Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου 2008

Ρωσία: εκλογές χωρίς σασπένς, αλλά με... στοιχήματα

Η πολύμηνη «γιορτή της δημοκρατίας» ή, κατ' άλλους, το «πανηγύρι» ή και το «τσίρκο» της αμερικανικής δημοκρατίας άρχισε να απασχολεί τη διεθνή κοινή γνώμη ένα χρόνο πριν από τις προεδρικές εκλογές του ερχόμενου Νοεμβρίου στις ΗΠΑ. Οι προεδρικές εκλογές της Ρωσίας δεν προκαλούν τέτοιο ενδιαφέρον ακόμα και σήμερα, μόλις 14 μέρες πριν από τη διεξαγωγή τους.

Μία ερμηνεία μπορεί να αναζητηθεί στην αναλογία της πρώτης περίπτωσης με τη σύγχρονη μορφή των μονοθεματικών «σόου ειδήσεων», με τα χρώματα, τα παράθυρα και τους απαραίτητους τσακωμούς και την ομοιότητα της δεύτερης με μια μεταμεσονύκτια εκπομπή κρατικού καναλιού που πολλοί δηλώνουν ότι εκτιμούν, αλλά ελάχιστοι παρακολουθούν. Οταν μάλιστα οι αμερικανικές προεδρικές εκλογές υπόσχονται αγωνία και «σασπένς» μέχρι την τελευταία στιγμή, η απολύτως προβλέψιμη ώς και δεδομένη έκβαση των ρωσικών πνίγει κάθε ενδιαφέρον. Σε δύο εβδομάδες, νέος πρόεδρος της Ρωσίας θα είναι αυτός που επέλεξε ο Βλαντιμίρ Πούτιν (σχεδόν δεν έχει σημασία το όνομά του), ο ίδιος ο Πούτιν θα είναι πρωθυπουργός και θα διαθέτει «επαρκείς» εξουσίες. Το είπε ο Πούτιν και δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια για αμφισβήτηση των λεγομένων ενός ανθρώπου η δημοτικότητα του οποίου ξεπερνά το 80% στη χώρα του, έχει μαύρη ζώνη στο τζούντο και του οποίου ο έλεγχος στους μηχανισμούς της εξουσίας φαίνεται απόλυτος.

Η εικόνα της βεβαιότητας, του νομοτελειακού, που περιβάλλει το πρόσωπο του Πούτιν, είναι όμως παραπλανητική όταν προβάλλεται και στην πορεία της ίδιας της Ρωσίας στη διεθνή σκηνή, όταν αφαιμάσσει το ενδιαφέρον για τις μελλοντικές εξελίξεις. Διότι οι εξελίξεις αυτές κάθε άλλο παρά συνοδεύονται από τη βεβαιότητα μιας απολύτως προβλέψιμης ευθύγραμμης πορείας.

Η σημερινή ανάκαμψη, ακόμα και ανάσταση, της Ρωσίας μετά το χάος της διάλυσης της ΕΣΣΔ και των προεδριών Γέλτσιν πιστώνεται από πολλούς στα χαρίσματα του πρώην αξιωματικού της Κα Γκε Μπε από την Πετρούπολη. Η ερμηνεία αυτή, εξαιρετικά ελκυστική για τον μεταφυσικό ρομαντισμό της ρωσικής ψυχής, συγκρούεται με τον κυνισμό του δυτικού ορθολογισμού που βλέπει τον ρωσικό γίγαντα να επανορθώνεται στηριζόμενος κατά κύριο ώς αποκλειστικό λόγο όχι σε πήλινα αλλά σε υγρά πόδια: στα πόδια του πετρελαίου και της πρωτοφανούς εκτίναξης της τιμής του ώς τα 100 δολάρια το βαρέλι. Σε αυτή την προσέγγιση, πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι η ρωσική ανάκαμψη σημειώθηκε όχι χάρη στον Πούτιν, αλλά παρά τον Πούτιν ή έστω ότι η ανάκαμψη θα ήταν πολύ μεγαλύτερη και σταθερότερη στον χρόνο αν είχε εφαρμοστεί μια διαφορετική πολιτική.

Ανεξαρτήτως όμως ερμηνειών και ποσοτικών εκτιμήσεων, η ανάκαμψη της Ρωσίας και η χειραφέτηση από τα δεσμά της οικονομικής εξάρτησης είναι αναμφισβήτητο γεγονός που επιτρέπει στη χώρα να προβάλλει την ανακτηθείσα αυτοπεποίθηση διεθνώς, έστω και με κάποιες υπερβολές που προκαλεί η ανάγκη επούλωσης των συλλογικών συναισθηματικών τραυμάτων των τελευταίων δεκαετιών.

Δικαίως λοιπόν η Ρωσία χαρακτηρίζεται η σύγχρονη ρεβιζιονιστική δύναμη, η χώρα που επιδιώκει την ανατροπή ενός διεθνούς στάτους κβο που είχε διαμορφωθεί όταν η ίδια βρισκόταν σε κατάσταση σχετικής αδυναμίας. Οσο και αν σε πολλές περιπτώσεις διαπιστώνεται δυσαρμονία ή ασυνεννοησία στους κόλπους της ρωσικής ηγεσίας, τόσο μεταξύ του Κρεμλίνου και του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών όσο και μέσα στους ίδιους τους διαδρόμους του Κρεμλίνου, όσο και αν η εξωτερική πολιτική της Μόσχας δείχνει συχνά να διαμορφώνεται σε μια ad hoc βάση, το σταθερό πρότυπο για άλλους παραμένει ο πρίγκιπας Γκορτσάκοφ. Ο υπουργός Εξωτερικών του τσάρου Αλέξανδρου Β', ύστερα από 14 χρόνια προσπαθειών, είχε καταφέρει να καταργήσει τη συνθήκη των Παρισίων που είχε ακολουθήσει την ήττα της Ρωσίας στον πόλεμο της Κριμαίας και κάτι αντίστοιχο επιδιώκει σήμερα η ρωσική εξωτερική πολιτική.

Ομως η προσπάθεια της Ρωσίας να καταλάβει τον έναν πόλο ενός πολυ-πολικού κόσμου, δίπλα στις ΗΠΑ και την Κίνα, δεν είναι βέβαιο ότι θα έχει τα χρονικά περιθώρια που διέθετε ο Γκορτσάκοφ. Οι εκτιμήσεις ότι η ρωσική ανάκαμψη βρίσκεται στο απόγειό της και ότι το «παράθυρο ευκαιρίας» που διαθέτει αυτή τη στιγμή η Μόσχα δεν θα μείνει για πάντα ανοιχτό πληθαίνουν. Η οικονομική ανάκαμψη θεωρείται ιδιαιτέρως ευάλωτη, καθώς στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην εξαγωγή ενέργειας, δίνοντας στη Ρωσία τα χαρακτηριστικά όχι της Κίνας, που εν μέρει αποτελεί πρότυπο, αλλά της δέσμιας των πετρελαϊκών διακυμάνσεων Αγκόλας. Η επιτάχυνση της διεθνούς αναζήτησης εναλλακτικών πηγών ενέργειας, ως αποτέλεσμα της αύξησης των τιμών που ευεργέτησαν τη Ρωσία, απειλεί μακροπρόθεσμα να στερέψει τον ρωσικό πακτωλό. Η προϊούσα προσπάθεια της Ευρώπης να διαφοροποιήσει τις πηγές ενεργειακού εφοδιασμού της, σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα ορισμένων «άγαρμπων» ρωσικών κινήσεων χρήσης του πετρελαίου ως «όπλου», και η αδυναμία επαρκούς διείσδυσης στην Ασία, όπου οι κινεζικές χαμηλότονες και λιγότερο θεαματικές προσπάθειες αποδεικνύονται πιο αποτελεσματικές, υποσκάπτουν ακόμα περισσότερο τη μελλοντική ισχύ. Την εικόνα αυτή ενισχύουν η σχετική έλλειψη διαφοροποιημένων επενδύσεων, η απουσία τεχνολογικής αιχμής που θα μπορούσε να εκφραστεί στην οικονομία (με την εξαίρεση των οπλικών συστημάτων), αλλά και ο δημογραφικός μαρασμός. Τη συμπληρώνει η αδυναμία της Μόσχας να ακολουθήσει το παράδειγμα των πετρελαιοπαραγωγών χωρών της αραβικής χερσονήσου να σχεδιάσει και να επενδύσει για τη μετα-πετρελαϊκή εποχή.

Ενα άλλο τμήμα του «παραθύρου ευκαιρίας» που αφορά τη σημαντική υποχώρηση της διεθνούς επιρροής των ΗΠΑ, ως συνέπεια των τυχοδιωκτισμών της κυβέρνησης Τσένι - Μπους στο Ιράκ, ενδέχεται να αρχίσει κάποια στιγμή να κλείνει, καθώς η Ουάσιγκτον, μετά τον παραγκωνισμό της «emminence grise» του Ντικ Τσένι έχει ήδη αρχίσει τις προσπάθειες απεγκλωβισμού και ανάταξης.

Στη φάση αυτή, η Μόσχα χρειάζεται μια κίνηση που θα πιστοποιήσει τη διεθνή θέση της, όπως η ίδια τη φαντάζεται, μια σύγκρουση (όχι απαραίτητα με στρατιωτικούς όρους) από την οποία θα βγει πασιφανώς νικήτρια. Η περίπτωση του Κοσσυφοπεδίου πληροί τις προϋποθέσεις και είναι προφανές ότι η ρωσική νεο-ρεαλπολιτίκ το κατανοεί, όπως αντιλαμβάνεται και τις αρνητικές γι' αυτήν επιπτώσεις μιας λιγότερο από ξεκάθαρης θετικής έκβασης για την ίδια.

Μπορεί οι ρωσικές προεδρικές εκλογές να μην προσφέρουν «σασπένς», όμως η πορεία της Ρωσίας κατά το επόμενο διάστημα το υπόσχεται απλόχερα. Ακόμα και αν δεν υπολογίσει κανείς τις παραδοσιακές εν κρυπτώ διεργασίες πίσω από τα τείχη του Κρεμλίνου.