Δευτέρα 25 Μαΐου 2009

Το δημοκρατικό έλλειμμα δεν είναι μόνο ευρωπαϊκό

Την τελευταία φορά, το ενδιαφέρον για εκλογές εκτός εθνικών ορίων ήταν συγκλονιστικό, η αγωνία έσφιγγε ολόκληρη την Ευρώπη και το αποτέλεσμα πυροδότησε οπαδικές εκρήξεις χαράς σε όποιες πλατείες ευρωπαϊκών πόλεων είχαν στηθεί γιγαντοοθόνες.

Οι Ευρωπαίοι πολίτες ήξεραν -ή έστω πίστευαν- ότι το αποτέλεσμα των εκλογών είχε μεγάλη σημασία για το μέλλον τους.

Σε αντίθεση με τις αμερικανικές εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου, οι επικείμενες ευρωεκλογές ελάχιστα ενδιαφέρουν τους Ευρωπαίους πολίτες, με εξαίρεση εκείνους που, μέσω αυτών, έχουν να στείλουν μηνύματα με την ελπίδα ότι αυτή τη φορά θα μπορέσουν να διαπεράσουν τον έμφυτο αλλά και καλά γυμνασμένο παχυδερμισμό των κυρίαρχων εθνικών πολιτικών δυνάμεων που συνήθως κάνουν ότι δεν ακούν. Πέραν αυτού, ουδέν.

Για την ανά τετραετία προϊούσα αδιαφορία των Ευρωπαίων πολιτών για τις ευρωεκλογές (φέτος μόνο το 30% είναι ο κοινοτικός μέσος όρος των ενδιαφερομένων) έχει κατηγορηθεί κατά κόρον το «δημοκρατικό έλλειμμα» της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Από εκεί προκύπτει το -αφελές αν δεν είναι ρητορικό- ερώτημα, γιατί η αδιαφορία των Ευρωπαίων ψηφοφόρων να αυξάνεται σήμερα που το Ευρωκοινοβούλιο, δηλαδή οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι, έχει αποκτήσει μεγαλύτερες αρμοδιότητες, ακόμα και το δικαίωμα βέτο σε ορισμένες περιπτώσεις. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι λίγο μετά τη συγκρότησή του, το νέο Ευρωκοινοβούλιο μπορεί να ασκήσει βέτο στη δεύτερη θητεία του Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο στην προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Αν μάλιστα η Ιρλανδία επικυρώσει τη συνθήκη της Λισαβόνας σε ένα καινούργιο δημοψήφισμα μέχρι το τέλος του χρόνου, ίσως κληθεί να ψηφίσει και για τον νέο πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αυτόν που θα αντικαταστήσει τη σημερινή κυλιόμενη εξαμηνιαία προεδρία της Ε.Ε., ίσως και τον νέο «υπουργό Εξωτερικών» της Ευρωπαϊκής Ενωσης που θα πάρει τη θέση του σημερινού ύπατου εκπροσώπου εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας, Χαβιέρ Σολάνα.

Ομως, οι πάντες γνωρίζουν ότι ο μέγας Ποντίφιξ (γεφυροποιός) των Αζορών και νυν Μπαρόζο ο Εντρομος (φοβάται ακόμα και τη σκιά του, βλέποντας παντού τρομοκράτες έτοιμους να τον σκοτώσουν) φυτεύτηκε στην ηγεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής λόγω της εξυπηρέτησης προς τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζορτζ Μπους, και τις παραφυάδες του στην Ευρώπη (δες Τόνι Μπλερ) με τη σκηνοθεσία της συνάντησης των Αζορών προκειμένου να προωθηθεί η εισβολή στο Ιράκ. Οι ίδιοι (οι πάντες) ξέρουν ότι παρόμοια πορεία ακολούθησε και ο Χαβιέρ Σολάνα, δίνοντας εξετάσεις προ δεκαετίας ως γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, την εποχή που οι ΝΑΤΟϊκές βόμβες έπεφταν στη ραδιοτηλεόραση του Βελιγραδίου. Γνωρίζουν ότι την περασμένη εβδομάδα ο Σολάνα συνόδευε τον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, στην περιοδεία του στα Βαλκάνια, αόρατος έστω και ως ξεναγός. Και ξέρουν ότι ο Αμερικανός αντιπρόεδρος και όχι ο Ευρωπαίος εκπρόσωπος (και αν το έκανε ποιος θα του έδινε σημασία) διαβεβαίωνε για στήριξη της πορείας των βαλκανικών χωρών προς την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Ξέρουν ακόμα ότι η ψήφος τους στις ευρωεκλογές δεν θα αλλάξει πολλά πράγματα ακόμα και εκεί που το Ευρωκοινοβούλιο έχει αποκτήσει κάποιες ουσιαστικές αρμοδιότητες, καθώς, όπως και στα εθνικά Κοινοβούλια, οι αποφάσεις δεν λαμβάνονται απαραίτητα στην αίθουσα της Ολομέλειας αλλά πολύ συχνά στα κομματικά γραφεία. Το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα έχει ήδη εκφράσει την υποστήριξή του προς τον Μπαρόζο, που προσπαθεί να μην ενοχλήσει κανέναν, δηλαδή να μην κάνει το παραμικρό. Την υποστήριξή τους στο πρόσωπό του έχουν εκφράσει ήδη ανοιχτά και οι Σοσιαλιστές Ισπανίας, Πορτογαλίας και Βρετανίας (και όχι τόσο ανοιχτά οι υπόλοιποι), κάτι που σημαίνει ότι είναι βέβαιο πως και το Κόμμα Ευρωπαίων Σοσιαλιστών δεν πρόκειται να προτείνει εναλλακτικό υποψήφιο.

Πέραν όλων αυτών, η ανυπαρξία ευρωπαϊκών κομμάτων (εκτός ίσως του «αντιευρωπαϊκού» Λίμπερτας, που όμως δεν κατάφερε να αναπτυχθεί πανευρωπαϊκά, όπως σχεδίαζε) σημαίνει ότι η ψήφος στις ευρωεκλογές σηκώνει όλο το φορτίο των εθνικών πολιτικών διαρθρώσεων και της διευρυνόμενης (αλλού περισσότερο αλλού λιγότερο) διάστασής τους από τη ζωντανή κοινωνική πραγματικότητα. Τα σκάνδαλα στην Ελλάδα και η αγανάκτηση με τους λογαριασμούς των βουλευτών στη Βρετανία, η ευρύτερη απαξίωση της «κομματικής» πολιτικής, μετράνε πολύ περισσότερο από αναφορές στο Ευρωκοινοβούλιο, ακόμα και όταν αυτές ξεπερνάνε διαβεβαιώσεις τύπου «η πολιτική είναι προσφορά» με τις οποίες ατυχείς διορισμένοι από τα κόμματα ευρωβουλευτές απαντάνε αναγκαστικά σε ερωτήσεις σχετικά με την παραμονή τους ή όχι στις Βρυξέλλες, γνωρίζοντας και οι ίδιοι ότι έτσι τροφοδοτούν τη σαρκαστική φαντασία της πλειονότητας των ακροατών τους.

Ως αντίδραση στην εθνική και όχι στην ευρωπαϊκή ασφυξία, η ψήφος στις ευρωεκλογές ανέκαθεν προωθούσε νέες πολιτικές εκφράσεις. Το 1984 έδωσε την πρώτη εκλογική επιτυχία στο γαλλικό Εθνικό Μέτωπο του Ζαν Μαρί Λεπέν και στους Πράσινους της Γερμανίας. Το 2004 πρόσφερε στο βρετανικό Κόμμα της Ανεξαρτησίας την πρώτη σημαντική κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Οι πολιτικές αυτές δυνάμεις, κάνοντας το ντεμπούτο τους στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή, ακολούθησαν στη συνέχεια αρκετά σημαντική πορεία στο εθνικό πολιτικό τοπίο των χωρών τους.

Με αυτή τη λογική, ίσως οι ευρωεκλογές αποτελούν μια ευκαιρία προόδου, με την έννοια της εισαγωγής νέων παραμέτρων, όσο μικρή, δειλή και ατελής και αν είναι. Διότι δίνει μια, έστω ελάχιστη, ευκαιρία να σπάσει ο συντηρητικός νάρθηκας των κατεστημένων πολιτικών εκφράσεων που, με νύχια και με δόντια, προσπαθούν να διατηρήσουν παγωμένο το πολιτικό τοπίο αποτρέποντας με κάθε μέσο την είσοδο νέων παικτών στο κεντρικό γήπεδο.