Τρίτη 20 Αυγούστου 2002

Γες μεν οι χουντικοί, ναι μεν αλλά οι Αμερικανοί

«Περπατάμε σε τεντωμένο σχοινί». Η φράση αυτή επαναλαμβάνεται τακτικά στην αλληλογραφία του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, από την ημέρα εκδήλωσης του πραξικοπήματος στην Ελλάδα, την 21η Απριλίου 1967, ώς τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου. Κατά την περίοδο αυτή σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της αμερικανικής πολιτικής φαίνεται να παίζει η «μάλλον εκπληκτική» απουσία σοβαρής αντίδρασης στο εσωτερικό απέναντι στη δικτατορία, καθώς και η εκτίμηση ότι «οι κομμουνιστές βρήκαν μια απρόσμενη ευκαιρία να ισχυροποιήσουν τη θέση τους στην Ελλάδα».
Από τη στιγμή που η αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα αρχίζει να σχηματίζει εικόνα για το τι συμβαίνει στην Ελλάδα, το «τεντωμένο σχοινί» αφορά την προσπάθεια των ΗΠΑ να πιέσουν τη χούντα ώστε να προχωρήσει το ταχύτερο δυνατόν σε αποκατάσταση της δημοκρατίας, χωρίς όμως να υπάρξει βίαιη ανατροπή της δικατορίας.Ο λόγος είναι ότι πολύ σύντομα, την 23η Απριλίου 1967, δύο μόλις μέρες μετά την εκδήλωση του πραξικοπήματος, η αμερικανική κυβέρνηση φαίνεται να καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ανατροπή της χούντας, εφ' όσον αυτή έχει επικρατήσει, μπορεί να έχει ανεπιθύμητα αποτελέσματα στην Ελλάδα.Οπως αναφέρει τηλεγράφημα του Αμερικανού πρεσβευτή, Φίλιπ Τάλμποτ, προς το Στέιτ Ντιπάρτμεντ «εξήντα ώρες μετά το πραξικόπημα», «αν το στρατιωτικό πραξικόπημα σε αυτή τη χώρα του ΝΑΤΟ έχει γκρεμίσει την πολιτική φήμη της Ελλάδας, κατά περίεργο τρόπο η αποτυχία του πραξικοπήματος -από τη στιγμή που εκδηλώθηκε- θα αποτελούσε ακόμα μεγαλύτερη καταστροφή. Η απόπειρα πραξικοπήματος παραμέρισε τους μετριοπαθείς και τους συντηρητικούς (όπως εκπροσωπούνται από την κυβέρνηση Κανελλόπουλου και τους υποστηρικτές της), οι οποίοι ξεγελάστηκαν, όχι από τους εχθρούς τους, αλλά από μια ομάδα με σε γενικές γραμμές παρόμοιες ανησυχίες σχετικά με τις ισχυρές αριστερές τάσεις στην Ελλάδα. Αν το πραξικόπημα είχε αποτύχει, συμπαρασύροντας τους συντηρητικούς και τους μετριοπαθείς, οι μοναδικοί κερδισμένοι θα ήταν το αριστερό τμήμα της ελληνικής πολιτικής ζωής. Τότε η Ελλάδα θα πήγαινε σίγουρα εκεί που οι δεξιοί φοβούνται ότι την οδηγούσε ο Ανδρέας Παπανδρέου».Για την αμερικανική πρεσβεία, ο Ανδρέας Παπανδρέου είναι αυτός που προκάλεσε το πραξικόπημα. «Αν και είναι νωρίς να κριθούν τα αίτια του πραξικοπήματος, η προσωπικότητα και η πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου μπορεί να είναι ο κύριος λόγος για το ότι η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα κάτω από δικτατορία», λόγω των «απειλών του προς το ελληνικό κατεστημένο» και το ξεπέρασμα «των ορίων της ελληνικής πολιτικής ανοχής», κάτι που είχε ως αποτέλεσμα «ο Ανδρέας να χάσει την ευκαιρία να οδηγήσει την Ελλάδα προς την κατεύθυνση που επιθυμούσε».ΨυχρότηταΠερνώντας στο «διά ταύτα», ο Τάλμποτ επισημαίνει ότι «μέχρι τώρα η πρεσβεία έδειξε διάθεση να παραμείνει σε επικοινωνία με την νέα κυβέρνηση και την ανώτατη στρατιωτική ηγεσία, αλλά έχει επισημάνει με ψυχρότητα την αμερικανική αντίδραση στην ανατροπή μιας κοινοβουλευτικής κυβέρνησης ενός συμμάχου του ΝΑΤΟ από ένα στρατιωτικό κατεστημένο εκπαιδευμένο και εφοδιασμένο από Αμερικανούς... Χωρίς να προβλέπουμε ποια πολιτική ενδέχεται να υιοθετήσουν οι ΗΠΑ, επισημάναμε κοφτά τις πιθανές επιπτώσεις. Φροντίσαμε η άφιξη της ομάδας μάχης του Εκτου Στόλου στα ελληνικά ύδατα να μην περάσει απαρατήρητη από τους ανθρώπους στην κορυφή. Αν δεν δώσαμε ένα μάθημα στο μουλάρι, τουλάχιστον του δώσαμε τα απαραίτητα χτυπήματα ώστε να τραβήξουμε την προσοχή του».Μία μέρα αργότερα, στις 24 Απριλίου 1967, η αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα μεταδίδει ότι υπάρχει «έντονη ανησυχία» εκ μέρους των πραξικοπηματιών για την «αρνητική αντίδραση» των ΗΠΑ στις ενέργειές τους «και ανησυχία για ενδεχόμενη ανάπτυξη του Εκτου Στόλου εναντίον τους».Την ίδια μέρα, ο Τάλμποτ κάνει την πρότασή του για την πολιτική που θα πρέπει να ακολουθήσει η Ουάσιγκτον στη συνέχεια: «Διατηρώντας επί του παρόντος την αυστηρή στάση απέναντι στη σημερινή κυβέρνηση, προτείνω, εκτός αν έχει αντίρρηση το υπουργείο, να προκαλέσουμε την εξερεύνηση των ανωτέρω ιδεών (διακήρυξη συγκεκριμένης πορείας εκδημοκρατισμού και συμβολή αξιοσέβαστων συντηρητικών πολιτικών, όπως ο Αβέρωφ και ο Πεσματζόγλου) με πρόσωπα-κλειδιά της νέας κυβέρνησης και άλλους που μπορεί να είναι σε θέση να επηρεάσουν το καθεστώς. Προτείνω επίσης να το προτείνουμε στον Βασιλέα ως πορεία που αξίζει να εξετασθεί προκειμένου να σπάσει το σημερινό αδιέξοδο».Η απάντηση από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ είναι άμεση, την ίδια μέρα. «Συνοψίζοντας, πρέπει να ακολουθήσουμε μια πολιτική επιφυλακτικής αναμονής και μια στάση ψυχρότητας απέναντι στη νέα κυβέρνηση, ενώ θα ενθαρρύνουμε δραστήρια τον Βασιλέα να υποστηρίξει κίνηση προς μια περισσότερο βιώσιμη κυβέρνηση».Στις περιγραφές των συζητήσεών του με τους πραξικοπηματίες ο Τάλμποτ επισημαίνει συχνά την ενόχλησή τους από τη στάση των ΗΠΑ και την αγωνία τους να εξασφαλίσουν μια ευμενέστερη αντιμετώπιση. Αναφερόμενος στη συνάντησή του με τον Στυλιανό Παττακό, την 23η Απριλίου, ο Αμερικανός πρεσβευτής γράφει: «Ο Παττακός με διαβεβαίωσε ότι επιθυμεί ειλικρινά φιλία με την Αμερική. Θα είναι φίλος μας ακόμα και αν εμείς δεν είμαστε δικοί του φίλοι». Καταλήγοντας ο Παττακός τόνισε: «Να θυμάστε, είμαστε μαζί σας είτε μας θέλετε είτε όχι».Στη συζήτηση αυτή έγινε αναφορά και στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Κατά τον Τάλμποτ, «ο Παττακός είπε ότι ο Μητσοτάκης είναι τώρα "με" την κυβέρνηση, αλλά οι επικεφαλής της επανάστασης δεν έχουν πεισθεί».Στα άλλα τηλεγραφήματα της αμερικανικής πρεσβείας επισημαίνεται ότι νωρίτερα «κατά τη διάρκεια μιας αρχικής επαφής του με αξιωματούχο της κυβέρνησης των ΗΠΑ, ο Στυλιανός Παττακός είχε εξηγήσει ότι η χούντα φοβόταν ότι ο Μητσοτάκης επρόκειτο να ηγηθεί εξέγερσης στην Κρήτη. Ο Παττακός πρόσθεσε ότι ο Μητσοτάκης είχε δείξει εχθρότητα προς το νέο καθεστώς αλλά, ως Κρητικός, θα προσπαθούσε να εξασφαλίσει την απελευθέρωσή του».Λίγες μέρες αργότερα, οι ΗΠΑ αρχίζουν να διαμορφώνουν με πιο συγκροτημένο τρόπο την πολιτική τους απέναντι στη χούντα.Σε τηλεγράφημα της 2ας Μαΐου 1967 από τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Ντιν Ρασκ, προς τον Τάλμποτ, επισημαίνεται: «Αν και μιλήσαμε με γενικούς όρους στους νέους ηγέτες σχετικά με την ανάγκη να άρουν τους περιορισμούς των πολιτικών ελευθεριών και να ορίσουν τον στόχο της επιστροφής στην συνταγματική νομιμότητα, επί του παρόντος υπήρξαμε συγκεκριμένοι μόνο σε ό,τι αφορά τις κρατούμενες πολιτικές προσωπικότητες. Στρατιωτική βοήθειαΕξετάζουμε κατά πόσο θα πρέπει να επιδιώξουμε να δεσμεύσουμε το καθεστώς σε ένα συγκεκριμένο σχέδιο πολιτικών βημάτων προς την κατεύθυνση της νομιμότητας και αν κάνουμε κάτι τέτοιο, πόσο γρήγορα θα πρέπει να το προωθήσουμε. Κατά πάσα πιθανότητα το τίμημα θα πρέπει να είναι η χαλάρωση των περιορισμών μας στη στρατιωτική βοήθεια και η έναρξη φυσιολογικών σχέσεων με την ελληνική κυβέρνηση, με τα συνακόλουθα μειονεκτήματα για την εικόνα των ΗΠΑ.Φυσικά θα πρέπει να βεβαιωθούμε ότι το καθεστώς εννοεί αυτά που λέει και ότι είναι πιθανή η πραγματική πρόοδος προς την κατεύθυνση αυτή».Δίνονται ακόμα οδηγίες στον πρεσβευτή να συζητήσει το θέμα με το βασιλιά. «Ταυτοχρόνως, μπορεί να θελήσετε να τους εμπιστευθείτε ότι, από τακτικής απόψεως, θα ήταν καλύτερα αν ο Βασιλιάς προχωρούσε πιο αργά στην εύρεση τρόπου συνύπαρξης με τους ηγέτες της κυβέρνησης».Το θέμα προβληματίζει την αμερικανική πρεσβεία που, δυο μέρες αργότερα, επισημαίνει : «Συνειδητοποιούμε πολύ έντονα το γεγονός ότι κινδυνεύουμε να ολισθήσουμε σε φυσιολογικές σχέσεις με την ελληνική κυβέρνηση χωρίς συγκεκριμένες διαβεβαιώσεις για σαφή πρόοδο προς την επαναφορά της δημοκρατικής διακυβέρνησης στην Ελλάδα. Θα ήταν εξίσου παρακινδυνευμένο να διακόψουμε κάθε επαφή όταν κρίνονται σημαντικά συμφέροντα. Προσπαθούμε να περπατήσουμε σε τεντωμένο σχοινί».Είναι προφανές ότι για τις ΗΠΑ σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτικής τους παίζει η απουσία σημαντικών αντιδράσεων απέναντι στους πραξικοπηματίες, αλλά και η ανησυχία για την μακροπρόθεσμη εικόνα των ΗΠΑ στην Ελλάδα.«Ανησυχούμε για τις εσωτερικές πολιτικές επιπτώσεις της τρέχουσας κατάστασης και τις επιπτώσεις της στην μακροπρόθεσμη θέση των ΗΠΑ εδώ, έστω και αν το πραξικόπημα στην πραγματικότητα χαιρετίσθηκε με κάποιο βαθμό αρχικής ικανοποίησης από ένα απροσδιόριστο τμήμα του πληθυσμού, το οποίο ήταν αηδιασμένο από την παρατεταμένη πολιτική αστάθεια και τη χαμηλή δημόσια ηθική.Είναι δύσκολο να προβλεφθεί πόσος χρόνος θα περάσει μέχρι αριστερά και μαχητικά δημοκρατικά στοιχεία του πληθυσμού συνέλθουν από το σοκ και εμφανισθεί η αντίδραση. Ο τόνος των εκπομπών από ραδιόφωνα του (ανατολικού) μπλοκ δείχνουν ότι οι κομμουνιστές μπορεί να θεωρούν ότι το πραξικόπημα τους παρέχει μια απρόσμενη ευκαιρία να ενισχύσουν την θέση τους στην Ελλάδα. Μεγάλος αριθμός Ελλήνων πιστεύουν ότι οι ΗΠΑ συναίνεσαν ή ανέχθηκαν το πραξικόπημα. Πολλοί Ελληνες δηλώνουν ότι μόνον οι κομμουνιστές διαθέτουν μια οργάνωση ικανή να ηγηθεί αντίστασης απέναντι σε μια δικτατορία και προειδοποιούν ότι δεν πρέπει να επιτραπεί ξανά στους Κομμουνιστές να καταστούν ηγέτες της δημοκρατικής αντίστασης όπως στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Αποδεχόμαστε τη βασική αξία αυτών των τελευταίων επισημάνσεων αν και είναι δύσκολο να ζυγίσει κανείς επακριβώς την ισχύ κάτω από την τρέχουσα κατάσταση.Προτροπές στον ΒασιλιάΠαρ' όλα αυτά αναγνωρίζουμε ότι σχεδόν οποιαδήποτε κυβέρνηση που θα μπορούσε να δημιουργηθεί αυτή την εποχή θα εξαρτάται τελικά από τους Ελληνες στρατιωτικούς για στήριξη και άρα θα πρέπει να αναζητήσουμε κάποια ρύθμιση μαζί τους. Επιπλέον, είμαστε ευαίσθητοι στο γεγονός ότι διαιρεμένες ένοπλες δυνάμεις (με πιθανότητα πραγματικής σύγκρουσης) θα ήταν εξαιρετικά επικίνδυνες για την Ελλάδα και για τη θέση των ΗΠΑ εδώ...».Ετσι η αμερικανική πρεσβεία προτείνει «να συνεχίσουμε να προτρέπουμε τον Βασιλιά να διατηρεί απέναντι στην κυβέρνηση μια στάση που θα αντικατοπτρίζει σαφώς τις επιφυλάξεις του, αλλά με υπονοούμενη εχθρότητα. Την περασμένη εβδομάδα, ο άμεσος στόχος μας ήταν να διασώσουμε τον Βασιλιά για κάποιον χρήσιμο μελλοντικό ρόλο. Χθες συζητήσαμε αυτόν το ρόλο, καθώς και τα μέτρα που θα μπορούσε να πάρει ώστε να ξεπεράσει την ενισχυόμενη εντύπωση ότι μπορεί να έχει έρθει σε πλήρη συνεννόηση με την ομάδα των πραξικοπηματιών.Προτείνουμε τη διατήρηση μόνο περιορισμένων επαφών με τους ηγέτες της κυβέρνησης και του πραξικοπήματος και να συνεχίσουμε να δίνουμε έμφαση στο ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν μπορεί εύκολα να συνεχίσει προγράμματα με την Ελλάδα μέχρι να διευκρινιστεί η συνταγματική κατάσταση. Χθες εξηγήσαμε στον ναύαρχο Αυγέρη, τον υπουργό Εξωτερικών, Γκούρα και τον Βασιλιά ότι η παράδοση σημαντικών τύπων στρατιωτικού εξοπλισμού έχει ανασταλεί, εκκρεμούσης αναθεώρησης του Προγράμματος Στρατιωτικής Βοήθειας και ότι συγκεκριμένες ενδείξεις ότι η ελληνική κυβέρνηση κινείται προς την αποκατάσταση της συνταγματικής κυβέρνησης θα βοηθούσε πολύ την κυβέρνηση των ΗΠΑ στην επανάληψη του προγράμματος».Η απάντηση από τις ΗΠΑ ήρθε δύο μέρες αργότερα: «Συμφωνούμε ότι η προσέγγισή μας προς την ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να είναι σαν να περπατάμε σε τεντωμένο σχοινί».Το θέμα της αμερικανικής βοήθειας προς την Ελλάδα ενόχλησε τη χούντα. Λίγες μέρες αργότερα, ο χουντικός υπουργός Αμύνης, στρατηγός Σπαντιδάκης, συναντήθηκε στο ΝΑΤΟ με τον Αμερικανό υπουργό Αμύνης, Ρόμπερτ ΜακΝαμάρα, δηλώνοντάς του ότι «η μεγαλύτερη πικρία αφορά τη φήμη ότι οι ΗΠΑ θα αναθεωρήσουν τη βοήθειά τους προς την Ελλάδα».Προσπάθησε να πείσει τους Αμερικανούς ότι «αυτό είναι παράλογο, καθώς η εναλλακτική λύση θα ήταν η παράδοση στον Κομμουνισμό».Ο ΜακΝαμάρα παρατήρησε ότι «ο αμερικανικός λαός δεν θα μπορούσε ποτέ να καταλάβει τις δηλώσεις ότι σήμερα υπάρχει περισσότερη δημοκρατία απ' ό,τι πριν την 21η Απριλίου με την κατάπνιξη του Τύπου, την απαγόρευση των συγκεντρώσεων, την κράτηση ανθρώπων, την έλλειψη ελευθερίας του λόγου και την άρση άλλων συνταγματικών εγγυήσεων».Η απάντηση του Σπαντιδάκη ήταν «τότε πρέπει να εξηγήσετε στον αμερικανικό λαό». Τόνισε ακόμα ότι η αναθεώρηση του Προγράμματος Στρατιωτικής Βοήθειας θα ήταν επικίνδυνη για να πάρει από τον ΜακΝαμάρα την απάντηση ότι «ολόκληρη η κατάσταση στην Ελλάδα είναι επικίνδυνη και, μέχρι να γίνει κάτι για να διορθωθεί, η επικίνδυνη κατάσταση θα συνεχισθεί».Ο Σπαντιδάκης έθεσε το ερώτημα: «Τι θα συνέβαινε αν διεξάγονταν οι εκλογές και η Ελλάδα γινόταν κομμουνιστική». Ο Αμερικανός υπουργός Αμύνης παρατήρησε ότι «δεν πιστεύει πως οι Ελληνες θα ψήφιζαν τους Κομμουνιστές στην εξουσία».Παρόμοια πικρία για την αμερικανική στάση εκφράζει και ο πρωθυπουργός της χούντας, Κόλλιας. Στη συνάντηση που είχε με τον Τάλμποτ στις 21 Μαΐου μιλά για αμερικανική «παρανόηση». Είπε ότι «λυπάται πολύ» και αισθάνεται «μεγάλη πικρία» επειδή «Αμερικανοί φίλοι δεν φαίνεται να συνειδητοποιούν τη μεγάλη ανάγκη αλλαγής και συνεχίζουν την αρνητική κριτική, ενώ επιπλέον έχουν διακόψει τη στρατιωτική βοήθεια».Απαντώντας, ο Αμερικανός πρεσβευτής επισημαίνει ότι «ο αμερικανικός λαός δεν πίστευε ότι οι πρόσφατες συνθήκες στην Ελλάδα ήταν ιδεώδεις, αλλά δεν θα ήταν ρεαλιστικό να πιστεύει κανείς ότι οι Αμερικανοί δεν θα αντιδρούσαν στα όσα έγιναν».Στις 14 Μαΐου, ο Τάλμποτ επανέρχεται στην έλλειψη αντίστασης στη δικτατορία, εκφράζοντας μάλιστα έκπληξη για το γεγονός. «Η μάλλον εκπληκτική έκταση της συγκατάνευσης προς το πραξικόπημα δεν μπορεί πλέον να εξηγηθεί ως μια αντίδραση αμηχανίας», λέει. «Μου θυμίζει το Πακιστάν το 1958, όταν η πρώτη αντίδραση στο πραξικόπημα του Αγιούμπ ήταν επίσης μια ξεκάθαρη ανακούφιση. Πρόκειται για ένα πραγματικό φαινόμενο», προσθέτει.Τονίζει ακόμα ότι «το πόσο θα διαρκέσει αυτό το κλίμα δεν ξέρω, σίγουρα όχι επ' άπειρο. Οι Ελληνες είναι Ελληνες και κάποια στιγμή θα αντισταθούν. Οσο όμως διαρκεί έχει δύο κυρίως επιπτώσεις: 1) δίνει στο πραξικόπημα ένα σχεδόν ιδεώδες κλίμα μέσα στο οποίο θα παγιώσει τον έλεγχο και 2) απομονώνει πολλούς Ελληνες από την επίδραση της αμερικανικής και ευρωπαϊκής καταδίκης του "βιασμού στο λίκνο της δημοκρατίας". Με εκπλήσσει το εύρος των επισημάνσεων ότι οι Αμερικανοί θα πρέπει να καταλάβουν ότι ήταν οι Παπανδρέου, ιδίως ο Ανδρέας, που στραγγάλισαν τη δημοκρατία εδώ».Στο ίδιο τηλεγράφημα επισημαίνει ότι «μακροπρόθεσμα αμφιβάλλων ότι θα μπορούσαμε να συνεργασθούμε αποτελεσματικά με μια κυριαρχούμενη από τον Παπαδόπουλο ελληνική κυβέρνηση. Ομως μια μετωπική προσπάθεια να τον τσακίσουμε τώρα θα ήταν χωρίς εγγυήσεις επιτυχίας και αν πετύχαινε, θα μπορούσε να διαλύσει την Ελλάδα. Το έργο μας, όπως το βλέπω, είναι να προσπαθήσουμε να συγκρατήσουμε αυτόν και τους συνεργάτες του πραξικοπηματίες, να τους περιβάλλουμε με περισσότερο ταλέντο και πειθαρχημένη οργάνωση και να συνεχίσουμε να πιέζουμε προς την κατεύθυνση μιας συνταγματικής τάξης που θα μπορούσε να λειτουργήσει...».Οι ΗΠΑ όμως αναγκάστηκαν πολύ σύντομα να εξετάζουν την αναθεώρηση της αρχικής στάσης τους απέναντι στη χούντα, η οποία αισθάνεται ασφαλέστερη μέρα με τη μέρα και αρχίζει να πιέζει με τη σειρά της τους Αμερικανούς με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση.Χαρακτηριστικό είναι το μνημόνιο που έστειλε στις 21 Ιουλίου 1967 στον πρόεδρο των ΗΠΑ, Λίντον Τζόνσον, ο υπουργός Εξωτερικών, Ντιν Ρασκ:«Από το στρατιωτικό πραξικόπημα του Απριλίου, αναστείλαμε την παράδοση ορισμένων σημαντικών όπλων στην Ελλάδα και ήμασταν πολύ ψυχροί στις σχέσεις μας με την κυβέρνηση με την ιδέα όχι μόνο να δείξουμε αποδοκιμασία για τις μεθόδους με τις οποίες η χούντα ανέλαβε την εξουσία, αλλά και να ενθαρρύνουμε κάποια επιστροφή, όσο σταδιακή και αν ήταν αυτή, σε πιο συνταγματικές διαδικασίες.Αλλαγή τακτικήςΤώρα πιστεύουμε ότι η τακτική αυτή δεν είναι πλέον χρήσιμη και, αν συνεχισθεί, θα είναι αντιπαραγωγική. Ο Βασιλιάς έχει καταλήξει στα ίδια συμπεράσματα. Ο πρεσβευτής Τάλμποτ θεωρεί πολύ πιθανόν το ότι οι Ελληνες, αν και επιθυμούν στενές σχέσεις μαζί μας, μπορεί να υιοθετήσουν την ίδια τακτική προκαλώντας ορισμένες δυσκολίες με κάποιες από τις εγκαταστάσεις μας εκεί.Στην Ελλάδα έχουμε εγκαταστάσεις που είναι σημαντικές για την Αεροπορία, το Ναυτικό (λιγότερο από μία γραμμή δεν αποχαρακτηρίσθηκε) και την USIA. Η αξία τους έχει αυξηθεί μετά τον αραβο-ισραηλινό πόλεμο. Ο πόλεμος αυτός υπογράμμισε τη σημασία της Ελλάδας (μαζί με την Τουρκία και το Ιράν) για τα αμερικανικά συμφέροντα.Προτείνουμε να εξουσιοδοτηθεί ο πρεσβευτής Τάλμποτ να πληροφορήσει την ελληνική κυβέρνηση για τη χαλάρωση ορισμένων θεμάτων, όπως αναφέρονται πιο κάτω, ξεκαθαρίζοντας ότι μελλοντικές ενέργειες προς την κατεύθυνση αυτή θα συνδέονται με την αποκατάσταση των συνταγματικών διαδικασιών...Πιστεύουμε ότι επί του παρόντος δεν θα πρέπει να απελευθερώσουμε ούτε άρματα μάχης, ούτε ελικόπτερα, ούτε άλλο βαρύ εξοπλισμό. (Σε ό,τι αφορά την αποστολή στρατιωτικής βοήθειας προς την Ελλάδα, ειδικά σε ό,τι αφορά τα άρματα μάχης, πιστεύουμε ότι θα πρέπει να δώσουμε το πράσινο φώς τους Γερμανούς στο εγγύς μέλλον, αλλά όχι ακόμα)».

Δευτέρα 12 Αυγούστου 2002

Οι 3 τύποι τρομοκρατίας και τα καθ' ημάς

«Η τρομοκρατία είναι στο μεγαλύτερο μέρος της άχρηστη σκληρότητα εκ μέρους φοβισμένων ανθρώπων προκειμένου να καθησυχάσουν τον εαυτό τους» (Φ. Ενγκελς, επιστολή προς Κ. Μαρξ, Σεπτέμβριος 1870).Το ότι οι Αμερικανοί είχαν μεγάλο πρόβλημα με τη «17 Νοέμβρη», είναι προφανές. Το ότι οι αμερικανικές αρχές χρησιμοποίησαν το θέμα αυτό για δικούς τους πολιτικούς λόγους, επίσης. Λιγότερο προφανείς είναι οι λόγοι της πραγματικής, όχι τόσο της εμφανιζόμενης, αυτής ενόχλησης.Στη λογική τού «τα λέω στη νύφη για να ακούσει η πεθερά», οι αντιδράσεις τους δεν αφορούσαν τόσο την ίδια τη δράση της οργάνωσης. Αλλωστε, κατά περιόδους έχουν «απορροφήσει» πολύ σημαντικότερα χτυπήματα διεθνώς από αυτά που είχε πετύχει στο παρελθόν η 17Ν. Εκείνο που αποκτούσε ιδιαίτερη σημασία γι' αυτούς ήταν το γενικότερο κλίμα που επικρατούσε στην ελληνική κοινωνία απέναντι στην τρομοκρατία όταν αυτή είχε ως στόχο αμερικανικά συμφέροντα. Από το 1983 ώς το 1998 οι ΗΠΑ δέχθηκαν 2.400 τρομοκρατικές επιθέσεις κατά των συμφερόντων τους σε ολόκληρο τον κόσμο. Αυτό σημαίνει ότι κάποια αυξημένη ευαισθησία απέναντι στο θέμα «τρομοκρατία» ήταν δικαιολογημένη ακόμα και πριν από την επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου, έστω και αν η ευαισθησία αυτή δεν οδήγησε ποτέ τις επίσημες αμερικανικές αρχές και το μέγιστο μέρος της αμερικανικής κοινωνίας να αναζητήσουν τον βαθμό της δικής τους συνυπευθυνότητας.Στην Ελλάδα, ακόμα και σήμερα, εν μέσω πλήρους ανάπτυξης της τρομοκρατολογίας, η ενασχόληση της κοινωνίας με την τρομοκρατία απέχει από αυτήν της αμερικανικής κοινωνίας, ποσοτικά και ποιοτικά, όπως απέχει η εκατέρωθεν ενασχόληση με τους κινδύνους του καπνίσματος, των λιπιδίων και της έλλειψης σωματικής άσκησης.Μια κοινωνία όμως δεν είναι απαραίτητα υγιέστερη όταν ασχολείται σε βαθμό υστερίας με τη φυσική υγεία της. Ούτε όταν βυθίζεται στο πάθος του αγώνα ανάμεσα στο απόλυτο καλό και το απόλυτο κακό. («Οταν αντιμετωπίζεις ένα τέρας πρέπει να του φέρεσαι σαν τέρας», Χ. Τρούμαν, μετά τη ρίψη της πυρηνικής βόμβας στο Ναγκασάκι. «Αυτοκρατορία του Κακού», Ρ. Ρίγκαν για την ΕΣΣΔ. «Μνημειώδης μάχη ανάμεσα στο καλό και το κακό», Τζορτζ Μπους, 12 Σεπτεμβρίου 2001).Η μεταφυσική διάκριση ανάμεσα σε απόλυτο καλό και απόλυτο κακό, σε καλούς (εμείς) και κακούς (αυτοί) είναι απαραίτητο συστατικό στοιχείο για την εσωτερική νομιμοποίηση της τρομοκρατίας. Τόσο της τρομοκρατίας τύπου 1 (άτομα και μικρές ομάδες κατά ατόμων ή ομάδων και εμμέσως κατά κυβερνήσεων), και της τρομοκρατίας τύπου 2 (κυβερνήσεις κατά ομάδων πληθυσμού στο εσωτερικό ή στο εξωτερικό), όσο και της σχετικά νεοεμφανιζόμενης τρομοκρατίας τύπου 3 (μεγάλες ομάδες κατά ολόκληρων πληθυσμών ή χωρών). Η μανιχαϊκή αυτή διάκριση (ενισχυμένη για κάποια από τα μέλη της 17Ν από μια παιδική ηλικία σε θρησκευτικό περιβάλλον) τους επέτρεψε να νομιμοποιήσουν μέσα τους τη δράση τους, όπως επιτρέπει στα μέλη της Αλ Κάιντα να νομιμοποιήσουν τη δική τους. Επιτρέπει όμως και σε ολόκληρες κοινωνίες να αποδεχθούν τη δική τους κρατική τρομοκρατία όταν αυτή στρέφεται απέναντι στους άλλους (βομβαρδισμοί αμάχων, συλλήψεις και κρατήσεις εκτός κάθε πλαισίου νομιμότητας κ.λπ.).Ο ζόφος στο βλέμμα του φανατικού ή του τρομοκρατημένου, αν δεν οδηγεί, επιτρέπει την τρομοκρατία και των τριών τύπων, στηριγμένος σε ένα υπόβαθρο μεταφυσικής βεβαιότητας για το ορθό που υποβοηθείται από θρησκευτικές ή και ιδεολογικές επιρροές όταν εσωτερικεύονται σαν θρησκείες. Αντιθέτως, οι παιχνιδιάρικες σπιθίτσες στα μάτια όσων παρακολουθούν τα πράγματα από μια απόσταση εσωτερικής ασφάλειας, προστατεύουν.Υπάρχουν όμως ομάδες, έθνη ή χώρες που είναι εγγενώς πιο επιρρεπείς στο απόλυτο που οδηγεί στην τρομοκρατία; Μια τέτοια διάκριση οδηγεί στα ίδια σφάλματα που αναλύονται εδώ. Λίγο μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, το Τμήμα Ψυχολογίας αμερικανικού πανεπιστημίου προσπάθησε να αποδείξει πειραματικά ότι ο φανατισμός και η τυφλή υπακοή που οδήγησε Γερμανούς σε διάπραξη φρικαλεοτήτων δεν θα μπορούσε ποτέ να υπάρξει σε άλλες κοινωνίες, όπως η αμερικανική. Τα αποτελέσματα των πειραμάτων διέψευσαν πλήρως την αρχική αισιόδοξη υπόθεση.Η ελληνική κοινωνία έχει τη δυνατότητα να αντιμετωπίζει τα περί της τρομοκρατίας με μια ελαφρώς κουτσομπολίστικη διάθεση. Ομως τι γίνεται όταν η τρομοκρατία παράγει μια δραστική αλλαγή της παραδοσιακής αντίληψης της κοινωνίας και του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο η ζωή ήταν αντιληπτή μέχρι εκείνη τη στιγμή; Ηεπίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου στις ΗΠΑ είχε μια τέτοια διάσταση και με την έννοια αυτή αποτελεί μια πρωτοφανή επιτυχία της τρομοκρατίας. Μια επιτυχία που επιτρέπει τη χειραγώγηση μιας ολόκληρης κοινωνίας, όχι από τους τρομοκράτες, αλλά από κάποιες εσωτερικές ελίτ που μπορούν να την εισαγάγουν σε έναν φαύλο κύκλο θετικής ανάδρασης, ώστε να εξασφαλίσουν ανοχή ή υποστήριξη για τις δικές τους βλέψεις.Η ελληνική κοινωνία, λόγω αντικειμενικών συνθηκών, αλλά και τύχης, δεν χρειάσθηκε να βρεθεί σε τέτοια κατάσταση κατά τις τελευταίες δεκαετίες, μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου. Η τρομοκρατία της βίας δεν έφθασε ποτέ σε σημείο απειλής. Γνώρισε όμως προσπάθειες τρομοκράτησής της με την κατά καιρούς κινδυνολογία, κυρίως για εθνικά θέματα, που την έκαναν να φλερτάρει ή να πειραματιστεί με την επικίνδυνη απόλυτη διάκριση καλό - κακό, εμείς - αυτοί. Αν οι πειραματισμοί αυτοί δεν προκάλεσαν μόνιμες επικίνδυνες βλάβες στην υγεία της ελληνικής κοινωνίας, οφείλεται εν μέρει στο ότι η βάση της πρόκλησης ήταν μικρή, με αποτέλεσμα ο αναβρασμός να είναι πρόσκαιρος και ευάλωτος στα αντισώματα. Ομως, συχνά «ποσοτικές συσσωρεύσεις φέρνουν ποιοτικές αλλαγές» και κανείς δεν διαθέτει την απόλυτη ανοσία.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ1. David Ε. Mandel, University of Victoria. «Evil and the instigation of collective damage». 2. Gerald Holton, Edge, «Reflections on modern terrorism». 3. Federal Research Division, Library of Congress, «The Sociology and Psychology of Terrorism».4. Τόφλερ Αλβιν, «Θέσεις και Προβλέψεις», εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ, 1985 5. Τόφλερ Αλβιν, «Πόλεμος και Αντιπόλεμος». Εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ, 1994. 6. Κονδύλης Παναγιώτης, «Θεωρία του Πολέμου», εκδόσεις ΘΕΜΕΛΙΟ, 1997.