Τρίτη 29 Ιουνίου 2010

Ο παρασιτισμός και η εθνική ισχύς

Ο Αχμέντ Νταβούτογλου δεν είναι μόνο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας.
Είναι και καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και με την ιδιότητά του αυτή, η αναφορά στους παράγοντες ισχύος (ή αδυναμίας) μιας χώρας στο βιβλίο του «Στρατηγικό βάθος» περιλαμβάνει τα σχεδόν αυτονόητα: ότι υπάρχουν οι σταθεροί παράγοντες ισχύος (γεωγραφία, ιστορία, δημογραφία και πολιτισμός) και οι μεταβλητοί (τεχνολογία, οικονομία, στρατιωτική δυνατότητα). Οι δεύτεροι, σαφώς αλληλένδετοι, είναι οι μόνοι που μπορούν να επηρεαστούν από μια χώρα, η οποία μόνο μέσω αυτών μπορεί να μεγεθύνει τις ευνοϊκές και να περιορίσει τις αρνητικές επιδράσεις των πρώτων.

Ολα αυτά είναι απολύτως αυτονόητα για έναν καθηγητή Διεθνών Σχέσεων, ανεξαρτήτως εθνικότητας. Το «σχεδόν» στην προηγούμενη παράγραφο αφορά την κατανόησή τους από εκείνους που συμμετέχουν στη διαμόρφωση της υψηλής εθνικής στρατηγικής μιας χώρας, υπό την πρόσθετη αίρεση ότι όλες οι χώρες διαθέτουν μια τέτοια στρατηγική. Αναφέρεται ακόμα εμμέσως, πέραν των όσων συμμετέχουν ενεργά και άμεσα στην διαμόρφωση της όποιας υψηλής στρατηγικής, σε όσους συνδιαμορφώνουν το εσωτερικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λαμβάνονται οι αποφάσεις, οι οποίες σπάνια ωριμάζουν μέσα σε ένα απόλυτο κοινωνικό κενό.

Στα παραδείγματα που αναφέρει ο Νταβούτογλου περιλαμβάνεται ο Δελή Πέτρος, ο «Τρελός Πέτρος» όπως αποκαλούν οι Τούρκοι τον Μέγα Πέτρο της Ρωσίας. Την περασμένη εβδομάδα, ο πρόεδρος της Ρωσίας Ντμίτρι Μεντβιέντεφ άκουσε να τον περιγράφουν με το όνομα του τσάρου που, μεταξύ άλλων, εκσυγχρόνισε τη Ρωσία εισάγοντας δυτική επιστήμη και τεχνολογία. Ο Ρώσος πρόεδρος πήγε την περασμένη εβδομάδα στην καρδιά και τον εγκέφαλο της αμερικανικής τεχνολογικής υπεροχής, στη Σίλικον Βάλεϊ, την «Κοιλάδα του Πυριτίου», που δημιουργήθηκε γύρω από το Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, νοτίως του Σαν Φρανσίσκο.

Ο Μεντβιέντεφ δεν πήγε εκεί για να θαυμάσει ένα από τα τρία καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου (το πρώτο σε τομείς όπως η επιστήμη των ηλεκτρονικών υπολογιστών). Δεν αρκέστηκε να «ρωτήσει την Τζέιν» (το ηλεκτρονικό δικτυακό σύστημα πληροφοριών που έχει το όνομα της Τζέιν Στάνφορντ) για το πώς δημιουργείται, αναπτύσσεται και λειτουργεί ένας πόλος ανάπτυξης θετικών επιστημών και τεχνολογίας. Πήγε για να εξηγήσει και να προωθήσει το σχέδιό του για τη δημιουργία τέτοιων πόλων στη Ρωσία και για να αποπειραθεί να προσελκύσει στη χώρα του κάποιους από τους κορυφαίους δημιουργικούς ανθρώπους που χρειάζεται, για να ξεκινήσει ένα είδος ρωσικής «Σίλικον Βάλεϊ».

Εχοντας ουσιαστικά σταθεροποιήσει τη Ρωσία μετά τη χαοτική φάση που ακολούθησε την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, η ρωσική ηγεσία προσπαθεί τώρα να ανακτήσει κάποια από την ισχύ και την επιρροή της χώρας, δείχνοντας να το πετυχαίνει. Ομως, δεδομένων των σοβαρών αδυναμιών στους συντελεστές ισχύος της Ρωσίας και ειδικά σε ό,τι αφορά τη δημογραφία με τη ραγδαία μείωση του πληθυσμού και την οικονομία με τη χρόνια έλλειψη κεφαλαίων, η επόμενη πρόκληση δεν αφορά τόσο την ανάκτηση της ισχύος, αλλά τη διατήρηση αυτής που έχει ήδη ανακτηθεί.

Η ιστορία και ο πολιτισμός, δύο από τους συντελεστές ισχύος, δείχνουν στη Ρωσία τους περιορισμούς μέσα στους οποίους κινείται η σημερινή προσπάθεια εκσυγχρονισμού. Από τον Μεγάλο Πέτρο και την Αικατερίνη ώς τον Στάλιν όλες οι προσπάθειες εκσυγχρονισμού της Ρωσίας επιβλήθηκαν βίαια εκ των άνω και βασίστηκαν, σε μεγάλο βαθμό, στη διατεταγμένη μαζική χρήση της εργασίας του ρωσικού λαού (αν και όχι στο βαθμό που κάτι τέτοιο είχε γίνει στην Κίνα). Στη σημερινή μεταβιομηχανική εποχή η εκσυγχρονιστική μεταφύτευση δεν μπορεί να βασιστεί στην εργασία. Χρειάζεται μεταφορά των ίδιων των φορέων της γνώσης και της πληροφορίας, δηλαδή άκρως εκπαιδευμένων ανθρώπων, και τη διαμόρφωση ενός ασυνήθιστου για τον ρωσικό πολιτισμό περιβάλλοντος πολλαπλών κοινωνικών ελευθεριών που θα επιτρέπει τη διάχυση της γνώσης στην κοινωνία και, μέσω αυτής, την εκκίνηση μιας αυτόνομης αναπαραγωγικής διαδικασίας.

Θεωρητικά, σε πολύ καλύτερη θέση για την ανάπτυξη του μεταβλητού παράγοντα ισχύος της επιστήμης/τεχνολογίας και κατ' επέκταση εκείνου της οικονομίας, βρίσκεται, λόγω διαφορετικού μίγματος των σταθερών παραγόντων ισχύος, η Ελλάδα. Η ανάπτυξη επιστήμης/τεχνολογίας, δηλαδή γνώσης και πληροφορίας, δεν απαιτεί τις τεράστιες επενδύσεις κεφαλαίου και εργασίας που χρειαζόταν η βιομηχανία του παρελθόντος (η βιομηχανία της ωμής βίας, όπως τη χαρακτηρίζει ο Αλβιν Τόφλερ). Η ελληνική κοινωνική δομή επιτρέπει τη διάχυση των πάντων, πόσω μάλλον της πληροφορίας, η ελληνική δημογραφία, βοηθούμενη από τη μετανάστευση, είναι πολύ σταθερότερη της ρωσικής και οι εξελίξεις δεν εξαρτώνται τόσο από την άνωθεν επιβολή. Και όμως, ακόμα και αν μια διορατική πολιτική ηγεσία προσπαθούσε να αναπτύξει αυτόν τον παράγοντα εθνικής ισχύος, πέρα από τα συνηθισμένα λόγια, μάλλον θα αποτύγχανε, χωρίς αλλαγή κάποιων στοιχείων που τείνουν να αποκτήσουν τον χαρακτήρα πολιτισμικών χαρακτηριστικών της ελληνικής κοινωνίας.

Είναι αλήθεια ότι η ελληνική κοινωνία δίνει μεγάλη σημασία στην εκπαίδευση. Διαχωρίζει όμως όλο και περισσότερο την εκπαίδευση από τη γνώση. Πουθενά αλλού δεν υπάρχει τόση προσήλωση στο «χαρτί» έναντι του ουσιαστικού περιεχομένου των σπουδών. Η αντιμετώπιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας ως γραφειοκρατικής προϋπόθεσης εισόδου και εξέλιξης στο Δημόσιο και η συνακόλουθη αποφυγή δυσκολότερων επιστημονικών πεδίων περιορίζουν τον αριθμό όσων θα μπορούσαν να συμμετάσχουν σε μια δημιουργική τεχνολογική διαδικασία.

Κάποιοι, σε ατομικό επίπεδο, ξεφεύγουν απ' αυτούς τους περιορισμούς, ξεγλιστρούν από τις κομματικές βδέλλες που λυμαίνονται τα ελληνικά πανεπιστήμια ή έχουν την ευκαιρία να σπουδάσουν στο εξωτερικό. Το αποτέλεσμα είναι, συνήθως, η πλήρης απαξίωσή τους σε μια κοινωνία που δεν χρειάζεται τα προσόντα τους, έχοντας εγκαταλείψει κάθε δημιουργική προσπάθεια περιοριζόμενη στην απλή πώληση και υποστήριξη της τεχνογνωσίας των άλλων ή η αναζήτηση (και εύρεση) δημιουργικής εργασίας στο εξωτερικό.

Η ελληνική οικονομική κρίση, στην πραγματικότητα κρίση των περισσότερων προτύπων της ελληνικής κοινωνίας, στρέφει την προσοχή στους Ελληνες επιστήμονες (όχι με την ελληνική έννοια που αναφέρεται απλώς σε όποιον έχει πάρει ένα χαρτί από κάποιο πανεπιστήμιο) που μεταναστεύουν στο εξωτερικό. Δεν είναι κάτι που ξεκίνησε τώρα, αλλά απλώς τώρα αρχίζει να γίνεται περισσότερο αντιληπτό, αν και παραμένει σχετικά σταθερό.

Με όλα αυτά,σε κάποια αναλογία με τη Ρωσία, καθώς η ελληνική οικονομία κάποτε θα βγει, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, από τη σημερινή φάση της σταθεροποίησης, η ελληνική κοινωνία θα χρειαστεί να αναζητήσει τη φάση της ανάκτησης, της διατήρησης και της ανάπτυξης της ισχύος της. Καθώς δεν έχει την παράδοση της αφ' υψηλού τσαρικής επιβολής, θα χρειαστεί να αποβάλει με τις δικές της εσωτερικές ζυμώσεις τα αυτοκαταστροφικά στοιχεία της από το παρελθόν. Δύσκολο, οδυνηρό, ενδεχομένως και αιματηρό.

Τρίτη 15 Ιουνίου 2010

Πολιτική βλακεία και η τουρκική εξαίρεση

Το Ισραήλ είναι μια συμπυκνωμένη χώρα, όπου όλα όσα εντοπίζονται σε άλλες περιοχές παρουσιάζονται εντονότερα, σε μια κατάσταση «εβαπορέ».
Δεν είναι μόνο η φυσική συμπίεση των κατοίκων του σε ένα ασφυκτικά μικροσκοπικό κομμάτι γης, που και από μόνη της θα αρκούσε για την εκδήλωση συλλογικών νευρώσεων. Είναι και η πυκνότητα της αίσθησης διαρκούς υπαρξιακής απειλής, η μετατραυματική απομόνωση και διόγκωση τμημάτων της Ιστορίας, η διαρκής ανασφάλεια της ταυτότητας και πολλά άλλα που συναντώνται και σε άλλες χώρες αλλά συχνά ξεφεύγουν της παρατήρησης. Εκεί παίρνουν συχνά θηριώδεις διαστάσεις που κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει. Για παράδειγμα, η τραγική ανικανότητα των κοινωνιών να παράγουν πλέον τις πολιτικές ηγεσίες που απαιτεί η αντιμετώπιση των σύγχρονων μετασχηματικών προκλήσεων εκεί παρατηρείται όχι απλώς διά γυμνού οφθαλμού, αλλά και από απόσταση χιλιομέτρων. Το αποτέλεσμα της αμήχανης εμμονής σε καταστροφικά εξαρτημένα ανακλαστικά και του συνδυασμού βρωμερής διαφθοράς και καθαρής βλακείας στην εξουσία έχει στην κυριολεξία θανατηφόρα αποτελέσματα σε βάρος της ίδιας της κοινωνίας, όπως στην περίπτωση του πολέμου στον Λίβανο, της τελευταίας εισβολής στη Γάζα και της πρόσφατης, ηλίθιας έμπνευσης και εκτέλεσης, επίθεσης στον «Στολίσκο της Ελευθερίας».

Η αυτοκαταστροφική ανικανότητα δεν είναι όμως αποκλειστικό προνόμιο της σημερινής ισραηλινής πολιτικής τάξης και της παγιδευμένης στην έλλειψη σοβαρών πολιτικών επιλογών ισραηλινής κοινωνίας, απλώς αλλού τα αποτελέσματα διαχέονται, βρίσκονται σε μεγαλύτερη αραίωση και έτσι επιτρέπουν ακόμα τη διατήρηση κάποιων (όλο και λιγότερων) ψευδαισθήσεων. Στη φάση αυτή βρίσκονται οι κοινωνίες που αποκοιμήθηκαν για να χωνέψουν το πρόσφατο φαγοπότι και αρχίζουν μόλις τώρα να ξυπνάνε από τα σκουντήματα του γκαρσονιού που φέρνει τον λογαριασμό και να τσακώνονται απλώς για το ποιος θα τον πληρώσει. Στη φάση αυτή της ζαλισμένης μετάβασης από το όνειρο στην πραγματικότητα, κάποιοι έχουν συγκριτικά πλεονεκτήματα. Είτε διότι ουδέποτε παράφαγαν για να αποκοιμηθούν, είτε διότι το μαγαζί τους είναι γωνιακό και συγχωρεί τα λάθη τους.

Στην Τουρκία, η αλλαγή του πολιτικού σκηνικού έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια. Η αναντιστοιχία κοινωνίας και πολιτικής εκπροσώπησης δεν έγινε ξαφνικά αντιληπτή, φωτισμένη από τους προβολείς μιας δομικής κρίσης, όπως αλλού. Προέκυψε σταδιακά ακολουθώντας γνήσιες και εκτεταμένες εσωτερικές κοινωνικές αλλαγές που βρήκαν σταδιακά την πολιτική τους έκφραση. Γνήσιες κοινωνικές αλλαγές και όχι επιφανειακές και πρόσκαιρες του τύπου δημιουργίας τάξης κομπιναδόρων αεριτζήδων παρά τω πολιτικώ συστήματι, όπως αλλού. Κρίσεις υπήρξαν και υπάρχουν, αλλά ήταν και είναι οι φυσιολογικές δονήσεις μιας ευρύτερης κοινωνικής αλλαγής, συχνά οδυνηρές αλλά όχι συντριπτικές. Αποτέλεσμα είναι η σημερινή πολιτική ηγεσία της Τουρκίας να χαρακτηρίζεται από κάποιους «επαναστατική», έστω και αν ο χαρακτηρισμός αυτός συνοδεύεται από πολλές επιφυλάξεις. Το βέβαιο είναι ότι σε τίποτα δεν θυμίζει την ασφυκτικά παγιδευμένη στους περιορισμούς της ισραηλινή πολιτική ηγεσία ή, τηρουμένων των αναλογιών, το πολιτικό διαχειριστικό προσωπικό της Ευρώπης.

Επιπλέον, το «μαγαζί» είναι όντως «γωνιακό» και όχι μόνο στις ονειρώξεις των ιδιοκτητών του. Ακόμα περισσότερο, η αξία του έχει ανέβει, όπως στις περιπτώσεις όσων βρέθηκαν κοντά σε νέους σταθμούς του μετρό. Διότι στην πάντα επίκαιρη γεωγραφική διαμεσολάβηση Δύσης-Ανατολής, προστίθεται τώρα η πολιτισμική διαμεσολάβηση Δύσης - Ισλάμ.

Τροχοπέδη και πλεονέκτημα, το οθωμανικό ιμπεριαλιστικό παρελθόν. Το «γνωριζόμαστε» του Νταβούτογλου έχει διπλή ανάγνωση. Και, μέχρι πριν από λίγο καιρό, στον αραβικό κόσμο, όπου είχαν φθάσει οι τουρκικοί στρογγυλοί μιναρέδες δίπλα στους τετράγωνους αραβικούς, η «γνωριμία» είχε αφήσει άσχημη γεύση.

Πριν από λίγους μήνες, οι απεσταλμένοι της «Ελευθεροτυπίας» και του «Ε» στη Λωρίδα της Γάζας, Ντίνα Βαγενά και Γιάννης Μπογιόπουλος, μετέδιδαν ως μοναδικοί ανεξάρτητοι Δυτικοί αυτόπτες μάρτυρες τα αποτελέσματα της προσφοράς του Ισραήλ στο ξεπέρασμα της δυσπιστίας ανάμεσα στο Ισλάμ και την Τουρκία: τη θάλασσα από τουρκικές σημαίες που υποδέχονταν στο πέρασμα της Ράφα, ανάμεσα στη Λωρίδα της Γάζας και την Αίγυπτο, την καπελωμένη από τους Τούρκους αποστολή διεθνούς βοήθειας στους έγκλειστους Παλαιστινίους.

Πριν από λίγες μέρες, στα διεθνή ύδατα της Μεσογείου, η ισραηλινή συνεισφορά στα σχέδια της Τουρκίας ήταν τόσο απλόχερη, που ο μόνος τρόπος να μην επιβεβαιώνει τις χειρότερες εκτιμήσεις για την ποιότητα όσων παίρνουν τις αποφάσεις στο Ισραήλ είναι να υποτεθεί ότι το τακτικό φιάσκο αποτελούσε στρατηγική επιλογή οικοδόμησης του προφίλ της Τουρκίας, ώστε να αποκτήσει μεγαλύτερη διεισδυτικότητα στον ισλαμικό κόσμο απωθώντας άλλες δυνάμεις.

Τέτοια μακιαβελική ευστροφία, αν και δεν μπορεί να αποκλειστεί, δύσκολα ταιριάζει με τη γενική εικόνα της σημερινής ισραηλινής πολιτικής ηγεσίας. Ακόμα και μετά τη διανοητικά καταστροφική οκταετία Μπους, πιο εύκολα μπορεί να υποθέσει κανείς την ύπαρξη ενός τέτοιου σχεδίου των ΗΠΑ που, χτίζοντας το προφίλ της Τουρκίας, πετυχαίνουν με ένα σμπάρο πολλά τρυγόνια:

1 Ασκούν, μέσω Τουρκίας, στο Ισραήλ πιέσεις που για εσωτερικούς λόγους αποφεύγουν να ασκήσουν απευθείας οι ίδιες.

2 Δημιουργούν τις προϋποθέσεις προώθησης μιας ισχυρής, μετριοπαθούς και σχετικά συνεννοήσιμης χώρας σε ηγετική θέση στον ισλαμικό κόσμο.

3Ενισχύουν τα επιχειρήματά τους για την προώθηση της χώρας αυτής στους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Αν όντως συμβαίνει κάτι τέτοιο, η κοινή πρόταση Τουρκίας - Βραζιλίας για τα πυρηνικά του Ιράν, ακολουθούμενη από την αρνητική ψήφο των δύο αυτών χωρών στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, κόντρα στις θέσεις των ΗΠΑ, ήταν σημαντική για τα σκέλη 1 και 2. Το ότι ο πρωθυπουργός της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, και ο πρόεδρος της Βραζιλίας, Λουίζ Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, είχαν λάβει από τις 20 Απριλίου επιστολή του Μπαράκ Ομπάμα που περιέγραφε την ατελέσφορη παλαιότερη προσπάθεια των ΗΠΑ για μεταφορά του ιρανικού εμπλουτισμένου ουρανίου στο εξωτερικό με αντάλλαγμα την ελεγχόμενη παροχή πυρηνικών καυσίμων, κάτι που τελικά συμφώνησαν η Τουρκία και η Βραζιλία με το Ιράν για να απορριφθεί από τις ΗΠΑ, ενισχύει τις υποθέσεις περί αμερικανικού σχεδίου, παρά τις διαψεύσεις της Ουάσιγκτον.

Οι δηλώσεις που έκανε την περασμένη Παρασκευή ο Αμερικανός υπουργός Αμυνας, Ρόμπερτ Γκέιτς, σύμφωνα με τις οποίες η Τουρκία απομακρύνεται από τη Δύση επειδή η Ευρώπη αρνείται να της προσφέρει ευρωπαϊκή ενταξιακή προοπτική, μπορεί κάλλιστα να εντάσσονται στο σκέλος 3.

Αν ισχύουν όλα αυτά, σημαντικό είναι να διερευνηθεί κατά πόσο οι σχεδιασμοί έχουν λάβει υπόψη τους ένα στοιχείο που μοιράζονται οι απόγονοι πρώην αυτοκρατοριών (στη συγκεκριμένη περίπτωση η Τουρκία και η Βρετανία) στην προσπάθειά τους να ανακτήσουν κάποια από την παλαιά επιρροή, πέραν της ικανότητας να συνδέουν κάποια από τα συμφέροντά τους με τα συμφέροντα των ΗΠΑ, εξασφαλίζοντας έτσι και την ανοχή στην επιδίωξη κάποιων από τα υπόλοιπα.

Διότι αν ο Ρόμπερτ Γκέιτς έβλεπε ξεκάθαρα τις ομοιότητες της Τουρκίας με τη νησιωτική χώρα όπου μια εφημερίδα («Τάιμς») έγραφε κάποτε πως «επικρατεί κακοκαιρία στη Μάγχη, η Ευρώπη αποκλεισμένη» από τη Βρετανία, θα λάμβανε υπόψη του την τουρκική οπτική, ότι δεν είναι η Τουρκία που απομακρύνεται από τη Δύση αλλά η Δύση από την Τουρκία.

Τετάρτη 2 Ιουνίου 2010

Πρόσεχε τι εύχεσαι, γιατί μπορεί να το πάθεις

Σπάνια έχει κανείς την «ευκαιρία» να δει τόσο γρήγορα, τόσο ξεκάθαρα και κραυγαλέα παραδείγματα των ευρύτερων γεωπολιτικών αλλαγών που περιγράφει.
Ακόμα πιο σπάνια είναι η «τύχη» να βρίσκεται «στην καρδιά των γεγονότων», εκεί που το παράδειγμα κοχλάζει, απειλώντας τον ίδιο τον παρατηρητή, όπως η έκρηξη ενός ηφαιστείου τον ηφαιστειολόγο που είχε την τύχη να βρεθεί (αλλά και την ελπίδα να μη μείνει) επί τόπου.

Οι τεκτονικές μετακινήσεις που απομακρύνουν την ανθρωπότητα από τη μακροχρόνια φάση της ευρωπαϊκής ή της ευρωπαϊκής διασύνδεσης (βλέπε αμερικανικής) επικυριαρχίας γίνονται πλέον αισθητές στο πετσί ακόμα και των μη ειδικών, ακόμα και εκείνων που ουδέποτε άκουσαν τα περί μεταφοράς του παγκόσμιου κέντρου βάρους από τον Ατλαντικό στον Ειρηνικό ωκεανό.

Στη φάση τής μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο μετακίνησης του παγκόσμιου κέντρου βάρους δυτικότερα στον Ατλαντικό, στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο περίμεναν τον θείο από την εξιδανικευμένη Αμερική να φέρει τα λυτρωτικά δολάρια ή τη θεία από το Σικάγο, που θα καλοπάντρευε τις ανιψιές, ενώ τα λαϊκά τραγούδια μιλούσαν ακόμα για την πίκρα στις φάμπρικες και στα ανθρακωρυχεία της Ευρώπης.

Σήμερα, τη θέση του «θείου από την Αμερική» έχει πάρει ο «καπετάνιος» της Cosco από την Κίνα, και εκείνη του μετανάστη εργάτη στα εργοστάσια της Γερμανίας και στα ανθρακωρυχεία του Βελγίου, ο μετανάστης γιατρός στα νοσοκομεία του βρετανικού ΕΣΥ και ο κάθε λογής επιστήμονας στην κοσμογονία που γίνεται στην Αραβική Χερσόνησο και στον Περσικό Κόλπο. Διότι, κοιτάζοντας τα πράγματα από την Ευρώπη, το παγκόσμιο κέντρο βάρους έχει μεταφερθεί ανατολικότερα. Και αν κάποιου η πυξίδα δεν λειτουργεί, παρά τα αλλεπάλληλα σκουντήματα, το ταρακούνημα της οικονομικής κρίσης δεν μπορεί παρά να την ξεκολλήσει, έστω και αν ο τρόπος ανάγνωσής της συχνά παραμένει προσκολλημένος στους όρους τού σε αποδρομή παρελθόντος.

Δεν είναι, όμως, μόνον η οικονομική κρίση -και το γεγονός ότι πλήττει κυρίως τις ΗΠΑ και την Ευρώπη- που σηματοδοτεί και εκφράζει το σταδιακό πέρασμα στον νέο διεθνή καταμερισμό ισχύος. Είναι και το κλείσιμο της σύντομης φάσης της μονοκρατορίας των ΗΠΑ, η εμφανής πλέον αντικατάσταση του μονοπολικού αμερικανοκεντρικού συστήματος από το από μακρού προβλεπόμενο (και για πολλούς προσδοκώμενο) πολυ-πολικό, την έλευση του οποίου δεν κατάφερε να εμποδίσει η μπουνταλάδικη (ευγενικός ο όρος) προσπάθεια της κυβέρνησης Μπους για την ενίσχυση της αμερικανικής επικυριαρχίας.

Πριν από μερικά χρόνια θα ήταν αδιανόητη η από κοινού αμφισβήτηση της αμερικανικής πολιτικής για το Ιράν εκ μέρους της Τουρκίας και της Βραζιλίας, με την πρωτοβουλία Ερντογάν - Λούλα για τα ιρανικά πυρηνικά καύσιμα. Μια πρωτοβουλία που εγγράφει υποθήκες για την ανέγερση δύο επί μέρους πόλων, αυτού της Τουρκίας, αλλά και, μέσω Βραζιλίας, του ευρύτερου πόλου των BRIC, δηλαδή των ανερχόμενων οικονομικών και πολιτικών δυνάμεων της Βραζιλίας, της Ρωσίας, της Ινδίας και της Κίνας, που εκπροσωπούν όλες τις ηπείρους, εκτός από την Αφρική και την Ωκεανία (αν και η Αυστραλία αναζητά ήδη τον ρόλο της ανάμεσά τους).

Την ώρα που, με τη βοήθεια της ελληνικής οικονομικής κερκόπορτας και την υποβοήθηση από τη σχεδόν αυτιστική έκφραση των γερμανικών εθνικισμών, η Ευρώπη αυτοκτονεί, τη θέση της ευρωπαϊκής επιρροής, της παγκόσμιας επικυριαρχίας του δυτικού πολιτισμού, που θεωρείται ότι ξεκίνησε από την αρχαία Ελλάδα, παίρνει σταδιακά ένας άλλος πολιτισμός, εξίσου παλιός, αν όχι παλιότερος, με αδιάλειπτη εξέλιξη 5.000 ετών στην Ασία, ο οποίος προκαλεί σταδιακά όλο και περισσότερες προσαρμογές διεθνώς και εγκαινιάζει μια αλλαγή ιμπεριαλιστή στην ιστορία του πολιτισμικού ιμπεριαλισμού.

Με την επιτάχυνση του χρόνου στον 21ο αιώνα, η πηγή του παλιού διεθνούς πολιτισμικού καθεστώτος, η Ευρώπη, βλέπει να περνάει εξαιρετικά γρήγορα, ακόμα και μέσα σε μία γενιά, η φάση που η Ελλάδα έζησε επί αιώνες. Η περίοδος δηλαδή κατά την οποία ο ευρωπαϊκός πολιτισμός (όπως κάποτε ο ελληνικός) και η διεθνής επιρροή του μεταλαμπαδεύτηκε και εξαπλώθηκε μέσω των ΗΠΑ (όπως κάποτε μέσω Ρώμης ή, αργότερα, στην ευρωπαϊκή Αναγέννηση). Η αυτάρεσκα αυτιστική Ευρώπη, εκτός ενδεχόμενων επαναστατικής κλίμακας εκπλήξεων, δείχνει ανίκανη να αντιδράσει.

Οι ΗΠΑ βρίσκονται σε καλύτερη θέση εκκίνησης για την αναζήτηση και διατήρηση σημαντικής θέσης στον νέο χάρτη των παγκόσμιων «πόλων». Αυτό, όμως, προϋποθέτει την ακόμα μεγαλύτερη πολιτισμική αποστασιοποίηση από τις ευρωπαϊκές καταβολές, την αναζήτηση μιας νέας fusion πολιτισμικής ταυτότητας, σε μια διαδικασία που έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια και επιταχύνεται συνεχώς, μετακινώντας το κέντρο βάρους των ΗΠΑ από τη στραμμένη προς τον Ατλαντικό και την Ευρώπη Ανατολική Ακτή προς τη Δυτική Ακτή του Ειρηνικού, με το Σαν Φρανσίσκο και το Σιάτλ να γίνονται σημαντικότερα από τη Νέα Υόρκη. Την ίδια πορεία που σαρώνει την παράδοση πολιτικής κυριαρχίας των WASP (Λευκοί, Αγγλοσάξονες, Προτεστάντες) στην Ουάσιγκτον με την εκλογή ενός Αφρο-Αμερικανού από τη Χαβάη (Ειρηνικός) στην προεδρία, που δείχνει να έχει αναλάβει αυτόν ακριβώς τον ρόλο, την ομαλότερη κατά το δυνατόν διαχείριση αυτής της μεταβατικής φάσης.

Τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά fusion Ανατολής και Δύσης, Ευρώπης και Ασίας, που ιστορικά διαθέτει η Ρωσία, όχι μόνο την κρατούν και αυτή στο παιχνίδι, αλλά και αρχίζουν να της δίνουν την αυξημένη αυτοπεποίθηση που χρειάζεται όχι μόνο για να εναντιωθεί στις ΗΠΑ (π.χ. Γεωργία και αναστροφή των «χρωματιστών» επαναστάσεων) αλλά και για να συνταχθεί κατά περίπτωση με την αμερικανική πολιτική, όπως τις τελευταίες μέρες με το Ιράν. Και, με πασιφανείς πλέον τις ξεροκέφαλες γερμανικές αγκυλώσεις, να ξεκινήσει εκστρατεία γοητείας προς την Ευρώπη, όπως το τελευταίο διάστημα προς την Πολωνία, για να ξεπεράσει τις ιστορικές αντιστάσεις απέναντι σε έναν ρωσικό ρόλο στην Ευρώπη.

Ανθιστάμενη στο δικό της ουσιαστικό εσωτερικό fusion, δέσμια εθνικιστικών ανασφαλειών και ιδεολογικών ναρθήκων πάσης φύσεως, η Ευρώπη δείχνει παραιτημένη στην παρακμιακή πορεία που την οδηγεί, όχι και τόσο μακροπρόθεσμα, στη θέση που μέχρι πρότινος είχαν οι πολιτισμικοί (άρα πολιτικοί και οικονομικοί) υποτελείς της. Κάτι ενδεχομένως αντικειμενικά δίκαιο, αν και μάλλον ελάχιστοι Ευρωπαίοι θα αποδεχθούν ως δίκαιη την κατάστασή τους.