Τα πυροτεχνήματα που θα φωτίσουν σε 10 μέρες τον ουρανό του Πεκίνου, κλείνοντας την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων, θα μπορούσαν να συμβολίζουν την εκρηκτικότητα ενός άλματος που αποφάσισε να τολμήσει η Κίνα πριν από μερικά χρόνια, χωρίς να είναι βέβαιη πού θα προσγειωθεί. Η κατάληξή του, με τη λήξη των Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου, θα γίνει σε μια χώρα διαφορετική απ' αυτή που το ξεκίνησε και η διαφορά δεν θα περιορίζεται, όπως σε άλλες χώρες που στο παρελθόν ανέλαβαν την οργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων, στη μεταμόρφωση των υποδομών.
Κατά μία έννοια, η Κίνα πηγαίνει προς τους Ολυμπιακούς Αγώνες με τις ίδιες επιφυλάξεις και τις ίδιες ανασφάλειες που έχει μια ντροπαλή έφηβη στην πρώτη της έξοδο με αγόρια. Η χώρα που κατά τον 15ο αιώνα έκαψε τον τεράστιο στόλο της που είχε φτάσει ώς την Αφρική, η χώρα με τα πεντακάταρτα πλοία που το 1551 έριχνε στη φυλακή όποιον έβγαινε στη θάλασσα με κάτι μεγαλύτερο από βαρκούλα, αυτή που το 1644 έκαψε τις νότιες παράκτιες περιοχές σε μήκος 1.000 χιλιομέτρων για να μην ξανακατασκευαστούν πλοία, εξακολουθεί να αισθάνεται άβολα με το άνοιγμά της προς τον έξω κόσμο.
Οι ιστορικές αλλαγές του Ντενγκ Χσιάο Πινγκ, η διαμόρφωση της έννοιας της «σοσιαλιστικής οικονομίας της αγοράς», η εκτίμηση ότι «όσο μια γάτα πιάνει ποντίκια είναι μια καλή γάτα», ολόκληρη η σεισμική μετατόπιση που έφερε τη χώρα των 1,4 δισεκατομμυρίων κατοίκων στη θέση να φλερτάρει με την πρώτη θέση στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία, ήταν ίσως πιο εύκολο να γίνουν αποδεκτές από τον συλλογικό κινεζικό ψυχισμό απ' ό,τι το άνοιγμα προς τα έξω με την είσοδο στη διεθνή κοινωνία των ενηλίκων.
Ο ίδιος ο Ντενγκ εξέφρασε αυτή την επιφυλακτικότητα το 1989 όταν περιέγραψε τις αρχές της εξωτερικής πολιτικής της χώρας του: «Παρατηρήστε τις εξελίξεις με ηρεμία, διατηρήστε τη θέση μας, αντιμετωπίστε ήρεμα τις προκλήσεις, κρύψτε τις δυνατότητές μας και περιμένετε, παραμείνετε ελεύθεροι φιλοδοξιών, μη διεκδικήσετε ποτέ την ηγεσία», είπε. Το 1993, ο πρόεδρος Τζιάνγκ Ζεμίν τόνιζε: «Αποφύγετε την αντιπαράθεση».
Σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική, η προσπάθεια να περάσει η χώρα σχεδόν απαρατήρητη, η παθητική αυτή προσέγγιση, δεν ήταν κάτι το καινούργιο. Χαρακτηριστική είναι η κινεζική στάση στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ όπου ως μόνιμο μέλος ανέκαθεν απέφευγε και εξακολουθεί να «αποφεύγει την αντιπαράθεση». Εχει ασκήσει πολύ λίγες φορές το δικαίωμα του βέτο, περιοριζόμενη συνήθως στην αποχή, εκτός αν θίγονται πολύ σημαντικά γι' αυτή θέματα, όπως αυτό της Ταϊβάν.
Η στάση αυτή δεν στηρίζεται μόνο στην «πονηριά του ανατολίτη», αυτού που αποφεύγει να προκαλέσει για να αποκοιμίσει τα αμυντικά αντανακλαστικά των ισχυρών μέχρι να είναι σε θέση να τους αντιμετωπίσει αποτελεσματικά με τους δικούς του όρους. Δεν στηρίζεται αποκλειστικά ούτε στην τραυματική ιστορική εμπειρία της Κίνας κατά τον «αιώνα της ταπείνωσης από το 1842 ώς το 1949, όταν ξένες μεγάλες δυνάμεις καθόριζαν, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, τις εσωτερικές εξελίξεις στην Κίνα.
Πηγάζει κυρίως από τον ίδιο ρεαλισμό που καθοδήγησε τις μεταρρυθμίσεις του Ντενγκ, από τη ρεαλιστική αντίληψη ότι η Κίνα δεν έχει ολοκληρώσει μια βασική προϋπόθεση για την είσοδό της με αξιώσεις στο διεθνές γεωπολιτικό παιχνίδι: την ακριβή χαρτογράφηση του παγκόσμιου περιβάλλοντος και των σχέσεων που το καθορίζουν. Είναι όμως μια δυναμική πορεία που συνεχώς εξελίσσεται, φέρνοντας μαζί της την αυξανόμενη αυτοπεποίθηση που μαρτυρεί η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η Κίνα έβλεπε στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου την «αρχική φάση μιας πορείας προς την πολυ-πολικότητα», όπως έλεγε ο τότε υπουργός Εξωτερικών, Κιάν Κισέν, αναγνωρίζοντας εμμέσως ότι το τότε περιβάλλον είχε μόνον έναν πόλο, τις ΗΠΑ, αλλά εκτιμώντας και ότι αυτό δεν επρόκειτο να διαρκέσει. Ομως αυτό που δεν κράτησε πολύ ήταν η ίδια η εκτίμηση αυτή. Οι εξελίξεις της τελευταίας δεκαετίας του 20ού αιώνα οδήγησαν σε απογοήτευση σχετικά με την ικανότητα διεθνών παικτών, όπως η Ευρώπη, να περιορίσουν την αμερικανική κυριαρχία. Η κινεζική ηγεσία άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι τα περι πολυ-πολικότητας ήταν «εκτός επαφής με την πραγματικότητα», όπως επισήμανε το 2001 ο Κινέζος πολιτικός επιστήμονας Γιονγκ Ντενγκ.
Ομως αυτό δεν οδήγησε σε πλήρη εγκατάλειψη της ιδέας, αλλά στην προσαρμογή της. Η κινεζική ηγεσία σταμάτησε να βλέπει την ανάδυση της πολυ-πολικότητας ως αποτέλεσμα ισορροπιών ισχύος και άρχισε να προσανατολίζεται σε έναν κόσμο διασυνδεδεμένων συμφερόντων και κοινών επιδιώξεων στον οποίο η διάχυση θα περιορίζει την κυριαρχία μεμονωμένων ηγεμονικών πόλων.
Η προσέγγιση αυτή συνδυάστηκε με την αλλαγή της αρχικής κινεζικής αντίληψης ότι η «παγκοσμιοποίηση» λειτουργεί σε όφελος της διατήρησης ενός πόλου εξουσίας, του αμερικανικού. Αντιθέτως, η νέα κινεζική ανάλυση βλέπει πλέον την παγκοσμιοποίηση ως στοιχείο ανάσχεσης της αμερικανικής ισχύος σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον όπου «όλοι είναι κερδισμένοι». Θεωρεί έτσι ότι η πολυ-πολικότητα και η παγκοσμιοποίηση είναι δύο παράλληλες διαδικασίες που όμως συχνά τέμνονται για να οδηγήσουν σε μια πιο δημοκρατική παγκόσμια τάξη.
Για μια πλούσια σε συμβολισμούς κινεζική κουλτούρα, οι τεμνόμενοι ολυμπιακοί κύκλοι δύσκολα μπορούσαν να αγνοηθούν ως σύμβολο των όρων με τους οποίους η Κίνα βλέπει, στη φάση αυτή, το παγκόσμιο τοπίο. Και η διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων στο Πεκίνο εκφράζει την ενισχυόμενη κινεζική πεποίθηση ότι οι όροι αυτοί είναι ρεαλιστικοί.
Κατά μία έννοια, η Κίνα πηγαίνει προς τους Ολυμπιακούς Αγώνες με τις ίδιες επιφυλάξεις και τις ίδιες ανασφάλειες που έχει μια ντροπαλή έφηβη στην πρώτη της έξοδο με αγόρια. Η χώρα που κατά τον 15ο αιώνα έκαψε τον τεράστιο στόλο της που είχε φτάσει ώς την Αφρική, η χώρα με τα πεντακάταρτα πλοία που το 1551 έριχνε στη φυλακή όποιον έβγαινε στη θάλασσα με κάτι μεγαλύτερο από βαρκούλα, αυτή που το 1644 έκαψε τις νότιες παράκτιες περιοχές σε μήκος 1.000 χιλιομέτρων για να μην ξανακατασκευαστούν πλοία, εξακολουθεί να αισθάνεται άβολα με το άνοιγμά της προς τον έξω κόσμο.
Οι ιστορικές αλλαγές του Ντενγκ Χσιάο Πινγκ, η διαμόρφωση της έννοιας της «σοσιαλιστικής οικονομίας της αγοράς», η εκτίμηση ότι «όσο μια γάτα πιάνει ποντίκια είναι μια καλή γάτα», ολόκληρη η σεισμική μετατόπιση που έφερε τη χώρα των 1,4 δισεκατομμυρίων κατοίκων στη θέση να φλερτάρει με την πρώτη θέση στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία, ήταν ίσως πιο εύκολο να γίνουν αποδεκτές από τον συλλογικό κινεζικό ψυχισμό απ' ό,τι το άνοιγμα προς τα έξω με την είσοδο στη διεθνή κοινωνία των ενηλίκων.
Ο ίδιος ο Ντενγκ εξέφρασε αυτή την επιφυλακτικότητα το 1989 όταν περιέγραψε τις αρχές της εξωτερικής πολιτικής της χώρας του: «Παρατηρήστε τις εξελίξεις με ηρεμία, διατηρήστε τη θέση μας, αντιμετωπίστε ήρεμα τις προκλήσεις, κρύψτε τις δυνατότητές μας και περιμένετε, παραμείνετε ελεύθεροι φιλοδοξιών, μη διεκδικήσετε ποτέ την ηγεσία», είπε. Το 1993, ο πρόεδρος Τζιάνγκ Ζεμίν τόνιζε: «Αποφύγετε την αντιπαράθεση».
Σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική, η προσπάθεια να περάσει η χώρα σχεδόν απαρατήρητη, η παθητική αυτή προσέγγιση, δεν ήταν κάτι το καινούργιο. Χαρακτηριστική είναι η κινεζική στάση στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ όπου ως μόνιμο μέλος ανέκαθεν απέφευγε και εξακολουθεί να «αποφεύγει την αντιπαράθεση». Εχει ασκήσει πολύ λίγες φορές το δικαίωμα του βέτο, περιοριζόμενη συνήθως στην αποχή, εκτός αν θίγονται πολύ σημαντικά γι' αυτή θέματα, όπως αυτό της Ταϊβάν.
Η στάση αυτή δεν στηρίζεται μόνο στην «πονηριά του ανατολίτη», αυτού που αποφεύγει να προκαλέσει για να αποκοιμίσει τα αμυντικά αντανακλαστικά των ισχυρών μέχρι να είναι σε θέση να τους αντιμετωπίσει αποτελεσματικά με τους δικούς του όρους. Δεν στηρίζεται αποκλειστικά ούτε στην τραυματική ιστορική εμπειρία της Κίνας κατά τον «αιώνα της ταπείνωσης από το 1842 ώς το 1949, όταν ξένες μεγάλες δυνάμεις καθόριζαν, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, τις εσωτερικές εξελίξεις στην Κίνα.
Πηγάζει κυρίως από τον ίδιο ρεαλισμό που καθοδήγησε τις μεταρρυθμίσεις του Ντενγκ, από τη ρεαλιστική αντίληψη ότι η Κίνα δεν έχει ολοκληρώσει μια βασική προϋπόθεση για την είσοδό της με αξιώσεις στο διεθνές γεωπολιτικό παιχνίδι: την ακριβή χαρτογράφηση του παγκόσμιου περιβάλλοντος και των σχέσεων που το καθορίζουν. Είναι όμως μια δυναμική πορεία που συνεχώς εξελίσσεται, φέρνοντας μαζί της την αυξανόμενη αυτοπεποίθηση που μαρτυρεί η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η Κίνα έβλεπε στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου την «αρχική φάση μιας πορείας προς την πολυ-πολικότητα», όπως έλεγε ο τότε υπουργός Εξωτερικών, Κιάν Κισέν, αναγνωρίζοντας εμμέσως ότι το τότε περιβάλλον είχε μόνον έναν πόλο, τις ΗΠΑ, αλλά εκτιμώντας και ότι αυτό δεν επρόκειτο να διαρκέσει. Ομως αυτό που δεν κράτησε πολύ ήταν η ίδια η εκτίμηση αυτή. Οι εξελίξεις της τελευταίας δεκαετίας του 20ού αιώνα οδήγησαν σε απογοήτευση σχετικά με την ικανότητα διεθνών παικτών, όπως η Ευρώπη, να περιορίσουν την αμερικανική κυριαρχία. Η κινεζική ηγεσία άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι τα περι πολυ-πολικότητας ήταν «εκτός επαφής με την πραγματικότητα», όπως επισήμανε το 2001 ο Κινέζος πολιτικός επιστήμονας Γιονγκ Ντενγκ.
Ομως αυτό δεν οδήγησε σε πλήρη εγκατάλειψη της ιδέας, αλλά στην προσαρμογή της. Η κινεζική ηγεσία σταμάτησε να βλέπει την ανάδυση της πολυ-πολικότητας ως αποτέλεσμα ισορροπιών ισχύος και άρχισε να προσανατολίζεται σε έναν κόσμο διασυνδεδεμένων συμφερόντων και κοινών επιδιώξεων στον οποίο η διάχυση θα περιορίζει την κυριαρχία μεμονωμένων ηγεμονικών πόλων.
Η προσέγγιση αυτή συνδυάστηκε με την αλλαγή της αρχικής κινεζικής αντίληψης ότι η «παγκοσμιοποίηση» λειτουργεί σε όφελος της διατήρησης ενός πόλου εξουσίας, του αμερικανικού. Αντιθέτως, η νέα κινεζική ανάλυση βλέπει πλέον την παγκοσμιοποίηση ως στοιχείο ανάσχεσης της αμερικανικής ισχύος σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον όπου «όλοι είναι κερδισμένοι». Θεωρεί έτσι ότι η πολυ-πολικότητα και η παγκοσμιοποίηση είναι δύο παράλληλες διαδικασίες που όμως συχνά τέμνονται για να οδηγήσουν σε μια πιο δημοκρατική παγκόσμια τάξη.
Για μια πλούσια σε συμβολισμούς κινεζική κουλτούρα, οι τεμνόμενοι ολυμπιακοί κύκλοι δύσκολα μπορούσαν να αγνοηθούν ως σύμβολο των όρων με τους οποίους η Κίνα βλέπει, στη φάση αυτή, το παγκόσμιο τοπίο. Και η διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων στο Πεκίνο εκφράζει την ενισχυόμενη κινεζική πεποίθηση ότι οι όροι αυτοί είναι ρεαλιστικοί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου