Η φράση «παραλάβαμε χάος» δύσκολα ακούγεται από τα χείλη μη τριτοκοσμικών πολιτικών. Ομως, αν κάποιος δικαιούται να τη χρησιμοποιήσει, αυτός είναι ο νικητής των προεδρικών εκλογών της επόμενης εβδομάδας στις ΗΠΑ, όποιος και αν είναι. Το αν θα το κάνει είναι μια άλλη ιστορία, όπως και το κατά πόσο θα θελήσει ή θα μπορέσει να το εκμεταλλευτεί δημιουργικά.
Σε μια διαδικασία που περιγράφει γλαφυρότατα η Ναόμι Κλάιν στο βιβλίο της «Το Δόγμα του Σοκ» μιλώντας για την «άνοδο του καπιταλισμού των καταστροφών», το σοκ που προκάλεσε στην αμερικανική κοινωνία η επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου επέτρεψε την ανεμπόδιστη επέλαση και την ολοκληρωτική κατάληψη των ΗΠΑ από τα «παιδιά από το Σικάγο», τους επιγόνους τους και τις παραφυάδες τους, με τον ίδιο τρόπο που στο παρελθόν είχαν καταφέρει να εισβάλουν καταστροφικά στις κοινωνίες της Λατινικής Αμερικής και ειδικά στη Χιλή του Πινοσέτ. Αν και ουδέποτε απούσα από τη διαμόρφωση της αμερικανικής πολιτικής και οικονομικής σκηνής κατά τις τελευταίες δεκαετίες, η ομάδα, που είχε ως «γκουρού» τον καθηγητή του Πανεπιστημίου του Σικάγου, Μίλτον Φρίντμαν, δεν θα μπορούσε ποτέ να εφαρμόσει πλήρως τις ιδέες της για την πλήρη ελευθερία της αγοράς, δεν θα μπορούσε να πετύχει ακόμα και την ιδιωτικοποίηση του πολέμου και της εσωτερικής ασφάλειας των ΗΠΑ, αν δεν είχε βρει γόνιμο έδαφος στο «σάστισμα» μιας κοινωνίας ύστερα από ένα καταστροφικό γεγονός που, καλώς ή κακώς, ανέτρεπε ένα ολόκληρο περιβάλλον βεβαιοτήτων και πεποιθήσεων. Δεν θα μπορούσε να προχωρήσει στην ιδιωτικοποίηση του σχολικού συστήματος στη Νέα Ορλεάνη, την κατάργηση τού, έστω και ασθενούς, συστήματος κοινωνικής πρόνοιας και στέγασης αν δεν είχε την «ευκαιρία» που της έδωσε μια άλλη καταστροφή και το σοκ που προκάλεσε, αυτή του τυφώνα «Κατρίνα». Ο ίδιος ο Μίλτον Φρίντμαν, 93 ετών τότε, περιέγραψε συνοπτικά τη λογική του σοκ, επισημαίνοντας ότι έπειτα από μια καταστροφή η κυβέρνηση έχει ένα περιθώριο «έξι ώς εννέα μηνών μέσα στους οποίους πρέπει να επιτύχει μεγάλες αλλαγές. Αν δεν αρπάξει την ευκαιρία να ενεργήσει αποφασιστικά μέσα στην περίοδο αυτή, δεν θα έχει άλλη τέτοια ευκαιρία».
Ο Φρίντμαν πέθανε ένα χρόνο αργότερα, στις 16 Νοεμβρίου 2006. Εχασε έτσι την ευκαιρία να δοκιμάσει τη λογική του από την αντίστροφη πλευρά, αυτή εκείνου που την υφίσταται. Πολλά από τα παιδιά του «από το Σικάγο», με όποιο όνομα και αν προτιμούν να αυτοπεριγράφονται πέραν του «νεο-φιλελεύθεροι» με το οποίο τους τσουβαλιάζουν οι άλλοι, έχουν σήμερα αυτή την ευκαιρία. Μόλις πριν από τρεις μέρες, ο επί δεκαετίες «τσάρος» της αμερικανικής οικονομίας, Αλαν Γκρίνσπαν, μίλησε σε επιτροπή του Κογκρέσου για προσωπικό «σοκ», απαντώντας καταφατικά σε ερώτηση γερουσιαστή σχετικά με την κατάρρευση της ιδεολογίας του εν μέσω της συνεχιζόμενης χρηματοπιστωτικής και ευρύτερης οικονομικής κρίσης.
Ο Αλαν Γκρίνσπαν έχει τη δυνατότητα να εκλογικεύσει τον συγκλονισμό από την κατάρρευση ενός συναισθηματικού οικοδομήματος, μιας ιδεολογίας, και να επικεντρωθεί σε μια τεχνική ανάλυση του πώς και γιατί. Η ευρύτερη αμερικανική κοινωνία, όμως, είναι αναγκασμένη να φτάσει στο σημείο αυτό μόνον αφού περάσει από την ψυχοπροστατευτική διαδικασία της άρνησης, της οργής και της τελικής αποδοχής. Η διαδικασία γίνεται πιο οδυνηρή και εκρηκτική, καθώς εμπλέκεται στη διαδικασία διαρκούς ανατροφοδότησης της συλλογικής αίσθησης ταυτότητας της αμερικανικής κοινωνίας.
Το αμερικανικό δεν είναι σε καμία περίπτωση το μοναδικό έθνος που ζει μέσα σε μια φούσκα φαντασιώσεων, ψευδαισθήσεων και παραισθήσεων για «περιούσιους λαούς», «ομφαλούς της Γης», «ιστορικά πεπρωμένα» και «ηθικές υπεροχές». Ομως σειρά γεωγραφικών, γεωφυσικών, δημογραφικών και ιστορικών παραγόντων, σε συνδυασμό με κάποιους, ομολογουμένως επιτυχείς, χειρισμούς κατάφεραν να προστατεύσουν τη δική του φούσκα από την επαφή με τις αιχμηρές γωνίες της πραγματικότητας περισσότερο απ' ό,τι άλλες, επιτρέποντάς της να γιγαντωθεί επικίνδυνα. Ετσι το μοιραίο (ας συγχωρεθεί, ποιητική αδεία, η ντετερμινιστική φραστική εκτροπή) σκάσιμο μπορεί να έχει κατακλυσμιαία αποτελέσματα. Το επιβεβαιώνουν ήδη αυτοί που μελετούν και μετρούν τέτοια πράγματα, διαπιστώνοντας και τεκμηριώνοντας επιστημονικά ότι η χρηματοπιστωτική και η επακόλουθη οικονομική κρίση προκάλεσαν πολύ μεγαλύτερο και βαθύτερο συγκλονισμό στην αμερικανική κοινωνία απ' ό,τι ακόμα και η επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου.
Σε αυτό το «σοκ και δέος», οι πρώτοι που λογικά θα πρέπει να αναγνωρίσουν «ευκαιρίες» είναι τα «παιδιά από το Σικάγο» ή η νεο-φιλελεύθερη εκδοχή τους. Εξίσου λογικά θα πρέπει να αντιληφθούν ότι αυτή τη φορά οι «ευκαιρίες» δεν αφορούν τους ίδιους που μόλις εντοπίστηκαν να κρατούν στο χέρι την καρφίτσα η οποία έσκασε τη φούσκα που οι ίδιοι δημιούργησαν. Δεν μπορεί να διαφύγει την προσοχή τους ότι την ερχόμενη εβδομάδα, τα μέλη της αμερικανικής κοινωνίας θα εκλέξουν έναν νέο πρόεδρο και σίγουρα θα συμφωνήσουν ότι το «σοκ» των ημερών θα αποτελέσει έναν παράγοντα.
Απλώς και μόνο για να αποφευχθεί άλλο ένα ντετερμινιστικό ολίσθημα, μπορεί κανείς να υποθέσει ότι ακόμα και αν νικήσει το δίδυμο ΜακΚέιν - Σάρα (Θεός φυλάξοι) Πέιλιν, η «ευκαιρία» και η αναγκαιότητα θα οδηγήσουν σε δημιουργικές αλλαγές. Εξασφαλίζοντας με την υπόθεση αυτή ένα σαθρό άλλοθι, μπορεί κανείς να κοιτάξει πιο σοβαρά το άλλο ενδεχόμενο και να αναρωτηθεί αν ένας πολιτικός από το Σικάγο, που σπούδασε και δίδαξε στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου αλλά δεν αγγίχθηκε ιδιαίτερα από τον Μίλτον Φρίντμαν και τα «παιδιά του Σικάγου» μπορεί να εκπλήξει. Η «ευκαιρία» υπάρχει, η δυνατότητα να συσπειρώσει δυνάμεις και συνεργάτες υπάρχει. Για το κατά πόσον ο Μπαράκ Ομπάμα θα τα χρησιμοποιήσει και σε ποιο βαθμό... θα δείξει.
Σε μια διαδικασία που περιγράφει γλαφυρότατα η Ναόμι Κλάιν στο βιβλίο της «Το Δόγμα του Σοκ» μιλώντας για την «άνοδο του καπιταλισμού των καταστροφών», το σοκ που προκάλεσε στην αμερικανική κοινωνία η επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου επέτρεψε την ανεμπόδιστη επέλαση και την ολοκληρωτική κατάληψη των ΗΠΑ από τα «παιδιά από το Σικάγο», τους επιγόνους τους και τις παραφυάδες τους, με τον ίδιο τρόπο που στο παρελθόν είχαν καταφέρει να εισβάλουν καταστροφικά στις κοινωνίες της Λατινικής Αμερικής και ειδικά στη Χιλή του Πινοσέτ. Αν και ουδέποτε απούσα από τη διαμόρφωση της αμερικανικής πολιτικής και οικονομικής σκηνής κατά τις τελευταίες δεκαετίες, η ομάδα, που είχε ως «γκουρού» τον καθηγητή του Πανεπιστημίου του Σικάγου, Μίλτον Φρίντμαν, δεν θα μπορούσε ποτέ να εφαρμόσει πλήρως τις ιδέες της για την πλήρη ελευθερία της αγοράς, δεν θα μπορούσε να πετύχει ακόμα και την ιδιωτικοποίηση του πολέμου και της εσωτερικής ασφάλειας των ΗΠΑ, αν δεν είχε βρει γόνιμο έδαφος στο «σάστισμα» μιας κοινωνίας ύστερα από ένα καταστροφικό γεγονός που, καλώς ή κακώς, ανέτρεπε ένα ολόκληρο περιβάλλον βεβαιοτήτων και πεποιθήσεων. Δεν θα μπορούσε να προχωρήσει στην ιδιωτικοποίηση του σχολικού συστήματος στη Νέα Ορλεάνη, την κατάργηση τού, έστω και ασθενούς, συστήματος κοινωνικής πρόνοιας και στέγασης αν δεν είχε την «ευκαιρία» που της έδωσε μια άλλη καταστροφή και το σοκ που προκάλεσε, αυτή του τυφώνα «Κατρίνα». Ο ίδιος ο Μίλτον Φρίντμαν, 93 ετών τότε, περιέγραψε συνοπτικά τη λογική του σοκ, επισημαίνοντας ότι έπειτα από μια καταστροφή η κυβέρνηση έχει ένα περιθώριο «έξι ώς εννέα μηνών μέσα στους οποίους πρέπει να επιτύχει μεγάλες αλλαγές. Αν δεν αρπάξει την ευκαιρία να ενεργήσει αποφασιστικά μέσα στην περίοδο αυτή, δεν θα έχει άλλη τέτοια ευκαιρία».
Ο Φρίντμαν πέθανε ένα χρόνο αργότερα, στις 16 Νοεμβρίου 2006. Εχασε έτσι την ευκαιρία να δοκιμάσει τη λογική του από την αντίστροφη πλευρά, αυτή εκείνου που την υφίσταται. Πολλά από τα παιδιά του «από το Σικάγο», με όποιο όνομα και αν προτιμούν να αυτοπεριγράφονται πέραν του «νεο-φιλελεύθεροι» με το οποίο τους τσουβαλιάζουν οι άλλοι, έχουν σήμερα αυτή την ευκαιρία. Μόλις πριν από τρεις μέρες, ο επί δεκαετίες «τσάρος» της αμερικανικής οικονομίας, Αλαν Γκρίνσπαν, μίλησε σε επιτροπή του Κογκρέσου για προσωπικό «σοκ», απαντώντας καταφατικά σε ερώτηση γερουσιαστή σχετικά με την κατάρρευση της ιδεολογίας του εν μέσω της συνεχιζόμενης χρηματοπιστωτικής και ευρύτερης οικονομικής κρίσης.
Ο Αλαν Γκρίνσπαν έχει τη δυνατότητα να εκλογικεύσει τον συγκλονισμό από την κατάρρευση ενός συναισθηματικού οικοδομήματος, μιας ιδεολογίας, και να επικεντρωθεί σε μια τεχνική ανάλυση του πώς και γιατί. Η ευρύτερη αμερικανική κοινωνία, όμως, είναι αναγκασμένη να φτάσει στο σημείο αυτό μόνον αφού περάσει από την ψυχοπροστατευτική διαδικασία της άρνησης, της οργής και της τελικής αποδοχής. Η διαδικασία γίνεται πιο οδυνηρή και εκρηκτική, καθώς εμπλέκεται στη διαδικασία διαρκούς ανατροφοδότησης της συλλογικής αίσθησης ταυτότητας της αμερικανικής κοινωνίας.
Το αμερικανικό δεν είναι σε καμία περίπτωση το μοναδικό έθνος που ζει μέσα σε μια φούσκα φαντασιώσεων, ψευδαισθήσεων και παραισθήσεων για «περιούσιους λαούς», «ομφαλούς της Γης», «ιστορικά πεπρωμένα» και «ηθικές υπεροχές». Ομως σειρά γεωγραφικών, γεωφυσικών, δημογραφικών και ιστορικών παραγόντων, σε συνδυασμό με κάποιους, ομολογουμένως επιτυχείς, χειρισμούς κατάφεραν να προστατεύσουν τη δική του φούσκα από την επαφή με τις αιχμηρές γωνίες της πραγματικότητας περισσότερο απ' ό,τι άλλες, επιτρέποντάς της να γιγαντωθεί επικίνδυνα. Ετσι το μοιραίο (ας συγχωρεθεί, ποιητική αδεία, η ντετερμινιστική φραστική εκτροπή) σκάσιμο μπορεί να έχει κατακλυσμιαία αποτελέσματα. Το επιβεβαιώνουν ήδη αυτοί που μελετούν και μετρούν τέτοια πράγματα, διαπιστώνοντας και τεκμηριώνοντας επιστημονικά ότι η χρηματοπιστωτική και η επακόλουθη οικονομική κρίση προκάλεσαν πολύ μεγαλύτερο και βαθύτερο συγκλονισμό στην αμερικανική κοινωνία απ' ό,τι ακόμα και η επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου.
Σε αυτό το «σοκ και δέος», οι πρώτοι που λογικά θα πρέπει να αναγνωρίσουν «ευκαιρίες» είναι τα «παιδιά από το Σικάγο» ή η νεο-φιλελεύθερη εκδοχή τους. Εξίσου λογικά θα πρέπει να αντιληφθούν ότι αυτή τη φορά οι «ευκαιρίες» δεν αφορούν τους ίδιους που μόλις εντοπίστηκαν να κρατούν στο χέρι την καρφίτσα η οποία έσκασε τη φούσκα που οι ίδιοι δημιούργησαν. Δεν μπορεί να διαφύγει την προσοχή τους ότι την ερχόμενη εβδομάδα, τα μέλη της αμερικανικής κοινωνίας θα εκλέξουν έναν νέο πρόεδρο και σίγουρα θα συμφωνήσουν ότι το «σοκ» των ημερών θα αποτελέσει έναν παράγοντα.
Απλώς και μόνο για να αποφευχθεί άλλο ένα ντετερμινιστικό ολίσθημα, μπορεί κανείς να υποθέσει ότι ακόμα και αν νικήσει το δίδυμο ΜακΚέιν - Σάρα (Θεός φυλάξοι) Πέιλιν, η «ευκαιρία» και η αναγκαιότητα θα οδηγήσουν σε δημιουργικές αλλαγές. Εξασφαλίζοντας με την υπόθεση αυτή ένα σαθρό άλλοθι, μπορεί κανείς να κοιτάξει πιο σοβαρά το άλλο ενδεχόμενο και να αναρωτηθεί αν ένας πολιτικός από το Σικάγο, που σπούδασε και δίδαξε στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου αλλά δεν αγγίχθηκε ιδιαίτερα από τον Μίλτον Φρίντμαν και τα «παιδιά του Σικάγου» μπορεί να εκπλήξει. Η «ευκαιρία» υπάρχει, η δυνατότητα να συσπειρώσει δυνάμεις και συνεργάτες υπάρχει. Για το κατά πόσον ο Μπαράκ Ομπάμα θα τα χρησιμοποιήσει και σε ποιο βαθμό... θα δείξει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου