Δευτέρα 23 Αυγούστου 2004

ΗΠΑ: Κυριαρχούν ντοπάροντας την ανθρωπότητα

Αν εξαιρέσει κανείς την είσοδο της ελληνικής ομάδας στο Ολυμπιακό Στάδιο, κατά την τελετή έναρξης, τα περισσότερα χειροκροτήματα συγκέντρωσαν δύο μικρές χώρες και ασήμαντες από αθλητικής απόψεως δυνάμεις: το Ιράκ και το Αφγανιστάν. Ο λόγος είναι απλός. Είναι οι μοναδικές χώρες που χειροκροτήθηκαν απ' όλους ανεξαιρέτως, με ιδιαίτερη θέρμη, επειδή οι πάντες επένδυσαν με το χειροκρότημα αυτό κάποιον συμβολισμό. Αυτοί που χειροκροτούσαν τα θύματα της αμερικανο-βρετανικής πολιτικής και έτσι συμβόλιζαν την αντίθεσή τους, διαγωνίζονταν στην ένταση του χειροκροτήματος με τον πρόεδρο και προεδρικό πατέρα Μπους, τον Βρετανό πρωθυπουργό Τόνι Μπλερ και όλους εκείνους που επευφημούσαν τους απελεύθερους, ως σύμβολα της δικής τους επιτυχημένης πολιτικής. Η μικρή πλειοψηφία που χειροκροτούσε χάριν της πρώτης γυναικείας συμμετοχής από το Αφγανιστάν, τιμώντας αθλητές που σίγουρα προετοιμάστηκαν -όσο προετοιμάστηκαν- κάτω από δύσκολες συνθήκες ή απλώς επειδή ήταν Αφγανοί ή Ιρακινοί μετανάστες που ζουν στην Ελλάδα και εξασφάλισαν κάποια από τα φτηνά εισιτήρια, δεν αλλάζει τη γενική εικόνα: Μια εικόνα πολωμένης επικέντρωσης στην πολιτική, που εκπορεύεται από την Ουάσιγκτον και στις ευρύτερες γεωπολιτικές ισορροπίες σε παγκόσμιο επίπεδο, με άξονα τον ρόλο και τις πρωτοβουλίες της «μοναδικής υπερδύναμης», όπου η σχετική αξία καθενός είναι αντανάκλαση, θετική ή αρνητική, της προσοχής που του δίνει η Ουάσιγκτον.Λόγω της έντασης με την οποία προβάλλει και προβάλλεται τα τελευταία χρόνια ο κεντρικός αυτός άξονας αλλά και, φυσικά, λόγω της πρακτικής του σημασίας, δεν μπορεί να αγνοηθεί. Αντιθέτως μάλιστα, οφείλει να είναι στο επίκεντρο της διαχειριστικής ενασχόλησης με τα διεθνή πράγματα. Ο κίνδυνος ξεκινά από το σημείο που ένα τέτοιο θέμα διαχείρισης , όσο σημαντικό και πρακτικά κρίσιμο και αν είναι, επεκτείνεται ώστε να καλύψει και να κρύψει την ανάγκη ευρύτερου προβληματισμού που να ξεπερνά το σύμπτωμα και να οδηγεί στην αναγνώριση ενός συστήματος επιδράσεων που διαμορφώνουν το ευρύτερο περιβάλλον, την ανθρώπινη κοινωνία με την ευρύτερη έννοια. Τηρουμένων των αναλογιών, κάτι σαν και αυτό που συμβαίνει τώρα με τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Η ενασχόληση με τα μετάλλια, τις τελετές έναρξης, τα ντοπαρίσματα, τις εθνικές περηφάνειες ή τις εθνικές ντροπές της μίας ή της άλλης χώρας, αφήνει ελάχιστες χαραμάδες παραγωγικού προβληματισμού και σκέψης, που ξεκινά από την αναζήτηση τρόπων ριζικής αλλαγής τους και φθάνει μέχρι και την αμφισβήτηση της ίδιας της ανάγκης ύπαρξής τους.Μια τέτοια ριζοσπαστική και αφηρημένη στην εκκίνησή της σκέψη, αντιμετωπίζοντας την παγκοσμιοποίηση, θα ξεκινούσε από την αναγνώριση της τεχνολογικής εξέλιξης που την κατέστησε αναπόφευκτη, πριν παραδώσει τους προβληματισμούς της στην εφαρμοσμένη ανάλυση. Διότι, όποιες και αν ήταν οι πολιτικές προθέσεις και οι ιδεολογικές προσεγγίσεις, παγκοσμιοποίηση (άρα και αντι-παγκοσμιοποίηση) δεν θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς τις τεχνολογικές εξελίξεις διαχείρισης και διακίνησης πληροφορίας, που την κατέστησαν εφικτή, όπως δεν θα υπήρχαν εργαλεία ανάλυσης και διαχείρισης της βιομηχανικής κοινωνίας, όπως ο μαρξισμός, αν δεν είχε προηγηθεί η ανακάλυψη της ατμομηχανής που κατέστησε εφικτή την ύπαρξη βιομηχανικής κοινωνίας.Από τα δυσδιάκριτα όρια ανάμεσα στον «Homo Erectus», τον πρώτο άνθρωπο που στάθηκε όρθιος στα πίσω πόδια του και τον «Homo Faber», τον «άνθρωπο τεχνίτη», η τεχνολογία διαμόρφωσε, όχι μόνο την ανθρώπινη κοινωνία αλλά και την ίδια την ανθρώπινη γενετική εξέλιξη, με τον ίδιο τρόπο που η μακροχρόνια διατροφή με ολοένα πιο επεξεργασμένες τροφές οδήγησε πλέον στη σημερινή, πρώτη γενιά παιδιών που δεν έχουν καθόλου φρονιμίτες, ούτε καν τους καχεκτικούς και προβληματικούς που ταλαιπώρησαν την προηγούμενη. Αυτό ίσως να μην έχει από μόνο του ιδιαίτερη σημασία για την εξέλιξη του ανθρώπου (εκτός ίσως από την εξέλιξη των οδοντιάτρων). Προς διερεύνηση όμως είναι, για παράδειγμα, το αν έχει κάποια σημασία ότι, σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες, τα σημερινά νεαρά αγόρια των αναπτυγμένων οικονομικά χωρών έχουν για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας αναπτύξει τον αντίχειρα ως το ισχυρότερο και πλέον επιδέξιο δάχτυλο, λόγω της ενασχόλησής τους με τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, κάτι που σταδιακά θα αρχίσει να κληροδοτείται γενετικά.Αν και η εποχή μας δείχνει να σιχαίνεται ό,τι δεν είναι άμεσα παραγωγικό με την καταναλωτική έννοια, μια πιο αφηρημένη προσέγγιση είναι κάθε άλλο παρά αντιπαραγωγική. Καλός και διαχειριστικά αναγκαίος ο προβληματισμός για την προσαρμογή των ασφαλιστικών συστημάτων και της κοινωνικής πρόνοιας στις αναπτυγμένες χώρες, λόγω της παρατηρούμενης γήρανσης του πληθυσμού (συνέπεια και αυτή της τεχνολογικής εξέλιξης) ή η αναζήτηση τρόπων ανάσχεσης και υποκατάστασης του περιορισμού των γεννήσεων. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν είναι παραγωγικός ο προβληματισμός για το κατά πόσον η γήρανση αυτή έχει ως αποτέλεσμα τη σταδιακή καταπολέμηση και εξαφάνιση από το προσκήνιο της εφηβικής φιλοσοφικής και υπαρξιακής αναζήτησης και, κατά συνέπεια, την επικέντρωση των κοινωνιών μας στη συντηρητική διαχείριση ενός ρεαλισμού της ωριμότητας. Και όταν ο φόβος της εφηβικής οργής οδηγεί κοινωνίες όπως η βρετανική (αυτή που ήδη κατέχει το ρεκόρ στις κάμερες ασφαλείας) σε επιβολή ακόμα και απαγόρευσης κυκλοφορίας εφήβων ή στο φακέλωμα και την προληπτική παρακολούθησή τους, ώστε να μην ταρακουνήσουν υπερβολικά το σκάφος, ο προβληματισμός πέρα από την απλή διαχείριση είναι ήδη καθυστερημένος.Οπως επισημαίνει ο Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι στο τελευταίο του βιβλίο: «The Choice: Global Domination or Global Leadership», «οι ΗΠΑ αναγνωρίζονται από πολλούς ξένους σχολιαστές -μερικές φορές με έντονη δυσφορία- όχι μόνον ως ο παγκόσμιος ηγεμών αλλα και ως το μοναδικό (και συχνά ανησυχητικό) κοινωνικό εργαστήριο της ανθρωπότητας» ή ακόμα περισσότερο το εργαστήριο που ενισχύει με αναβολικά την ανάπτυξη της κοινωνίας.Στη χώρα που δεν χαρακτηρίζεται αποκλειστικά από την απλοϊκότητα των νεοσυντηρητικών γκουρού τύπου Ρίτσαρντ Περλ (το τελευταίο πόνημα του οποίου, «An End to War, How to Win the War on Terror» σε συνεργασία με τον Ντέιβιντ Φραμ, προκαλεί αισθήματα παρόμοια με «Το Πιστεύω» του Γ. Παπαδόπουλου, όντας λίγο απλοϊκότερο του «Mein Kampf») η εφαρμοσμένη σκέψη δεν περιορίζεται εδώ και καιρό στην ανάλυση της εξελικτικής πορείας της ανθρώπινης κοινωνίας και στην προσπάθεια προσαρμογής της αμερικανικής πολιτικής. Πηγαίνει πολύ μακρύτερα, φροντίζοντας για την άμεση παρέμβαση στην εξελικτική πορεία αυτή, προτιμώντας να διαμορφώνει σύμφωνα με τα αμερικανικά συμφέροντα την ίδια την ανθρώπινη κοινωνία. Η κατά προτεραιότητα επένδυση στην έρευνα και την ανάπτυξη τεχνολογίας προσφέρει στις ΗΠΑ τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν τη διάχυση της τεχνολογίας αυτής, ώστε να επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό κατά το δοκούν την εξέλιξη της ανθρωπότητας, όπως έγινε με τη διάχυση της πληροφορικής και της τηλεματικής και όπως ήδη γίνεται με τη γενετική, αφού ο τέως πρόεδρος Μπιλ Κλίντον «δώρησε» στην ανθρωπότητα τα αποτελέσματα της έρευνας στο ανθρώπινο γονιδίωμα. Μπορεί ο Ρίτσαρντ Περλ να ασπάζεται αυτό που είπαν προηγουμένως άλλοι, πολύ πιο σοβαροί απ' αυτόν, το ότι «η βία είναι η μαμμή της Ιστορίας». Ομως η μαμμή χρειάζεται κάτι για να ξεγεννήσει και αυτό ξεκινά από ένα ωάριο και ένα σπερματοζωάριο. Επί του παρόντος, οι ΗΠΑ έχουν αφεθεί να παράγουν μόνες τους τη σκέψη που αποτελεί το σπερματοζωάριο.

Δευτέρα 2 Αυγούστου 2004

Αμερικανικός φόβος, ευρωπαϊκή ελπίδα

Καθώς οι ΗΠΑ οδεύουν προς τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, τα συνέδρια των δύο κομμάτων, ξεκινώντας με αυτό των Δημοκρατικών της περασμένης εβδομάδας, διεξάγονται μέσα σε κλίμα πρωτοφανούς σε ένταση πόλωσης. Η ένταση αυτή, όμως, επιφανειακά μόνο έχει να κάνει με διαφορετικές προσεγγίσεις σε θέματα όπως το Ιράκ και ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας. Στη βάση της βρίσκονται πολύ πιο σοβαροί υπαρξιακοί φόβοι της αμερικανικής κοινωνίας, οι οποίοι πηγάζουν από διεργασίες στο εσωτερικό της. Διεργασίες που βρίσκουν αναλογίες στην Ευρώπη, όπου όμως το διαφορετικό σημείο ιστορικής εξέλιξης επιτρέπει την αντιμετώπισή τους με λιγότερο φόβο.Από το 1992 ο Αρθουρ Σλέσινγκερ μιλούσε για τα διαλυτικά φαινόμενα που απειλούν -σχεδόν νομοτελειακά, σύμφωνα με πολλούς άλλους αναλυτές- την αμερικανική κοινωνία1. Οι δημογραφικές τάσεις στις ΗΠΑ σε συνδυασμό με τα στοιχεία της μετανάστευσης κατά τα τελευταία χρόνια δείχνουν ότι οι πολιτισμικές βάσεις της αμερικανικής κοινωνίας, στηριγμένες στον αγγλο-σαξονικό πολιτισμό, απειλούνται. Οπως γράφει τον 18ο αιώνα ο Τζον Τζέι, «η πρόνοια με χαρά μάς έδωσε μια ενιαία χώρα σε έναν ενιαίο λαό -έναν λαό που προέρχεται από τους ίδιους προγόνους, που μιλά την ίδια γλώσσα, που έχει την ίδια θρησκεία, που ασπάζεται τις ίδιες αρχές διακυβέρνησης, ομοιογενή σε τρόπους και συνήθειες...»2.Καθώς οι σημερινές ΗΠΑ ξεκίνησαν όχι από μετανάστες αλλά εποίκους, πήραν εξ αρχής έναν ξεκάθαρα αγγλο-σαξονικό, προτεσταντικό χαρακτήρα. Οι κοινωνίες που δεν προκύπτουν από μια φυσική εξελικτική διαδικασία, αλλά ιδρύονται εξ αρχής από αποίκους, είναι αυτές που καθορίζουν με αυστηρότητα τις βάσεις και τις αρχές τους, αποτυπώνοντάς τες σε καταστατικούς χάρτες και κανονισμούς. Ετσι, η πρώτη κωδικοποιημένη ελληνική νομοθεσία δεν προήλθε από τη μητροπολιτική Ελλάδα, αλλά δημιουργήθηκε τον 7ο π.Χ. αιώνα στις ελληνικές αποικίες της Σικελίας.Από εκεί και πέρα, η κοινωνία στο πρότυπο των WASP (White, Anglo-Saxon, Protestant -Λευκός, Αγγλοσάξονας, Προτεστάντης) ακόμα και όταν άρχισε να δέχεται μετανάστες από την καθολική Ιρλανδία ή την Κεντρική, Ανατολική και Νότια Ευρώπη, λειτουργούσε πράγματι σαν «χωνευτήρι των λαών», όπως παρατήρησε γεμάτος ρομαντικό θαυμασμό ο Αλέξις ντε Τοκβίλ3 ή σαν το κρεβάτι του Προκρούστη για τους λιγότερο καλοπροαίρετους, προσαρμόζοντας τους πάντες στα μεγέθη της.Τις τελευταίες δεκαετίες, το «χωνευτήρι» φαίνεται να δυσλειτουργεί και αυξανόμενο τμήμα του πληθυσμού, κυρίως αυτοί που προέρχονται από τη νότια «γειτονιά» των ΗΠΑ, τη Λατινική Αμερική, αρνούνται να μπουν στα μέτρα της κυρίαρχης κουλτούρας, επιμένοντας να διατηρούν τη δική τους ως ξένο σώμα ή απαιτώντας με όλο και δυνατότερη φωνή τον χρωματισμό της με λατινοαμερικανικές αποχρώσεις.Το 1997, ο τότε πρόεδρος, Μπιλ Κλίντον, είχε δηλώσει ότι οι ΗΠΑ χρειάζονται «μια μεγάλη επανάσταση για να αποδείξουν ότι στην κυριολεξία μπορούν να ζήσουν χωρίς να έχουν μια κυρίαρχη ευρωπαϊκή κουλτούρα»4.Ως αποτέλεσμα, η παραδοσιακή αμερικανική κοινωνία αρχίζει να αισθάνεται ανασφαλής (άρα και περισσότερο επιθετική) ως προς την ταυτότητά της και να συσπειρώνεται για να αντιμετωπίσει την απειλή. Σε μια χώρα όπου η εθνική συνείδηση δεν ταυτιζόταν ποτέ ιδιαίτερα με συγκεκριμένες εδαφικές εκτάσεις, η συσπείρωση παρατηρείται γύρω από μια ακόμη μεγαλύτερη προβολή των «αμερικανικών αξιών», δηλαδή των αξιών της κοινωνίας των WASP. Και η εσωτερική ενδυνάμωσή τους προϋποθέτει σε μεγάλο βαθμό την ιεραποστολική προσπάθεια εξάπλωσης (ή επιβολής) τους ανά τον κόσμο.Σε μεγάλο βαθμό, η εκλογή του Τζορτζ Μπους ήταν αποτέλεσμα αυτών των ανησυχιών. Η επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου έδωσε στην προεδρία του μια πρόσθετη ώθηση σε αυτούς που αναζητούν την ασφάλεια στις συντηρητικότερες αμερικανικές αξίες, κάνοντάς τους να μιλούν για μια προεδρία στα όρια του θείου δώρου5. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα δύο κόμματα διαφέρουν στη βάση της πολιτικής τους. Και τα δύο εκφράζουν απολύτως την αγγλοσαξονική προτεσταντική κουλτούρα, διαφέροντας απλώς στον τρόπο με τον οποίο την υπερασπίζονται.Σε κάποιο βαθμό, η προβολή της «τρομοκρατίας» ως απειλής βοηθά αυτές τις προσπάθειες συσπείρωσης, αν και, όπως επισημαίνει ο Σάμουελ Χάντινγκτον, η επισειόμενη απειλή της τρομοκρατίας, λόγω της φύσης της, δεν μπορεί να πάρει τη θέση που είχε κάποτε ο κίνδυνος του κομμουνισμού6.Οι ΗΠΑ δεν είναι βέβαια η μοναδική χώρα που αντιμετωπίζει παρόμοια προβλήματα, αν και αυτό δεν διευκολύνει την επίλυσή τους. Ερευνα του Πανεπιστημίου του Πρίνστον, που δόθηκε στη δημοσιότητα την περασμένη εβδομάδα, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, δεδομένων των δημογραφικών τάσεων, μέχρι το τέλος του 21ου αιώνα, ίσως και αρκετά νωρίτερα, η πλειοψηφία του πληθυσμού στην Ευρώπη θα είναι μουσουλμάνοι, αλλάζοντας δραματικά τις ισορροπίες στη Γηραιά Ηπειρο, στην οποία ήδη εμφανίζονται ορισμένα συμπτώματα κρίσης ταυτότητας, όπως στις ΗΠΑ: ενίσχυση θρησκευτικότητας, αυξανόμενη σύγχυση ανάμεσα στον πατριωτισμό και τον εθνικισμό, αλλά και μια νέα τάση εγκατάλειψης των πειραμάτων της πολυπολιτισμικότητας υπέρ σκληρών απαιτήσεων για πλήρη ένταξη και ενσωμάτωση των αλλοεθνών στις κυρίαρχες (επί του παρόντος) κοινωνίες (π.χ. φαινόμενο Πιμ Φόρτουιν στην Ολλανδία, δηλώσεις περί εγκατάλειψης του μοντέλου της πολυπολιτισμικότητας στη Γαλλία από τους ίδιους τους εμπνευστές του).Ομως στην Ευρώπη το πρόβλημα γίνεται περισσότερο αισθητό σε επίπεδο μεμονωμένων χωρών, χωρίς να λείπει, βεβαίως, η συλλογική ευρωπαϊκή διάσταση. Ωστόσο, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, οι οποίες έχουν ολοκληρώσει τη διαδικασία εθνογένεσης και βρίσκονται πλέον σε στάση από την άποψη αυτή, η Ευρώπη βρίσκεται στην αρχή μιας πορείας ευρωπαϊκής εθνογένεσης. Οσο δύσκολη και αν είναι αυτή η πορεία, όσα εμπόδια και οπισθοδρομήσεις και αν έχει, δεν παύει να είναι μια πορεία, μια κίνηση προς τα εμπρός. Και στο πλαίσιο αυτό, στοιχεία όπως αυτά που προκαλούν φόβο και αμυντική επιθετικότητα στις ΗΠΑ, μπορούν να αντιμετωπιστούν με την ελπίδα μιας σύνθεσης στη μελλοντική ευρωπαϊκή κοινωνία. Μια κοινωνία που μπορεί να αντλήσει διδάγματα -θετικά και αρνητικά- από την αμερικανική διαδικασία εθνογένεσης, όπως εκείνη είχε αντλήσει στοιχεία από την αντίστοιχη διαδικασία στη μετά την Αναγέννηση Ευρώπη.

Σημειώσεις1. Arthur Schlesinger jr., «The Disuniting of America».2. John Jay στο «The Federalist Papers».3. Alexis de Tocqueville, «Democracy in America».4. Bill Clinton, «The Tennessean», 15/6/1997.5. David Frum «The Right Man: The surprise presidency of George W. Bush».6. Samuel Ρ. Huntingkton, «Who are we? The challenges to America's national identity».