Δευτέρα 26 Απριλίου 2010

Η μαστούρα της μεταπολίτευσης συναντά την πραγματικότητα

Ηταν μια Δευτέρα του 1981.
Πριν από λίγες ώρες είχε ανακοινωθεί το αποτέλεσμα των εκλογών που έφεραν για πρώτη φορά το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. Συνηθισμένο γεγονός, ένα μοτοποδήλατο με έναν νεαρό γενειοφόρο στο τιμόνι πήγαινε ανάποδα σε κάποιο μονόδρομο. Λίγο πιο ασυνήθιστη η αντίδρασή του στο βλέμμα αποδοκιμασίας: «Αυτά που ξέρατε ώς τώρα να τα ξεχάσετε. Από σήμερα έχουμε δημοκρατία»!

Καθυστέρησα λίγο να καταλάβω ότι κάποιος -προφανώς όχι ο μοναδικός- θεωρούσε τον Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας καταπιεστικό μηχανισμό της «επάρατης Δεξιάς», από το αφόρητο βάρος του οποίου τον λύτρωνε το εκλογικό αποτέλεσμα της προηγούμενης μέρας. Δικαιολογημένη ίσως η καθυστέρηση της αντίληψης, καθώς, αν και η είσοδός μου στη δημοσιογραφία συνέπεσε με τη μεταπολίτευση, το 1974, τα αναπόφευκτα συναισθηματικά κατάλοιπα μιας εφηβείας τραυματισμένης από τη χούντα και μιας μετεφηβείας θαμπωμένης από τη λάμψη των μεταπολιτευτικών ελπίδων δεν είχαν ακόμα επιτρέψει την αναγκαία αποστασιοποίηση που θα οδηγούσε στην πλήρη συνειδητοποίηση της διευρυνόμενης απόστασης που, από ένα σημείο και μετά, άρχισε να χωρίζει την ελληνική κοινωνία -και μάλιστα τα πλέον αθώα τμήματά της- από την πραγματικότητα.

Στην πρώιμη μεταπολιτευτική εποχή της αθωότητας (και της αφέλειας) η λέξη «λαμόγια» δεν ήταν ακόμα ιδιαίτερα γνωστή. Ακόμα και αργότερα, μέχρι σήμερα, συνδέθηκε περισσότερο με τα οικονομικά αδηφάγα κοράκια που λυμαίνονται το δημόσιο (κυρίως) χρήμα. Δεν αναγνωρίστηκε εγκαίρως η λαμογιά αυτών που λυμαίνονταν με άλλους, λιγότερο οικονομικά χυδαίους, τρόπους την ελληνική κοινωνία, αυτούς που άρπαξαν την ανακούφιση της μεταπολίτευσης για να ελέγξουν, να πνίξουν, να συντρίψουν μια ολόκληρη κοινωνία ώστε να χωρέσει στα κλουβιά του αρμέγματος. Και ακριβώς αυτή η έλλειψη αναγνώρισης επέτρεψε την παράκαμψη κάθε άμυνας, διέστρεψε τα πάντα και οδήγησε την ελληνική κοινωνία να διευρύνει σε χάος την απόσταση που τη χώριζε από τη συνειδητοποίηση της πραγματικότητας. Και, φυσικά, διευκόλυνε τα αναγνωρισμένα οικονομικά λαμόγια να κάνουν τη δουλειά τους, προσφέροντας στα άλλα, τα πολύ πιο επικίνδυνα, τον απαραίτητο αντιπερισπασμό.

Διότι, «λαμόγια» άφησαν τον νεαρό με το μηχανάκι να πιστεύει ότι ο ΚΟΚ που, για κάποιο λόγο, εκείνος βίωνε ως ιδιαιτέρως καταπιεστικό δεν είχε θέση στη δημοκρατία. Και δεν φταίνε μόνον εκείνοι που επέτρεψαν σε όλο και μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής κοινωνίας να πιστεύει ότι «δημοκρατία έχουμε, ό,τι θέλουμε κάνουμε». Φταίνε αυτοί που σκοπίμως ποτέ δεν φρόντισαν να της εξηγήσουν τι ακριβώς σημαίνει «νόμος είναι το δίκιο του εργάτη» για να εκμεταλλευτούν την άγνοιά της χαϊδεύοντας θεμιτά και αθέμιτα συμφέροντα, ανάγκες και απωθημένα. Εκείνοι που, γνωρίζοντας ότι «η θρησκεία είναι το όπιο του λαού», βύθιζαν μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας στη βαρειά μαστούρα της δικής τους πίστης. Ολοι εκείνοι που, σωστά μεν, διαβεβαίωναν πως «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός», απέφευγαν όμως να ενημερώσουν για το κόστος της μετάβασης, πόσω μάλλον για τις δυσκολίες της διαδρομής. Οσοι διά πράξεων ή παραλείψεων, κατέστησαν «αυτονόητες» συμπεριφορές βασισμένες στη βολική αντίληψη ότι κάθε πρόβλημα λύνεται απλώς με μια διαδήλωση και μια συναυλία ή ότι το κλείσιμο κάποιου δρόμου αποτελεί πλουτοπαραγωγική δραστηριότητα που εντάσσεται στον ετήσιο προϋπολογισμό.

Χειρότεροι απ' όλους, εκείνοι που, ενώ είχαν γνώση της πραγματικότητας σε έναν κόσμο όπου μια χώρα αποτελεί κόκκο άμμου, όχι μόνον απέφυγαν να ενημερώσουν οι ίδιοι την ελληνική κοινωνία, αλλά φρόντισαν να ξεσκίσουν οποιονδήποτε προσπαθούσε να το κάνει. Εκείνοι που ερμήνευσαν τον κόσμο με όρους δικαίου και αδίκου, αποφεύγοντας όμως επιμελώς να περιγράψουν την πραγματικότητά του. Ακόμα χειρότεροι, εκείνοι που καλλιέργησαν την άποψη ότι ο πολίτης είναι ανεύθυνος, ότι ακόμα και για τις ατομικές πράξεις που τραυματίζουν βάναυσα την κοινωνία ευθύνεται κάποια νεφελώδης μεταφυσική οντότητα και ότι η κοινωνία δεν έχει ευθύνη και δεν καταβάλλει το τίμημα για τις επιλογές της.

Οσοι δεν ενημέρωσαν εγκαίρως την κοινωνία ότι οι κερδοσκόποι ανέκαθεν αποτελούσαν και αποτελούν μέρος του τοπίου, ότι οι παροχές είναι προσωρινές όταν προέρχονται από δανεικά, ότι η παραγωγή χρήματος δεν είναι απλώς θέμα τυπογραφείου, ότι, αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στα παραμύθια, στον πραγματικό κόσμο δεν επιβραβεύονται πάντα η αρετή και το δίκαιο. Και, βέβαια, εκείνοι που δεν εξήγησαν τη διαφορά ανάμεσα στο δίκαιο και στο υστερόβουλο ατομικό συμφέρον.

Λαμόγια είναι όλοι εκείνοι που στέρησαν από την ελληνική κοινωνία το δικαίωμα της επιλογής, στερώντας της τις πληροφορίες εκείνες που θα της επέτρεπαν να αποφασίσει με βάση την πραγματικότητα και στέλνοντάς τη χωρίς χάρτες σε δύσκολη πορεία σε κακοτράχαλο έδαφος. Και, βέβαια, όσοι υποσχέθηκαν να πολεμήσουν μέχρι την τελευταία ρανίδα του αίματος των άλλων.

Τεράστια η ευθύνη και όσων ήξεραν και δεν ενημέρωσαν. Των δημοσιογράφων που δεν σιτίζονταν από τα πρυτανεία των κομμάτων και του κομματικού κράτους και δεν μαστούρωναν ψέλνοντας μέσα στα θυμιάματα των όποιων ιδεολογικών εκκλησιών. Οσων από εμάς που, αν και ελεύθεροι από συναισθηματικές παρωπίδες και μεταφυσικές αναπηρίες, φοβηθήκαμε να αντιμετωπίσουμε το στραβοκοίταγμα του συναδέλφου μας στο διπλανό γραφείο, αισθανθήκαμε αδύναμοι απέναντι στον πόλεμο των κομματικών στρατών και την αντίδραση μιας κοινωνίας που επιλέγει να πιστεύει το ψέμα της προπαγάνδας, καθώς αυτό μπορεί να χτιστεί και να προσαρμοστεί στα συμφέροντα και τις προκαταλήψεις της, ενώ απορρίπτει τη δυσάρεστη αλήθεια που δεν πλάθεται.

Το σπάσιμο του παραμορφωμένου κουκουλιού, που χτίστηκε μετά τη μεταπολίτευση στην Ελλάδα ήταν αναπόφευκτο. Η διαρκής σύγκρουσή του με την πραγματικότητα καθιστούσε αναπόφευκτη μια κρίση σαν την τρέχουσα. Οι διαχειριστές της κρίσης, αυτοί που έτυχε να μείνουν όρθιοι τη δεδομένη στιγμή στο παιχνίδι με τις «μουσικές καρέκλες», έχουν περιορισμένες επιλογές, τύπου προσφυγής σε «πακέτα σωτηρίας» της Ε.Ε. και του ΔΝΤ, κήρυξης στάσης πληρωμών, αναδιάταξης του χρέους ή μετατροπής της Ελλάδας σε περίκλειστη από τσιμεντένια πολυβολεία Αλβανία του Εμβέρ Χότζα.

Τίποτα απ' αυτά δεν μπορεί να ξεπεράσει την κρίση, παρά μόνο να κερδίσει, περισσότερο ή λιγότερο, χρόνο. Μέχρι να ολοκληρωθεί και να εκφραστεί καθαρτήρια η ήδη διαφαινόμενη συνειδητοποίηση εκ μέρους της κοινωνίας που τροφοδοτεί την οργή κατά του συνόλου του πολιτικού συστήματος και όχι μόνο κατά των κομμάτων εξουσίας.

Τρίτη 13 Απριλίου 2010

Η Γερμανία, ο Κατσίνσκι, η Ρωσία και το ΔΝΤ

Η συμφωνία για τη στήριξη της Ελλάδας από τις χώρες της ευρωζώνης και το ΔΝΤ.
Η ανατροπή της κυβέρνησης στην Κιργιζία. Η πτώση του αεροσκάφους του προέδρου της Πολωνίας, Λεχ Κατσίνσκι, στη Ρωσία. Η υπογραφή στην Πράγα της συμφωνίας ΗΠΑ - Ρωσίας για τον περιορισμό των πυρηνικών όπλων. Η έναρξη κατασκευής του αγωγού φυσικού αερίου Νορντ Στριμ. Οι Γερμανοί στρατιώτες στο Αφγανιστάν που σκότωσαν την περασμένη εβδομάδα κατά λάθος πέντε Αφγανούς στρατιώτες... Μερικά γεγονότα που δεν είναι καθόλου άσχετα μεταξύ τους, ιδίως όταν προστίθεται σ' αυτά η συγκολλητική ουσία της έλλειψης σύγχρονων ιδεολογικών κατασκευών, που θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν, να απορροφήσουν, να ελέγξουν και να εκφράσουν βαθειές συναισθηματικές φορτίσεις.

Η κατάρρευση του διεθνούς περιβάλλοντος, που δημιούργησε η λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, και διατήρησε η κατάψυξη του Ψυχρού Πολέμου ξεκίνησε πριν από 25-30 χρόνια. Ισως όχι και τόσο περίεργο είναι το γεγονός ότι στο επίκεντρο της σημερινής, δεύτερης μεταβατικής φάσης, βρίσκονται οι ίδιες χώρες που πρωταγωνίστησαν στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο: η Γερμανία και η Ρωσία, με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές δυνάμεις να αντιδρούν στη δυναμική που αυτές δημιουργούν και κάποιες, όπως η Ελλάδα στην παρούσα φάση, να προσφέρονται παρανάλωμα στον ρόλο του καταλύτη, όπως στη δεκαετία του 1930 η Τσεχοσλοβακία και, εν τέλει, η Πολωνία.

Στις 19 Μαρτίου, στο Βερολίνο, ο υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, δήλωσε ξεκάθαρα αυτό που πριν από είκοσι χρόνια προκαλούσε ανατριχίλα στη Μάργκαρετ Θάτσερ και τον Φρανσουά Μιτεράν: «Τη δεκαετία του '90, μετά την επανένωση (της Γερμανίας) όλοι οι Ευρωπαίοι είπαν ότι η Γερμανία θα έπρεπε, επιτέλους, να γίνει μια φυσιολογική χώρα... Σήμερα η Γερμανία είναι μια φυσιολογική χώρα και μερικοί εξακολουθούν να μην είναι ευχαριστημένοι...»

Οπως κάθε «φυσιολογική» χώρα, η Γερμανία φροντίζει πλέον το συμφέρον της, όπως το βλέπει η ίδια, αντί να προσπαθεί συνεχώς να εξιλεωθεί για το παρελθόν της, με τον ίδιο τρόπο που στέλνει πλέον γερμανικές στρατιωτικές δυνάμεις στο Αφγανιστάν ή αλλού, αντί να εξορκίζει οτιδήποτε θα μπορούσε να θυμίσει τον γερμανικό μιλιταρισμό.

Η ελληνική κρίση ήρθε, ίσως, λίγο πρόωρα. Σε συνδυασμό με την ευρύτερη διεθνή οικονομική κρίση, ανάγκασε τη Γερμανία να δείξει το νέο «φυσιολογικό» πρόσωπο πριν να είναι πλήρως έτοιμη να προβάλει την οικονομική της αποτελεσματικότητα, όχι πλέον ως υποστήριγμα του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, αλλά ως οδοστρωτήρα που θα της εξασφαλίσει την ασφάλεια ενός οικονομικού «Lebensraum», αντί του φυσικού που αναζητούσε κάποτε ο γερμανικός εθνικισμός - αντίδοτο στην ιστορική ανασφάλεια μιας στρατηγικά εκτεθειμένης θέσης στο μέσον της μεγάλης ευρωπαϊκής πεδιάδας, ανάμεσα σε δυνάμεις όπως η Γαλλία από τη μία και η Ρωσία από την άλλη.

Παρόμοια γεωγραφική συγκυρία, η εκτεθειμένη θέση στην πεδιάδα ανάμεσα σε δύο κατ' επανάληψη επιθετικές δυνάμεις, τη Γερμανία και τη Ρωσία, τροφοδοτεί τη μόνιμη αγωνία της Πολωνίας και τον συνακόλουθο πολωνικό εθνικισμό (μόνιμο σύμπτωμα και αποτέλεσμα της ανασφάλειας) που εξέφραζε στη φάση αυτή ο πρόεδρος της Πολωνίας, Λεχ Κατσίνσκι. Ηδη στην Πολωνία, εν μέσω θύελλας θεωριών συνωμοσίας, μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης θεωρεί από πιθανό ώς βέβαιο ότι για δεύτερη φορά στο ίδιο μέρος, στο Κατίν, η Ρωσία εξόντωσε την πολωνική πατριωτική ελίτ, που θα μπορούσε να αντισταθεί στα μελλοντικά της σχέδια κατά του πολωνικού λαού. Κάποιοι θυμούνται ακόμα και μέχρι τώρα ανεξιχνίαστη πτώση στο Γιβραλτάρ του αεροσκάφους που μετέφερε τον πρόεδρο της εξόριστης πολωνικής κυβέρνησης κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, στρατηγό Σικόρσκι, μαζί με τη θεωρία ότι επρόκειτο για δολοφονία, προκειμένου να απομακρυνθεί ένα σημαντικό εμπόδιο στο μεταπολεμικό «ξεπούλημα» της Πολωνίας στην ΕΣΣΔ.

Η σταδιακή μετατροπή της Γερμανίας σε «φυσιολογική» χώρα δεν μπορεί παρά να ενισχύσει τη βιωματικά εδρασμένη ανησυχία της Πολωνίας, ιδίως αν συνδυαστεί με τη σταθερή σύσφιγξη των σχέσεων του Βερολίνου με τη Μόσχα, που ξύνει τους πολωνικούς εφιάλτες. Η σύμπτωση, στις 9 Απριλίου, της επίσημης τελετής έναρξης κατασκευής του αγωγού φυσικού αερίου Νορντ Στριμ που μεταφέρει, μέσω της Βαλτικής, φυσικό αέριο από τη Ρωσία απευθείας στη Γερμανία παρακάμπτοντας όχι μόνο την Ουκρανία και τις χώρες της Βαλτικής, αλλά και την Πολωνία, κάθε άλλο παρά βοηθά στον κατευνασμό των πολωνικών φόβων και ανησυχιών για έναν νέο γερμανο-ρωσικό άξονα.

Οι φόβοι αυτοί ενισχύονται από την όλο και μεγαλύτερη επίδειξη αυξανόμενης ρωσικής αυτοπεποίθησης. Μόλις την περασμένη εβδομάδα η Ρωσία έδειξε, στην περίπτωση της Κιργιζίας, ότι είναι και αυτή πλέον σε θέση να υποθάλπει «χρωματιστές» επαναστάσεις, λίγο καιρό από τότε που πέτυχε την ακύρωση των αποτελεσμάτων της αμερικανόπνευστης «χρωματιστής» επανάστασης στην Ουκρανία.

Το γεγονός ότι στην υπόθεση της «ελληνικής κρίσης» η Πολωνία ήταν μάλλον υποστηρικτική στις θέσεις της Γερμανίας για σκληρή στάση απέναντι στην Ελλάδα και γενικά απέναντι στους παραβάτες της δημοσιονομικής πειθαρχίας βασίζεται σε μια ευαίσθητη άσκηση ισορροπίας ανάμεσα στις πάγιες ευαισθησίες της Πολωνίας και τον συγκυριακό προσανατολισμό της προς τον οικονομικό φιλελευθερισμό, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων οικονομικού δαρβινισμού που περιλαμβάνει. Ο θάνατος του Κατσίνσκι και οι προεδρικές εκλογές που θα ακολουθήσουν μπορεί να πυροδοτήσουν μια αλλαγή αυτής της ισορροπίας.

Μπορεί στην Πολωνία η ανασφάλεια, άρα και ο εθνικισμός, να είναι πιο έντονα. Ομως, η νεοπαγής «φυσιολογική» αυτοπεποίθηση της Γερμανίας και η σχέση της με την επίσης αυξανόμενη «αυτοπεποίθηση» της Ρωσίας προκαλούν ρίγη ανησυχίας και σε άλλα μέρη της Ευρώπης. Κλασική αντίδραση, η αναθέρμανση, ύστερα από μια περίοδο στην κατάψυξη, επιθυμιών για ενεργό ρόλο των ΗΠΑ στην Ευρώπη ως εγγύηση της ευρωπαϊκής ασφάλειας. Και δεν πρέπει να ξεχνά κανείς ότι το ΔΝΤ είναι ένας «αμερικανοκρατούμενος» θεσμός.

Στη φάση αυτή η Γερμανία είναι ίσως ανέτοιμη να ξεσηκώσει περισσότερες ευρωπαϊκές ανησυχίες. Στη λογική αυτή κάποιος συμβιβασμός στο θέμα της «ελληνικής κρίσης» μπορεί να συνδυαστεί με την αναγνώριση ευρωπαϊκού ρόλου για το ΔΝΤ. Οχι τόσο με την έννοια της σκληρής τιμωρίας για κάθε άσωτο, αλλά με την έννοια του καταπραϋντικού βαθύτερων ανησυχιών.