Τέτοιες μέρες, πριν από δέκα χρόνια, ολόκληρος ο κόσμος περίμενε με αγωνία την πρώτη Πρωτοχρονιά του 21ου αιώνα, την αρχή της τρίτης χιλιετίας για τους χριστιανούς και την κατάρρευση των υπολογιστών σε όλο τον κόσμο, με τον «ιό της χιλιετίας», τον γνωστό και με το χαϊδευτικό Υ2Κ, εν μέσω απίστευτης τερατολογίας και θεωριών συνωμοσίας.
Θα έλεγε κανείς πως ελάχιστα άλλαξαν, διότι, λίγο πριν από το κλείσιμο της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, ασχολούμαστε με έναν άλλο ιό, τον γνωστό και με το χαϊδευτικό Η1Ν1, εν μέσω νέας απίστευτης τερατολογίας και θεωριών συνωμοσίας.
Η εντύπωση, όμως, είναι απατηλή. Κατά την εναρκτήρια δεκαετία του αιώνα, σχεδόν το μόνο που παρέμεινε σταθερό είναι η ανθρώπινη φύση (άρα και η εμμονή στις θεωρίες συνωμοσίας). Ξεκίνησε με έναν νωθρό εφησυχασμό και με την ελπίδα, που, για κάποιο λόγο, συνοδεύει πάντα τις «στρογγυλές» ημερομηνίες, για να καταλήξει σε έναν απολογισμό κρίσεων. Κρίση περιβάλλοντος. Κρίση κλίματος. Κρίση οικονομική. Κρίση χρηματοπιστωτική. Κρίση τρομοκρατίας. Κρίση πολεμική. Κρίση διαφθοράς. Κρίση διακυβέρνησης. Κρίση κοινωνική. Κρίση ιδεολογική.
Επιτέλους, όλα πάνε καλά...
Οι εσχατολογικές προσδοκίες συνοδεύουν κάθε «στρογγυλή» ημερομηνία, όσο αυθαίρετη και αν είναι η ημερομηνία αναφοράς. Από κτίσεως Ρώμης, από τη γέννηση του Χριστού, από την 6η μέρα της δημιουργίας ή από την Εγίρα, η μεταφυσική σημασία των αιώνων και των χιλιετιών αγγίζει, στο μυαλό ακόμα και των λιγότερο επιρρεπών, μέχρι και τα κυκλώματα των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Ομως, ο κόσμος δεν τελείωσε στο 2000 των χριστιανών, που, ελέω πολιτισμικού ιμπεριαλισμού, αποτελεί σημείο αναφοράς και για όλους τους υπόλοιπους.
Θα φλέρταρε ίσως κανείς με τη μεταφυσική, αν αναζητούσε, στη δεκαετία που κλείνει σε τρεις μέρες, την επιβεβαίωση μιας άλλης επένδυσης συναισθημάτων στις «στρογγυλλές» ημερομηνίες, αυτή τη φορά με την έννοια του ξεκινήματος. Ομως, το διάστημα 2000 ώς 2009, που κλείνει, δύσκολα σε αφήνει «να αγιάσεις».
Από το 2000 και μετά εκδηλώθηκαν, έγιναν αντιληπτές ή συνειδητοποιήθηκαν αλλαγές, που έχουν συντελεστεί, δρομολογηθεί ή αναζητούν προς το παρόν κατεύθυνση. Οι αλλεπάλληλες κρίσεις μαρτυρούν τους σπασμούς μιας εποχής, που αναζητά τον διάδοχό της και το ταρακούνημα, που διακόπτει και αναστρέφει την εντροπία, δηλαδή την πορεία από μια κατάσταση πλήρους αναταραχής στην πλήρη ηρεμία (του τάφου).
Ακόμα και χωρίς τη μεσολάβηση πρακτόρων της Ιστορίας, όπως οι αρπακτικοί τραπεζίτες και χρηματιστές ή οι φανατικοί κυνικοί ιδεολόγοι της παρέας Τζορτζ Μπους και Οσάμα Μπιν Λάντεν, η οσμή της αλλαγής θα γινόταν, αργά ή γρήγορα, αντιληπτή, ακόμα και από τους χρόνια συναχωμένους. Αυτό που ακόμα αργεί να γίνει αντιληπτό είναι το βάθος και η έκταση της αλλαγής που πρέπει να ξεκινήσει από την πλήρη αναγνώριση της ίδιας της ταυτότητας της κρίσης (του συνόλου των επί μέρους κρίσεων).
Εδώ και καιρό, ο φυσικός ανθρώπινος συντηρητισμός, η ανάγκη δικαίωσης ελπίδων και απόδοσης συναισθηματικών επενδύσεων εμποδίζει την πλήρη αντίληψη. Στο τέλος του 20ού αιώνα και τις αρχές του 21ου, κάποιοι είδαν το τέλος του σοσιαλισμού, το τέλος της Ιστορίας, το τέλος του καπιταλισμού, το τέλος της παγκοσμιοποίησης κ.λπ., ανάλογα με τις προσωπικές επενδύσεις τους, με τον ίδιο τρόπο που επιμένουν να αναλύουν τον αναδυόμενο κόσμο με τα εργαλεία και τη ρητορική του παρελθόντος, ενισχύοντας την απορία και την αμηχανία.
Οπως επισημαίνει ο Stanley Feldman, γράφοντας περί Αξιών, Ιδεολογίας και της Δομής των Πολιτικών Απόψεων στο Εγχειρίδιο Πολιτικής Ψυχολογίας της Οξφόρδης (Oxford Hanbook of Political Psychology, Oxford University Press), «αν και πολιτικοί, φιλόσοφοι και πολιτικοί επιστήμονες συχνά συζητούν για την πολιτική σαν να ήταν οργανωμένη σε μια και μοναδική διάσταση Δεξιάς - Αριστεράς, πάνω από 50 χρόνια έρευνας της κοινής γνώμης έχει δείξει ότι ένα μονοδιάστατο πρότυπο ιδεολογίας αποτελεί κακή περιγραφή των πολιτικών απόψεων για τη συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων οπουδήποτε».
Αν η πραγματικότητα αυτή δεν κατάφερε να διαπεράσει επί τόσα χρόνια το βόλεμα σε ένα απλουστευτικό πρότυπο, που στηρίχτηκε στη γαλλική εθνοσυνέλευση του 1791, οι αλλαγές στην ίδια την αντίληψη της ατομικής και συλλογικής ταυτότητας, που σημειώθηκαν παγκοσμίως μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, φαίνεται να μην έχουν καμιά ελπίδα έκφρασης προς το παρόν, όπως μαρτυρεί και η αμήχανη χρήση προθεμάτων τύπου «νέο» ή «μετά» μπροστά από τους διάφορους -ισμούς.
Η γαλλική επανάσταση διαμόρφωσε επί δύο αιώνες, όχι μόνο την ευρωπαϊκή, αλλά και τη διεθνή πολιτική σκηνή. Διαμόρφωσε το ατομικό και το συλλογικό φαντασιακό και την αίσθηση ατομικής και συλλογικής ταυτότητας, σε σχέση με την έννοια του εθνικού κράτους. Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όμως, μια σειρά εξελίξεων μεταμόρφωσε τόσο έντονα το περιβάλλον, ώστε η εμμονή σε εργαλεία και πρότυπα που προέρχονται από την Ευρώπη και αναφέρονται στις ευρωπαϊκές εξελίξεις των τελευταίων δύο αιώνων της δεύτερης χιλιετίας, αφήνει όλο και περισσότερο μια αίσθηση ανεπάρκειας και παρακμής.
Με τις προς την αντίθετη κατεύθυνση εκδηλώσεις θυμικού να έχουν όλο και περισσότερο τον χαρακτήρα απεγνωσμένης αμυντικής συναισθηματικής έκρηξης μπροστά στο αχαρτογράφητο, και τον προβληματισμό περί «παγκοσμιοποίησης» να αναζητά βάλσαμο, εστιάζοντας παραπλανητικά στην οικονομία, το άτομο προσδιορίζεται όλο και λιγότερο από εθνικά στοιχεία και εκφράζει τη συλλογικότητά του όλο και περισσότερο σε υπερ-εθνικές ή μετα-εθνικές ομάδες.
Με όλες τις επιμέρους κρίσεις του τοκετού, διαμορφώνεται έτσι μια παγκόσμια πραγματικότητα, που δεν μπορεί να περιγραφεί με μοντέλα παγωμένα στον τόπο (Ευρώπη) και τον χρόνο (ευρωπαϊκό/χριστιανικό). Κατά πάσα πιθανότητα, διαμορφώνεται μια πραγματικότητα πολύ πιο σύνθετη, η περιγραφή της οποίας είναι, ακόμα, αδύνατη.
Με αυτή την έννοια, πέρα από τα πεπερασμένα της ατομικής μας καθημερινότητας, ο υπόλοιπος αιώνας, η υπόλοιπη χιλιετία, υπόσχονται πολλά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου