Δευτέρα 11 Αυγούστου 2008

Κοσσυφοπέδιο και Νότια Οσετία όλο και πιο κοντά...

«Το Κοσσυφοπέδιο και η Νότια Οσετία είναι δύο τελείως διαφορετικές περιπτώσεις, δεν έχουν σχέση μεταξύ τους, το Κοσσυφοπέδιο είναι μοναδική περίπτωση». Τελεία και παύλα. Η δυτική επιχειρηματολογία στο θέμα αυτό εξαντλείται ουσιαστικά με τον ίδιο τρόπο που τα αλλεπάλληλα «γιατί» οδηγούν κάποιους γονείς να κλείσουν τη συζήτηση δηλώνοντας: «Επειδή το λέω εγώ». Η απόφαση της γεωργιανής ηγεσίας να επέμβει στρατιωτικά, ανήμερα της έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων, προς αποκατάσταση της εθνικής κυριαρχίας στη Νότια Οσετία και η απολύτως αναμενόμενη -ως αυτονόητη- στρατιωτική αντίδραση της Ρωσίας αποδυνάμωσαν ακόμα περισσότερο τους ισχυρισμούς περί «διαφορετικών περιπτώσεων».

Η Γεωργία, όπως και η Σερβία, ήταν και παραμένει δύσκολο να «καταπιεί» την απόσχιση τμήματος του εδάφους της από την κυριαρχία της. Από τις στρατιωτικές περιπέτειες της εποχής του προέδρου Γκαμσαχούρντια και την τοπική παραλλαγή του ειδοποιού των απανταχού λαϊκιστών συνθήματος «η Γεωργία στους Γεωργιανούς», η Τιφλίδα έμοιαζε όλο και περισσότερο με το Βελιγράδι του Μιλόσεβιτς και η Τσχινβάλι με την Πρίστινα.

Τα μεταμφιεσμένα σε επιχειρήματα προσχήματα περί «μοναδικότητας» και «ιδιαιτερότητας» του Κοσσυφοπεδίου, αν και βολικά για κάθε χώρα που αντιμετωπίζει προβλήματα με οργανωμένες και εδαφικά προσδιορισμένες μειονότητες ή που επιθυμεί να χρησιμοποιήσει την επιλεκτική αναγνώρισή τους για την εξυπηρέτηση ευρύτερων στρατηγικών επιλογών, δεν άντεχαν σε μια έστω και γρήγορη εξέταση. Τα περί ιστορικής αυτονομίας (Κοσσυφοπέδιο) έναντι νεοπαγούς αυτονομίας (Νότια Οσετία) ξεχνούσαν τις περιόδους αυτονομίας της δεύτερης κατά μεγάλα διαστήματα στο παρελθόν. Τα περί διεθνώς αναγνωρισμένης αυτονομίας του Κοσσυφοπεδίου έναντι της έλλειψης διεθνούς τυπικής αναγνώρισης του αυτόνομου της Νότιας Οσετίας προσκρούουν στις συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε η νεότερη ανακήρυξη αυτονομίας. Μέσα στη δίνη της διάλυσης της ΕΣΣΔ, η αυτονομία ή η ανεξαρτησία της Νότιας Οσετίας από τη Γεωργία δεν θα μπορούσε να αναγνωριστεί διεθνώς, καθώς ούτε η ίδια η Γεωργία είχε ακόμα αναγνωριστεί ως ανεξάρτητο από την ΕΣΣΔ κράτος και δεν αποτελούσε μέλος του ΟΗΕ. Τα περί αδυναμίας αυτόνομης οικονομικής επιβίωσης μιας περιοχής με μόνο 70.000 ώς 100.000 κατοίκους θα είχαν κάποια αξία αν δεν ίσχυε το ίδιο για το σχετικά μεγαλύτερο Κοσσυφοπέδιο, που εξαρτάται κατά τον ίδιο τρόπο σε μεγάλο βαθμό από τις προτιμησιακές οικονομικές σχέσεις με τις συγγενικές προς την κυρίαρχη πληθυσμιακή ομάδα γειτονικές χώρες.

Ακόμα και ο ύπατος εκπρόσωπος της Ε.Ε. για την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας, Χαβιέρ Σολάνα, παραδέχτηκε κάποια στιγμή ότι «είμαστε παγιδευμένοι εδώ... σε έναν διπλό μηχανισμό που μπορεί να έχει καλές επιπτώσεις για τον έναν αλλά όχι για τον άλλον. Μπορεί να μην είναι μια κατάσταση στην οποία όλοι θα είναι κερδισμένοι, αν και θα έπρεπε να είμαστε σε θέση να αναζητήσουμε και να βρούμε μια τέτοια κατάσταση. Αλλά δεν θα είναι εύκολο».

Οι διαφορές υπάρχουν αλλά δεν είναι αυτές που αναφέρονται ως επιχειρήματα / προσχήματα. Σχετίζονται με τον γεωστρατηγικό ρόλο κάθε περιοχής και, κατ' επέκταση, με τα συμφέροντα που διακυβεύονται. Η Γεωργία, ιδίως μετά την «Επανάσταση των Ρόδων» που έφερε στην εξουσία τον φιλο-αμερικανό Μιχαήλ Σαακασβίλι, αποτελεί βασικό δυτικό/αμερικανικό ανάχωμα στον Καύκασο απέναντι στη Ρωσία και αναγκαίο κομμάτι ενεργειακής παράκαμψης της Ρωσίας, όπως με τον αγωγό Μπακού - Τιφλίδας - Τζεϊχάν. Η Δύση και κυρίως οι ΗΠΑ έχουν σημαντικά συμφέροντα επενδεδυμένα στη Γεωργία. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουν τη διάθεση να συγκρουστούν με την Τιφλίδα για τη Νότια Οσετία, σε αντίθεση με τη Σερβία που έχει πολύ λιγότερο σημαντικό γεωστρατηγικό ρόλο, άρα αποτελεί και έναν πολύ πιο «μαλακό» στόχο.

Από την άλλη πλευρά, παρά τις δηλώσεις και τις συμβολικές κινήσεις, η Ρωσία δεν έδειξε ποτέ να βιάζεται για την ανεξαρτησία της Νότιας Οσετίας ή της Αμπχαζίας, προτιμώντας να διατηρεί τη σημερινή ερμαφρόδιτη κατάσταση των δύο αυτών περιοχών σαν ένα άσο στο μανίκι της για την ανάσχεση των αμερικανικών σχεδίων στο καυκασιανό υπογάστριό της.

Την κατάσταση ήρθε να εκβιάσει ο Μιχαήλ Σαακασβίλι με την «ολυμπιακή» στρατιωτική επέμβαση, που κάθε άλλο παρά βέβαιον είναι ότι είχε την έγκριση των Αμερικανών πατρώνων του, αν υποτεθεί ότι η Ουάσιγκτον του Μπους διατηρεί την όποια επαφή με τη λογική δείχνει να ανακτά εσχάτως. Μέσα σε λίγες ώρες κατάφερε να προσθέσει νέες ομοιότητες με το Κοσσυφοπέδιο και να οδηγήσει σε συγκρίσεις του ιδίου με τον Μιλόσεβιτς με ολίγη από Σαντάμ Χουσεΐν (κάθε άλλο παρά καλές δημόσιες σχέσεις για τους υποστηρικτές του). Προχωρώντας ακόμα περισσότερο από τον Σέρβο πρώην ηγέτη, εισέβαλε στρατιωτικά σε μια περιοχή όπου ήδη στάθμευε διεθνώς αναγνωρισμένη ειρηνευτική δύναμη (ρωσική) που σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να μείνει απαθής, όπως είχαν μείνει οι Ολλανδοί στη Σρεμπρένιτσα. Με σχεδόν τον μισό πληθυσμό της Νότιας Οσετίας να αναζητούν καταφύγιο ως πρόσφυγες στη ρωσική Βόρεια Οσετία και πάνω από το 2% των κατοίκων νεκρών μέσα σε λίγες ώρες, επιτρέπει στη Ρωσία να μιλά με άνεση για «εθνικές εκκαθαρίσεις», κάνοντας τις δικές του παρόμοιες δηλώσεις να ακούγονται ελάχιστα πειστικές.

Είναι αλήθεια ότι η πρωτοβουλία του ξεβόλεψε λίγο τη Ρωσία, αναγκάζοντάς τη να αντιδράσει ασυνήθιστα γρήγορα, για μια χώρα της οποίας η εξωτερική πολιτική σιχαίνεται τις εκπλήξεις. Ξεβόλεψε -μέσω της ρωσικής αντίδρασης- και όσους θεωρούν ότι οι ανθρωπιστικές επεμβάσεις δεν (πρέπει να) γίνονται με βόμβες. Ταυτοχρόνως, όμως, έδωσε ο ίδιος τη δυνατότητα στη Ρωσία να μετριάσει τις αρνητικές για την ίδια επιπτώσεις, παρέχοντας «πάτημα» στους ρωσικούς ισχυρισμούς περί ενίσχυσης της νόμιμης στρατιωτικής της παρουσίας στη Ν. Οσετία, ενώ η περιορισμένη σε έκταση ρωσική στρατιωτική δράση στο Γκόρι μπορεί να δικαιολογηθεί ως αναγκαία στρατιωτική ενέργεια απομόνωσης του πεδίου της μάχης πολύ πιο εύκολα απ' ό,τι οι ΝΑΤΟϊκοί βομβαρδισμοί στο Βελιγράδι και στις πολιτικές υποδομές της Σερβίας.

Δεν είναι γνωστό το σκεπτικό που οδήγησε τον Σαακασβίλι στη στρατιωτική επέμβαση. Θα ήταν εντυπωσιακό αν δεν είχε συνυπολογιστεί ο εξαναγκασμός της Ρωσίας σε αντίδραση, δεδομένης και της ανάγκης διατήρησης της εικόνας της ως υπερδύναμης, τόσο διεθνώς όσο και περιφερειακά, που αποτρέπει και την εκδήλωση αποσχιστικών φαινομένων στο εσωτερικό της. Εξίσου εντυπωσιακό θα ήταν αν δεν είχε εκτιμηθεί η αδυναμία ουσιαστικής πρακτικής επέμβασης στο πεδίο από τους ξένους υποστηρικτές του.

Ηταν και είναι δεδομένο ότι η διεθνής κοινότητα και ειδικά η δυτική δεν μπορούσε και δεν μπορεί να κάνει τίποτα περισσότερο από αυτό που ήδη επιδιώκει: την επιστροφή στο «στάτους κβο άντε», στην κατάσταση πριν την εκδήλωση της γεωργιανής στρατιωτικής επέμβασης. Και αυτό κατά πάσαν πιθανότητα θα συμβεί· όμως θα αφορά μόνο τη στρατιωτική παρουσία στη Νότια Οσετία. Διότι στο εξής οι προσπάθειες αποσύνδεσης της κατάστασης στη Νότια Οσετία από αυτήν στο Κοσσυφοπέδιο θα είναι πολύ πιο δύσκολες, η Γεωργία θα εξαρτάται πολύ περισσότερο από την καλή προαίρεση της Ρωσίας και οι πάτρωνες του Σαακασβίλι δεν θα είναι και πολύ ικανοποιημένοι από τη φωτιά που άναψε. Ενδεχομένως ούτε και οι πολίτες της Γεωργίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: