, όπως και πολλά άλλα πράγματα, η διαφθορά δεν επιβάλλεται άνωθεν αλλά προκύπτει από τις συστημικές στρεβλώσεις και τις δομικές ατέλειες στην εξελικτική πορεία μιας κοινωνίας. Μια κατάσταση που φέρνει κάθε μέλος της κοινωνίας απέναντι στο «δίλημμα του φυλακισμένου» της Θεωρίας των Παιγνίων και όχι μόνο τους πολιτικούς στους οποίους αναφέρεται εύστοχα στο σχετικό άρθρο του στην «Οικονομία» της χθεσινής «Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας» ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιώς, Θοδωρής Πελαγίδης.
Σε μια κοινωνία κατεστημένης διαφθοράς τα άνωθεν χρησιμοποιούμενα «εργαλεία» καταπολέμησης (νομικά, κατασταλτικά, προληπτικά, παιδαγωγικά, προαγωγής της διαφάνειας) δεν αρκούν να σπάσουν τον φαύλο κύκλο που δημιουργεί «φυλακισμένους» και καθιστά αυτονόητα τα «διλήμματα». Το αποτέλεσμά τους κινδυνεύει να μην ξεπερνά το ανασήκωμα των ώμων και ένα ειρωνικό πικρό χαμόγελο. Ακόμα και το «εργαλείο» κινητοποίησης της «Κοινωνίας των Πολιτών» αποσαθρώνεται στον βαθμό που «καπελώνεται» -ή υπάρχει η αίσθηση ότι «καπελώνεται»- από τους ίδιους πολιτικούς ή άλλους μηχανισμούς, που θεωρούνται υπεύθυνοι για τον «εγκλωβισμό» ή εκείνους που συνοδεύονται από την υποψία ότι η όποια διαφοροποίησή τους, σε ατομικό ή συλλογικό επίπεδο, οφείλεται απλώς σε έλλειψη ευκαιριών.
Σ' ένα τέτοιο περιβάλλον, η επισήμανση του ΟΗΕ ότι «η εγκατάσταση λαϊκών προσμονών υπέρ της ακεραιότητας και κατά της διαφθοράς, που ενισχύει την αξιοπιστία των μεταρρυθμίσεων και εμπνέει δημόσια εμπιστοσύνη στην ακεραιότητα των μεταρρυθμισμένων θεσμών πάντα θα έρχεται με καθυστέρηση έναντι της πραγματικής προόδου», μοιάζει σαν να βάζει το κάρο μπροστά από το άλογο, καθώς προϋποθέτει την έστω και ελάχιστη αξιοπιστία προκειμένου να υπάρξει «πραγματική πρόοδος».
Οταν η έλλειψη αυτής της αξιοπιστίας είναι ή θεωρείται ότι είναι, δεδομένη, ακόμα και συγκροτημένες εκστρατείες κατά της διαφθοράς, πόσο μάλιστα αποσπασματικές ή προκύπτουσες από τυχαία περιστατικά, οδηγούν σε έναν περαιτέρω κοινωνικό εγκλωβισμό, λειτουργώντας ως επιβεβαίωση μιας πραγματικότητας και όχι ως προσπάθειες αλλαγής της.
Η εξέλιξη αυτή δεν είναι απαραίτητα αρνητική, καθώς μπορεί να οδηγήσει στη συγκέντρωση μιας «κρίσιμης μάζας» δυσφορίας, που θα εκφραστεί με την εκρηκτική απαίτηση συνολικής αλλαγής σκηνικού. Μιας αλλαγής-ρήξης που, κατά πάσαν πιθανότητα, θα αποκλείσει τις «φυλακισμένες» στα διλήμματά τους δυνάμεις, ακόμα και εκείνες που δεν φέρουν ακέραιη την ευθύνη του εγκλωβισμού τους.
Δεν είναι όμως απαραίτητα ούτε θετική, καθώς μια τέτοια, σχεδόν επαναστατική κοινωνική αλλαγή, μπορεί να ανοίξει τον δρόμο σε ακραίο λαϊκισμό στις πιο αποκρουστικές φασίζουσες μορφές του, όπως προειδοποιεί η παγκόσμια Ιστορία ή, έστω, να προσφέρει έδαφος για τη ραγδαία περιστολή ελευθεριών στο πρότυπο του «αγώνα κατά της τρομοκρατίας» με τον οποίο εγκαινιάστηκε ο 21ος αιώνας. Ο συνδυασμός με μια παγκόσμια αλλά και τοπική οικονομική κρίση, σε μεγάλο βαθμό απότοκο της διαφθοράς με την ευρύτερη ώς την πλέον στενή έννοια, δυσκολεύει τους λιγότερο παρορμητικούς, αυτούς που πριν επιχειρήσουν κάποιο άλμα θέλουν να έχουν κάποια εικόνα, έστω και στο περίπου, του πού θα προσγειωθούν.
Γι' αυτούς, ένα ταξίδι στη μελέτη της διαφθοράς, όπως και κάθε γρήγορο διερευνητικό ταξίδι ακόμα και σε γνώριμους εκ των προτέρων τόπους, δεν προσφέρει έτοιμες απαντήσεις και λύσεις. Απλώς προσθέτει ερωτήματα, απορίες, ανησυχίες και φόβους. Και την ελπίδα ότι κάποια μελλοντική περιήγηση ή κάποιος άλλος πιο θαρραλέος περιηγητής θα τους διοχετεύσει λυτρωτικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου