Αν η απόφαση του Γεωργιανού προέδρου, Μιχαήλ Σαακασβίλι, για «αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης» manu militari, δεν αποτελεί μόνο την κορυφή του παγόβουνου ενός καλά κρυμμένου σατανικού σχεδίου, που κανείς επί του παρόντος δεν μπορεί να διακρίνει και στο οποίο μπορεί να εντάσσονται οι αποκλειστικά φραστικές αντιδράσεις των ΗΠΑ και του περίγυρού τους, όλα δείχνουν ότι θα αποδειχθεί ο καταλύτης για τη διαμόρφωση ενός νέου διεθνούς τοπίου, ριζικά διαφορετικού από την ακινητοποιημένη φωτογραφία τής μεταψυχροπολεμικής εποχής.
Οσο ενοχλητική και αν της είναι η ρωσική επέμβαση, η λεγόμενη, χάριν οικονομίας, «Δύση» ελάχιστες δυνατότητες πρακτικής αντίδρασης διαθέτει, σε μεγάλο βαθμό με δική της ευθύνη. Στο στρατιωτικό επίπεδο, μια ευθεία αντιπαράθεση με τη Ρωσία, ακόμα και μια διελκυστίνδα τρόμου στο πρότυπο της κρίσης των πυραύλων της Κούβας, φαίνεται αδιανόητη, ακόμα και αν οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ δεν είχαν υπερεκταθεί στα όρια της εξάρθρωσης στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν.
Οταν η εφημερίδα «Τάιμς» του Λονδίνου εκτιμά ότι η Ρωσία κινδυνεύει να καταστεί «παρίας» και να απομονωθεί, κινδυνεύει να ανασύρει μνήμες παλαιού δικού της δημοσιεύματος, σύμφωνα με το οποίο επικρατούσε «Καταιγίδα στη Μάγχη, η Ευρώπη (και όχι η νησιωτική Βρετανία) απομονωμένη». Η μόδα των κυρώσεων, με την οποία εκφράζεται τα τελευταία χρόνια η δυτική αντίδραση σε κράτη που χαρακτηρίζονται «παρίες», μάλλον εγγυάται την καλή λειτουργία ενός «μπούμερανγκ». Οπως επισημαίνει στους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» η Μάρθα Ολκοτ, του «Κληροδοτήματος Κάρνεγκι για τη Διεθνή Ειρήνη», ελάχιστα είναι τα εργαλεία που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τη Δύση κατά της Ρωσίας, χωρίς να πληγεί η ίδια. «Ενα εμπορικό εμπάργκο κατά της Ρωσίας θα είναι σαν να κόβεις τη μύτη σου για να τιμωρήσεις το πρόσωπό σου, λόγω της δυτικής εξάρτησης από το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο». Ακόμα και το ερεθισμένο, λόγω ειδικών ιστορικών εμπειριών, θυμικό ορισμένων από τις νεότερες χώρες - μέλη της Ε.Ε., αργά ή γρήγορα θα συναντήσει τον ρεαλισμό ή τον κυνισμό τού «primum vivere, deinde philosophari».
Με μακροχρόνια προετοιμασία (όπως ισχυρίζεται ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάθιου Μπράιζα) ή χωρίς, η Ρωσία βρήκε την ευκαιρία να εκφράσει την ισχύ που ανέκτησε όσο οι ΗΠΑ κοίταζαν ψυχαναγκαστικά το Ιράκ και τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», τροφοδοτώντας εμμέσως την ενεργειακή υστερία που γέμισε τα ρωσικά ταμεία και έδεσε ακόμα περισσότερο τη Δύση ως Λαοκόωντα στους ρωσικούς αγωγούς πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Ακόμα και αν η απώλεια του μέτρου εκ μέρους της Μόσχας ή μια καλοστημένη προβοκάτσια φορτώσει τη Ρωσία με ηθική απαξία, η πραγματικότητα δεν αλλάζει, με τον ίδιο τρόπο που τα αποτελέσματα τα οποία επιτυγχάνονται με τον πόλεμο σχεδόν ποτέ δεν ανατρέπονται πλήρως με τη διπλωματία.
Ασχετα με τον αν θα αποδεχθεί την ταμπέλα τής «ρεβιζιονιστικής δύναμης», η Ρωσία έχει ήδη ανατρέψει μέσα σε τρεις μέρες το διεθνές τοπίο. Εχει περάσει το μήνυμα στο «εγγύς εξωτερικό» ότι ο «δραγάτης» επιστρέφει. Και έχει βοηθήσει εκείνους -προερχόμενους κυρίως από πρώην σοσιαλιστικές χώρες στη φάση τού «έρωτα» με την Ουάσιγκτον- να πλησιάσουν προς τη συνειδητοποίηση ότι η φιλία και η υποστήριξη της Ουάσιγκτον δεν αποτελούν πανάκεια που θεραπεύει «πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν». *
Οσο ενοχλητική και αν της είναι η ρωσική επέμβαση, η λεγόμενη, χάριν οικονομίας, «Δύση» ελάχιστες δυνατότητες πρακτικής αντίδρασης διαθέτει, σε μεγάλο βαθμό με δική της ευθύνη. Στο στρατιωτικό επίπεδο, μια ευθεία αντιπαράθεση με τη Ρωσία, ακόμα και μια διελκυστίνδα τρόμου στο πρότυπο της κρίσης των πυραύλων της Κούβας, φαίνεται αδιανόητη, ακόμα και αν οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ δεν είχαν υπερεκταθεί στα όρια της εξάρθρωσης στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν.
Οταν η εφημερίδα «Τάιμς» του Λονδίνου εκτιμά ότι η Ρωσία κινδυνεύει να καταστεί «παρίας» και να απομονωθεί, κινδυνεύει να ανασύρει μνήμες παλαιού δικού της δημοσιεύματος, σύμφωνα με το οποίο επικρατούσε «Καταιγίδα στη Μάγχη, η Ευρώπη (και όχι η νησιωτική Βρετανία) απομονωμένη». Η μόδα των κυρώσεων, με την οποία εκφράζεται τα τελευταία χρόνια η δυτική αντίδραση σε κράτη που χαρακτηρίζονται «παρίες», μάλλον εγγυάται την καλή λειτουργία ενός «μπούμερανγκ». Οπως επισημαίνει στους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» η Μάρθα Ολκοτ, του «Κληροδοτήματος Κάρνεγκι για τη Διεθνή Ειρήνη», ελάχιστα είναι τα εργαλεία που μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τη Δύση κατά της Ρωσίας, χωρίς να πληγεί η ίδια. «Ενα εμπορικό εμπάργκο κατά της Ρωσίας θα είναι σαν να κόβεις τη μύτη σου για να τιμωρήσεις το πρόσωπό σου, λόγω της δυτικής εξάρτησης από το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο». Ακόμα και το ερεθισμένο, λόγω ειδικών ιστορικών εμπειριών, θυμικό ορισμένων από τις νεότερες χώρες - μέλη της Ε.Ε., αργά ή γρήγορα θα συναντήσει τον ρεαλισμό ή τον κυνισμό τού «primum vivere, deinde philosophari».
Με μακροχρόνια προετοιμασία (όπως ισχυρίζεται ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάθιου Μπράιζα) ή χωρίς, η Ρωσία βρήκε την ευκαιρία να εκφράσει την ισχύ που ανέκτησε όσο οι ΗΠΑ κοίταζαν ψυχαναγκαστικά το Ιράκ και τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», τροφοδοτώντας εμμέσως την ενεργειακή υστερία που γέμισε τα ρωσικά ταμεία και έδεσε ακόμα περισσότερο τη Δύση ως Λαοκόωντα στους ρωσικούς αγωγούς πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Ακόμα και αν η απώλεια του μέτρου εκ μέρους της Μόσχας ή μια καλοστημένη προβοκάτσια φορτώσει τη Ρωσία με ηθική απαξία, η πραγματικότητα δεν αλλάζει, με τον ίδιο τρόπο που τα αποτελέσματα τα οποία επιτυγχάνονται με τον πόλεμο σχεδόν ποτέ δεν ανατρέπονται πλήρως με τη διπλωματία.
Ασχετα με τον αν θα αποδεχθεί την ταμπέλα τής «ρεβιζιονιστικής δύναμης», η Ρωσία έχει ήδη ανατρέψει μέσα σε τρεις μέρες το διεθνές τοπίο. Εχει περάσει το μήνυμα στο «εγγύς εξωτερικό» ότι ο «δραγάτης» επιστρέφει. Και έχει βοηθήσει εκείνους -προερχόμενους κυρίως από πρώην σοσιαλιστικές χώρες στη φάση τού «έρωτα» με την Ουάσιγκτον- να πλησιάσουν προς τη συνειδητοποίηση ότι η φιλία και η υποστήριξη της Ουάσιγκτον δεν αποτελούν πανάκεια που θεραπεύει «πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν». *
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου