Υπάρχουν μερικά πράγματα που δεν μπορούν να μεταφραστούν.
Συμβαίνει συνήθως όταν σε μια κοινωνία δεν υπάρχουν τα ίδια σημεία αναφοράς που υπάρχουν σε κάποια άλλη.
Χαρακτηριστική περίπτωση, η μετάφραση στα ελληνικά του τίτλου του έργου του Μολιέρου «Bourgeois Gentilhomme». Στη διαφορετική ιστορική εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας, η έννοια του μεγαλοαστού ως παρακατιανού έναντι των ευγενών είναι κάτι το αδιανόητο, οπότε ο τίτλος «Αστός Ευγενής» σίγουρα αποτυγχάνει να προκαλέσει έκπληξη και ειρωνικό μειδίαμα. Οταν το έργο πρωτομεταφράστηκε στα ελληνικά, μέσα στις ειδικές κοινωνικές συνθήκες της εποχής εκείνης, επιλέχτηκε ο παντελώς ανακριβής, αλλά πλησιέστερος στις τότε ελληνικές αναφορές, τίτλος «Ο Αρχοντοχωριάτης». Αν η μετάφραση γινόταν για πρώτη φορά σήμερα, ίσως ο μεταφραστής επέλεγε τον τίτλο «Ο νεόπλουτος», περιγράφοντας κάποιο μεγαλοεργολάβο ή κάποιο από τα λαμόγια που απομυζούν παντοιοτρόπως το Ελληνικό Δημόσιο.
Το 1670, όταν το έργο του Μολιέρου ανέβηκε στην Comedie Francaise, οι ανερχόμενες τάξεις των εμπόρων και επαγγελματιών ήδη καθιστούσαν ισχυρή πραγματικότητα την ανάδυση μιας αστικής τάξης, η οποία, συχνά με άκομψη αναίδεια, αμφισβητούσε την κυριαρχία των ευγενών, πιθηκίζοντας ταυτοχρόνως τη συμπεριφορά τους και δικαιώνοντας τον περιφρονητικό χαρακτηρισμό snob (από το Sine NOBilitate, άνευ ευγενείας), που συνόδευε την απουσία ενός κώδικα τιμής στη λογική του noblesse oblige (η ευγένεια υποχρεώνει, δηλαδή η ευγενική καταγωγή συνεπάγεται υποχρεώσεις).
Στη Βρετανία, τη Γερμανία και τη Γαλλία, ένα στοιχείο έπαιξε κεντρικό ρόλο στη μετατροπή της ανερχόμενης αστικής τάξης από αντικείμενο σαρκασμού σε κυρίαρχο παράγοντα της κοινωνίας. Η σταθερή αύξηση της σημασίας της εκπαίδευσης που, σε αντίθεση με την ευρύτερη «Παιδεία», η οποία αποτελούσε προνόμιο των ευγενών, ήταν χαρακτηριστικό της αστικής τάξης και βάση βιοπορισμού της. Και η εκπαίδευση ήταν αυτή που γέννησε τη Βιομηχανική Επανάσταση, η οποία με τη σειρά της κατέστρεψε τις βάσεις της στηριζόμενης στη γαιοκτημοσύνη αριστοκρατίας. Στη Γαλλία αυτή η διαδικασία ανακόπηκε μαζί με τη βίαιη απαλλαγή από την αριστοκρατία που έφερε η Γαλλική Επανάσταση. Στη Γερμανία, η αριστοκρατία είχε περισσότερο στρατοκρατικό χαρακτήρα. Στη Βρετανία, όμως, η αριστοκρατία διατήρησε τα προνόμιά της ενώ, αν όχι τυπικά, άτυπα διατηρεί κάποια απ' αυτά ακόμα και σήμερα.
ΗΒιομηχανική Επανάσταση ήταν το δεύτερο και συντριπτικότερο τεχνολογικό πλήγμα κατά της αριστοκρατίας. Το πρώτο είχε έρθει το 1415 με τη μάχη του Αζινκούρ, όταν οι Εγγλέζοι και Ουαλοί τοξότες, απλοί χωριάτες με τόξα από ξύλο μελιάς και χορδές από στριμμένο δέρμα, συνέτριψαν τους πολύ περισσότερους συγκεντρωμένους Γάλλους ευγενείς, αχρηστεύοντας διαμιάς τη στρατιωτική εκπαίδευση που τους επέτρεπε η απουσία ανάγκης βιοπορισμού, τις πανάκριβες πανοπλίες, ασπίδες και τα ακόμα πιο ακριβά πολεμικά άλογα.
Η Βιομηχανική Επανάσταση δεν προήλθε από την παιδεία που συσσώρευαν οι αριστοκράτες από τη μέρα της γέννησής τους ή, από κάποιο σημείο και μετά, «διαβάζοντας» φιλοσοφία, θεολογία, ελληνικά, λατινικά και λογοτεχνία σε πανεπιστήμια, όπως της Οξφόρδης και του Κέμπριτζ, όπου, σε αντίθεση με τους «κοινούς θνητούς», σπάνια ασχολούνταν με «πρακτικά» θέματα όπως η ιατρική, τα νομικά κ.λπ. και ακόμα σπανιότερα αποκτούσαν πτυχίο, αναγκαίο μόνο για βιοπορισμό. Οταν η βρετανική αυτοκρατορία (γέννημα και αυτή κοινών εμπόρων, ναυτικών και τυχοδιωκτών) χρειάστηκε ικανά στελέχη για τη διοίκησή της που δεν παράγονταν από τις σχολές της αριστοκρατίας, ιδρύθηκε το Imperial College για να παράσχει την εκπαίδευση που χρειάζονταν και παραμένει ένα από τα καλύτερα βρετανικά πανεπιστήμια. Η Βιομηχανική Επανάσταση γεννήθηκε από μαθητευόμενους των συντεχνιών που μετεξελίχθηκαν σε πανεπιστήμια για να μεταδώσουν όχι τις αρχές και την παιδεία των αριστοκρατών, αλλά την εφαρμοσμένη γνώση και την αναζήτησή της, βοηθούμενα από τις καλβινιστικές αρχές αναζήτησης της γνώσης στη Σκωτία και τη μεταφορά λαϊκής εκπαίδευσης από τη Γαλλία, όπου η Επανάσταση είχε ήδη ξεφορτωθεί οριστικά τους αριστοκράτες και την παιδεία τους.
Με όλα αυτά τα δεδομένα, ο ξεσηκωμός, την περασμένη εβδομάδα, χιλιάδων φοιτητών στη Βρετανία μοιάζει λίγο με τον «Bourgeois Gentilhomme» του Μολιέρου: η ευθεία, λέξη προς λέξη, μετάφρασή του στα ελληνικά θα οδηγούσε σε παραπλανητικά αποτελέσματα και σε παρεξηγήσεις, λόγω διαφορετικού πλαισίου αναφοράς. Οπως σύγχυση προκαλεί πολλές φορές η μετάφραση της αγγλικής λέξης «education» σε «παιδεία». Διότι, στις εγγραφές του βρετανικού υποσυνείδητου, αυτό που απελευθερώνει δεν είναι η παιδεία των χαραμοφάηδων αριστοκρατών, αλλά η εκπαίδευση. Κάτι που, πέραν των επιφανειακών ομοιοτήτων, αλλάζει πολλά.
Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2010
Ιδεολογίες και συναισθήματα σε μόνιμο φαύλο κύκλο
Του ΚΩΣΤΑ Γ. ΤΣΑΠΟΓΑ
«Θα δούμε πόσοι από τους πραγματικά εξτρεμιστές θα νικήσουν στην πραγματικότητα...».
Αυτή ήταν η πλέον αισιόδοξη αναφορά στις αυριανές εκλογές που γίνονται στις ΗΠΑ και περιέχεται στην προχθεσινή επιστολή ενός Αμερικανού συναδέλφου που ζει από κοντά τα εξωφρενικά καμώματα του Tea Party, του νεοπαγούς υπερσυντηρητικού κινήματος που μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια έχει φέρει τα πάνω κάτω στο αμερικανικό πολιτικό τοπίο.
Πριν από δύο μήνες, σε ένα «στρογγυλό τραπέζι» στη Νέα Υόρκη, ο Γάλλος φιλόσοφος Μπερνάρ Ανρί-Λεβί εξηγούσε την έκρηξη του δεξιού ως ακροδεξιού ακτιβισμού, που ακολούθησε την εκλογή Ομπάμα στην προεδρία, με την παρατήρηση ότι οι ΗΠΑ ζουν σήμερα στην εποχή των ιδεολογιών που ξεπέρασε η Ευρώπη ύστερα από έναν αιώνα και την αναλαμπή των δεκαετιών του '70 και του '80. Παρατηρώντας μερικά από τα καραγκιοζιλίκια κάποιων από τους εξτρεμιστές της αμερικανικής Δεξιάς μπαίνει κανείς στον πειρασμό να καγχάσει στην όποια σύνδεσή τους με την έννοια της ιδεολογίας, όπως αυτή έχει επενδυθεί με θετική και ευγενή χροιά για όσους παραμένουν επηρεασμένοι από τον τελευταίο, ελαφρώς «αριστοκρατικό» ευρωπαϊκό κύκλο της.
Ομως, με εξαίρεση κάποιους επαγγελματίες πολιτικούς, οι Αμερικανοί, που έκλαιγαν (στην κυριολεξία) με μαύρο δάκρυ όταν πέρασε η μεταρρύθμιση του συστήματος Υγείας από τον Ομπάμα βλέποντας τους μπολσεβίκους να σαρώνουν τη «χώρα της ελευθερίας» όπως πίστευαν, ήταν απολύτως συνεπείς ιδεολογικά.
Εξίσου συνεπείς είναι τώρα, όταν προσπαθούν να σώσουν τη χώρα τους από την επέλαση της «σοσιαλιστικής» κυβέρνησης της Ουάσιγκτον που, σύμφωνα με την ιδεολογία τους, δηλαδή την πίστη τους, απειλεί οτιδήποτε ηθικό, υγιές, τίμιο και σωστό, ενώ ταυτοχρόνως παραβιάζει κατάφωρα το αμερικανικό Σύνταγμα το οποίο καλούνται να υπερασπιστούν. Ζουν σε ένα όργιο συναισθηματικών εξάρσεων που αναζητούν και βρίσκουν την ιδεολογική μεταφυσική τους για να εκφραστούν.
Ο Γάλλος καθηγητής του Χάρβαρντ και του Κολεγίου της Ευρώπης, καθώς και σύμβουλος του Γαλλικού Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων, Ντομινίκ Μουασί, στο βιβλίο του «The Geopolitics of Emotion» (Η Γεωπολιτική των Αισθημάτων) δηλώνει ότι ασχολείται με «τρία πρωταρχικά συναισθήματα: φόβο, ελπίδα και ταπείνωση» επειδή «είναι στενά συνδεδεμένα με την έννοια της αυτοπεποίθησης, η οποία είναι ο καθοριστικός παράγων για το πώς τα έθνη και τα άτομα αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις αλλά και το πώς αλληλεπιδρούν μεταξύ τους».
Τόσο ο Αμερικανός όσο και ο Ευρωπαίος μοιράζονται τους πρωταρχικούς υπαρξιακούς φόβους όσο και τα συναισθήματα που προκαλούν οι απειλές στο περιβάλλον τους. Βλέποντας την, αδιαμφισβήτητη ώς τώρα, παντοκρατορία της χώρας του να αμφισβητείται και την, καλώς ή κακώς, αυτονόητα αυξανόμενη ευημερία να αναστρέφεται, μεγάλο μέρος των Αμερικανών αναζητούν βάλσαμο στη μεταφυσική της όποιας θρησκείας (σε άνοδο στις ΗΠΑ) και διέξοδο στη μεταφυσική της όποιας ιδεολογίας. Στην αμερικανική εμπειρία δεν έχουν καταγραφεί σημαντικές γηγενείς συγκρούσεις σε μεταφυσική, θρησκευτική ή ιδεολογική, βάση (ο αμερικανικός εμφύλιος αποτελούσε περισσότερο σύγκρουση αγροτικού και βιομηχανικού πολιτισμού, ενώ οι θρησκευτικές συγκρούσεις παρέμειναν στην Ευρώπη απ' όπου έδιωξαν τους πρώτους εποίκους).
Στην Ευρώπη, αντιθέτως, η ιστορική εμπειρία αιώνων, γεμάτη με σφαγές τύπου νύχτας Αγίου Βαρθολομαίου, μακρόχρονους θρησκευτικούς διωγμούς και πολέμους καθώς και αιματηρές ιδεολογικές συγκρούσεις μαζί με τη συνεχή επανάληψη του κύκλου «ελπίδα -διάψευση» έχει δημιουργήσει ισχυρά αντισώματα απέναντι στις εύκολες μεταφυσικές διεξόδους, είτε αυτές αναζητούνται στις εκκλησίες είτε σε κομματικές συγκεντρώσεις.
Κατά τη σημερινή επέλαση κατά των κοινωνικών κατακτήσεων, ο Ευρωπαίος μπορεί να αισθάνεται την ίδια αγανάκτηση με εκείνους τους Αμερικανούς που φρίττουν με την επέλαση του κράτους. Δεν βρίσκει όμως πλέον τόσο εύκολα καταφύγιο στη θρησκευτική ή ιδεολογική μεταφυσική, αν και πολλοί αναζητούν ήδη καταφύγιο σε εξίσου επικίνδυνες, συναισθηματικά φορτισμένες κατασκευές τύπου εθνικισμού.
Μπορεί έτσι ο Ευρωπαίος να αντιμετωπίζει σκωπτικά, ίσως και περιφρονητικά, τον πρωτογονισμό που εκφράζουν οι τηλε-ευαγγελιστές των ΗΠΑ ή την απλοϊκή ωμότητα όσων βλέπουν στην αμερικανική ομοσπονδιακή κυβέρνηση την απειλή για την ελευθερία τους.
Ομως, ιδίως σε χώρες με διαφορετική ιστορική εμπειρία από τις κεντρικές ευρωπαϊκές δυνάμεις, όπως η Πολωνία (σχετική επιβίωση της θρησκευτικής μεταφυσικής και δευτερευόντως της ιδεολογικής μαζί με τους εθνικούς μύθους) και η Ελλάδα (σχετική επιβίωση της ιδεολογικής μεταφυσικής μαζί με τους εθνικούς μύθους και δευτερευόντως της θρησκευτικής), οι πιθανότητες να εμφανιστούν μελλοντικά ομάδες κινηματικού χαρακτήρα με αναφορές στην αφήγηση της κατά περίπτωση εθνογένεσης (όπως στην αμερικανική περίπτωση τα φορτία του τσαγιού στο λιμάνι της Βοστόνης κατά την έναρξη της αμερικανικής επανάστασης) δεν απουσιάζουν πλήρως.
«Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω». Ιδίως όταν αγιατολάχ μητροπολίτες ή κομματάρχες εξακολουθούν να βρίσκουν ταλιμπανίζοντες πιστούς και οπαδούς.
«Θα δούμε πόσοι από τους πραγματικά εξτρεμιστές θα νικήσουν στην πραγματικότητα...».
Αυτή ήταν η πλέον αισιόδοξη αναφορά στις αυριανές εκλογές που γίνονται στις ΗΠΑ και περιέχεται στην προχθεσινή επιστολή ενός Αμερικανού συναδέλφου που ζει από κοντά τα εξωφρενικά καμώματα του Tea Party, του νεοπαγούς υπερσυντηρητικού κινήματος που μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια έχει φέρει τα πάνω κάτω στο αμερικανικό πολιτικό τοπίο.
Πριν από δύο μήνες, σε ένα «στρογγυλό τραπέζι» στη Νέα Υόρκη, ο Γάλλος φιλόσοφος Μπερνάρ Ανρί-Λεβί εξηγούσε την έκρηξη του δεξιού ως ακροδεξιού ακτιβισμού, που ακολούθησε την εκλογή Ομπάμα στην προεδρία, με την παρατήρηση ότι οι ΗΠΑ ζουν σήμερα στην εποχή των ιδεολογιών που ξεπέρασε η Ευρώπη ύστερα από έναν αιώνα και την αναλαμπή των δεκαετιών του '70 και του '80. Παρατηρώντας μερικά από τα καραγκιοζιλίκια κάποιων από τους εξτρεμιστές της αμερικανικής Δεξιάς μπαίνει κανείς στον πειρασμό να καγχάσει στην όποια σύνδεσή τους με την έννοια της ιδεολογίας, όπως αυτή έχει επενδυθεί με θετική και ευγενή χροιά για όσους παραμένουν επηρεασμένοι από τον τελευταίο, ελαφρώς «αριστοκρατικό» ευρωπαϊκό κύκλο της.
Ομως, με εξαίρεση κάποιους επαγγελματίες πολιτικούς, οι Αμερικανοί, που έκλαιγαν (στην κυριολεξία) με μαύρο δάκρυ όταν πέρασε η μεταρρύθμιση του συστήματος Υγείας από τον Ομπάμα βλέποντας τους μπολσεβίκους να σαρώνουν τη «χώρα της ελευθερίας» όπως πίστευαν, ήταν απολύτως συνεπείς ιδεολογικά.
Εξίσου συνεπείς είναι τώρα, όταν προσπαθούν να σώσουν τη χώρα τους από την επέλαση της «σοσιαλιστικής» κυβέρνησης της Ουάσιγκτον που, σύμφωνα με την ιδεολογία τους, δηλαδή την πίστη τους, απειλεί οτιδήποτε ηθικό, υγιές, τίμιο και σωστό, ενώ ταυτοχρόνως παραβιάζει κατάφωρα το αμερικανικό Σύνταγμα το οποίο καλούνται να υπερασπιστούν. Ζουν σε ένα όργιο συναισθηματικών εξάρσεων που αναζητούν και βρίσκουν την ιδεολογική μεταφυσική τους για να εκφραστούν.
Ο Γάλλος καθηγητής του Χάρβαρντ και του Κολεγίου της Ευρώπης, καθώς και σύμβουλος του Γαλλικού Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων, Ντομινίκ Μουασί, στο βιβλίο του «The Geopolitics of Emotion» (Η Γεωπολιτική των Αισθημάτων) δηλώνει ότι ασχολείται με «τρία πρωταρχικά συναισθήματα: φόβο, ελπίδα και ταπείνωση» επειδή «είναι στενά συνδεδεμένα με την έννοια της αυτοπεποίθησης, η οποία είναι ο καθοριστικός παράγων για το πώς τα έθνη και τα άτομα αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις αλλά και το πώς αλληλεπιδρούν μεταξύ τους».
Τόσο ο Αμερικανός όσο και ο Ευρωπαίος μοιράζονται τους πρωταρχικούς υπαρξιακούς φόβους όσο και τα συναισθήματα που προκαλούν οι απειλές στο περιβάλλον τους. Βλέποντας την, αδιαμφισβήτητη ώς τώρα, παντοκρατορία της χώρας του να αμφισβητείται και την, καλώς ή κακώς, αυτονόητα αυξανόμενη ευημερία να αναστρέφεται, μεγάλο μέρος των Αμερικανών αναζητούν βάλσαμο στη μεταφυσική της όποιας θρησκείας (σε άνοδο στις ΗΠΑ) και διέξοδο στη μεταφυσική της όποιας ιδεολογίας. Στην αμερικανική εμπειρία δεν έχουν καταγραφεί σημαντικές γηγενείς συγκρούσεις σε μεταφυσική, θρησκευτική ή ιδεολογική, βάση (ο αμερικανικός εμφύλιος αποτελούσε περισσότερο σύγκρουση αγροτικού και βιομηχανικού πολιτισμού, ενώ οι θρησκευτικές συγκρούσεις παρέμειναν στην Ευρώπη απ' όπου έδιωξαν τους πρώτους εποίκους).
Στην Ευρώπη, αντιθέτως, η ιστορική εμπειρία αιώνων, γεμάτη με σφαγές τύπου νύχτας Αγίου Βαρθολομαίου, μακρόχρονους θρησκευτικούς διωγμούς και πολέμους καθώς και αιματηρές ιδεολογικές συγκρούσεις μαζί με τη συνεχή επανάληψη του κύκλου «ελπίδα -διάψευση» έχει δημιουργήσει ισχυρά αντισώματα απέναντι στις εύκολες μεταφυσικές διεξόδους, είτε αυτές αναζητούνται στις εκκλησίες είτε σε κομματικές συγκεντρώσεις.
Κατά τη σημερινή επέλαση κατά των κοινωνικών κατακτήσεων, ο Ευρωπαίος μπορεί να αισθάνεται την ίδια αγανάκτηση με εκείνους τους Αμερικανούς που φρίττουν με την επέλαση του κράτους. Δεν βρίσκει όμως πλέον τόσο εύκολα καταφύγιο στη θρησκευτική ή ιδεολογική μεταφυσική, αν και πολλοί αναζητούν ήδη καταφύγιο σε εξίσου επικίνδυνες, συναισθηματικά φορτισμένες κατασκευές τύπου εθνικισμού.
Μπορεί έτσι ο Ευρωπαίος να αντιμετωπίζει σκωπτικά, ίσως και περιφρονητικά, τον πρωτογονισμό που εκφράζουν οι τηλε-ευαγγελιστές των ΗΠΑ ή την απλοϊκή ωμότητα όσων βλέπουν στην αμερικανική ομοσπονδιακή κυβέρνηση την απειλή για την ελευθερία τους.
Ομως, ιδίως σε χώρες με διαφορετική ιστορική εμπειρία από τις κεντρικές ευρωπαϊκές δυνάμεις, όπως η Πολωνία (σχετική επιβίωση της θρησκευτικής μεταφυσικής και δευτερευόντως της ιδεολογικής μαζί με τους εθνικούς μύθους) και η Ελλάδα (σχετική επιβίωση της ιδεολογικής μεταφυσικής μαζί με τους εθνικούς μύθους και δευτερευόντως της θρησκευτικής), οι πιθανότητες να εμφανιστούν μελλοντικά ομάδες κινηματικού χαρακτήρα με αναφορές στην αφήγηση της κατά περίπτωση εθνογένεσης (όπως στην αμερικανική περίπτωση τα φορτία του τσαγιού στο λιμάνι της Βοστόνης κατά την έναρξη της αμερικανικής επανάστασης) δεν απουσιάζουν πλήρως.
«Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω». Ιδίως όταν αγιατολάχ μητροπολίτες ή κομματάρχες εξακολουθούν να βρίσκουν ταλιμπανίζοντες πιστούς και οπαδούς.
Διαχέεται η ευρωπαϊκή φθινοπωρινή μελαγχολία
Του ΚΩΣΤΑ Γ. ΤΣΑΠΟΓΑ
Τα αστεράκια έχουν επιθετικό πορτοκαλί και κόκκινο χρώμα.
Καλύπτουν τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και, όπως ακουμπάνε το ένα στο άλλο, δείχνουν ολόκληρη την ήπειρο σε μια έκρηξη.
Είναι ο χάρτης που έστειλε την περασμένη εβδομάδα το πρακτορείο Reuters, με ευκαιρία τις κινητοποιήσεις που ξεκίνησαν -και συνεχίζονται- στη Γαλλία κατά των «μεταρρυθμίσεων» Σαρκοζί στο συνταξιοδοτικό. Δείχνει τις κινητοποιήσεις που έχουν γίνει κατά τους τελευταίες μήνες σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες κατά της γενικότερης επίθεσης αλλαγής των κοινωνικών ισορροπιών που πίστευε ότι είχε βρει η μεταπολεμική Ευρώπη.
Ομως, στην εποχή της λιτότητας, το Reuters θα μπορούσε να κάνει οικονομία χρησιμοποιώντας τον ίδιο ακριβώς χάρτη, με ελάχιστες αλλαγές, για να εικονογραφήσει, εξίσου εκρηκτικά, τη συντηρητική στροφή του εκλογικού σώματος σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, που έχει γίνει κατά την ίδια περίοδο στην Ευρώπη, από προεδρικές και βουλευτικές εκλογές ώς δημοτικές, όπως οι πρόσφατες στη Βιέννη. Σχεδόν σε όλες, το αποτέλεσμα της κάλπης επιβραβεύει όχι απλώς τις συντηρητικότερες -ώς και κρυπτοφασίζουσες- πολιτικές δυνάμεις αλλά και τα προγράμματα που θυμίζουν ελληνικό «Μνημόνιο». Πέραν της Ισλανδίας με τον μοναδικό συνδυασμό γεωγραφικών, κοινωνικών και οικονομικών ιδιαιτεροτήτων που τη χωρίζουν από την Ευρώπη, η μόνη σημαντική εξαίρεση φαίνεται να αφορά τη Γερμανία, τη μοναδική χώρα που καταγράφει σήμερα ρεκόρ ανάπτυξης, με τη θεαματική εκλογική ενίσχυση των Πρασίνων και της Αριστεράς.
Στις 29 Σεπτεμβρίου, οι πανευρωπαϊκές κινητοποιήσεις πέρασαν σχεδόν απαρατήρητες. Παντού, ακόμα και στη χώρα που δοκιμάζεται από τον υψηλότερο δείκτη ανεργίας, την Ισπανία, οι κινητοποιήσεις των συνδικάτων θυμίζουν περισσότερο τελετουργία «για την τιμή των όπλων» παρά τον ξεσηκωμό που θα δικαιολογούσαν οι προκλήσεις των ημερών. Οι δεκαετίες του '70 και του '80, όταν τα συνδικάτα μπορούσαν να προκαλέσουν «σεισμούς» στις ευρωπαϊκές χώρες, δεν φαίνεται να προκαλούν ούτε καν νοσταλγία στις μεγάλες μάζες. Και, το τελευταίο διάστημα, καμία ευρωπαϊκή κυβέρνηση δεν αναγκάστηκε να αλλάξει σημαντικά πορεία μετά τις όποιες κινητοποιήσεις βρήκε στο δρόμο της, απορροφώντας απεργίες και διαδηλώσεις χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία.
Το περασμένο Σάββατο οι Γάλλοι διαδήλωσαν και πάλι, για αύριο Τρίτη έχει κηρυχθεί νέα πανεθνική απεργία. Αν και τα ποσοστά επιτυχίας των απεργιών δεν είναι ώς τώρα συγκλονιστικά, ειδικά για τα γαλλικά δημοσιοϋπαλληλικά δεδομένα, ο «δρόμος», με τις διαδηλώσεις, φαίνεται να ξυπνά κάπως σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν και να χρωματίζεται με ευρύτερα κοινωνικά στοιχεία. Με αυτή την έννοια, πολλοί παρακολουθούν αυτές τις μέρες τη Γαλλία, προσπαθώντας να διακρίνουν αν υπάρχει πιθανότητα να ραγίσει η νεοπαγής εμπειρική βεβαιότητα των κυβερνήσεων ότι το πνεύμα των δρόμων δεν εκφράζεται στις κάλπες. Κάτι μάλλον απίθανο, αν αναλογιστεί κανείς ότι στη Γαλλία ο δημοφιλέστερος δημοσκοπικά πολιτικός και βέβαιος (πάλι δημοσκοπικά) νικητής των προεδρικών εκλογών, αν γίνονταν σήμερα, είναι ο Σοσιαλιστής μεν, του ΔΝΤ δε, Ντομινίκ Στρος-Καν, που δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί η προσωποποίηση της αμφισβήτησης των σημερινών επιλογών.
Οι μοναδικές έμπρακτες αμφισβητήσεις των κυρίαρχων συνταγών που εκδηλώθηκαν ώς σήμερα από ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αποτελούν έκφραση των ακροδεξιών λαϊκιστικών στοιχείων που έχουν κρυμμένα, με μεγαλύτερη ή μικρότερη επιτυχία, μέσα τους. Και εκεί ίσως βρίσκεται η ερμηνεία της μαλθακότητας των κοινωνικών αντιδράσεων απέναντι στις ανατροπές. Στην πλήρη απουσία εναλλακτικής πρότασης πέραν των -παρουσιαζόμενων ως προτάσεων- στείρων αρνήσεων. Και καθώς το λαϊκιστικό θράσος της εθνικιστικής Ακρας Δεξιάς δεν έχει ακόμα καταφέρει να διαπεράσει στον ίδιο βαθμό την όποια εναπομείνασα υπευθυνότητα της Αριστεράς, δεν έχει ακόμα διατυπωθεί από την πλευρά αυτή η παραμικρή πρόταση που να δίνει πειστικά έστω και την ψευδαίσθηση της εναλλακτικής πορείας.
Από την ταριχευμένη Αριστερά (που ομολογουμένως, εκτός Ελλάδος, δεν διακρίνεται διά γυμνού οφθαλμού) ώς τη νέα, τη νεότερη και τη νεότατη, την ανανεωτική ή οποιαδήποτε άλλη, ακόμα και όταν δεν είναι απασχολημένη με τις δικές της υπαρξιακές αναζητήσεις, δεν έχει προκύψει ακόμα εναλλακτική πρόταση που να μπορεί να πείσει σημαντικά τμήματα του πληθυσμού. Και εδώ το ευρωπαϊκό φθινόπωρο του 2010 και ο χειμώνας του 2011 ίσως θα μπορέσουν να δώσουν μια απάντηση: αν η Αριστερά, χωρίς επιθετικούς προσδιορισμούς, είναι σε θέση να προσφέρει σύγχρονη εναλλακτική πρόταση, αν δεν προηγηθεί ως «μαμή» μια βίαιη σκοτεινή περίοδος.
Τα αστεράκια έχουν επιθετικό πορτοκαλί και κόκκινο χρώμα.
Καλύπτουν τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και, όπως ακουμπάνε το ένα στο άλλο, δείχνουν ολόκληρη την ήπειρο σε μια έκρηξη.
Είναι ο χάρτης που έστειλε την περασμένη εβδομάδα το πρακτορείο Reuters, με ευκαιρία τις κινητοποιήσεις που ξεκίνησαν -και συνεχίζονται- στη Γαλλία κατά των «μεταρρυθμίσεων» Σαρκοζί στο συνταξιοδοτικό. Δείχνει τις κινητοποιήσεις που έχουν γίνει κατά τους τελευταίες μήνες σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες κατά της γενικότερης επίθεσης αλλαγής των κοινωνικών ισορροπιών που πίστευε ότι είχε βρει η μεταπολεμική Ευρώπη.
Ομως, στην εποχή της λιτότητας, το Reuters θα μπορούσε να κάνει οικονομία χρησιμοποιώντας τον ίδιο ακριβώς χάρτη, με ελάχιστες αλλαγές, για να εικονογραφήσει, εξίσου εκρηκτικά, τη συντηρητική στροφή του εκλογικού σώματος σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, που έχει γίνει κατά την ίδια περίοδο στην Ευρώπη, από προεδρικές και βουλευτικές εκλογές ώς δημοτικές, όπως οι πρόσφατες στη Βιέννη. Σχεδόν σε όλες, το αποτέλεσμα της κάλπης επιβραβεύει όχι απλώς τις συντηρητικότερες -ώς και κρυπτοφασίζουσες- πολιτικές δυνάμεις αλλά και τα προγράμματα που θυμίζουν ελληνικό «Μνημόνιο». Πέραν της Ισλανδίας με τον μοναδικό συνδυασμό γεωγραφικών, κοινωνικών και οικονομικών ιδιαιτεροτήτων που τη χωρίζουν από την Ευρώπη, η μόνη σημαντική εξαίρεση φαίνεται να αφορά τη Γερμανία, τη μοναδική χώρα που καταγράφει σήμερα ρεκόρ ανάπτυξης, με τη θεαματική εκλογική ενίσχυση των Πρασίνων και της Αριστεράς.
Στις 29 Σεπτεμβρίου, οι πανευρωπαϊκές κινητοποιήσεις πέρασαν σχεδόν απαρατήρητες. Παντού, ακόμα και στη χώρα που δοκιμάζεται από τον υψηλότερο δείκτη ανεργίας, την Ισπανία, οι κινητοποιήσεις των συνδικάτων θυμίζουν περισσότερο τελετουργία «για την τιμή των όπλων» παρά τον ξεσηκωμό που θα δικαιολογούσαν οι προκλήσεις των ημερών. Οι δεκαετίες του '70 και του '80, όταν τα συνδικάτα μπορούσαν να προκαλέσουν «σεισμούς» στις ευρωπαϊκές χώρες, δεν φαίνεται να προκαλούν ούτε καν νοσταλγία στις μεγάλες μάζες. Και, το τελευταίο διάστημα, καμία ευρωπαϊκή κυβέρνηση δεν αναγκάστηκε να αλλάξει σημαντικά πορεία μετά τις όποιες κινητοποιήσεις βρήκε στο δρόμο της, απορροφώντας απεργίες και διαδηλώσεις χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία.
Το περασμένο Σάββατο οι Γάλλοι διαδήλωσαν και πάλι, για αύριο Τρίτη έχει κηρυχθεί νέα πανεθνική απεργία. Αν και τα ποσοστά επιτυχίας των απεργιών δεν είναι ώς τώρα συγκλονιστικά, ειδικά για τα γαλλικά δημοσιοϋπαλληλικά δεδομένα, ο «δρόμος», με τις διαδηλώσεις, φαίνεται να ξυπνά κάπως σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν και να χρωματίζεται με ευρύτερα κοινωνικά στοιχεία. Με αυτή την έννοια, πολλοί παρακολουθούν αυτές τις μέρες τη Γαλλία, προσπαθώντας να διακρίνουν αν υπάρχει πιθανότητα να ραγίσει η νεοπαγής εμπειρική βεβαιότητα των κυβερνήσεων ότι το πνεύμα των δρόμων δεν εκφράζεται στις κάλπες. Κάτι μάλλον απίθανο, αν αναλογιστεί κανείς ότι στη Γαλλία ο δημοφιλέστερος δημοσκοπικά πολιτικός και βέβαιος (πάλι δημοσκοπικά) νικητής των προεδρικών εκλογών, αν γίνονταν σήμερα, είναι ο Σοσιαλιστής μεν, του ΔΝΤ δε, Ντομινίκ Στρος-Καν, που δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί η προσωποποίηση της αμφισβήτησης των σημερινών επιλογών.
Οι μοναδικές έμπρακτες αμφισβητήσεις των κυρίαρχων συνταγών που εκδηλώθηκαν ώς σήμερα από ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αποτελούν έκφραση των ακροδεξιών λαϊκιστικών στοιχείων που έχουν κρυμμένα, με μεγαλύτερη ή μικρότερη επιτυχία, μέσα τους. Και εκεί ίσως βρίσκεται η ερμηνεία της μαλθακότητας των κοινωνικών αντιδράσεων απέναντι στις ανατροπές. Στην πλήρη απουσία εναλλακτικής πρότασης πέραν των -παρουσιαζόμενων ως προτάσεων- στείρων αρνήσεων. Και καθώς το λαϊκιστικό θράσος της εθνικιστικής Ακρας Δεξιάς δεν έχει ακόμα καταφέρει να διαπεράσει στον ίδιο βαθμό την όποια εναπομείνασα υπευθυνότητα της Αριστεράς, δεν έχει ακόμα διατυπωθεί από την πλευρά αυτή η παραμικρή πρόταση που να δίνει πειστικά έστω και την ψευδαίσθηση της εναλλακτικής πορείας.
Από την ταριχευμένη Αριστερά (που ομολογουμένως, εκτός Ελλάδος, δεν διακρίνεται διά γυμνού οφθαλμού) ώς τη νέα, τη νεότερη και τη νεότατη, την ανανεωτική ή οποιαδήποτε άλλη, ακόμα και όταν δεν είναι απασχολημένη με τις δικές της υπαρξιακές αναζητήσεις, δεν έχει προκύψει ακόμα εναλλακτική πρόταση που να μπορεί να πείσει σημαντικά τμήματα του πληθυσμού. Και εδώ το ευρωπαϊκό φθινόπωρο του 2010 και ο χειμώνας του 2011 ίσως θα μπορέσουν να δώσουν μια απάντηση: αν η Αριστερά, χωρίς επιθετικούς προσδιορισμούς, είναι σε θέση να προσφέρει σύγχρονη εναλλακτική πρόταση, αν δεν προηγηθεί ως «μαμή» μια βίαιη σκοτεινή περίοδος.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)