Δευτέρα 27 Απριλίου 2009

Οι 100 μέρες για «την ψυχή» των ΗΠΑ

Κανείς δεν θα μπορούσε να ικανοποιήσει όλες τις προσδοκίες ή να επουλώσει όλες τις πληγές, πόσω μάλλον μέσα σε 100 μέρες.

Καθώς ο Μπαράκ Ομπάμα συμπληρώνει αυτή την εβδομάδα 100 μέρες στον Λευκό Οίκο, έχει κάνει περισσότερα μέσα στο χρονικό αυτό διάστημα από οποιονδήποτε άλλο πρόεδρο των ΗΠΑ στο αντίστοιχο χρονικό διάστημα της πρώτης προεδρικής του θητείας. Ομως δεν είναι αρκετό για να εξαφανίσει το αίσθημα του ανικανοποίητου που εξακολουθεί να αιωρείται στις ΗΠΑ και διεθνώς.

Είναι αλήθεια ότι σε μερικές χώρες, όπως στην Ελλάδα, ένας πρόεδρος των ΗΠΑ θα χαρακτηριζόταν ανεπιφυλάκτως καλός, μόνον αν, στις πρώτες μέρες, αν όχι τις πρώτες ώρες μετά την ανάληψη της εξουσίας, ανακοίνωνε την πλήρη διάλυση της Ενωσης. Αν δηλαδή γινόταν ένας στιγμιαίος Γκορμπατσόφ, χωρίς τις καθυστερήσεις και τις ατελέσφορες προσπάθειες του τελευταίου προέδρου της ΕΣΣΔ να σώσει ό,τι μπορούσε να σωθεί στη χώρα του.

Το ενδιαφέρον είναι ότι για κάποιους συμπατριώτες του ο Ομπάμα κάνει ακριβώς αυτό. Βάζει τις ΗΠΑ στον δρόμο της καταστροφής. Οι ίδιοι που έκλαιγαν (στην κυριολεξία!) όταν το Κογκρέσο περνούσε τα μέτρα για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης και εκείνοι θεωρούσαν ότι η χώρα παραδίδεται στον κομμουνισμό, βλέπουν τώρα την καταστροφή να έρχεται και τους εχθρούς να περνάνε μέσα από τα τείχη, με την υπόθεση της επίσημης αποκάλυψης έστω και υπό όρους, έστω και μέρους, των βασανιστηρίων που είχε εγκρίνει η κυβέρνηση Μπους. Πόσω μάλλον όταν αρχίζει να διαφαίνεται το ενδεχόμενο άσκησης ποινικών διώξεων στελεχών των κυβερνήσεων Μπους.

Στην περίπτωση αυτήν ο Μπαράκ Ομπάμα, αν και κατ' αρχήν πρόθυμος να αποκαλύψει τον εγκληματικό αμοραλισμό της περιόδου Μπους, αν μη τι άλλο για να σηματοδοτήσει και να διακηρύξει διεθνώς την αλλαγή, δείχνει να σύρεται από τη δυναμική που αναπτύσσεται στο ενδεχόμενο άσκησης ποινικών διώξεων, κάτι που αρχικά ίσως δεν επιθυμούσε.

Μια παρόμοια εικόνα ή μάλλον την αίσθηση ότι η πολιτική Ομπάμα δεν είναι πλήρως διαμορφωμένη και ότι σε μεγάλο βαθμό αποτελείται από αυτοσχεδιασμούς (που κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά συχνά δοκιμάζονται από την πραγματικότητα) δίνουν πολλά από τα συστατικά της, ιδίως σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική. Χαρακτηριστική η περίπτωση της πρώτης ευρωπαϊκής επίσκεψής του, κατά την οποία η υποστήριξη των Ευρωπαίων για το Αφγανιστάν ήταν χλιαρότερη του αναμενόμενου, κάτι που, όπως περιγράφει στην «Ε» του περασμένου Σαββάτου ο Δημήτρης Δήμας, οδήγησε τον Ομπάμα σε μια σχεδόν παρορμητική και μεγαλύτερη του προσχεδιασμένου αναβάθμιση του ρόλου της Τουρκίας.

Μια διαφορετική οπτική θα αντικαθιστούσε τις λέξεις «αυτοσχεδιασμός» και «παρόρμηση», με τις «ευελιξία» και «προσαρμοστικότητα», κάτι που ενδεχομένως θα ήταν πιο κοντά στην πραγματικότητα και τις προκλήσεις που διαμορφώνει ένα ριζικά διαφορετικό περιβάλλον.

Κατ' αρχάς, ό,τι και να κάνει ο Μπαράκ Ομπάμα για να αποκαταστήσει το ηθικό κύρος και τον διεθνή ρόλο των ΗΠΑ, αυτό που οι Αμερικανοί αρέσκονται να χαρακτηρίζουν «αμερικανική ηγεσία», έχει να αντιμετωπίσει τα νέα αντισώματα που έχει δημιουργήσει στη διεθνή κοινότητα ο εμβολιασμός της με δύο δόσεις αμερικανικής προεδρίας του Τζορτζ Μπους. Στη συνέχεια έχει να αντιμετωπίσει έναν αμερικανικό πολιτικό πολιτισμό, που παραδοσιακά αντιστέκεται σε οποιονδήποτε συμβιβασμό απαιτείται για την ανάληψη συλλογικών πρωτοβουλιών σαν και αυτές που απαιτούνται στις σημερινές συνθήκες.

Ταυτοχρόνως, η εκκίνηση του σημερινού οικονομικού χάους από τις ΗΠΑ ή από τις αμερικανικής εμπνεύσεως οικονομικές πρακτικές αποδυναμώνει θεαματικά κάθε ιδέα «αμερικανικής ηγεσίας» στη διεθνή οικονομία. Η ανάδυση άλλων ισχυρών διεθνών παικτών, όπως η Ευρωπαϊκή Ενωση και η Κίνα, μειώνει τη σχετική ισχύ των ΗΠΑ. Η δημιουργία και σταθεροποίηση περιφερειακών οργανισμών και θεσμών, στους οποίους οι ΗΠΑ ούτε καν συμμετέχουν, ιδίως σε περιοχές που θα πρωταγωνιστήσουν στο μέλλον, όπως η Ασία, δυσχεραίνουν τους χειρισμούς της Ουάσιγκτον.

Ομως, η πορεία σε όλους τους τομείς θα κριθεί, κατά πάσαν πιθανότητα, από την έκβαση δύο διαδικασιών που αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε εξέλιξη. Η μία αφορά το εσωτερικό των ΗΠΑ και είναι η διαδικασία «για να ξαναβρούμε την ψυχή της χώρας μας», όπως γράφει στους «Τάιμς της Νέας Υόρκης» ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν. Είναι η υπόθεση του Γκουαντάναμο, των βασανιστηρίων, του απόλυτου αμοραλισμού που συνεχίζει να εκφράζει ο πρώην αντιπρόεδρος Ντικ Τσένι, επιμένοντας ότι τα βασανιστήρια νομιμοποιούνται εκ του αποτελέσματος, δηλαδή από τις πληροφορίες που αποκτήθηκαν. Χωρίς την αίσθηση κάποιας, έστω ατελούς, κάθαρσης, οποιαδήποτε προσπάθεια «ηγεσίας» των ΗΠΑ ξεκινά υπονομευμένη.

Η δεύτερη διαδικασία αφορά το διεθνές πεδίο και είναι αυτή που βρίσκεται σε εξέλιξη στο Πακιστάν και στην περιοχή γύρω του. Η πολιτική των ΗΠΑ έχει οδηγήσει την κυβέρνηση της χώρας να πλησιάζει την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η κυβέρνηση Καρζάι στο Αφγανιστάν, που στην πραγματικότητα απλώνει την εξουσία της στην Καμπούλ (και όχι σε όλες τις γειτονιές της). Μόλις την περασμένη εβδομάδα, οι Ταλιμπάν, ελέγχοντας ουσιαστικά για όσο διάστημα ήθελαν πόλη 80 χιλιόμετρα από το Ισλαμαμπάντ, έκαναν μια επίδειξη της ικανότητάς τους να ασκούν μεγαλύτερο έλεγχο από αυτόν της πακιστανικής κυβέρνησης.

Το Πακιστάν και η χώρα που αποτελεί το «στρατηγικό βάθος του», το Αφγανιστάν, αποτελούν αυτή τη στιγμή κομβικό σημείο για τις διεθνείς εξελίξεις, άρα και για την αμερικανική πολιτική. Δεν είναι μόνο το ότι διαθέτει πυρηνικά όπλα ως αντίβαρο στα πυρηνικά της Ινδίας. Είναι το ότι η εξομάλυνση της κατάστασης στην περιοχή είναι αποφασιστικής σημασίας για την πορεία όλων των κρίσιμων εξελίξεων στην περιοχή που ορίζεται από την Κεντρική Ασία και τους δύο ωκεανούς, τον Ινδικό και τον Ειρηνικό. Εκεί που οι πάντες και όχι μόνον οι ΗΠΑ θα δοκιμαστούν στο μέλλον. Και ελπίζεται η δοκιμασία να είναι μόνον πολιτική.


Δευτέρα 6 Απριλίου 2009

Η αμοιβαιότητα και το μέλλον του ΝΑΤΟ

Η Ελλάδα αποφασίζει να πάρει μέτρα τόνωσης για τη ραχοκοκκαλιά της ευρωπαϊκής οικονομίας, την αυτοκινητοβιομηχανία, έστω και αν η ίδια δεν παράγει αυτοκίνητα.

Η Τουρκία καταλήγει τελικά να ψηφίσει ως νέο γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ τον Αντερς Φογκ Ρασμούσεν, αίροντας τις όποιες επιφυλάξεις προέβαλε, ειλικρινά ή προσχηματικά.

Και στις δύο περιπτώσεις η λέξη-κλειδί είναι αυτή που χαρακτηρίζει κάθε μορφή διεθνούς (ή άλλης) σχέσης, η «αμοιβαιότητα», αυτό που κάποιοι θα έλεγαν «το ένα χέρι νίβει το άλλο και τα δυο το πρόσωπο» ή θα χαρακτήριζαν ως «παζάρι».

Κάποιες φορές, όπως στην περίπτωση της Τουρκίας και του νέου γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, η «αμοιβαιότητα» έχει άμεσο χαρακτήρα, όπως δείχνει και η δήλωση του Μπαράκ Ομπάμα στην Πράγα έπειτα από λίγες ώρες, και έτσι το παζάρι γίνεται πιο σκληρό και χυδαίο. Η μία ή η άλλη πλευρά (μερικές φορές και οι δύο) απαιτεί να της καταβληθεί αμέσως και «στο χέρι» το αντίτιμο και «υποχωρεί» μόνον όταν και η άλλη πλευρά αποδείξει ότι οι υποχωρήσεις είναι όντως «αμοιβαίες».

Σε άλλες περιπτώσεις, όπως αυτή της Ελλάδας και της Ε.Ε., η ατμόσφαιρα είναι σαφώς πιο κομψή και πολιτισμένη. Η υποχώρηση ή η προσφορά της μίας πλευράς δεν γίνεται απαραίτητα με την προσδοκία άμεσου ανταποδοτικού οφέλους. Συχνά χρησιμοποιείται για να δείξει καλή θέληση, για να οικοδομήσει ένα θετικό κλίμα ή για να διώξει την αρνητική ενέργεια που έχει συσσωρευθεί. Οσο για το αντίτιμο, όποτε και αν έρθει, η αξία του είναι σχετική και εξαρτάται από τη σημασία που έχει για την κάθε πλευρά τη συγκεκριμένη στιγμή.

Αυτό το κλίμα κομψής «αμοιβαιότητας», που συχνά εκχυδαΐζεται σε παζάρι, επέτρεψε στο ΝΑΤΟ να γιορτάσει το Σάββατο τα 60ά γενέθλιά του. Κανονικά, με την αρτιμέλειά του να αποκαθίσταται με την επιστροφή της Γαλλίας στο στρατιωτικό σκέλος και με την είσοδο δύο νέων μελών, της Αλβανίας και της Κροατίας, η γιορτή θα έπρεπε να είναι μια έκρηξη χαράς. Η ξινίλα της Αγγέλας Μέρκελ απέναντι στον αγενώς τηλεφωνούντα Μπερλουσκόνι, τα τσαλιμάκια της Τουρκίας για τον γενικό γραμματέα, οι διαδηλώσεις στο Στρασβούργο και τη γειτονική γερμανική Κελ δεν θα μπορούσαν να καλύψουν το πανηγύρι για μια Συμμαχία που στα 40 της κέρδισε τον Ψυχρό Πόλεμο, για να αποδειχθεί στη συνέχεια περιζήτητη νύφη για τους μνηστήρες που στριμώχνονται στην πόρτα της.

Αν στα 40 και στα 50 του το ΝΑΤΟ κατάφερε να κρατηθεί, έστω και αμήχανα, στα πόδια του μέσα σε ένα ευμετάβλητο μεταβατικό περιβάλλον, στα 60 του δοκιμάζεται από την αμηχανία της προσαρμογής του σε έναν νέο κόσμο, όπου παγιώνονται τεκτονικές αλλαγές στη διεθνή δομή και καταρρέουν σχέσεις ισχύος που καθόρισαν δεκαετίες, ακόμα και αιώνες. Ανάμεσά τους δοκιμάζεται έντονα η αρχή της «αμοιβαιότητας», που αποτέλεσε τη βάση της Συμμαχίας και εκφράστηκε από το άρθρο 5 της Συνθήκης της Ουάσιγκτον. Με αντικειμενικό σκοπό να συνδέσει την ασφάλεια της Βόρειας Αμερικής με αυτή της Ευρώπης και να διασφαλίσει μια σταθερή και ελεγχόμενη σχέση με τη Ρωσία.

Σε κανένα από τα κείμενα δεν διατυπώνεται η ερμηνεία, το πνεύμα με το οποίο αυτή η «αμοιβαιότητα» γινόταν αντιληπτή στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Αυτή η διαφορά αντίληψης είναι που δοκιμάζει το ΝΑΤΟ τα τελευταία χρόνια, όταν οι ανατροπές στην ανατολική Ευρώπη και τη Ρωσία αφαίρεσαν το κεντρικό στοιχείο που καθόριζε μια κοινή αντίληψη της «αμοιβαιότητας». Εκεί που ήταν σχεδόν αυτονόητο ότι «αμοιβαιότητα» σήμαινε προπάντων ότι η Δυτική Ευρώπη πρόσφερε το αρχικό ανάχωμα απέναντι στον «κίνδυνο εξ ανατολών» και η Βόρεια Αμερική θα έσπευδε για την προστασία του, τα πράγματα μπλέχτηκαν όταν οι ΗΠΑ επικαλέστηκαν την αμοιβαιότητα για να ζητήσουν την αλληλεγγύη των συμμάχων τους και το μπλέξιμο αυτό γίνεται πλέον εξαιρετικά ορατό στην περίπτωση του Αφγανιστάν.

Ο συλλογικός ψυχισμός της κυβέρνησης Μπους στρίμωξε το ΝΑΤΟ στη γωνία του Αφγανιστάν, καθιστώντας το θέμα της ασιατικής χώρας καθοριστικής σημασίας για το μέλλον του Οργανισμού, έστω και αν δεν είναι το κομβικό στοιχείο για τη μακροπρόθεσμη πορεία του. Το ΝΑΤΟ δεν μπορεί να εγκαταλείψει το Αφγανιστάν «με την ουρά στα σκέλια», δεν μπορεί να αγνοήσει την εντολή του ΟΗΕ, αλλά και δεν μπορεί να «νικήσει», ενώ δοκιμάζεται συνεχώς η εσωτερική συνοχή του από τον διαφορετικό βαθμό προθυμίας των χωρών - μελών να συμμετάσχουν στην αποστολή. Μοναδική επιλογή, να διαμορφώσει μια σταδιακή απεμπλοκή που θα σώσει τα προσχήματα, κάτι προς το οποίο φαίνεται να στοχεύει ήδη η νέα αμερικανική ηγεσία.

Ομως, αν ξεπεραστούν οι τοξικές επιδράσεις του, το ίδιο το Αφγανιστάν μπορεί να αποτελέσει τον δρόμο μέσα από τον οποίο το ΝΑΤΟ θα εξασφαλίσει τον εορτασμό και των 70ών γενεθλίων του. Οπως γράφει στο «The World Today» ο πρεσβευτής της Ρωσίας στο ΝΑΤΟ, Ντμίτρι Ρογκόζιν, «μια ήττα του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν θα οδηγήσει τη συμμαχία σε μια απόλυτη κρίση. Εμείς (η Ρωσία) δεν θέλουμε μια τέτοια ήττα. Θέλουμε ένα ΝΑΤΟ που λειτουργεί σε πλήρη αρμονία με την εντολή του Συμβουλίου Ασφαλείας, να περιορίσει την απειλή που αποτελούν οι Ταλιμπάν και άλλα εξτρεμιστικά στοιχεία για όλους, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας και των γειτόνων της...».

Το Αφγανιστάν, αν δεν καταστρέψει το ΝΑΤΟ, μπορεί να του επιτρέψει να προχωρήσει στον επόμενο μετασχηματισμό του, στη βάση πολλαπλών «αμοιβαιοτήτων». Να εστιάσει στο επόμενο σημείο παγκόσμιας έντασης, την ευρύτερη περιοχή του Ινδικού Ωκεανού, εμπλουτίζοντας το δυναμικό του με τη συνεργασία της Ρωσίας και του Ιράν. Στη βάση των αμοιβαίων συμφερόντων, φυσικά.